«Υπάρχει μια ρωγμή σε όλα. Από κει είναι που μπαίνει μέσα το φως».
Ο Λέοναρντ Κοέν το έχει διατυπώσει παραστατικά. Για τον Σαρούνας Γιασικεβίτσιους, τον μπασκετμπολίστα που φώτισε με το θεαματικό του παιχνίδι το ευρωπαϊκό μπάσκετ στη δεκαετία του 2000, η ρωγμή εντοπίστηκε σε ένα ταξίδι στο… φεγγάρι.
Έτσι του είχε φανεί η αποστολή στη Μαδρίτη με μια σχολική ομάδα του Κάουνας. Έτσι την παρομοίασε στην αυτοβιογραφία του «Μόνο η νίκη δεν αρκεί», γραμμένη από τον Πιέτρο Σιμπέτα. Στα μάτια του 13χρονου, μάλλον τεμπελάκου στις προπονήσεις, ανοιγόταν ένας καινούργιος κόσμος.
Μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, μπουχτισμένος από το άθλημα που έπαιζε από παιδάκι έξι ετών, είχε πάει στους γονείς του και τους είχε ζητήσει να τον γράψουν στο τένις. Στην Ισπανία ταξίδεψε, περισσότερο επειδή ο πατέρας του ήταν εκείνος που είχε πληρώσει για τις εμφανίσεις της ομάδας, παρά επειδή ξεχώριζε.
Το ενδιαφέρον του ανανεώθηκε, ο ενθουσιασμός επέστρεψε, η προοπτική να γνωρίσει έναν άλλον κόσμο, «μακριά από τον σοβιετικό που, αν δεν ήσουν μέλος της κομμουνιστικής παράταξης, είχες πρόβλημα και δεν μπορούσες να μιλήσεις», ανοίχθηκε μπροστά του. Τον γνώρισε. Και, σε μεγάλο βαθμό, τον καθόρισε ο ίδιος.
Αν η δεκαετία του ’90 ήταν εκείνη με τις άμυνες να δίνουν τον τόνο και σκορ τύπου 42-40 (σε ελληνικά ντέρμπι), 59-55 και 58-44 (σε Τελικούς του Πρωταθλητριών), ο Λιθουανός γκαρντ ήταν εκείνος που ήρθε αμέσως μετά να προσωποποιήσει την αλεγρία του αθλήματος. Να μεταφέρει το βάρος στην επίθεση, να μοιράσει θέαμα, να αποδείξει ότι μπορείς να βάλεις σε Τελικό Ευρωλίγκας και 118 πόντους. Αν έχεις βέβαια τον κατάλληλο μαέστρο…
No look πάσες και σταυρωτές ντρίμπλες, φλόουτερ με καμπύλες και τρίποντα μετά από step back, άπειρα πικ εν ρολ. Υπήρχαν οι pass first και οι scoring first point guards. Υπήρχε και ο… διττός «Σάρας». Αυτός που έμεινε γνωστός με το χαϊδευτικό του. Όπως ακριβώς το ίνδαλμά του, ο «Σάμπας», ο συνοδοιπόρος του στην Μπαρτσελόνα, ο «Ντέκι», ο φίλος του στον Παναθηναϊκό, ο «Μήτσος», ο δάσκαλός του, ο «Ζοτς»…
Μαμά, κοίτα τι (δεν) έκανες
Σύμφωνα με το μητρικό πλάνο, θα γεννιόταν έναν και βάλε χρόνο μετά τις 5 Μαρτίου 1976. Η εγκυμοσύνη της Ρίτα Γιασικεβιτσιένε προκύπτει νωρίτερα κι έτσι η Αργυρή το 1975 με την ΕΣΣΔ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα χάντμπολ χάνει το ραντεβού των Ολυμπιακών του Μόντρεαλ. Χάνει το Χρυσό στους Αγώνες του ’76, διά παντός και τη θέση της στην Εθνική. Ούτε λόγος βέβαια να διακοπεί η κύηση.
«Ο γιος μου θα μου δώσει πίσω τους Ολυμπιακούς Αγώνες», θα πει. Και δικαιώνεται εν μέρει, από το παιδί της που θα φτάσει τρις στη σχετική τετράδα, με μεγαλύτερο παράσημο ένα Χάλκινο μετάλλιο. Ο μπαμπάς Λίνας έπαιζε πινγκ πονγκ σε χαμηλότερο επίπεδο και σπρώχνει στο μπάσκετ και τον μικρό γιο, τον Βιτένις.
Τον μεγάλο τον αποτρέπει από το να το παρατήσει. Φαίνεται ότι είναι ταλεντάρα, μα πρέπει να το πιστέψει κι ο ίδιος. Να γυμναστεί περισσότερο, να το δει ως κάτι περισσότερο από χόμπι. Να βγάλει την τρέλα που έχει για τους παίκτες της Ζαλγκίρις, μαθαίνοντας ακόμα και το νούμερο των παπουτσιών τους (!), στη δική του την ομάδα.
Ως γέννημα-θρέμμα του Κάουνας, έχει γίνει από μωρό οπαδός του συλλόγου της πόλης. Το 1986 είχε αγγαρέψει τον πατέρα του να πάνε στο αεροδρόμιο και να υποδεχτούν μέσα σε πολικό ψύχος την αποστολή της Ζαλγκίρις που γύρισε από το Μπουένος Άιρες και την κατάκτηση του Διηπειρωτικού.
Τέσσερα χρόνια αργότερα η Λιθουανία γίνεται η πρώτη χώρα που κηρύσσει την ανεξαρτησία της από τη Σοβιετική Ένωση και ο Γιασικεβίτσιους (που προφέρεται πιο κοντά στο «Γιασικέβιτσους») θα δοξάσει και τη δική της πράσινη φανέλα. Τότε, το 1990, καλείται πρώτη φορά σε εθνικό κλιμάκιο και αρχίζει να το παίρνει πιο σοβαρό το πράγμα.
Λιώνει βιντεοκασέτες με All Star Game του ΝΒΑ, ξεπατικώνει πάσες του Μάτζικ Τζόνσον, συγκλονίζεται με τον θάνατο του επίσης αγαπημένου του, Ντράζεν Πέτροβιτς. Εδώ είμαστε λοιπόν. Στο 1993. Η χρονιά που πεθαίνει και το μπάσκετ στο Φάληρο, κατά τη ρήση του Πέταρ Σκάνσι. Μετά δηλαδή από τον θρίαμβο της Λιμόζ και του ξύλου στον Tελικό με την Μπένετον Τρεβίζο του Τόνι Κούκοτς και του επίσης Κροάτη τεχνικού.
Ο άνθρωπος που θα το αναστήσει ως προς την αύξηση του σκοραρίσματος και την επιστροφή του θεάματος μαζεύει ακριβώς τότε μπαγκάζια για ΗΠΑ: τελειώνει το Λύκειο σε κάποιο Σολάνκο του Κουόριβιλ στην Πενσιλβάνια, εντοπίζεται από το γερακίσιο μάτι του Μπίλι Χαν.
Ο ασίσταντ κόουτς του κολεγίου Μέριλαντ είναι ακόμα καλύτερος ως σκάουτερ, έχοντας ήδη ανακαλύψει τον Τζο Σμιθ (Νο.1 στο ντραφτ του 1995) και στέλνοντας μέχρι το τέλος του βίου του καμιά 20αριά παίκτες στο ΝΒΑ. Ο Σάρας περνάει πρώτα δύο χρόνια στην αφάνεια, μετά άλλα δύο ως βασικός και πρωταγωνιστής στους Τέραπινς.
Το 1998, οπότε ο Τελικός Κίντερ-ΑΕΚ στο Πρωταθλητριών τελειώνει με σύνολο 102 πόντων (…), ο ανερχόμενος Λιθουανός αποφοιτεί από το ΝCAA. Το 1999, οπότε η Ζαλγκίρις (!) θριαμβεύει στην Ευρώπη, παρουσιάζοντας επιτέλους μια επιθετικογενή πρόταση, ο οπαδός της έχει γυρίσει στα πάτρια εδάφη, αλλά για τη Λιέτουβος Ρίτας, με την οποία βάζει 18 πόντους, δίνει 5.4 ασίστ και κοντράρει ανεπιτυχώς την ομάδα του Κάουνας στους εγχώριους τελικούς.
Βασιλιάς των τρεμπλ και της «Lietuva»
Ο Σάρας είναι εδώ και ό,τι πιάνει γίνεται σύντομα χρυσάφι και σε διασυλλογικό επίπεδο. Χρυσός ήδη από τα μέσα των ’90s σε Ευρωπαϊκά U18 και U20, παρών (ενδιάμεσα) και στο δικό μας θριαμβευτικό Παγκόσμιο Εφήβων στο νεότευκτο ΟΑΚΑ το 1995, θα πυκνώσει τις επισκέψεις του στη χώρα μας. Στο ίδιο γήπεδο εμφανίζεται και στο Μουντομπάσκετ ’98. Άνδρας πια.
Ο κόουτς Σμάγκο Σάγκαντιν τού δίνει ένα τελευταίο… πλάσιμο στο “σχολείο” της ακμάζουσας ακόμη Ολίμπια Λιουμπλιάνας και το 2000 υπογράφει στην Μπαρτσελόνα, αφότου έχει ανεβάσει τη «Lietuva» στο βάθρο των Ολυμπιακών Αγώνων. Δεν ορκιζόμαστε ότι το απολαμβάνει περισσότερο από το Ευρωμπάσκετ ’99, στο οποίο συνυπάρχει για πρώτη και τελευταία φορά με το είδωλό του, Άρβιντας Σαμπόνις…
Στους μεν Ολυμπιακούς του Σίδνεϊ οργιάζει, ρίχνοντας στον ημιτελικό 27άρα στους ΝΒΑers των ΗΠΑ (αστοχώντας όμως στο τρίποντο για τη νίκη) και 22άρα με 6 ασίστ στον μικρό Τελικό με τους Αυστραλούς, στους δε «Blaugrana», τους οποίους παραλίγο να απέκλειε στους «8» του Πρωταθλητριών με την Ολίμπια- γίνεται πια σούπερ σταρ.
Εκτινάσσει τις αποδοχές του από τα 50.000 και τα 150.000 δολάρια στους προηγούμενους συλλόγους του στα 900.000 ετησίως, εκτινάσσει και τους Καταλανούς στην κορυφή. Νταμπλ το 2001, Τρεμπλ το 2003. Το πρώτο από τα τρία συνεχόμενα που θα καταφέρει (!) και τα τέσσερα συνολικά στην τεράστια καριέρα του.
Παρέα με τον MVP Ντέγιαν Μποντιρόγκα και λίγες ώρες αφότου o 18χρονος αδερφός του έχει πάρει την Ευρωλίγκα Νέων, ο Σαρούνας βοηθάει την «Μπάρτσα» στο δικό της Palau Sant Jordi να στεφθεί Πρωταθλήτρια Ευρώπης για πρώτη φορά. Στους Τελικούς της ACB και το “σκούπισμα” της Βαλένθια είναι ο ίδιος ο πολυτιμότερος.
Εκεί βέβαια που ξεσαλώνει, κατακτώντας τα πάντα σε μια διετία, είναι στο Τελ Αβίβ. Πρώτα, το καλοκαίρι του 2003, έχει οδηγήσει την -αήττητη- Λιθουανία στην κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ. Ως MVP φυσικά και στη Σουηδία, δίνοντας ρέστα κυρίως ως πασέρ (8.2 ασ.). Μετά, οδηγεί με ακόμα πιο φρενήρεις ρυθμούς (sic) τη Μακάμπι σε διαδοχικές κατακτήσεις της Ευρωλίγκας, πέρα από τους τίτλους στο Ισραήλ.
Ο εγκεφαλικός ψηλός, Νίκολα Βούιτσιτς, συνθέτει σούπερ δίδυμο ψηλών με τον “δυναμίτη” Μασέο Μπάστον, ο (MVP στο Τελ Αβίβ το 2004) Άντονι Πάρκερ είναι ο ολ αράουντ γκαρντ-φόργουορντ, ο Ταλ Μπούρσταϊν ο εργάτης που χρειάζεται σε κάθε πεντάδα. Στο εκκωφαντικό 118-74 επί της Φορτιτούντο Μπολόνια φέρνει 20 πόντους ο Ντέιβιντ Μπλου από τον πάγκο, στο 90-78 επί της Μπασκόνια το 2005 στη Μόσχα κάνει το ίδιο με 13 ο Νέστορας Κόμματος.
Κορμός υπάρχει, x-factor στους τελικούς πάντα κάποιος εμφανίζεται. Το up tempo παιχνίδι (υπο)στηρίζεται βέβαια, επειδή υπάρχει στο “1” ο Γιασικεβίτσιους. Ο MVP στο δεύτερο Final 4 με 22-6-5 απέναντι στους Βάσκους, αυτός για τον οποίον ο κόσμος πληρώνει εισιτήριο να δει και στα εκτός έδρας ματς της «ομάδας του λαού».
Πράσινη αρπαγή κι αγάπη, κόκκινα stop και κασκόλ
Πράσινο της Ζαλγκίρις, πράσινο της Λιθουανίας, πράσινο και του Παναθηναϊκού. Έχοντας δώσει σόου στην Αθήνα και με την Εθνική του στους Ολυμπιακούς του 2004, οδηγώντας την με 28άρα σε ιστορική νίκη επί των ΗΠΑ του Ντάνκαν και του Μάρμπερι, ο κορυφαίος πασέρ εκείνου του τουρνουά έρχεται το 2007 για μόνιμη εγκατάσταση.
Έχει προηγηθεί μια διετία στο ΝΒΑ, με Ιντιάνα (Μπάστον παρόντος κι εκεί) και Γκόλντεν Στέιτ. Στην πρώτη έχει ρόλο, όπως και πάνω από 7 πόντους και 3 ασίστ επί μιάμιση σεζόν. Ο Ρικ Καρλάιλ αποσύρει σταδιακά την εμπιστοσύνη στον αναπληρωματικό του πόιντ γκαρντ, τον στέλνει ως συμπλήρωμα σε πολυπληθές τρέιντ στους Γουόριορς και στο Σαν Φρανσίσκο ο Σάρας δεν είναι διατεθειμένος να κάτσει δεύτερη χρονιά, παρότι είχε υπογράψει τριετές συμβόλαιο για 12 “χαρτιά”.
Ο Ολυμπιακός (με Γκέρσον μάλιστα στον πάγκο) έχει κάνει γερό μπάσιμο για την απόκτησή του, με πρόθεση να προσφέρει ακόμα και οκταψήφιο ποσό για τριετές συμβόλαιο! Πατώντας το πόδι του στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» με την Εθνική του για το Ακρόπολις, του περνάνε στον λαιμό το περίφημο ερυθρόλευκο κασκόλ που πετάει αμέσως από πάνω του.
Σοβεί και κόντρα Ισπανών «αιωνίων» για πάρτη του, ο Παναθηναϊκός κάνει την κίνησή του κατά τη διάρκεια του Ευρωμπάσκετ της Ισπανίας. Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς έρχεται σε απευθείας επαφή μαζί του (ίσως όχι μόνο τηλεφωνική, αφού ο ίδιος έχει περάσει από τη Μαδρίτη για ένα σεμινάριο…) και ο Λιθουανός σταρ κλείνει στο «Τριφύλλι» για ένα λιγάκι μικρότερο ποσό. Στην ισπανική πρωτεύουσα έχει παραμείνει ο τιμ μάνατζερ Μάνος Παπαδόπουλος, ο οποίος ολοκληρώνει το deal, προτού μας στερήσει ο Γιασικεβίτσιους το μετάλλιο στον μικρό Τελικό.
Τα υπόλοιπα είναι “πράσινη” -και ένδοξη- ιστορία: τρία Πρωταθλήματα σε ισάριθμα χρόνια, δύο Κύπελλα, ένα ακόμα τριπλ κράουν στο σαρωτικό 2009. Στο ίδιο ακριβώς διάστημα συνυπάρχει στην περιφέρεια με έναν άλλον Ευρωπαίο γκαρντ που έχει αφήσει το ΝΒΑ το 2007. Κάποιον Βασίλη Σπανούλη. Υπάρχει και Δημήτρης Διαμαντίδης, στο “2” ο υπερπολύτιμος Νίκος Χατζηβρέττας, από ένα σημείο και μετά κι ο Ντρου Νίκολας. Στην πληρέστερη περιφέρεια όλων των εποχών, μια χαρά τα βρίσκουν όλοι μεταξύ τους.
Αφού τα έχει βρει μετά το δύσκολο ξεκίνημα και με τον «Ζοτς», όταν ο τελευταίος τον πετυχαίνει λιώμα στο ποτό σε ένα κλαμπ, προσπαθώντας (ο Σάρας) να ξεπεράσει τον χωρισμό του από την Ισραηλινή Λινόρ Αμπαργκίλ, όλα καλά κι ανθηρά!
Και… αντιολυμπιακά. Στο θυμικό των «Βάζελων», ο Λιθουανός μένει ως αυτός που τιμωρούσε όπου, όπως και όποτε έβρισκε τους «Γαύρους».
Ποιος ξεχνάει τα 7/7 τρίποντα και την 30άρα του άβγαλτου (και σούτινγκ γκαρντ, δίπλα στον Γιούρε Ζντοβτς) Σάρας στο 2-1 της Ολίμπια και την πρόκριση στους «8» του Πρωταθλητριών το 2000; Σίγουρα όχι εκείνοι που αποκλείστηκαν εκείνο το βράδυ, υπό το βλέμμα του Σωκράτη Κόκκαλη που είχε ταξιδέψει στη Σλοβενία. Το 2003 το top 16 διεξάγεται με ομίλους των τεσσάρων και πάνε Final 4 μονάχα οι πρώτοι από καθέναν. Μαντέψτε ποιον αφήνει δεύτερο η Μπαρτσελόνα…
Στον πρώτο Τελικό της Α1 το 2008 έχει 22 πόντους και 5 ασίστ, στον ημιτελικό του Final 4 το επόμενο έτος καταγράφει αντίστοιχο 18-5 και κρίνει αυτός τη ματσάρα του Βερολίνου. Οι επτά από τους οκτώ “πράσινους” πόντους στο τελευταίο τετράλεπτο έχουν τη δική του υπογραφή: δίποντο, τρίποντο, στήσιμο πικ εν ρολ και ασίστ στον Νίκολα Πέκοβιτς για το τελικό 84-82.
Στην τρίτη του χρονιά παίζει λίγο εξαιτίας επέμβασης στο γόνατο, η σεζόν 2010-2011 περνιέται (αφότου κάνει προπονήσεις με το Περιστέρι) μεταξύ της Λιέτουβος Ρίτας και της -νταμπλούχου Τουρκίας μαζί του- Φενερμπαχτσέ, το 2011 γυρίζει στον Παναθηναϊκό. Ε, ακόμα και στα 36 του, αυτός ψηφίζεται MVP στο 71-70 επί του Ολυμπιακού στον Τελικό του Κυπέλλου!
Κόουτς κόντρα στη φύση του; Ας περιμένουμε…
Η μπάλα θα πάρει τους «Ερυθρολεύκους» και κόντρα στον προπονητή Γιασικεβίτσιους. Σε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της καριέρας του, ο Νίκος Ζήσης της Μπάμπεργκ συντρίβει τη Ζαλγκίρις 96-63 τον Ιανουάριο του 2016 και ο Γκιντάρας Κράπικας απολύεται. Ασίσταντ από το 2014 στην αγαπημένη του ομάδα, στην οποία έχει κλείσει ως Πρωταθλητής την καριέρα του την αμέσως προηγούμενη σεζόν, ο Σάρας προωθείται πια στην άκρη του πάγκου.
Η πρώτη του νίκη στην Ευρωλίγκα έρχεται, ναι, απέναντι στον Ολυμπιακό. Κρατάει τον… κουμπάρο (του Ζήση) Σπανούλη στους 6 πόντους και με ήρωα τον Ίαν Βουγιούκα των 13 συντρίβει 75-55 τον φιναλίστ της προηγούμενης περιόδου. Το 2018 επαναφέρει τη Ζαλγκίρις μετά από 19 χρόνια σε Final 4, αποκλείοντας για μία ακόμα φορά τους Πειραιώτες (3-1) και παρά το μειονέκτημα έδρας στα πλέι οφ!
«Γρηγόρης» σημαίνει σε ελεύθερη απόδοση στα λιθουανικά το «Σαρούνας» και στο κομμάτι της προπονητικής δεν αργεί καθόλου να φτάσει -επίσης- στο τοπ επίπεδο.
“Ταβανιάζει” με τη Ζαλγκίρις, γυρίζει για μία ακόμα φορά στη Βαρκελώνη. Η πρώτη επιστροφή είχε συντελεστεί το 2012 (κατακτώντας το Copa Del Rey), μετά τη δεύτερη θητεία του στον Παναθηναϊκό. Ο τύπος των τεσσάρων Τρεμπλ, βλέπετε, έχει και τέσσερεις επιστροφές στο βιογραφικό του. Και στη Λιέτουβος Ρίτας ξαναγύρισε (ως παίκτης) και στη Φενερμπαχτσέ έχει κάνει το ίδιο. Ως προπονητής πια.
Στην «Μπάρτσα» πάντως αποχωρεί το καλοκαίρι του 2023 με τη στάμπα του τεχνικού που δεν την επανέφερε στην ευρωπαϊκή κορυφή, παρά τους περιπάτους στις κανονικές περιόδους. Winner στην Ισπανία με τα Πρωταθλήματα του 2021 και του 2023, loser στην Ευρώπη και δη στα Final 4. Ειδικά οι ήττες στα «clásicos» των ημιτελικών φυσιούνται και δεν κρυώνουν… Μία καθαρή στην τρίτη του χρονιά, μία οριακή το 2022… και χειρότερη, διότι η Ρεάλ μετρούσε πέντε συνεχόμενες ήττες από τους Καταλανούς εκείνη τη στιγμή, χώρια που είχε μείνει δίχως τον παραμικρό πόιντ γκαρντ στο συγκεκριμένο ντέρμπι!
Ντόκτορ Σαρούνας, μίστερ Γιασικεβίτσιους. Κόντρα στον παλιό εαυτό του με το σορτσάκι, που έπαιρνε και το τραβηγμένο τρίποντο από τα 9μ., που δοκίμαζε την πιο δύσκολη no look ή πίσω από την πλάτη πάσα, ο Σάρας με το σακάκι φάνηκε να ευνουχίζει τους παίκτες του. Να τους στερεί τις αγωνιστικές ελευθερίες, να τους υποχρεώνει σε ένα αργό, βαρετό, εν τέλει αναποτελεσματικό μπάσκετ των μακράν πιο λίγων κατοχών στην Ευρωλίγκα.
Διαδεχόμενος στη «Φενέρ» τον Δημήτρη Ιτούδη, από τον οποίον έμαθε επίσης πολλά στον Παναθηναϊκό, βάζει πλώρη για αλλαγή του σχετικού αφηγήματος. Πιο κοντά πλέον στη δεύτερη πατρίδα του, την Ελλάδα, μια και με την Άννα Δούκα έχει δημιουργήσει τετραμελή οικογένεια, αποδεικνύει από την αρχή ότι δεν μένει κολλημένος στο πρόσφατο παρελθόν. Έχοντας ωθήσει στην έξοδο από την Μπαρτσελόνα έναν άλλον γνώριμό του από το ΟΑΚΑ, τον Νικ Καλάθη, τον πετυχαίνει πάλι στη δούλεψή του και τον εμπιστεύεται τυφλά.
Όπως και να ‘χει, όσες κορυφές κι αν κατακτήσει με την ιδιότητα του τεχνικού, στα μάτια όσων τον είδαμε να δημιουργεί (κυριολεκτικά και με την ευρεία έννοια) πάνω στο παρκέ, θα είναι πρωτίστως ο άνιωθος μπασκετμπολίστας που χάρισε άφθονο θέαμα με τις εμπνεύσεις του, ακόμα και στα πιο μεγάλα ντέρμπι, στις πιο κρίσιμες καταστάσεις.
Το τέκνο της Ζαλγκίρις, ο «el Mago» της «Μπάρτσα», ο «θεός» της Μακάμπι, ο ηγέτης του Παναθηναϊκού. Και μελλοντικός προπονητής του, όπως τον ονειρεύονται πολλοί οπαδοί και αφού το 2012, όταν ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος τον προόριζε για τον πάγκο, ο ίδιος δεν είχε σκοτώσει τον παίκτη μέσα του. Ο ένας και μοναδικός Σάρας, όπως μοναδικό είναι άλλωστε το επίτευγμά του, της κατάκτησης της Ευρωλίγκας με τρεις διαφορετικούς συλλόγους.
«Υπάρχουν δύο τρόποι να λάμπεις. Είτε να αντανακλάς το φως είτε να το δημιουργείς».
Αν υιοθετήσουμε τη θέ(α)ση του Γάλλου ποιητή, Πολ Κλοντέλ, ο αυτόφωτος Σαρούνας Γιασικεβίτσιους αναμφίβολα ανήκει στη δεύτερη κατηγορία.
CHECK IT OUT: Ενότητα «V-Span»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Δημήτρης Παπαδόπουλος: Ο Ζέλικο, όπως τον έζησα
O Εργκίν Αταμάν έχει διπλώματα, δεν χρειάζεται τη διπλωματία