Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο Νίκος Γκάλης μπήκε στη ζωή μας.
Μπήκε ξαφνικά, απροειδοποίητα, αναπάντεχα, σαν μια καταιγίδα, σαν ένα ξωτικό από το υπερπέραν!
Το υπερπέραν ήταν η Νέα Υόρκη, απ’ όπου μας ήρθε, μας κατσικώθηκε και όλα τα υπόλοιπα αποτελούν Ιστορία. μια Ιστορία που μεγάλωσε και έγινε Μυθολογία σε μια καριέρα 15 ετών, με σταθμούς τον Άρη, τον Παναθηναϊκό και την Εθνική ομάδα.
Την Παρασκευή 4 Αυγούστου 2023 ο «Γκάνγκστερ» θα δει τη γαλανόλευκη φανέλα με το «4» να ανεβαίνει στην οροφή του ΟΑΚΑ και να κυματίζει πλέον στον ιστό της ως σημαία και ως διαχρονικό λάβαρο του ελληνικού μπάσκετ.
Το ίδιο συμβαίνει και με την κίτρινη φανέλα του με το «6», η οποία από τις 7 Μαΐου του 2013 κοσμεί τη σάλα του Αλεξανδρείου Μελάθρου, το οποίο, όπως και το κλειστό γήπεδο του ΟΑΚΑ, έχει πάρει το όνομα του.
Αυτό λοιπόν το όνομα άρχισε να κυκλοφορεί στα μέρη μας την άνοιξη του 1979, όταν έπεσε στα ραντάρ του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού που τον εντόπισαν πρώτοι και εν συνεχεία του Άρη, ο οποίος κατάφερε να τον αρπάξει και να τον φέρει στη Θεσσαλονίκη.
Βεβαίως, ο Nicky Gallis δεν υπήρξε ουρανοκατέβατος, τουναντίον είχε προλάβει να προκαλέσει αίσθηση στην Αμερική, ως ο τρίτος σκόρερ του κολεγιακού Πρωταθλήματος, πίσω από τον Λάρι Μπερντ και τον Λόρενς Μπάτλερ.
Gallis εκ του Γεωργαλής, καταγόμενος από την πλευρά του πατέρα του, Γιώργου, από τον Άγιο Ισίδωρο της Ρόδου και από εκείνη της μητέρας του, Στέλλας, από την Κωνσταντινούπολη.
O Gallis έγινε Γκάλης και ο Γκάλης έγινε θρύλος, απλά πράγματα!
Τον Γκάλη τον είδα για πρώτη φορά εξ αποστάσεως και από τηλοψίας στις 31 Οκτωβρίου του 1979, όταν η ΕΡΤ μετέδωσε τον αγώνα του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης ανάμεσα στον Άρη και τη Μακάμπι Τελ Αβίβ (104-103)…
Τον είδα σε ένα μακρινό πλάνο από την εξέδρα!
Ο λεγάμενος είχε αριβάρει στη Θεσσαλονίκη στις 29 Σεπτεμβρίου, αλλά δεν είχε ακόμη δικαίωμα συμμετοχής στους αγώνες, καθώς η συμφωνία του με τον Άρη οριστικοποιήθηκε στις 16 Οκτωβρίου και μάλιστα υπήρξε προϊόν μιας… απάτης!
Τι εννοώ; Ο τότε Πρόεδρος, Μενέλαος Χατζηγεωργίου (έφυγε από τη ζωή στις 12 Οκτωβρίου 2020), βρισκόταν στην Ιταλία για τον αγώνα της ποδοσφαιρικής ομάδας με την Περούτζια, ενώ είχε φιλήσει… κατουρημένες ποδιές για να λάβει-και μάλιστα οριακά- την έγκριση της μεταγραφής από την πλειοψηφία των μελών του ΔΣ του ΑΣ Άρης!
Με τον κίνδυνο να τσατιστεί ο Γκάλης από την αναμονή και να επιστρέψει στο Νιου Τζέρσι, ο Γιάννης Μπουτοβίνος εμφανίστηκε ένα πρωινό στο Μακεδονία Παλάς, είπε (ψέματα) στον Νικ ότι είναι ο Μενέλαος Χατζηγεωργίου, τον πήρε, πήγαν στα γραφεία του Άρεως και έβαλαν τις υπογραφές!
Ο Γκάλης έκανε το ντεμπούτο του στις 2 Δεκεμβρίου του 1979 στο Αλεξάνδρειο στον αγώνα του Πρωταθλήματος της Α’ Εθνικής κόντρα στον Ηρακλή, αλλά το φιλοθεάμον κοινό στο λεκανοπέδιο Αττικής έπρεπε να περιμένει δυο μήνες για να τον δει από κοντά…
Η καθυστέρηση είχε να κάνει με το γεγονός ότι εκείνη τη σεζόν ίσχυσε για πρώτη και μοναδική φορά ένα σύστημα βάσει του οποίου στην πρώτη φάση του Πρωταθλήματος οι ομάδες διαχωρίσθηκαν σε δυο γεωγραφικούς ομίλους, έναν του Νότου και έναν του Βορρά.
Η αγωνία, η περιέργεια και η αδημονία μας ικανοποιήθηκαν τον Φεβρουάριο, όταν ο Άρης κατέβηκε στην Αθήνα για να παίξει δυο κολλητά ματς, το Σάββατο με τον Ολυμπιακό και την Κυριακή με την ΑΕΚ.
Με τις εφημερίδες της εποχής να εξάπτουν τη φαντασία του κόσμου, προαναγγέλλοντας την άφιξη του Νικ λες και επρόκειτο για τον περιλάλητο Μεσσία («Πάμε να δούμε τον Γκάλη»), στο Παπαστράτειο και το γήπεδο του Ιωνικού ΝΦ δεν έπεφτε καρφίτσα.
Ο Άρης ηττήθηκε και στα δύο ματς (90-89 από τον Ολυμπιακό και 106-105 από την ΑΕΚ), αλλά οι εμφανίσεις του Γκάλη υπήρξαν σαγηνευτικές. μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες σκόραρε (28+56) 84 πόντους και -αν μη τι άλλο- φανέρωσε το ποιόν του!
Για να βάλω και την προσωπική διάσταση σε αυτή την υπόθεση, ήμουν κι εγώ εκεί!
Μαθητής της Γ’ Λυκείου και εκκολαπτόμενος δημοσιογράφος, κάλυψα εκείνα τα δυο ματς για λογαριασμό της εφημερίδας «Φως των Σπορ» και είχα την ευκαιρία να τον δω από κοντά, να του μιλήσω, να τον ακουμπήσω!
Βάσει του πρωθύστερου σχήματος, θα μπορούσα κι εγώ να γυρίσω στο σπίτι και να πω αυτό που αργότερα έλεγαν εκστασιασμένα τα κορίτσια της Νάπολι για τον Ντιέγκο Μαραντόνα…
«Μαμά, μαμά, είδα τον Γκάλη»!
Δασύτριχος, με μαλλί αφάνα, με βαριά προφορά στην ομιλία του και με το «7» (και όχι το «6») στη φανέλα του, έδωσε τα πρώτα εν Αθήναις διαπιστευτήριά του και ο κόσμος έμεινε πολλές φορές με ανοικτό το στόμα, θωρώντας έναν τύπο που είχε… ξεφτιλίσει τον Ισαάκ Νεύτωνα, καταργώντας τον νόμο της βαρύτητας!
Στεκόταν στον αέρα, ξεχνούσε να προσγειωθεί, έκανε σπασίματα μέσης και άλλα τσαλιμάκια και έστελνε την μπάλα συστημένη στο καλάθι, όπως, όπου και όποτε ήθελε!
Δυο μήνες αργότερα, ένα πρωινό του Απριλίου του 1980, ο Νικ εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στους κόλπους της Εθνικής και στις 6 Μαΐου, στον αγώνα με τη Σουηδία στο πλαίσιο του Προολυμπιακού Τουρνουά στο Βεβέ της Ελβετίας, φόρεσε για πρώτη φορά τη φανέλα με το εθνόσημο και με το «10».
Μετά από 4.071 βράδια, στις 29 Ιουνίου του 1991, στον τελευταίο αγώνα της Εθνικής στο EuroBasket της Ρώμης κόντρα στην Τσεχοσλοβακία, η «Αιώνια Πόλη» αποχαιρέτησε τον αιώνιο μύθο!
Σε αυτές τις 169 εμφανίσεις του με την Εθνική “έγραψε” και άφησε κληρονομιά 12 τουρνουά, εννέα μεγάλες διοργανώσεις, 5.158 πόντους (μέσος όρος 30.5), ένα Χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 1987, ένα Ασημένιο στο Ευρωμπάσκετ του 1989 και μια περίοπτη θέση στη σφαλισμένη και απείραχτη Κιβωτό της ανεξίτηλης συλλογικής μνήμης που την Παρασκευή 4 Αυγούστου 2023 υποκλίνεται μπροστά του, χαρίζοντάς του άλλο ένα ανκόρ.
Ο Βασίλης Σκουντής είναι δημοσιογράφος.
CHECK IT OUT: Νίκος Γκάλης: Η γέννηση του θεού
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Βασίλης Σκουντής: Να ‘τανε, λέει, το ΄87!
Τάκης Καρατζουλίδης: Η αρχή του μύθου
Μιχάλης Κακιούζης: Στην οθόνη το 1987, στο βάθρο το 2005 / Γράμμα στον Νίκο Γκάλη
Λιβέρης Ανδρίτσος: Όταν άλλαξε η ζωή μας
Νίκος Λινάρδος: Η «μικρή» Ελλάδα μεγάλωσε!