Οι πληγές τους είναι μία μελαγχολική και πικρή υπενθύμιση ενός εμφυλίου πολέμου.
Τα σημάδια τους, ωστόσο, είναι και έμπνευση, κίνητρο, ώστε να μην σταματήσουν ποτέ να προσπαθούν.
Να μην σταματήσουν ποτέ να ζουν, έχοντας επιβιώσει, έστω και μη αρτιμελείς.
Αυτές οι πληγές έγιναν για εκατοντάδες παιδιά και νέους στη Σιέρα Λεόνε ο λόγος για να μην χάσουν ποτέ το ηθικό τους. Και το αθλητικό και το προσωπικό.
Κάθε Κυριακή, στην Φρίταουν, πρωτεύουσα της χώρας της δυτικής Αφρικής, είναι ημέρα ποδοσφαίρου. Όχι, όμως, σε ένα καλοκουρεμένο χορτάρι ενός γηπέδου. Το «σκηνικό» στήνεται πάνω στο χρυσό χρώμα της παραλίας Αμπερντίν.
Μία επιβεβαίωση της ετυμολογίας της ονομασίας της πόλης.
Freetown… «Ελεύθερη πόλη», σαν το πνεύμα πολλών ακρωτηριασμένων νέων που δεν έχασαν την ελπίδα τους ή την αγάπη τους για το ποδόσφαιρο, όταν έχασαν το πόδι ή το χέρι τους.
Είναι εκείνοι που εξακολούθησαν να κυνηγούν τα όνειρα που είχαν πριν από τον εμφύλιο.
Οι νάρκες, η διχόνοια, η πολύμηνη νοσηλεία σε νοσοκομεία και ο ακρωτηριασμός ενός άκρου δεν κατάφεραν να τους σταματήσουν.
Ο δικός τους «πόλεμος» δεν ήταν εμφύλιος. Ήταν εσωτερικός, με τον εαυτό τους, προκειμένου να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους και να μην καθηλωθούν σε ένα κρεβάτι ή ένα αμαξίδιο…
Ο εμφύλιος στη Σιέρα Λεόνε άρχισε τον Μάρτιο του 1991.
Το ενωμένο Επαναστατικό Μέτωπο, λαμβάνοντας τη στήριξη του Εθνικού Πατριωτικού Μετώπου της Λιβερίας, επιχείρησε να ανατρέψει την κυβέρνηση του Ζόζεφ Μομό.
Η διαμάχη κράτησε για σχεδόν έντεκα χρόνια και άφησε πίσω της περισσότερους από 50.000 νεκρούς.
Δεν ήταν, πάντως, μόνο αυτές οι απώλειες του πληθυσμού των έξι εκατομμυρίων κατοίκων.
Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ακρωτηριάστηκαν είτε από επιθέσεις και ατυχήματα είτε έπειτα από απαιτούμενες χειρουργικές επεμβάσεις σε κλινικές της χώρας…
Το τέλος του πολέμου, τον Ιανουάριο του 2002, βρήκε μία χώρα σχεδόν διαλυμένη. Βρήκε πολίτες να έχουν χάσει τα σπίτια τους και να ζουν σε γειτονιές χωρίς τα απαραίτητα και, συχνά, πλάι στα ποντίκια.
Το προσδόκιμο ζωής ήταν ως τότε τα 48 χρόνια.
Στη διαμάχη ενεπλάκησαν παιδιά, τα οποία πείστηκαν ή με την προπαγάνδα ή με πίεση και απειλές…
Ο ακρωτηριασμός, αν δεν είχε προκύψει από ατύχημα, ήταν συνήθως ένα «μήνυμα» των δυνάμεων των ανταρτών, σε όσους δεν ήταν με το μέρος τους.
Όταν όλα αυτά φάνηκε να τελειώνουν, το ζήτημα ήταν αν τα «πυρομαχικά» που έμειναν ήταν η θέληση και το ηθικό.
Πολλοί δεν τα είχαν, αλλά τα βρήκαν στην παραλία Αμπερντίν. Αρχικά σε αυτοσχέδια ματς, που τραβούσαν τα βλέμματα γιατί εκτός από τη μπάλα, στο γήπεδο υπήρχαν και πατερίτσες, οι οποίες για κάποιους ήταν περίεργες και δεν ταίριαζαν αρχικά στη «σκηνή».
Η μεγάλη επιθυμία για ζωή, όμως, δημιούργησε σιγά – σιγά μία λίγκα για ομάδες ακρωτηριασμένων παικτών.
Το πρωτάθλημα ακρωτηριασμένων στη Σιέρα Λεόνε άρχισε το 2000, πριν από το τέλος του εμφυλίου.
Αντίστοιχες διοργανώσεις αναπτύχθηκαν και σε άλλες χώρες -πρώην εμπόλεμες ζώνες- της αφρικανικής ηπείρου.
Οι κανονισμοί εδραιώθηκαν μερικά χρόνια αργότερα, σε διεθνή τουρνουά που κατέληξαν τόσο σε ευρωπαϊκά όσο και σε παγκόσμια πρωταθλήματα για Amputee players.
Οι αρχικοί κανόνες ανέφεραν ότι δικαίωμα συμμετοχής έχει ποδοσφαιριστής με δεκανίκι, ο οποίος έχει χάσει το ένα πόδι. Για τους τερματοφύλακες, η προϋπόθεση είναι να έχουν χάσει το ένα χέρι.
Οι γκολκίπερ είναι οι μοναδικοί παίκτες με δύο κάτω άκρα, ενώ δεν επιτρέπεται η παρουσία αθλητών με πρόσθετα μέλη.
Τα γκολπόστ έχουν τις μισές από τις κανονικές διαστάσεις. πέναλτι σφυρίζεται όταν χτυπηθεί η πατερίτσα του επιθετικού και οι ομάδες αποτελούνται από επτά παίκτες.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο το παιχνίδι, το τρόπον τινά «απωθημένο» όσων επιθυμούσαν να βρουν ένα νέο νόημα στην καθημερινότητα τους,
Όσοι ασχολήθηκαν με τη λίγκα ήθελαν, εξαρχής, να δώσουν και το δικό τους μήνυμα.
Να θυμίσουν ότι η ζωή δεν τελειώνει, ότι δεν χρειάζεται να πέσεις στα γόνατα.
Αυτή η «εντολή» δεν αφορούσε απλώς όσους είχαν παρόμοια προβλήματα.
Τον Ιανουάριο του 2020, ακρωτηριασμένοι αθλητές της ομάδας The Flying Stars, από την Φρίταουν, με την υποστήριξη του μη κερδοσκοπικού οργανισμού «Foootball For A New Tomorrow» (=«Ποδόσφαιρο Για Ένα Νέο Αύριο»), θέλησαν να σταθούν στο πλάι αρτιμελών σταρ του αθλήματος, που είχαν τραυματιστεί σοβαρά.
Με αφορμή τον τραυμματισμό του Αντρέ Γκόμες της Έβερτον, έστειλαν τόσο στον 26χρονο Πορτογάλο όσο και σε άλλους παίκτες μήνυμα συμπαράστασης, με την ευχή και την προτροπή να «γυρίσετε πίσω πιο δυνατοί».
Η οργάνωση «Foootball For A New Tomorrow» ήταν η ιδέα του Τζόναθαν Ρίχτερ.
Ο 35χρονος παλαίμαχος ποδοσφαιριστής της Νόρντζελαντ από τη Δανία είναι γιος πατέρα από τη Γκαμπια και μητέρας από τη Δανία.
Για τρία χρόνια έζησε στη Σιέρα Λεόνε και όταν ξέσπασε ο εμφύλιος, η οικογένειά του μετακόμισε στην Κοπεγχάγη.
Στις 20 Ιουλίου 2009, στον αγώνα με την Χβίντοβρε, στο «Hvidovre Stadion», ο τότε 24χρονος Ρίχτερ χτυπήθηκε από κεραυνό κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης και υπέστη ανακοπή καρδιάς…
Σύμφωνα με τους γιατρούς, για 41 λεπτά ήταν νεκρός. Επανήλθε, όμως παρέμεινε σε κώμα για έντεκα ημέρες.
Η ανάρρωσή του έγινε με ιδιαιτέρως αργά βήματα.
Οι γιατροί ευελπιστούσαν ότι θα είχαν τη δυνατότητα να τον ξυπνήσουν νωρίτερα.
Παρόλα αυτά, όταν το κατάφεραν, ο Τζόναθαν κατόρθωσε να μιλήσει καθαρά έπειτα από μόλις 48 ώρες.
Στις 2/8/09, ενώ αφαιρούνταν όλα τα μέρη της μηχανικής υποστήριξης, ο Ρίχτερ μίλησε με τον ιδιοκτήτη της Νόρντζελαντ, Άλαν Πέντερσεν και του είπε ότι όλα πήγαν καλά.
Η απόφαση να παραμείνει στο νοσοκομείο έδειχνε προληπτική, αν και οι γιατροί δεν είχαν καταλήξει σε συμπέρασμα σχετικά με το μέγεθος της εγκεφαλικής βλάβης του παίκτη.
Στα τέλη του ίδιου μήνα, όμως, κρίθηκε επιτακτικός ο ακρωτηριασμός του αριστερού ποδιού του…
Τον Ιανουάριο του 2020 προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ «The Impossible Team – The Amazing Story Of Sierra Leone’s Amputee Team», το οποίο αναφέρει τόσο την ιστορία της λίγκας στη Σιέρα Λεόνε όσο και την πορεία του Τζόναθαν Ρίχτερ.
Ο Ρίχτερ έγινε Πρεσβευτής της ομάδας The Flying Stars, εξηγώντας πως «όταν άκουσα ότι κάποιοι παίζουν εκεί με ένα πόδι ή ένα χέρι, με συγκίνησε.
»Μου θύμισε τη δική μου ιστορία, το ότι κι εγώ είμαι ακρωτηριασμένος. Είχα ζήσει στη χώρα και σκέφτηκα ότι αν υπάρχει ένα μέρος το οποίο πρέπει να βοηθήσω, αυτό είναι η Σιέρα Λεόνε.
»Το να βλέπω ανθρώπους με τόση αφοσίωση, με τόσο πάθος για αυτό που κάνουν είναι από μόνο του έμπνευση όχι μόνο για μένα, αλλά για όλους».
Μιλώντας για τον κεραυνό που τον χτύπησε, ο Τζόναθαν επισήμανε πως «δεν κατάλαβα πολλά. Οι συμπαίκτες μου ανέφεραν ότι ακούστηκε ένα μεγάλο “μπαμ”».
Παραδέχθηκε ότι μετά την εξάμηνη νοσηλεία, «δεν ήμουν και ο πιο εύκολος άνθρωπος. Δεν ήμουν καλός και ευγενικός. Δεν είχα τη θετική στάση που είχα συνήθως…
»Αισθανόμουν, όμως, ότι καλυτερεύω, αν και δεν ήθελα στην αρχή να φορέσω το προσθετικό μέλος. Με ενοχλούσε και με πονούσε και προτιμούσα να κάθομαι στο αμαξίδιο».
Όταν σηκώθηκε, αποφάσισε να μοιραστεί τον πόνο, τις εμπειρίες του και να εμπνεύσει και τους άλλους.
Άρχισε να δίνει ομιλίες και να δουλεύει με παιδιά με παρόμοιο πρόβλημα. Έγινε πρότυπο για αυτά.
Τονίζοντας ότι «όλα πρέπει να αρχίσουν από μέσα σου. Αν θέλεις να αλλάξει η οπτική της κοινωνίας απέναντι στους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, πρέπει να αλλάξει η δική σου οπτική στο πρόβλημά σου.
»Κανένα πρόβλημα δεν πρέπει να καθορίζει το ποιος είσαι».
Ο Κόνο, παίκτης των Flying Stars, δήλωσε στο ίδιο ντοκιμαντέρ ότι «το ποδόσφαιρο είναι πάθος. Είναι η αφορμή να μην κάθομαι μόνος στο σπίτι και να σκέφτομαι τι μου συνέβη».
Ο Αφρικανός εξήγησε πως οι αντάρτες «μού έκαψαν τα χέρια όταν ήμουν 12 ετών και οι φίλοι μου στην ομάδα με ενθαρρύνουν να συνεχίζω».
Ο αρχηγός της ομάδας, Μοχάμεντ Λάπια, εξιστόρησε ότι «ο σύλλογος ιδρύθηκε λίγο μετά τον εμφύλιο».
Θυμήθηκε πως «μία νάρκη ουσιαστικά μου στέρησε το πόδι. Τραυματίστηκα, έχασα τον πατέρα μου και για δύο εβδομάδες ήμουν πεσμένος σε έναν θάμνο… Όταν με βρήκαν, το τραυματισμένο πόδι μου είχε σαπίσει. Με πήγαν στο νοσοκομείο και απλώς το έκοψαν».
Το ποδόσφαιρο, όμως, του(ς) πρόσφερε έναν σκοπό.
Ο Λάπια αστειεύεται λέγοντας ότι οι παίκτες πηγαίνουν μαζί να αγοράσουν ένα ζευγάρι παπούτσια.
Η συντροφικότητα και το χιούμορ κράτησε ενωμένες ομάδες. Κράτησε ενωμένη και τη χώρα.
Ο Λάπια, πάντως, είναι ενοχλημένος «γιατί δεν μας σέβονται. Εμείς θέλουμε να εξαρτόμαστε από το ποδόσφαιρο, όμως το κράτος θέλει να γίνουμε ζητιάνοι… Δεν είμαστε ζητιάνοι.
»Το ποδόσφαιρο μπορεί να φέρει χαρά, ειρήνη. Μπορεί να φέρει εργασιακές ευκαιρίες σε όλους εμάς.
»Χάσαμε τα πόδια και τα χέρια μας. Νομίσαμε ότι τα χάσαμε όλα. Ωστόσο, όταν επικεντρωνόμαστε στο ποδόσφαιρο, ο κόσμος έρχεται κοντά μας, συγκινημένος».
Το οργανωμένο ποδόσφαιρο παικτών με ακρωτηριασμένα μέλη ουσιαστικά άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 στο Ελ Σαλβαδόρ, από τραυματισμένους στρατιώτες και άμαχους.
Έκτοτε, κάποιοι πληγωμένοι -σωματικά και ψυχολογικά- άνθρωποι φρόντισαν να μετατρέψουν τον πόνο σε κίνητρο. Την οδύνη σε έμπνευση.
Η Εθνική Λιβερίας κατόρθωσε να αναδειχθεί πρωταθλήτρια Αφρικής και να φέρει δόξα στη χώρα της.
Αλλά κυρίως «παράσημα» που να αξίζουν στα αλήθεια, στους ίδιους τους παίκτες της.
Η FIFA επιχείρησε να δώσει ώθηση στους αγώνες ομάδων με ακρωτηριασμένους παίκτες, με μότο το «παίζουμε για την ειρήνη».
Ενώ ανάλογη προσπάθεια ξεκίνησε και στην Ελλάδα.
Το πρότζεκτ Goal Click, το οποίο ήταν μία ιδέα των Μάθιου Μπάρετ και Εντ Τζόουνς το 2014, έχει σκοπό να ερευνά τις ποδοσφαιρικές κουλτούρες ανά τον κόσμο.
Οι δυο τους αναζητούν ανθρώπους, στους οποίους στέλνουν κάμερες μία χρήσης, ώστε να συλλέγουν εικόνες από κάθε μέρος του πλανήτη, σχετικά με το ποδόσφαιρο.
Η SLASA, ομάδα στην Φρίταουν της Σιέρα Λεόνε, τους κέντρισε το ενδιαφέρον και τους ώθησε στο να ασχοληθούν με το άθλημα για ακρωτηριασμένους παίκτες.
Μαζί με τις φωτογραφίες, έχουν συγκεντρώσει και πολλές προσωπικές ιστορίες πολέμου και σπορ.
Συγκλονιστικές αφηγήσεις παικτών για το πώς έχασαν τα άκρα τους ή πώς βίωσαν την απώλεια των δικών τους ανθρώπων…
Η παγκόσμια ομοσπονδία αθλητών με ακρωτηριασμένα μέλη συνεχίζει την προσπάθεια ώστε το άθλημα να ενταχθεί στο πρόγραμμα των Παρα-Ολυμπιακών Αγώνων.
Ωστόσο σε αυτό υπάρχει ακόμη μόνο το παιχνίδι 5X5 για παίκτες με προβλήματα όρασης και το 7X7 για ποδοσφαιριστές με εγκεφαλική παράλυση.
Ακόμη κι έτσι, όμως, άνθρωποι -πολλές φορές παιδιά- που έγιναν με ή χωρίς τη θέληση τους στρατιώτες, εξακολουθούν να δίνουν ένα παράδειγμα ζωής.
Είναι εκείνοι για τους οποίους ο χαρακτηρισμός «ήρωες» δεν είναι κλισέ, δεν είναι υπερβολικός.