Η τηλεόραση είναι συντονισμένη στο κανάλι που δείχνει τα αγωνίσματα του στίβου.
Η φιγούρα του Κώστα Κεντέρη, λίγο πριν την εκκίνηση της κούρσας των 200μ., φαντάζει συναρπαστική.
Δείχνει ήρεμος. Είναι σιωπηλός και συγκεντρωμένος. Έτοιμος να αγωνιστεί.
Το χρυσό μετάλλιο που πήρε στο Σίδνεϊ, ήταν η αρχή.
Η αρχή για τη δημιουργία της νέας γενιάς του Κλασικού Αθλητισμού.
Μια γενιάς, μέλος της οποίας ήμουν κι εγώ.
Ο στίβος με βρήκε, πριν τον βρω.
Θα ‘ταν -νομίζω- το 2001, όταν μπήκα στο χώρο του, μέσα από συμπτώσεις και τυχαία γεγονότα.
Εκείνη την εποχή έπαιζα μπάσκετ στην Κομοτηνή, και παρά το γεγονός ότι στις προπονήσεις ήμουν σοβαρός και πειθαρχημένος, δεν είχα σκεφτεί την προοπτική να ασχοληθώ με το άθλημα σε επαγγελματικό επίπεδο.
Ώσπου, ήρθε η πρώτη μου επαφή με τον Kλασικό Aθλητισμό.
Δεν ξέρω αν ο στίβος είναι ένα μικρόβιο ή αν ταιριάζει μόνο σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Εκείνο που ξέρω είναι πως, όταν βρεθείς μέσα στον κόσμο του και την κουλτούρα του, «χάνεσαι». Σου αγγίζει την ψυχή. Κι αυτό δεν μπορεί συγκριθεί με τίποτα άλλο. Ούτε να αναπληρωθεί.
Το ίδιο μπορεί να υποστηρίζει κι ένας ποδοσφαιριστής για το ποδόσφαιρο.
Άλλο, όμως, είναι να μοιράζεσαι τα πάντα με μια ομάδα και η απόδοσή σου να εξαρτάται από αυτήν, κι άλλο να έχεις τον εαυτό σου ως ανταγωνιστή.
Να δοκιμάζεις καθημερινά με αυτόν τις αντοχές και τα όριά σου. Να τα αγγίζεις και να τα ξεπερνάς.
Να πηγαίνεις στην προπόνηση και να λες “στόχος μου σήμερα είναι να γίνω καλύτερος από χθες. Να σηκώσω περισσότερα βάρη, να βάλω τον πήχη πιο ψηλά, να κάνω την υπέρβαση. Τη σωματική αλλά και την ψυχική”.
Αυτό το στοιχείο με γοήτευσε στον κόσμο του Κλασικού Αθλητισμού. Κι εκείνο που με κρατάει μέχρι και σήμερα μέσα σ’ αυτόν.
Αν δεν βρεις ένα βαθύτερο κίνητρο σ’ αυτό που κάνεις, είναι πολύ δύσκολο να κρατηθείς. Οι απαιτήσεις του αθλήματος είναι τόσο υψηλές που ούτε η δόξα, ούτε και τα χρήματα μπορούν να γίνουν κινητήριες δυνάμεις. Πρέπει να βρίσκεις πιο δυνατά και πιο ουσιώδη κίνητρα για να έχεις τη δύναμη να παραμένεις ανταγωνιστικός.
Μετά από πολλά χρόνια συμμετοχών στις κορυφαίες αθλητικές διοργανώσεις, το 2019, ήρθε και το μετάλλιο.
Ένα μετάλλιο που, μέχρι εκείνη την χρονιά, για κάποιο λόγο δεν είχα καταφέρει να κατακτήσω.
Ίσως γιατί έπρεπε να προπονηθώ πιο σκληρά και να προσπαθήσω πιο πολύ.
‘Ισως γιατί, σε κάποιες περιπτώσεις, έπρεπε να είμαι πιο αποφασιστικός.
Ίσως γιατί οι άλλοι αθλητές ήταν, απλώς, καλύτεροι…
Το ζητούμενο για μένα ήταν να έχω διάρκεια. Και την είχα…
Την τελευταία δεκαετία, ήμουν παρών σε όλους στους τελικούς των μεγάλων διοργανώσεων. Τερμάτισα στην τέταρτη θέση παγκοσμίων και ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων και βρέθηκα μια ανάσα από την κατάκτηση του μεταλλίου -πριν την Γλασκώβη.
Είχα μια πορεία για την οποία, ήμουν, είμαι και θα παραμείνω, ικανοποιημένος και περήφανος. Πριν ακόμα πάρω το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου στην Γλασκώβη, είχα ήδη κατακτήσει το δικό μου. Το «μετάλλιο» της διάρκειας!
Δε λέω… Όταν έχασα το 2011 το χάλκινο στο Παρίσι, ήταν μια περίεργη στιγμή…
Να σάς πω, όμως, κάτι;
Στο τέλος έφυγα χαρούμενος από τον αγώνα! Και ξέρετε γιατί; Γιατί είχα κάνει ατομικό ρεκόρ σ’ έναν τελικό Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος.
Μέχρι τότε, κανένας αθλητής δεν είχε μείνει εκτός μεταλλίων με άλμα στα 2,32μ. Κανείς! Ακόμα και οι σπουδαίοι αθλητές που είχαν πάρει τις τρεις πρώτες θέσεις, είχαν πηδήξει 2,34μ.!
Ε, ήταν λίγο καλύτεροι!
Την επόμενη χρονιά πήγα στην Κωνσταντινούπολη για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Κλειστού Στίβου. Βγήκα τέταρτος μετά από ισοβαθμία με τον τρίτο.
Τι να πω;
Κάποιες φορές, είναι και θέμα τύχης!
Δεν παραπονιέμαι, όμως!
Από την στιγμή που η διαδρομή Κομοτηνή-Θεσσαλονίκη με «έβγαλε» στους τέσσερις πρώτους άλτες της Ευρώπης και του Κόσμου, νιώθω γεμάτος και απόλυτα ικανοποιημένος.
Άλλωστε, αυτός ήταν ο στόχος όταν ξεκίνησα τη διαδρομή. Ήθελα να βρεθώ μέσα στους καλύτερους του Κόσμου!
Η πρώτη επιτυχία που σημείωσα ήταν κομβική για την μετέπειτα πορεία μου.
Ήρθε την περίοδο που προπονητής μου ήταν ο Γιώργος Δαστερίδης, ένας καθηγητής στα ΤΕΦΑΑ που ζει στην Αλεξανδρούπολη, ο οποίος μέσα από την προπόνηση με βοήθησε να κερδίσω, από την πρώτη κιόλας χρονιά, το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Παίδων.
Μέσα από αυτή την πρωτιά, κατάλαβα ότι ήμουν καλός και απέκτησα την πίστη που χρειαζόταν για να προχωρήσω.
Έμεινα στην Κομοτηνή μέχρι τα 19 και στη συνέχεια, μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη, έχοντας πλέον, πίστη στις δυνατότητές μου και ταυτόχρονα ισχυρή θέληση να βρεθώ μέσα στους καλύτερους άλτες.
Λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 2005, ξεκίνησε η συνεργασία μου τον Γιώργο Τσούγκο. Ένας άνθρωπος με τον οποίο δουλεύουμε μαζί 15 χρόνια και η σχέση μας, έχει ξεφύγει πια από το πλαίσιο της τυπικής συνεργασίας που υπάρχει μεταξύ αθλητή και προπονητή.
Έχει αναπτυχθεί μια βαθιά ανθρώπινη σχέση και θα είμαι πάντα ευγνώμων που ασχολήθηκε μαζί μου και με στήριξε από την πρώτη στιγμή.
Με τον Γιώργο, δουλέψαμε σκληρά και περάσαμε πολλά. Ήμουν και τυχερός βέβαια, γιατί τότε είχε στο γκρουπ του τους δυο πρωταθλητές Ελλάδας στο ύψος, γεγονός που με ώθησε αφενός, να διεκδικήσω υψηλές επιδόσεις, κι αφετέρου, να γίνομαι πάντα καλύτερος.
Δυόμιση χρόνια μετά, τον Ιανουάριο του 2008, κατάφερα να πιάσω το όριο για την συμμετοχή μου στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Πεκίνο.
Η συγκεκριμένη διοργάνωση ήταν το μεγαλύτερο σχολείο από το οποίο έχω περάσει μέχρι σήμερα, γιατί, «έφαγα» το μεγαλύτερο «χαστούκι» που έχω δεχθεί από την ημέρα που άρχισα να ασχολούμαι με τον κλασικό αθλητισμό.
Ένα «χαστούκι» που ή θα με «καταράκωνε», ή θα το χρησιμοποιούσα ως ένα εργαλείο, που θα βοηθούσε στην εξέλιξή μου ως αθλητής. Τότε, ήμουν μόλις 21 χρόνων και ζούσα το μεγάλο μου όνειρο. Ήλπιζα να έχω μια καλή απόδοση. Είχα άγνοια κινδύνου.
Πήγα στο Πεκίνο γεμάτος με τον ενθουσιασμό που δημιουργεί η συμμετοχή ενός αθλητή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, και τη χαρά για το γεγονός ότι για πρώτη φορά θα αγωνιζόμουν εκτός Ελλάδας.
Την ημέρα του αγώνα, όταν μπήκα στο προθερμαντήριο, τα’ χασα!
Πρώτη φορά στη ζωή μου βρισκόμουν δίπλα σε όλους τους αθλητές που θαύμαζα.
Σ’ εκείνους που έβλεπα στο internet, που μελετούσα κάθε κίνηση τους και που τα βράδια, πριν κοιμηθώ, ονειρεύουν πως κάποια στιγμή θα αγωνιστώ μαζί τους.
Τον Στέφαν Χολμ, για παράδειγμα, ο οποίος είχε κερδίσει το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004 στην Αθήνα.
Ήταν ένας από τους αθλητές-πρότυπο για μένα. Ευφυής και δουλευταράς.
Όταν ήμασταν στο προθερμαντήριο, δεν ξέρω πώς έτυχε, αλλά με έβαλαν να καθίσω δίπλα του.
Δεν το πίστευα!
Ήμουν κοντά στον αθλητή για τον οποίο γνώριζα μέχρι και τί νούμερο παπούτσια φορούσε, και σε λίγα λεπτά θα αγωνιζόμουν μαζί του στο ίδιο στάδιο.
Εκείνη την στιγμή, δεν βρήκα το θάρρος να του μιλήσω. Γίναμε φίλοι, πολλά χρόνια αργότερα…
Διασχίσαμε, θυμάμαι, ένα τούνελ που οδηγούσε προς το εσωτερικό του σταδίου, και πριν ακόμα βγούμε στον αγωνιστικό χώρο, αισθάνθηκα το έδαφος να «κουνιέται».
Το γήπεδο «έτρεμε» από τον κόσμο!
Μέσα στο στάδιο ήταν 90.000 άνθρωποι!
Το πλήθος χειροκροτούσε και τα φλας από τις φωτογραφικές κάμερες «άστραφταν» συνεχώς…
Ήταν μια απίστευτη ατμόσφαιρα!
Δεν ήμουν έτοιμος να διαχειριστώ κάτι τέτοιο.
Είχα χάσει εντελώς την συγκέντρωσή μου.
Το αποτέλεσμα ήταν να αποτύχω παταγωδώς!
Ο εγωισμός μου δέχτηκε μια δυνατή σφαλιάρα! Ταξίδεψα με την πεποίθηση ότι μπορούσα να σημειώσω μια καλή επίδοση, και τελικά, δεν έκανα τίποτα!
Το όνειρο μου, μόλις είχε γκρεμιστεί!
Μόλις τελείωσε ο αγώνας, πήγα στο βοηθητικό γήπεδο. Έμεινα μόνος μου κι έβαλα τα κλάματα.
Σύντομα, όμως, το ξεπέρασα. Το διαχειρίστηκα με ψυχραιμία και κατάφερα, πάνω στα «συντρίμμια» του ονείρου που είχε καταστραφεί, να «χτίσω» μια νέα, πολύ πιο όμορφη πορεία.
Έγινα δυνατός και έμεινα προσγειωμένος στην πραγματικότητα.
Ακόμα κι όταν πήρα το μετάλλιο στην Γλασκώβη, δεν άλλαξε ο τρόπος με τον οποίο έβλεπα τα πράγματα και τις καταστάσεις.
Δεν είχε λυθεί δα και το πρόβλημα του πλανήτη μας! Ούτε είχε αλλάξει η κοσμοθεωρία!
Πιθανόν αν το μετάλλιο ερχόταν νωρίτερα, π.χ όταν ήμουν 22 χρόνων, να με επηρέαζε.
Ίσως να μου έκανε και κακό. Ως αθλητή και ως άνθρωπο.
Να μού δημιουργούσε έπαρση, αλαζονεία, πίεση…
Φόβο για την αποτυχία, ή ακόμα και για την επιτυχία…
Επτά χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008, το 2015 επέστρεψα ξανά στο Πεκίνο, στο ίδιο στάδιο, αυτή τη φορά για να αγωνιστώ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Η κατάσταση πια, ήταν εντελώς διαφορετική. Ένιωσα σα να αγωνιζόμουν στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα.
Η πορεία μου συνεχίστηκε σταθερά τα επόμενα χρόνια, μέχρι το 2019, που πήρα το ασημένιο στην Γλασκώβη.
Μετά τον αγώνα, αποφάσισα το 2020 να γράψω τους “τίτλους του τέλους” στην καριέρα μου.
Θα έκανα την προσπάθειά μου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο, κι αν ήταν επιτυχής, η Ιαπωνία θα ήταν ο τερματικός μου σταθμός.
Ο στόχος μου μετατέθηκε για το 2021, μια και η πανδημία, έφερε σε όλους μας τα πάνω κάτω.
Έγιναν όλα τόσο ξαφνικά…
Μέχρι σήμερα κανείς δεν είναι σίγουρος τί θα συμβεί στο μέλλον.
Βλέποντας, όμως, τη γενικότερη κατάσταση, ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους, μαγαζιά να κλείνουν, υπαλλήλους να μένουν χωρίς δουλειά και γονείς να μην μπορούν να συντηρήσουν τις οικογένειές τους, τότε καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι εμείς οι αθλητές, είμαστε σε πολύ καλύτερη μοίρα από άλλους.
Στον δικό μας «μικρόκοσμο» υπάρχει μόνο η προπόνηση και οι αγώνες. Μ’ αυτό ζούμε, μ’ αυτό αναπνέουμε!
Προσωπικά, έχω βιώσει τον αθλητισμό σε όλα τα επίπεδα.
Τον «ξεζούμισα»!
Έδωσα σ’ αυτόν, όλη τη δύναμη και όλη την ψυχή μου.
Δεν έχω απωθημένα! Τα έζησα όλα!
Χαρές. Λύπες… Πολλές λύπες!
Και φυσικά, συνάντησα σπουδαίους αθλητές και σπουδαίους ανθρώπους.
Από τον Κυριάκο Ιωάννου, αυτόν τον φοβερό άνθρωπο με την εκπληκτική προσωπικότητα, που με βοήθησε σημαντικά όταν πήγα στη Θεσσαλονίκη, μέχρι τον Ιταλό, Τζιανμάρκο Ταμπέρι. «Λιοντάρια» και οι δυο στους αγώνες!
Με τον Τζιανμάρκο, συναντηθήκαμε για πρώτη φορά το 2011. Τότε δεν ήταν ακόμα γνωστός. Θυμάμαι, σαν τώρα, την πρώτη φορά που εμφανίστηκε στο στάδιο: με βαμμένα πράσινα και μπλε μαλλιά. Πραγματικός σόουμαν!
Εκείνο, όμως, που εκτιμώ περισσότερο σ’ αυτόν, είναι η σταθερότητα του χαρακτήρα του. Δεν άλλαξε ποτέ τη συμπεριφορά του. Διατήρησε την παιδικότητά του. Όπως ήταν τα χρόνια που δεν τον γνώριζαν πολλοί, έτσι παραμένει μέχρι σήμερα που τον αναγνωρίζουν, πλέον, όλοι οι φίλοι του Κλασικού Αθλητισμού.
Καταπληκτικό παιδί και σπουδαίος αθλητής.
Επίσης σπουδαίος αθλητής, με πολύ καλή ψυχή, είναι ο Αντώνης Μέρλος.
Αν μου ζητούσαν να ορίσω κάποιον ως διάδοχό μου, αυτόν θα επέλεγα.
Ο Αντώνης είναι πολύ ταλαντούχος. Το ξέρω γιατί προπονούμαστε μαζί. Έχει αποδείξει ότι έχει τις δυνατότητες και την ικανότητα, όχι μόνο να φτάσει στο επίπεδο της απόδοσης των Ελλήνων αθλητών του ύψους των προηγούμενων γενεών, αλλά μπορεί και να το ξεπεράσει.
Αρκεί να είναι υγιής και να διαχειριστεί αυτά που επιθυμεί να κάνει στην πορεία.
Να σχεδιάσει τί θέλει να κάνει και πώς θα το κάνει.
Να μη πιεστεί, να είναι ελεύθερος και να δουλέψει πολύ σκληρά.
Είμαι σίγουρος ότι μπορεί να πετύχει, γιατί εκτός του ταλέντου που διαθέτει, βρίσκεται υπό την καθοδήγηση του προπονητή μου, Γιώργου Τσούγκου.
Όλα είναι ευνοϊκά γι’ αυτόν.
Το μόνο που με απογοητεύει, και αφορά γενικότερα τη νεότερη γενιά των Ελλήνων αλτών του ύψους, είναι πως ενώ υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι αθλητές, άνδρες και γυναίκες (ειδικά στην κατηγορία των γυναικών μελλοντικά αναμένεται να δούμε πολύ καλές επιδόσεις) δεν έχουν βρεθεί ακόμα εκείνοι που θα φτάσουν άμεσα σε πολύ υψηλό επίπεδο απόδοσης.
Στο παρελθόν, υπήρξε μια περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα είχε περισσότερους από δύο άλτες που πρωταγωνιστούσαν σε παγκόσμιο επίπεδο. Όπως φαίνεται οι παράγοντες του στίβου δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν το γεγονός ώστε να υπάρχει ανάλογη συνέχεια και στο μέλλον.
Από την πλευρά μου θα είμαι πάντα εδώ, όπως ήμουν μια δεκαετία τώρα, για να μεταλαμπαδεύσω στους νεότερους την γνώση από την εμπειρία μου και να τους βοηθήσω με όποιον τρόπο μπορώ.
Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει να υπάρξει σωστή οργάνωση στο χώρο του Κλασικού Αθλητισμού.
Να ξεχωρίσουμε ποια είναι τα ταλέντα. Να δούμε, στο δικό μας χώρο, πόσους άλτες έχουμε. Ποιοι είναι καλοί στο ύψος, ποιοι στο επί κοντώ, ποιοι στο μήκος, ποιοι στο τριπλούν, και να μπει μια σειρά.
Δεν μπορεί όλα να βασίζονται στη τύχη ή στην τρέλα του εκάστοτε προπονητή που αναζητά μόνος του τα νέα ταλέντα. Ούτε στην τρέλα των ταλέντων, που αναζητούν μόνοι τους τους προπονητές που θα τους βοηθήσουν να εξελιχθούν.
Πρέπει να μπουν στην άκρη οι γκρίνιες, οι υποψίες και οι μεμψιμοιρίες, και οι άνθρωποι που βρίσκονται μέσα στον Κλασικό Αθλητισμό, να δουλέψουν οργανωμένα για το καλό αυτού.
Προσωπικά, είμαι στο τελευταίο κεφάλαιο της πορείας μου ως αθλητής.
Μετά την προσπάθειά μου για το Τόκιο, ο κύκλος κλείνει, χωρίς για την ώρα να έχω σκεφτεί τί θα κάνω στο μέλλον.
Ίσως ασχοληθώ με την προπονητική. Είναι μια ενδιαφέρουσα προοπτική.
Για την ώρα, όμως, δεν γνωρίζω.
Το μόνο που με ανησυχεί είναι μήπως περάσω από το στάδιο της κατάθλιψης.
Έχω διαβάσει πως συμβαίνει σε πολλούς αθλητές όταν βγαίνουν από το χώρο του αθλητισμού.
Εύχομαι να μην το περάσω κι εγώ…
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Αντώνης Μέρλος: Επιστροφή Στο Μέλλον
Τατιάνα Γκούσιν: Με λένε Τατιάνα Γκούσιν
Σπυριδούλα Καρύδη: Ψήφος Εμπιστοσύνης
Γιώργος Πομάσκι: Στη ζωή μου έμαθα τρία πράγματα / Γιώργος Παναγιωτόπουλος: Δύο Κόσμοι
Άγγελος Παυλακάκης: Ο πιο γρήγορος Έλληνας
Αθανασία Τσουμελέκα: Περπατώντας Στην Άγρια Πλευρά / Ο Άλλος Εαυτός
Αντιγόνη Ντρισμπιώτη: Σταθερό Βήμα
Μιρέλα Μανιάνι: Καινούργια Εγώ
Πηγή Δεβετζή: Δέκα Χρόνια Μετά
Ελένη Κλαούντια Πόλακ: Άλμα Πάνω Από Τον Πήχη
Ελίνα Τζένγκο: Ιδρώτας και κόπος!