Πυκνά, έντονα φρύδια. Ακόμα πιο έντονες γραμμές στη γνάθο.
Μεγάλη, πλατιά μύτη με δυο ρουθούνια φουσκωμένα, έτοιμα θαρρείς να πετάξουν φωτιές.
Τα μαλλιά μπερδεμένα, ατημέλητα τόσο όσο χρειάζεται προκειμένου να γίνεται σαφές ότι η πολλή δουλειά δεν αφήνει καιρό για χάσιμο.
Έπειτα τα μάτια, το βλέμμα.
Τόσο διεισδυτικό και εκφραστικό που φαντάζει επιτηδευμένο, αλλά το πλέον κατάλληλο για μια ηγετική μορφή.
Συνυπολογίζοντας και τα γυαλιά μυωπίας με το μοντέρνο σκελετό, όλη η εικόνα πασπαλίζεται και από μια ιντελεκτουέλ αύρα υπεραπαραίτητη σε αυτές τις περιπτώσεις.
Κοντολογίς, ο Γιούργκεν Κλοπ έχει την τέλεια φάτσα, την κατάλληλη «φτιαξιά» ακριβώς για τη δουλειά που κάνει: να προπονεί, να κοουτσάρει, να είναι ο τεχνικός ηγέτης.
Ουρλιάζει και η έκφρασή του είναι σχεδόν ποιητική, γελάει και κάνει τους γύρω του να θέλουν αυθόρμητα να γελάσουν μαζί του.
Ακόμα κι όταν ξεφεύγει και θέλει να πάρει τους ποδοσφαιριστές του μαζί του στην κόλαση, σαν πιστοί στρατιώτες είναι έτοιμοι να τον ακολουθήσουν.
Από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στην Αγγλία, ο Γερμανός έριξε το δόλωμα: “I am the normal one“. Υποδύθηκε τον «κανονικό», δεν υποσχέθηκε θαύματα, ζήτησε πίστωση χρόνου.
Οι φίλοι της Λίβερπουλ, κοίταξαν το βλέμμα του και έκαναν υπομονή.
Όλοι στο Merseyside έκαναν υπομονή, ειδικά από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι αγωνιστικές υποχρεώσεις και ο Κλοπ έδινε το δικό του σόου. Στο γήπεδο, στις συνεντεύξεις Τύπου, στις προπονήσεις, παντού.
Ένα διαρκές one man show, συνοδευόμενο ωστόσο από μια ανεπιτήδευτη συμπεριφορά που έδινε στην ομάδα και το χώρο και το χρόνο να αφομοιώσει το «δικό του» ποδόσφαιρο. Και το ποδόσφαιρο του Κλοπ είναι σαν τη φάτσα του. Έχει εκλάμψεις, θυμό, χαρά, σκέψη, ποίηση.
Η αδρεναλίνη που μεταμορφώνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του όταν είναι στην άκρη του πάγκου, είναι η ίδια που μεταδίδεται με έναν μαγικό τρόπο και στους ποδοσφαιριστές του μέσα στο χορτάρι.
Όταν ο Κλοπ οργίζεται, η Λίβερπουλ τρέχει στο γήπεδο με αυτόν τον υπέροχο «τακτικά άναρχο» τρόπο.
Οι αντιδράσεις του σε όλη τη διάρκεια του 90λεπτου, είναι σχεδόν πάντα εκρηκτικές, απόρροια της ίδιας της κοσμοθεωρίας του.
Αν ήταν μουσικός, θα ήταν σίγουρα ένας ντράμερ σε ροκ συγκρότημα. Ένας Bonzo Bonham που ζει μονίμως στη δική του διάσταση.
Αυτή η ταχύτατη αλλαγή συναισθημάτων και διάθεσης βραχυκυκλώνει, μπερδεύει τόσο πολύ το θεατή που, εάν είναι ανυποψίαστος και βλέπει αυτή τη μορφή για πρώτη φορά στη ζωή του σε μια φωτογραφία, δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει εάν ο Γιούργκεν χαίρεται, θυμώνει ή λυπάται.
Δεν υπάρχουν σαφείς αποχρώσεις στον Κλοπ. Ο θυμός και η ευτυχία είναι δυο συναισθήματα που τρέχουν το ένα παράλληλα στο άλλο, παράλληλα αλλά τόσο κοντά που είναι αδύνατον να ξεχωρίσεις πότε πάτησε το κρυμμένο κουμπάκι του NOS και εξερράγη.
Θυμός 😠
Γκριμάτσα με τεντωμένους μύες στο λαιμό, δόντια έτοιμα να τρυπήσουν τα ούλα, στο όριο για μια ανθρώπινη γνάθο. Αιμοσταγές βλέμμα, μαλλιά που τσακώνονται μεταξύ τους.
Κάθε εκατοστό του προσώπου του Κλοπ κραυγάζει θυμό, είναι έτοιμο να κατασπαράξει όλους όσοι βρίσκονται στο οπτικό του πεδίο.
Ο κύριος με το καπέλο είναι ο Τόνι Πιούλις, ο πρώην προπονητής της Μιντλεσμπρό και ο Κλοπ τα έχει βάλει μαζί του γιατί «δεν ήταν ένα ήρεμο παιχνίδι».
Αρνήθηκε να του δώσει το χέρι στο τέλος του άγωνα ως είθισται όταν ολοκληρώνεται ο αγώνας. Την επόμενη μέρα δικαιολογήθηκε.
«Μπορώ μόνο να πω ότι λυπάμαι για όσα είπα κατά τη διάρκεια του αγώνα και ειδικά στο τέλος. Είμαι όμως συναισθηματικός. Είμαι συναισθηματικός κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού και μερικές φορές οι άνθρωποι λένε πράγματα που δεν θα έλεγαν στην κανονική τους ζωή. Δεν μπορώ να αλλάξω, έτσι θα είμαι πάντα».
Εστιάζοντας μόνο και μόνο σε αυτή την εικόνα, γίνεται σαφής ο «έρωτας» του Κλοπ με το στιγμιαίο θυμό. Τόσο προφανής, τόσο έντονος, σαν ένας πίνακας του Φράνσις Μπέικον που έλεγε ότι ερχόμαστε και φεύγουμε από τη ζωή με μια κραυγή.
Ευτυχία 😃
Δείτε τώρα τη δεύτερη εικόνα. Ίδια γκριμάτσα, ίδια μάχη στα δόντια, ίδιος «θυμός».
Κι όμως, είναι ευτυχία, εξαγνισμός, χαρά, δικαίωση. Είναι το 3-3 του Τζο Άλεν εναντίον της Άρσεναλ, με τη βροχή να ξεπλένει τα πάντα. Άγχος, λάθη, πίεση, καθήκον.
Τα συναισθήματα του Κλοπ είναι κάθετα, όπως το ποδόσφαιρο που δίδαξε στη Γερμανία και τελειοποίησε στο Λίβερπουλ.
Θυμός και ευτυχία είναι συγγενή συναισθήματα για τον Γιούργκεν, όλα για εκείνον είναι μια αποδραματοποιημένη μίξη συναισθημάτων, μια διαδρομή στις πολλές λεπτές γραμμές του αυτοσαρκασμού και της ειρωνείας.
«Έχω περάσει τα 50 και ακόμα δεν έχω μάθει πώς να δένω τη γραβάτα μου σωστά, πόσο μάλλον να συγκρατώ τα συναισθήματά μου. Τώρα που το σκέφτομαι είναι η πρόκληση που έχω βάλει στον εαυτό μου για την επόμενη εβδομάδα: να μάθω να δένω τη γραβάτα».
Ικανοποίηση 🤩
Όταν κερδίζει και όλα κυλούν όπως τα είχε σχεδιάσει μοιάζει με μαέστρο που τον αποθεώνει η ορχήστρα του.
Ο ικανοποιημένος Κλοπ είναι πράος, λίγο φιγουρατζής, φωνάζει «δείτε με», «κάμερα σε μένα».
Το πρόσωπο χαλαρό, τα χείλη ερμητικά κλειστά σαν να θέλουν να απολαύσουν τη στιγμή όσο το δυνατόν περισσότερο, τα μάτια μισόκλειστα, όπως κάνουν τα λιοντάρια όταν χαλαρώνουν.
Έτσι είναι συνήθως όχι όταν η ομάδα απλώς κερδίζει, αλλά όταν κερδίζει παίζοντας το ποδόσφαιρο που θέλει εκείνος.
Μετά από εκείνη τη νίκη είχε στηθεί χαμογελαστός στο flash interview και ξεστόμισε μόνο τέσσερις φράσεις στον εμβρόντητο ρεπόρτερ: “really strong, really direct, really clear, really together”. Και αναφερόταν στο παιχνίδι της ομάδας.
Ικανοποίηση η ομάδα – ικανοποίηση ο Κλοπ.
Θλίψη 🥴
Στη νιοστή ισχύει το ίδιο και όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά. Γιατί η θλίψη που εκφράζει ο Γιούργκεν είναι πολύ κοντά στην απόλυτη δυστυχία.
Συνοφρυωμένος, με τα χείλη λυγισμένα προς τα κάτω, καθ’ υπερβολή θυμίζει ένα δυστυχισμένο emoji.
Όπως επιβεβαιώνει και ο ίδιος «η θλίψη μου δεν είναι ίδια με των άλλων προπονητών». Και έχει δίκιο από κάθε άποψη.
Μετά την ήττα τη Μάντσεστερ Σίτι για το Capital One Cup στα πέναλτι, στάθηκε μπροστά στα μικρόφωνα και έφερε περίπου το τέλος του κόσμου: «Απόψε αισθανόμαστε κουρέλια. Σκουπίδια». Έκανε μια παύση κάποιων δευτερολέπτων, ύψωσε το βλέμμα και το ξεστόσμισε: «ΟΚ. Δεν μπορώ να το κρύψω. Αισθάνομαι σκατά».
Έκσταση 😆
Σε γενικές γραμμές πρόκειται για έναν άνθρωπο, μια περσόνα που εξέλιξε στο άπειρο τους «νεωτερισμούς» του Μουρίνιο, δηλαδή του προπονητή που εισήγαγε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο μορφασμούς και mind games.
Όπως ο “Mou” σφιχταγκαλιαζόταν και έκλαιγε στην αγκαλιά του Μάρκο Ματεράτσι όταν η Ίντερ κατέκτησε το πολυπόθητο Champions League, έτσι και ο Κλοπ το πήγε πιο μακριά τείνοντας στην Έκσταση της Αγίας Τερέζας του Μπερνίνι.
Όταν ο Κλοπ ενθουσιάζεται δεν έχει ταβάνι. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την αντίδρασή του, τον τρόπο πανηγυρισμού του. Μπορεί να τρέξει διασχίζοντας όλο το γήπεδο, να σηκώσει στους ώμους τον Μανέ ή τον Σαλάχ, να διαδράσει με τους οπαδούς, ακόμα και να σκίσει τα ρούχα του.
Ακόμα κι όταν επιλέγει τον «κλασσικότερο» από τους πανηγυρισμούς του, εκείνον με τη σφιγμένη γροθιά, το πρόσωπό του παραμορφώνεται, μεταδίδει «στεγνά» τη χαρά του που πλημμυρίζει κάθε του πλάνο. Ζει το γκολ σε μια κατάσταση έκστασης, σίγουρα πολύ περισσότερο από έναν φυσιολογικό προπονητή.
Το ζήτημα είναι ότι έχει τέτοιες εκρήξεις ακόμα κι όταν το ματς δεν κρίνει τίποτα, δεν διακυβεύεται το παραμικρό. Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά του με τους υπόλοιπους.
Ο Κλοπ χαίρεται -και το δείχνει- επειδή ζει και χαίρεται μόνο στην υπερβολή. Για την ακρίβεια, ζει για την ίδια την υπερβολή, σε βαθμό να παρεξηγείται από τους αντιπάλους του.
Χαρακτηριστικές στιγμές το “calm down” του φλεγματικού Αρσέν Βενγκέρ, η δημόσια κατακραυγή από τον Μουρίνιο, ο καθόλου αξιοπρεπής τσακωμός με τον Μαρσελίνο, η άρνηση (ο Γερμανός δήλωσε μετά ότι «το ξέχασε») να δώσει το χέρι στον Κόντε μετά από ένα Λίβερπουλ – Τσέλσι.
Οι συμπατριώτες του εφηύραν έναν νεολογισμό για να περιγράψουν τη συμπεριφορά του, την είπαν “Kloppheit”, σαν να λέμε «Κλοπισμοί».
Τα γυαλιά 🤓
Ο μεγαλύτερος ίσως «κλοπισμός» απ’ όλους είναι η εικόνα με τα γυαλιά. Όχι να τα φοράει, να τα σηκώνει ή οτιδήποτε. Η σουρεαλιστική εικόνα που τα χάνει, του πέφτουν και χάνονται.
Πιθανότατα δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος στον κόσμο να χάνει τόσο συχνά τα γυαλιά του.
Αμέτρητες εικόνες με τα γυαλιά να ίπτανται και τον Γερμανό να πανηγυρίζει, να αγκαλιάζει κάποιον ποδοσφαιριστή του, να ουρλιάζει για την απόφαση ενός διαιτητή ή βοηθού.
Αν έπρεπε να επιλέξω έναν «κλοπισμό», αυτός είναι ο αγαπημένος μου και δεν είμαι ο μόνος.
Τα γυαλιά του Κλοπ έγιναν φετίχ, κάποιος Ντέιβιντ Κέιρνι ξόδεψε 500 λίρες για να αγοράσει ένα ζευγάρι replica στο φιλανθρωπικό event του charitystars.
Γιατί ως γνωστόν, τα πιο απίθανα πράγματα και τις πιο περίεργες ιστορίες τις συναντά κανείς σε αυτό το υπέροχο νησί των περήφανων τρελών. Και ο Κλοπ στη Μεγάλη Βρετανία βρήκε πολλούς με την τρέλα του.
Ο τέταρτος 🤬
Είναι καταπληκτικό πόσα στιγμιότυπα έχει ο Γερμανός με τον εκάστοτε τέταρτο διαιτητή. Για τον Κλοπ, ο τέταρτος είναι ότι ο Λεξ Λούθερ για τον Σούπερμαν, ο ορκισμένος εχθρός.
Αμέτρητες φορές έχει χώσει το πρόσωπό του εκατοστά από το πρόσωπο του τέταρτου για να διαμαρτυρηθεί, ακόμα περισσότερες για να παραπονεθεί και να κάνει το απαραίτητο σόου που θα αποφορτίσει την ομάδα.
«Κανείς δεν μπορεί να μας νικήσει», ούρλιαζε στον τέταρτο μετά από ένα κατά τη γνώμη του άδικο -και χαμένο- πέναλτι του Ντιέγκο Κόστα.
Είναι παλιά συνήθεια η γκρίνια και η μουρμούρα στον τέταρτο και ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν έχει υπερβεί τα εσκαμμένα.
Πάνω απ’ όλα είναι η θρυλική αντίδραση στο Ντόρτμουντ – Νάπολι, η επιτομή της ερωτικής σχέσης του Κλοπ με τον τέταρτο:
Μετά από εκείνα τα δευτερόλεπτα, το «κατά λάθος» σουτ επάνω στον τέταρτο, οι κραυγές για το σωστό αριθμό (!) στην πινακίδα, η κάθε κοροϊδία για το ντύσιμο, είναι απλή καθημερινότητα.
Για να μην τα πολυλογούμε, με τον τέταρτο ο Γιούργκεν, είναι περιβόλι.
Πλέον τον έχουμε συνηθίσει, είναι μέρος της προσωπικότητάς του και οι αντιδράσεις και η συμπεριφορά και οι «εκτός πλαισίου» αντιδράσεις.
Είναι δικαιωματικά ο αναμορφωτής της Λίβερπουλ, ο προπονητής που της προσέδωσε ταυτότητα, που της χάρισε ένα ακόμα Champions League. Ναι, το “let’s talk about six baby”.
Στο σύγχρονο κόσμο του ποδοσφαίρου, ο Γερμανός είναι «όλο το πακέτο». Και “guru” των πάγκων και προσωπικότητα που προκαλεί ατέλειωτες ώρες συζήτησης για δηλώσεις, συμπεριφορές και φιλοσοφία ζωής. Έχει το δικό του αξιακό ποδοσφαιρικό σύστημα, είναι δίκαιος, απαιτεί και επιβραβεύει με την ίδια θέρμη «τα παιδιά του». Δεν μπορεί να κρυφτεί, έχει πάντα το θάρρος της γνώμης του κι ας ξέρει ότι μπορεί να μην είναι δημοφιλής.
Ο Κλοπ δεν είναι μεγάλος προπονητής για τις γκριμάτσες και την (εμπορικότατη) φάτσα του. Έγινε όμως ταχύτατα κάτι σαν ροκ σταρ (και) για αυτά. Τα τικ, οι σπασμοί, οι υπερβολές του δεν είναι φτιαχτά, δεν είναι επί τούτου.
Είναι στο αίμα του η ποπ κουλτούρα, ζει για στιγμές όπως το “Aaaaadrian“ που φώναξε σαν άλλος Rocky Balboa μετά τον τελικό του ευρωπαϊκού super cup του 2019.
Ακόμα μια ιστορική στιγμή του, όταν με τραυματία τον Άλισον και τον Μινιολέ να έχει μεταγραφεί στη βελγική Μπριζ, βρέθηκε εξ ανάγκης με τον Ισπανό Άντριαν που δεν είχε κλείσει καν τέσσερις μέρες στην ομάδα.
Εννοείται ότι ο Άντριαν απέκρουσε το κρίσιμο πέναλτι, εννοείται ότι χάρισε το τρόπαιο στη Λίβερπουλ, εννοείται ότι ο Κλοπ έπρεπε να το γιορτάσει με έναν δικό του, ξεχωριστό τρόπο.
Τον τρόπο του Κλοπ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Η ενσυναισθητική ολότητα του Γιούργκεν Κλοπ
Μάικλ Έντουαρντς: Η μυστηριώδης ιδιοφυία στο πλευρό του Γιούργκεν Κλοπ
Μοχάμεντ Σαλάχ, ο Δημιουργός της Ευτυχίας
Ο μοναχικός δρόμος του Σαντιό Μανέ
Στο Matrix του Τρεντ Αλεξάντερ-Άρνολντ
Ο «μικρόκοσμος» του Τζόρνταν Χέντερσον έγινε (ξανά) μεγάλη «αγκαλιά»
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro