Το «σενάριο» δεν είναι ακριβώς πρωτότυπο. Παρότι οι «διασκευασμένες» εκδόσεις του είναι συχνά εντυπωσιακές. Ένα παιδί από τις φαβέλες, κλωτσά με γυμνά πόδια μία μπάλα στις αμμουδιές, με «σκηνές» θριάμβου στο μυαλό του…
Από τα εφηβικά μάτια του Ζο πέρασαν τα ίδια όνειρα. Μονάχα που το δικό του αποκορύφωμα δεν ήταν απλώς επιστέγασμα ταλέντου, αλλά και ένας «θρίαμβος» της πραγματικότητας επί της φαντασίας. Όχι το αντίθετο, το σύνηθες.
Κάθε γκολ του από την ηλικία των 16 ετών, όταν έγινε ο νεαρότερος παίκτης και σκόρερ στην ιστορία της Κορίνθιανς, ήταν ένα «σκαλοπάτι» στη φιλοδοξία τίτλων. Στο μυαλό του «έπλαθε» απονομές, κύπελλα, σαμπάνιες. Κάποιες τις βίωσε πρόωρα, «πλημμυρισμένες» με αλκοόλ.
Κάποιες άλλες, στο «μονοπάτι» που τον οδήγησε ως τη Ρωσία, την Αγγλία, την Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Κίνα και την Ιαπωνία, τις θυμάται με μελαγχολία. Όσο, πάντως, τις θυμάται, λόγω κατά καιρούς καταχρήσεων…
Τον Νοέμβριο του 2017, ωστόσο, όταν πανηγύρισε τον τίτλο του πρωταθλητή Βραζιλίας με την Κορίνθιανς, συνειδητοποίησε πως η φαντασία μπορεί να «νικηθεί».
Τη στιγμή της απόλυτης αποθέωσης, ένα ποτήρι μπύρας βρέθηκε μπροστά του. Ο «νέος» Ζο, όμως, κοίταξε αλλού. Η θέα τον προκάλεσε, αλλά δεν τον «λύγισε».
Εκείνη τη μέρα δεν είχε κατακτήσει απλώς το πρωτάθλημα. Είχε νικήσει τον (κακό) εαυτό του. Το «τρόπαιό» του ήταν η νηφαλιότητα και η ίδια η ζωή του.
Το χαμόγελο του Ζο, ο οποίος γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου 1987 ως Ζοάο Άλβες ντε Ασίς Σίλβα, έμοιαζε μόνιμο μέχρι την ενηλικίωσή του.
Στα 18 του είχε κατακτήσει το πρώτο πρωτάθλημα Βραζιλίας με την Κορίνθιανς και τα 23 γκολ σε 54 ματς ήταν το πρώτο «εισιτήριό» του για την ποδοσφαιρική ξενιτιά.
Από την ανεμελιά του Σάο Πάουλο, όμως, ο πιτσιρικάς στράικερ έφτασε στην παγωμένη Μόσχα. Οι εικόνες, στην αρχή, έδειχναν σχεδόν απόκοσμες… Το μόνο που «έδιωχνε» τη νοσταλγία για την πατρίδα ήταν η σκέψη ότι αυτή η ευκαιρία στην ΤΣΣΚΑ θα μπορούσε να τον οδηγήσει κάπου ψηλότερα. Είχε δίκιο.
Σκόραρε 14 φορές στα πρώτα 18 ματς του και η τριετία στη Ρωσία τον βοήθησε να «χτίσει» τη φήμη του. Δύο γκολ εναντίον της Ίντερ, στο Τσάμπιονς Λιγκ, έστρεψαν για τα καλά τα βλέμματα πάνω του.
Το καλοκαίρι του 2008, έχοντας πετύχει 44 γκολ σε 77 συμμετοχές, ήρθε η προσφορά της Μάντσεστερ Σίτι. Ο τότε κόουτς των «γαλάζιων», Μαρκ Χιουζ, τόλμησε να προτείνει στη διοίκηση να καταρρίψει κάθε μετεγγραφικό ρεκόρ του συλλόγου.
Τα 19 εκατομμύρια λίρες (περίπου 21 εκατομμύρια ευρώ) ήταν αρκετά ώστε ο 21 ετών Ζο να «προσγειωθεί» στην Πρέμιερ Λιγκ.
Στο «μουντό» Μάντσεστερ η «μπλε» πλευρά είχε αρχίσει να έχει βλέψεις και το νωθρό ξεκίνημα του Βραζιλιάνου δεν χωρούσε «συγχωροχάρτια»…
Οι απαιτήσεις στην Αγγλία ήταν μεγαλύτερες. Πέτυχε μόλις ένα γκολ στα πρώτα τέσσερα παιχνίδια του και ως τα Χριστούγεννα αγωνίστηκε σε άλλα δύο ματς.
Η απόφαση είχε παρθεί. Παραχωρήθηκε με τη μορφή δανεισμού στην Έβερτον. Η Σίτι τον είχε υπό την επίβλεψή της, αλλά δεν ήταν διατεθειμένη να χάσει χρόνο «δοκιμάζοντάς» τον.
Με την Έβερτον σκόραρε πέντε φορές σε 12 αγώνες και παρότι στο τέλος της σεζόν επέστρεψε στο Μάντσεστερ, οι «πολίτες» τον έστειλαν και πάλι στο Λίβερπουλ για το 2009-2010.
Η ρήτρα μετεγγραφής έδειχνε ξεκάθαρα πως δύσκολα θα έπαιζε και πάλι για τη Σίτι. Βρήκε δίχτυα στη νίκη 4-0 επί της ΑΕΚ για το Europa League, όμως με κάθε ευκαιρία επιβεβαίωνε και εκείνος ότι δεν ήθελε να βρίσκεται εκεί.
Ο Ζο… έλαβε μόνος του μία χριστουγεννιάτικη άδεια και ταξίδεψε στη Βραζιλία. Ο κόουτς Ντέβιντ Μόγες έγινε έξαλλος και όταν ο παίκτης του επέστρεψε στην Αγγλία, τον έστειλε χωρίς πολλά λόγια (και δίχως γκολ στη χρονιά) στο Μάντσεστερ.
Η Σίτι δεν τον έβλεπε με διαφορετικό μάτι και αυτό φάνηκε από τον νέο δανεισμό του στη Γαλατασαράι. Η πιο εξωτική Κωνσταντινούπολη δεν του έκανε καλό.
Πέτυχε μόλις τρία γκολ σε 13 παρουσίες και το καλοκαίρι του 2011 γύρισε εκ νέου στην Αγγλία. Ζήτησε και πήρε μία ακόμη ευκαιρία.
Η ψυχολογία του, όμως, ήταν εμφανώς ανασταλτικός παράγοντας επιτυχίας.
Πάσχιζε να αποδείξει στη Σίτι ότι αξίζει να είναι εκεί, αλλά στην πραγματικότητα δεν κατόρθωνε να πείσει τον εαυτό του ότι θέλει να είναι εκεί…
Σκόραρε σε κάποια φιλικά και τον Νοέμβριο του 2011 ήταν και βασικός στη νίκη επί της Φούλαμ. Δεν πήρε πολλές ευκαιρίες ως το τέλος της χρονιάς, όμως φόρεσε το μετάλλιο της κατάκτησης του Κυπέλλου Αγγλίας.
Τον Ιούλιο έκρινε πως η καλύτερη επιλογή ήταν το γνώριμο κλίμα της Βραζιλίας και υπέγραψε στην Ιντερνασιονάλ. Η σεζόν δεν ήταν αποδοτική, με δύο γκολ σε 16 ματς, αλλά τον έφερε τον Μάιο του 2012 στην Ατλέτικο Μινέιρο, όπου συνάντησε τον Ροναλντίνιο. Η σχέση τους αποδείχθηκε αποδοτική τόσο στο χορτάρι όσο και σε κάθε φημισμένο κλαμπ της νυχτερινής ζωής της πόλης.
Μαζί με τον «Ρόνι» οδήγησαν την ομάδα τους στην κατάκτηση του παρθενικού Κόπα Λιμπερταδόρες, με τον Ζο να σκοράρει στον τελικό με την Ολίμπια της Παραγουάης και να αναδεικνύεται κορυφαίος σκόρερ της διοργάνωσης με επτά γκολ!
Είχε βρει τον εαυτό του και μαζί και μία θέση στην Εθνική Βραζιλίας. Το 2013 αγωνίστηκε στο νικηφόρο Κύπελλο Συνομοσπονδιών και το επόμενο καλοκαίρι στο μελαγχολικό Μουντιάλ στα γήπεδα της «Σελεσάο».
Στο Παγκόσμιο Κύπελλο έζησε από τον πάγκο τη συντριβή με 7-1 από τη Γερμανία στον ημιτελικό και έχοντας παίξει δις ως αλλαγή ήταν βασικός στον αγώνα για την 3η θέση με την Ολλανδία.
Από το Μουντιάλ και μετά άρχισαν αφενός να γίνονται γνωστές ιστορίες με μπόλικο αλκοόλ και αφετέρου να αποκαλύπτεται και η προβληματική πια σχέση του Ζο με την Ατλέτικο Μινέιρο.
Τον Νοέμβριο, ενώ ο ίδιος είχε αιτιολογήσει με τις λέξεις «οικογενειακά θέματα» τις διαρκείς αδικαιολόγητες απουσίες του από τις προπονήσεις, αποβλήθηκε από τον κόουτς Λεβίρ Κούλπι, λόγω πειθαρχικών παραβάσεων…
Τον Ιανουάριο του 2015 επανήλθε μαζί με τους Έμερσον Κονσεϊσάο και Αντρέ, που επίσης είχαν τιμωρηθεί. Το «γυαλί», ωστόσο, είχε «ραγίσει».
Δίχως να επιχειρήσει να ωραιοποιήσει πρόσωπα και καταστάσεις, αφηγήθηκε την ιστορία και τον «Γολγοθά» του στο δίκτυο «TV Record».
«Η επιστροφή μου μετά το Μουντιάλ ήταν η αρχή μίας άσχημης κατάστασης. Δεν είχα διάθεση και δεν έπαιζα καλά. Είχα χωρίσει με την σύζυγό μου και ακόμη και τις μέρες που κλεινόμουν στο σπίτι, ήθελα να πίνω από το πρωί…». Στην ίδια συνέντευξη αποκάλυψε πως «με τον Ροναλντίνιο απομακρυνθήκαμε. Δεν έχουμε μιλήσει για πολύ καιρό». Η φιλία τους είχε τελειώσει. Δεν είχε «πνιγεί» απλώς στο αλκοόλ, αλλά και στις τύψεις του Ζο.
«Κάποιοι φίλοι δεν είναι πλέον κοντά μου γιατί αποφάσισα να αλλάξω τον τρόπο ζωής μου όταν κατάλαβα πως το ποτό οδηγεί στην αυτοκαταστροφή…», συμπλήρωσε.
Το αλκοόλ έγινε το (προσωρινό) καταφύγιο του Βραζιλιάνου.
Οι σκέψεις γέμιζαν και άδειαζαν το μυαλό του με την ταχύτητα που εκείνος γέμιζε και άδειαζε τα ποτήρια μπροστά του.
Σκέφτηκε πως ενδεχομένως να έφυγε πολύ νέος για τη Ρωσία. Δεν είχε την απαιτούμενη ωριμότητα να διαχειριστεί τις καταστάσεις. Δεν διέθετε ούτε την απαραίτητη ψυχραιμία να αντιμετωπίσει τις αναποδιές.
Σε δηλώσεις του στην «O Globo», το 2016, είχε εξιστορήσει τη ρουτίνα του, η οποία δεν είχε σχεδόν καμία πρωτοτυπία. «Όπου κι αν ήμουν, ήθελα να πιώ… Το ποτό είχε γίνει η προτεραιότητα της ζωής μου επειδή δεν φέρνει σε καταστάσεις που δεν χρειάζεται να ελέγξεις τίποτα».
Συμπλήρωσε ότι από τη στιγμή που «άρχισα να μένω εκτός ομάδας, δεν δίσταζα να πίνω από το πρωί μέχρι και το άλλο πρωί! Δεν μου έφτανε η μέρα για να βάλω στον εαυτό μου άλλο ένα ποτήρι».
Τόνισε πως «τώρα έχω βρει την ηρεμία μου, έχω έρθει σε ειρήνη με τον εαυτό μου και καταλαβαίνω τα λάθη που έκανα στο παρελθόν. Λάθη που για ένα μεγάλο διάστημα δεν ήμουν ικανός να αναγνωρίσω».
Το 2016, έπειτα από σύντομα περάσματα από την Αλ Σαμπάμπ των Η.Α.Ε. και των κινεζική Τζιανγκσού, επέστρεψε στην Κορίνθιανς και λόγω κανονισμών έμεινε εκτός σχεδόν για έναν χρόνο. Η εποχή της (αυτο)αμφισβήτησης είχε τελειώσει.
Όταν πάτησε και πάλι το χορτάρι με τη φανέλα της πρώτης ομάδας του, αισθάνθηκε ξανά έφηβος. Σκόραρε 25 γκολ σε 60 ματς.
Το 2017 οδήγησε την Κορίνθιανς στον τίτλο, ως πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 18 γκολ και έλαβε και το βραβείο του κορυφαίου παίκτη της χρονιάς στη χώρα!
Αποκλήθηκε «Rei dos Clássicos», κοινώς ο «βασιλιάς των ντέρμπι» για την ευχέρειά του στο σκοράρισμα στα μεγάλα παιχνίδια.
Το γνώριμο μέρος τού πρόσφερε επιπλέον αυτοπεποίθηση. Τον Ιανουάριο του 2018 ξενιτεύτηκε και πάλι, τούτη τη φορά για τη Ναγκόγια, στην Ιαπωνία, με την οποία σκόραρε 24 γκολ σε 33 ματς πρωταθλήματος και συνολικά 30 φορές σε 65 αγώνες.
Η Κορίνθιανς, όμως, είναι το πεπρωμένο του. Τον Ιούνιο του 2020 γύρισε και πάλι και φόρεσε το Νο77, για να τιμήσει το πρωτάθλημα Παουλίστα που κατέκτησε ο σύλλογος το 1977.
Παραδέχεται πως κατά την αποτοξίνωσή του «υπήρξαν πρωινά που το μόνο που ήθελα να κάνω ήταν μία γουλιά αλκοόλ…». Δεν «λύγισε» και παρέμεινε νηφάλιος.
Μπορεί τα όνειρά του να μην είναι πολλά ή μεγάλα όπως το 2005, όμως πλέον απολαμβάνει τον ύπνο του.
Οι «σκοτεινές» μέρες πέρασαν και ο 34χρονος πλέον Ζο επιθυμεί ένα τέλος με τους δικούς του όρους. Στη διαδρομή του έχασε μερικούς φίλους, όμως ξέρει καλά ότι αυτό ήταν το κόστος της απόκτησης μίας νέας προοπτικής στη ζωή του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Γκαμπριέλ Μπαρμπόσα, μια ιστορία προσωπικής λύτρωσης
Η αφοσίωση έβγαλε τον Τζέιμι Βάρντι από τον μικρόκοσμό του
Η μαγεία της μελαγχολίας του Ρομπέρτο Μπάτζο
Η «θορυβώδης» ζωή του Μάριο Μπαλοτέλι ήταν γεμάτη ψιθύρους
«Ορός αλήθειας» και η δεύτερη ευκαιρία του Τζον Λούκας
Η Σάνον Κόρτνεϊ «απέδρασε» από τις καταχρήσεις, για νίκες εντός κι εκτός ρινγκ