Οι κατηγορίες των Νέων και των Ελπίδων αποτελούν την τελευταία ευκαιρία που έχουν κάποιοι παίκτες ώστε να αναθεωρήσουν κάποια πράγματα.
Σε αυτήν την ηλικία ένα παιδί δεν ξεχωρίζει μόνο σε φυσικά χαρακτηριστικά ή ταλέντο αλλά και στον τρόπο που σκέφτεται.
Εδώ έρχεται ο ρόλος του προπονητή-εκπαιδευτή (να ασχοληθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι και καλύτεροι) στις μικρότερες ηλικίες για να έχουμε αποτέλεσμα.
Γιατί η ικανότητα στη μικρή ηλικία φαίνεται στην εισαγωγή, στα 8, στα 9 στα 10 χρόνια, που τα περισσότερα παιδιά αρχίζουν και μπαίνουν στο ποδόσφαιρο.
Από τα 12 έως και τα 14 είναι η χρυσή περίοδος της μάθησης, κατά την οποία εάν δεν μάθουν βασικά πράγματα τα παιδιά, αργότερα θα έχουν δυσκολίες.
Στο εκπαιδευτικό και προπονητικό σύστημα οφείλεις να έχεις προπονητές που θα ασχοληθούν με βραχυπρόθεσμους στόχους, έτσι ώστε να βοηθήσουν τα παιδιά να βελτιωθούν.
Γιατί δεν έχεις κέρδος ως προπονητής, εάν έχεις μια ομάδα 11χρονων, για παράδειγμα, που κερδίζουν όλα τα παιχνίδια, πράγμα που μπορεί να οφείλεται είτε στην ταχύτητα είτε στη δύναμή τους. Εσύ οφείλεις να τους μάθεις βασικά πράγματα για την ηλικία τους.
Η προπονητική έχει κάποιους κανόνες, έχει κάποιες βασικές αρχές, κάθε ηλικία πρέπει να έχει τον κατάλληλο προπονητικό στόχο και, όταν φτάσουν οι παίκτες στην ηλικία των 17, 18, 19 ετών, να είναι πλέον έτοιμοι να μπουν στην διαδικασία.
Ας σκεφτεί κανείς έναν 19χρονο που παίζει Superleague. Είναι δυνατόν να πει ένας προπονητής «είναι μικρός και δεν έχω τις ίδιες απαιτήσεις»; Μα φυσικά και τις έχει, το θέμα είναι πώς τον έχεις προετοιμάσει, πώς τον φροντίζεις και πώς τον διαχειρίζεσαι σωστά.
Οι ομάδες πρέπει να έχουν ξεκάθαρη φιλοσοφία, έτσι ώστε να πάει ένας προπονητής που θα ταιριάξει με αυτήν.
Εάν έχεις μια συγκεκριμένη φιλοσοφία που δεν είναι αντίστοιχη της ομάδας, πρέπει να προσαρμοστείς, να γνωρίζεις τις βασικές ανάγκες των παιδιών, των ηλικιών, των κοριτσιών, των αγοριών, γιατί παράλληλα με το σχολείο και την εφηβεία έρχονται προβλήματα, τα οποία ένας προπονητής οφείλει να τα γνωρίζει και να τα αντιμετωπίζει.
Να έρθει ένας παίκτης, να σε κοιτάει στα μάτια, προσπαθώντας να του δώσεις μια λύση, και εσύ να του λες «έλα-έλα», αυτό δεν σε κάνει προπονητή, όπως επίσης προπονητή δεν σε κάνει και το να φωνάζεις εσύ κι οι παίκτες σου να κάνουν αυτό που τους φωνάζεις.
Προπονητής είναι αυτός που δίνει στον ποδοσφαιριστή του, ανεξάρτητα από την ηλικία, τις απαντήσεις που χρειάζεται. Γιατί είναι η καθημερινότητα τέτοια που θα πρέπει να ζήσεις και να αντιληφθείς για να μπορέσεις να διορθώσεις.
Πολλές φορές έχω υπάρξει κάτι σαν πατέρας, σαν οικογένεια των παικτών που έχω καθοδηγήσει.
Μια από τις μεγαλύτερες χαρές που μου έχουν δοθεί στην προπονητική μου διαδικασία από το 2001 έως και το 2020 ήταν το γεγονός ότι κατάφερα να βοηθήσω ένα παιδί που ήθελε να σταματήσει το σχολείο να το συνεχίσει.
Ήμουν στο εφηβικό τμήμα του Αθηναϊκού, μια δύσκολη ηλικία με παιδιά του Βύρωνα, κάποιοι δεν ήταν πολύ καλοί μαθητές, κάποιοι ήθελαν να περάσουν σε σχολές και υπήρχε και αυτό το παιδί.
Ίσως λοιπόν δεν έσκυψαν πάνω από τα προβλήματά του άλλοι προπονητές ή ενδεχομένως ούτε το οικογενειακό του περιβάλλον κι έρχεται ένας προπονητής που, μιλώντας του με όμορφο τρόπο, του δίνει τη δυνατότητα μιας άλλης επιλογής.
Με τους παίκτες χτίζεις μια σχέση εμπιστοσύνης, η επιχειρηματολογία σου τους δίνει μια λύση σε ένα πρόβλημα και τους αναγκάζεις να σκέφτονται διαφορετικά.
Εν προκειμένω λοιπόν, το γεγονός ότι αυτό το παιδί ήθελε να παρατήσει το σχολείο και τελικά το συνέχισε αποτέλεσε για εμένα μια από τις πιο σημαντικές επιτυχίες της καριέρας μου.
Σε αυτές τις ηλικίες υπάρχει ανυπομονησία, η οποία μάλιστα προέρχεται από την πλευρά των γονέων και όχι των παιδιών, οι γονείς είναι αυτοί που ανυπομονούν τα παιδιά τους να φτάσουν στο επίπεδο της Εθνικής Αντρών.
Οι ποδοσφαιριστές, είτε είναι 13-14- 15 είτε 17-18 19, γνωρίζουν τις δυνατότητές τους σε σχέση με τα άλλα παιδιά, άντε ίσως να βιάζονται λίγο κάποιοι που έχουν τις ικανότητες.
Αλλά, ό,τι και να πω εγώ, το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα που, αν δεν μπω στις τέσσερεις γραμμές να κάνω αυτό που πρέπει καλύτερα από τους άλλους, δεν θα είμαι καλύτερος, είναι ένα άθλημα στο οποίο αφενός ο παίκτης αποδεικνύει το ταλέντο του και το πόσο προσαρμοστικός είναι, αφετέρου φαίνεται το κατά πόσο ο προπονητής γίνεται κατανοητός στους παίκτες και περνάει στο γήπεδο αυτά που θέλει να περάσει.
Η ανυπομονησία λοιπόν προέρχεται πολλές φορές από το περιβάλλον του παιδιού και το επηρεάζει ζητώντας να βιαστεί.
Γνωρίζω πάρα πολλές περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που απ’ τα 17-18, αλλά και από μικρότερες ηλικίες, είχαν την υπομονή να δουλέψουν βασικούς προπονητικούς στόχους και, όταν έφτασαν στο υψηλό επίπεδο, ήταν έτοιμοι.
Αντίθετα, κάποιοι που βιάστηκαν να φτάσουν δεν άντεξαν.
Γιατί σε τόσο υψηλό επίπεδο, όπως σε μια Εθνική ομάδα, βρίσκεσαι μεταξύ των καλύτερων, είσαι μέλος τους, τους αντιμετωπίζεις.
Στο ποδόσφαιρο, εάν είσαι γρήγορος, μπορεί να βρεις κάποιον πιο γρήγορο, αν είσαι δυνατός, μπορεί να βρεις κάποιον δυνατότερο, αν είσαι έξυπνος, μπορεί να βρεις κάποιον εξυπνότερο, το θέμα είναι πώς τα συνδυάζεις και πόση υπομονή έχεις.
Και όσον αφορά στη λέξη «υπομονή», λες «υπομονή, υπομονή, τι να περιμένω;»: επιμένω να πετύχω κάτι και έχω τις βασικές προϋποθέσεις για να το καταφέρω, δεν υπομένω, υπάρχει διαφορά.
Καμιά φορά, επειδή είναι τέτοιες οι ηλικίες, μπορεί τα νέα παιδιά να ξεφύγουν, ειδικά μετά από επιτυχίες, αλλά όλα είναι θέμα περιβάλλοντος, στόχων και κανόνων που τίθενται.
Δεν μπορεί σε μια επιτυχία ή αποτυχία να τους αφήνεις όλους ανεξέλεγκτους, δεν είναι σωστό σε μια επιτυχία που είναι όλοι ενθουσιασμένοι να είσαι κι εσύ μέσα στον ενθουσιασμό, δεν είναι σωστό σε μια απογοήτευση που είναι όλοι στενοχωρημένοι να απογοητευτείς κι εσύ ως προπονητής.
Ο προπονητής πρέπει πάντα να κρατάει τις ισορροπίες, να θέτει τους κανόνες και να φροντίζει να τηρούνται, γιατί, εάν σε μια ομάδα, σε μια εκπαίδευση παιδιών ή ποδοσφαιριστών, ξεπεραστούν οι διαχωριστικές γραμμές και οι αποστάσεις, τότε χαλάει ο τρόπος με τον οποίον (πρέπει να) λειτουργεί αυτή η ομάδα.
Επίσης, θα είναι ψέμα να πούμε ότι οι νεαροί ποδοσφαιριστές δεν επηρεάζονται από τα χρήματα και τη φήμη που ακολουθούν την αντρική κατηγορία.
Αν έρθουμε στη θέση τους, θα δούμε ποδοσφαιριστές 18-19 ετών ή 20-21 (Ελπίδων) να έχουν συμβόλαια πολύ υψηλά και να απολαμβάνουν πράγματα για τα οποία δουλεύει κάποιος άνθρωπος μια ζωή ολόκληρη.
Αν κάποιος λοιπόν δεν μπορεί να τα πετύχει, τότε, ναι, όλο αυτό αποτελεί στόχο.
Και γι’ αυτό καμιά φορά δεν βιάζονται, απλώς θέλουν να φτάσουν σε αυτό το επίπεδο, δεν τους νοιάζει το πότε, τους ενδιαφέρει το πώς θα τα καταφέρουν.
Και πολλές φορές το οικογενειακό περιβάλλον επηρεάζει, όπως επίσης το ίδιο κάνει και το περιβάλλον των ανθρώπων που τους εκπροσωπούν και τους παρουσιάζουν ως «πελάτες», εκείνοι που λένε «ναι, εγώ έχω έναν ποδοσφαιριστή που κάνει αυτό, που κάνει το άλλο».
Η Ελπίδων λοιπόν είναι ένα σκαλί πριν την Αντρών και αποτελεί το μεγαλύτερο όνειρο που μπορεί να έχει ένας ποδοσφαιριστής.
Το ότι θα παίξει εκεί είναι η αρχή, άρα ο στόχος δεν επιτυγχάνεται με το που πας στη Νέων ή την Ελπίδων, τότε όμως ακριβώς είναι που γεννιούνται οι προϋποθέσεις για να αυξήσεις τους στόχους σου και να γίνεις πιο συγκεκριμένος σε αυτό που θέλεις να πετύχεις.
Φυσικά, οι νέοι ποδοσφαιριστές μπορεί να παρασυρθούν, έχουν χαθεί επαγγελματίες 28-30 ετών, τα λάθη είναι στην καθημερινότητά μας, το θέμα όμως είναι να μαθαίνουμε -όχι απ’ τα λάθη μας αλλά- απ’ τη σωστή τους διόρθωση!
Οι Εθνικές αυτών των κατηγοριών, Νέων και Ελπίδων, αποτελούν ένα όχημα αναγνωρισιμότητας, αλλά υπάρχουν ποδοσφαιριστές των οποίων η φήμη προηγείται της ικανότητας, όπως και παίκτες των οποίων η ικανότητα σε βάθος χρόνου θα φέρει και τη φήμη.
Είναι άτοπο για έναν ποδοσφαιριστή να θέλει να κάνει σύντομα τα πάντα, δεν γίνεται αυτό, πρέπει να έχει μια λογική σειρά ο στόχος που θέλεις τώρα να πετύχεις με τον επόμενο στόχο.
Αυτό συμβαίνει, γιατί συνήθως αυτά τα παιδιά δεν γνωρίζουν πού πραγματικά βρίσκονται.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουν σε αυτήν την ηλικία είναι να το αντιληφθούν αυτό, ώστε να βελτιωθούν, γιατί πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης.
Γι’ αυτό πρέπει να γίνεται αξιολόγηση, την οποία δεν θα πρέπει να τη φοβούνται οι παίκτες. Τι να φοβηθούν; Την αξιολόγηση της τεχνικής τους, της τακτικής τους, της φυσικής τους κατάστασης, του τρόπου με τον οποίον είναι ισορροπημένοι, τον τρόπο με τον οποίον σκέφτονται;
Ενώ το ίδιο το ποδόσφαιρο δεν είναι επιστήμη, έχει πάρα πολλές επιστήμες γύρω του που το βοηθούν.
Γνωρίζουμε εκ των προτέρων, για έναν ποδοσφαιριστή που θέλουμε να παρακολουθήσουμε ή να πάρουμε στην ομάδα μας, τους δείκτες της φυσικής κατάστασης, το πόσο μπορεί να ψηλώσει, να μεγαλώσει, να γίνει πιο δυνατός.
Μάλιστα, σε ευρωπαϊκά ή γενικότερα υψηλού επιπέδου πρωταθλήματα δίνονται σε real time όλοι οι δείκτες φυσικής κατάστασης.
Δεν μπορεί κανείς να κρυφτεί για το πόσο εύκολα μπορεί να τραυματιστεί ή για το πόσο εύκολα μπορεί να προφυλαχτεί. κάποιους παίκτες οι προπονητές τους προφυλάσσουν και άλλους τους επιβαρύνουν.
Όλα τα στοιχεία είναι γνωστά λοιπόν, φυσικά τα γνωρίζουν και οι μάνατζερ, γι’ αυτό και υπάρχουν περιπτώσεις παικτών που θέλουν να πάνε σε μια ομάδα, αλλά χαλάει η μεταγραφή λόγω του τρόπου με τον οποίον επεμβαίνει ο μάνατζερ, ο οποίος θέλει να περάσει τον παίκτη του πχ κρύβοντας ένα μειονέκτημα.
Θυμάμαι όλα τα παιδιά εκείνης της φουρνιάς με την οποία κατακτήσαμε τη δεύτερη θέση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων το 2012 και το 2013 προκριθήκαμε στα τελικά του Μουντιάλ Νέων.
Από το 2009-2010 που ήμουν στις Εθνικές ομάδες (πχ Νέων) θυμάμαι τα παιδιά που είχα, κάποια απ’ τα οποία αυτήν την στιγμή είναι στην Εθνική Αντρών και άλλα που ήταν καλοί παίκτες, αλλά δεν συνέχισαν για κάποιους λόγους.
Για όλους μπορεί να ήμουν ένας προπονητής στη θητεία του οποίου άλλοι μπορεί να έπαιζαν και άλλοι όχι, αλλά όλοι γνώριζαν ότι ήμουν δίκαιος, πράγμα που το βλέπω κάθε φορά που συναντιέμαι με έναν παίκτη.
Με τα περισσότερα από εκείνα τα παιδιά ήμασταν μια αγκαλιά, γιατί αυτό πρέπει να κάνει ένας προπονητής, να κάνει τους παίκτες του να μην τον ξεχνάνε.
Είναι δύσκολο να βρεις έναν καλό προπονητή και ακόμα δυσκολότερο να τον ξεχάσεις!
Θα μπορούσα να είμαι προπονητής σε μια ομάδα, αλλά προτιμάω να βοηθάω αυτήν την στιγμή προπονητές να γίνουν καλύτεροι, με την εμπειρία μου, με την γνώση, με αυτό που είμαι.
Μπορεί να έρθει κάποιος άλλος, αλλά, όσο είμαι και μπορώ να βοηθήσω σε αυτή τη διαδικασία, λέω σε παίκτες και προπονητές αυτά που θα ήθελα να ακούσω εγώ από κάποιον που θα είχε τη θέση μου.
Είχα το προνόμιο, όπως οι περισσότεροι Ομοσπονδιακοί προπονητές, να έχω έστω και για μικρά διαστήματα τους παίκτες.
Στο διάστημα αυτό, μια βδομάδα, 10 μέρες, σου εκμυστηρεύονται τα πάντα, όλα τα προβλήματα που τους προσθέτει η καθημερινότητα από τις ομάδες τους.
Και έχω χαρακτηριστικά παραδείγματα παικτών με τους οποίους θα πηγαίναμε σε κάποιο τουρνουά, οι οποίοι μου έλεγαν «κόουτς, αν μπορώ να μην έρθω, ο προπονητής μου μου είπε ότι θα με χρησιμοποιήσει στην ομάδα στο επόμενο παιχνίδι» κι εγώ δεν τους έπαιρνα με την ομάδα στο τουρνουά, για να τους δώσω τη δυνατότητα να παίξουν με τον σύλλογό τους.
Κάποιοι μου τηλεφωνούσαν βράδυ και μου έλεγαν «κόουτς, δεν με πήρε τελικά και έχασα και την ευκαιρία να έρθω μαζί σας εκεί που καταλάβατε αυτή τη θέση».
Εμένα ήταν εύκολη η θέση μου, γιατί τους έλεγα -ως αντικειμενικός παρατηρητής- την άποψή μου γι’ αυτούς.
Πρώτον, γνώριζα ότι είχαν την ικανότητα. Δεύτερον, δικαιολογούσα και τους προπονητές, έως ένα σημείο, γιατί δεν φτιάχνεις μια ομάδα με 11 19χρονους, έχεις παίκτες που στοιχίζουν εκατομμύρια, παίκτες που είναι 5-10 χρόνια στην ομάδα, κάθε ομάδα έχει τις ισορροπίες της.
Παρόλ’ αυτά, μέσα από τη λογική και τον διάλογο και αφού πρώτα απ’ όλα ακούσω τον παίκτη, λύνονταν τα θέματα. Γατί δεν ήμουν εκεί για να του μιλήσω, ήμουν εκεί για να τον ακούσω!
Για να χτίσεις τη σχέση σου με τον παίκτη, πρέπει πρώτα να ακούσεις τι θέλει να σου πει, μάλιστα τις περισσότερες φορές δεν στα λέει αμέσως και τα αφήνει να εννοηθούν.
Με τον τρόπο που τα λέει, εσύ θα πρέπει να ψάξεις λίγο, καθώς κάθε ποδοσφαιριστής, όπως και κάθε άνθρωπος, έχει ένα κουμπί και περιμένει, εκεί, «αξίζει τον κόπο να σε εμπιστευτώ ή δεν αξίζει;». Εκεί βασίζονται οι σχέσεις.
O τρόπος με τον οποίον εξελίχθηκαν οι ποδοσφαιριστές που έχω κοουτσάρει όλα αυτά τα χρόνια με κάνει να πιστεύω ακόμα περισσότερο για τους καλούς χαρακτήρες και το ποιόν τους.
Προφανώς και δεν είναι όλοι άνθρωποι με τις ίδιες συμπεριφορές, με τα ίδια βιώματα, είναι και ο τρόπος που μεγάλωσαν, ο τρόπος που τους φέρθηκε η ίδια η ζωή, αλλά εκείνοι που πραγματικά ξεχωρίζουν είναι αυτοί που είχαν το μυαλό, τη συμπεριφορά και την ικανότητα να λειτουργήσουν κυρίως με τη λογική.
Οι περισσότεροι δεν βρίσκονται τυχαία εκεί που είναι, δούλεψαν πάρα πολύ για να φτάσουν στο υψηλό επίπεδο.
Προφανώς και δεν είναι όλοι για εκεί, προφανώς και δεν μπορεί να βρίσκονται 40 παίκτες στην Εθνική Αντρών, αλλά εκείνοι που κυριαρχούν, κρατούν χαρακτήρα, έχουν μια πορεία μέσα στον χρόνο, δείχνουν ότι είναι ικανοί, ότι είναι πάρα πολύ σωστοί στη συμπεριφορά τους με τους συμπαίκτες, τους προπονητές, τους αντιπάλους, το περιβάλλον τους.
Απ’ την άλλη, δεν αξίζει τον σεβασμό μας κάποιος που παίζει 10 χρόνια σε μια ομάδα χωρίς να είναι διεθνής; Ίσα-ίσα, υπάρχουν πολλές ατομικές ιστορίες, αλλά δυστυχώς ο πολύς κόσμος στέκεται στο πρωτοσέλιδο, την είδηση, τον σκόρερ.
Υπάρχουν πολλές ιστορίες που τελικά είναι μεγάλες και, αν κουβεντιάσουμε με έναν ποδοσφαιριστή που δεν έπαιξε στην Εθνική ομάδα, θα μάθουμε πάρα πολλά πράγματα, θα διαπιστώσουμε όχι μόνο ήθος αλλά και πολλά άλλα στα οποία δεν δίνουν σημασία όσοι ασχολούνται με το ποδόσφαιρο.
Εκείνη την εποχή, μετά το 2009, τα ΜΜΕ δεν ασχολούνταν τόσο πολύ όσο τώρα.
Και τότε δεν είχες κι ένα κινητό στα αποδυτήρια μετά τη νίκη.
Επειδή έχω πάει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, στα αποδυτήρια μεγάλων ομάδων και Ομοσπονδιών υπάρχει η γραμμή “όχι τηλέφωνα εδώ”.
Υπάρχουν χώροι ιδιωτικοί, χώροι που θέλω να στενοχωρηθώ, να φωνάξω, να χαρώ, αλλά θέλω να το κρατήσω για εμένα.
Τι θα μου δώσει ένα like; Τι θα κερδίσω, αν δείξω πώς πανηγυρίζω; Ακολούθους σε ποιον κόσμο;
Για ποιον λόγο να λυπηθούν αυτά τα παιδιά που το 2012 ήρθαν δεύτερα, πίσω από την Ισπανία στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα; Χάσαμε έναν Τελικό από μια ομάδα που ήταν καλύτερη στα σημεία.
Πότε θα το ξαναζήσεις αυτό; Και τι είναι προτιμότερο, να ανεβάσεις κάτι με το κινητό ή να ζήσεις τη στιγμή;
Όπως και το Μουντιάλ Νέων του 2013 επίσης είναι κάτι που μένει βαθιά χαραγμένο μέσα σου, γιατί δεν πρόκειται να ξαναπάς, «στο Μουντιάλ Αντρών μπορεί να πάτε και να ξαναπάτε», τους είπα, «αλλά σε Μουντιάλ Νέων όχι, γιατί αλλάζει η ηλικία, εκεί πας μόνο μια φορά στη ζωή σου».
Έχω μάθει στη ζωή μου να ονειρεύομαι και πάντα περιμένω πότε θα γίνει το επόμενο όνειρο πραγματικότητα, έτσι μεγαλώνω ακόμη και τώρα.
Το 2012 αποτέλεσε για την καριέρα μου μια κορύφωση, αλλά… έως τότε.
Κάθε φορά που μπαίνεις σε μια διαδικασία διαγωνισμού τουρνουά, βλέπεις έναν Τελικό, βλέπεις ένα κύπελλο, οδεύεις εκεί, πας για τον επόμενο στόχο.
Όπως για παράδειγμα, οφείλουμε αυτήν τη “μη επιτυχία” της δεύτερης θέσης στην επόμενη ευκαιρία να την κάνουμε επιτυχία.
Και πάντα προσπαθούσα με τους παίκτες μου να κάνουμε ένα πράγμα τη φορά, να μη βιαζόμαστε. πρώτα ήταν η συμμετοχή Νέων στο Παγκόσμιο Κύπελλο, μετά ήταν η Εθνική Ελπίδων που για ένα γκολ στο 94′ μείναμε εκτός, το επόμενο ήταν η Εθνική Αντρών.
Αλλά και στην κοινωνία μας πόσο κρατάει μια είδηση; Μια, δυο, τρεις ημέρες; Μπορεί πλέον να είναι και δύο ώρες!
Για τους περισσότερους είμαστε μια είδηση που, όσο περνάει η ώρα, κατεβαίνει. Για εμάς όμως, είναι η ζωή μας!
Ως Τεχνικός Διευθυντής εκπαίδευσης της ΕΠΟ, θέλω να βοηθήσω όσο περισσότερους ανθρώπους μπορώ.
Γιατί είμαστε σε μια Ομοσπονδία με πολλά πράγματα να τρέχουν: η διαδικασία της εκπαίδευσης, η ανάπτυξη προγραμμάτων, το γυναικείο ποδόσφαιρο, όλα αυτά τα κομμάτια του ποδοσφαίρου, κομμάτια που απαρτίζουν ένα παζλ.
Όταν δω ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα, θα προσπαθήσω να βρω κάτι άλλο που θα μου δίνει τη δυνατότητα να είμαι χρήσιμος, γιατί θέλω να είμαι τέτοιος όπου βρίσκομαι.
Υπάρχουν άνθρωποι που μέσα από την πολύχρονη πορεία και ενασχόλησή μου με το ποδόσφαιρο με θυμούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ως ποδοσφαιριστή, ως προπονητή, ως άνθρωπο.
Και υπάρχουν και κάποιοι στους οποίους θα κάνει εντύπωση κάτι απ’ αυτά που έχω καταφέρει.
Θυμάμαι, είμαι προπονητής στην Εθνική Ελπίδων και παίζουμε με την Τουρκία στην Κατερίνη. Στο 10′ χάνουμε 1-0, αποβάλλεται παίκτης μας, στο 25ο λεπτό παίζουμε με εννέα παίκτες και τελικά κερδίζουμε αυτό το ματς με 2-1. Δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ.
Να ξεχάσω ότι 5.000 κόσμος, ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς σε όλο το παιχνίδι, δεν έφυγε ούτε ένας και μας περίμεναν έως το τέλος για τους πανηγυρισμούς; Να ξεχάσω ότι ο αντίπαλός μας αναγνώρισε την υπεροχή μας και το γεγονός ότι κερδίσαμε με εννέα παίκτες; Να ξεχάσω ότι πήγαμε στον Τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος και στον ημιτελικό παίζαμε επί 70 λεπτά με παίκτη λιγότερο, τότε που αποκλείσαμε την Αγγλία του Κέιν και του Μπάρκλεϊ, τότε που κερδίσαμε την Πορτογαλία; Δεν είναι άλλη μια μέρα στη δουλειά!
Και σε όλα αυτά, τα ταξίδια, το βαρύ πρόγραμμα κτλ, πρέπει να έχεις και έναν άνθρωπο που σε στηρίζει. Η γυναίκα μου λοιπόν ήταν πάντα εκεί για μένα.
Κι όταν εγώ δεν ήμουν σπίτι, εκείνη ήταν πάντα εκεί με τις κόρες μας, κάνοντάς με να νιώθω ασφάλεια και σιγουριά ότι εκείνη είναι το στήριγμα της οικογένειάς μας, ακόμα κι όταν εγώ φεύγω μακριά.
Η οικογένειά μας είναι το πιο ιερό πράγμα που μπορεί να έχει κανείς, εκεί θα γυρίσω μετά από μια επιτυχία, εκεί θα γυρίσω μετά από μια αποτυχία, εκεί θα ηρεμήσω από νεύρα που μπορεί να κουβαλάω.
Αν δεν έχεις γύρω σου ένα σωστό περιβάλλον, δεν κάνεις τίποτα. Κι εγώ αυτό το περιβάλλον το είχα, το έχω και ελπίζω να το έχω για πολύ ακόμα!
Ο Κώστας Τσάνας είναι Τεχνικός Διευθυντής εκπαίδευσης της ΕΠΟ.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Γιάννης Γιαννιώτας: Με την καρδιά μου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Οδυσσέας Παξινός: Μια σχέση με μεγάλη ευθύνη
Τάσος Θέος: Τα παιδιά μας δείχνουν το δρόμο
Αλέξανδρος Κατηκαρίδης: Οι πράξεις μας μένουν πίσω
Γιώργος Σίμος: Σκορ, αποτέλεσμα, επίδοση, απόδοση
Σωτήρης Συλαϊδόπουλος: Όλος ο κόσμος στον αντίχειρά σου αλλά η μπάλα στα πόδια σου
Νίκος Κεραμέας: Γονείς, μη βιάζεστε / Γιάννης Σιούτης: Ο πρώτος μου κόουτς