Η έννοια της αύρας, του πεπρωμένου είναι συχνά υπερεκτιμημένη. Μοιάζει απλώς «λογοτεχνική». Αλλά, συνάμα, είναι ελκυστική, «γαργαλάει» την περιέργεια και τον προσωπικό ενθουσιασμό.
Άλλες φορές τον «προσγειώνει». Κάποιες άλλες τον αποθεώνει και επιβεβαιώνει τον ρόλο της μοίρας.
Για το ζεύγος Τζον και Γκέρντρουντ Ουίλκινς, το άνοιγμα του φακέλου για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας του 1951, δεν σήμαινε (τότε) τίποτε.
Το μιούζικαλ «An American in Paris», του σκηνοθέτη Βινσέντε Μινέλι, είχε νικήσει τα φαβορί, την ταινία «Quo Vadis» του Μέρβιν Λίροι και το φιλμ «Λεωφορείο ο Πόθος» του Ελία Καζάν.
Ο «Αμερικανός στο Παρίσι» κέρδισε συνολικά έξι βραβεία, ως επιβράβευση του σταρ Τζιν Κέλι, της πρωτάρας Λέσλι Κάρον, του σπουδαίου συνθέτη Τζορτζ Γκέρσουιν, του στιχουργού αδερφού του, Άιρα και της ενορχήστρωσης του Σολ Τσάπλιν.
Εννέα χρόνια αργότερα, στις 12 Ιανουαρίου 1960, γεννήθηκε στη γαλλική πρωτεύουσα ένα μωρό που δεν γνώριζε πόσο άρρηκτα θα συνδέσει το όνομά του με την πόλη. Ο γιος των Τζον και Γκερντρούντ θα έφερε εξαρχής δύο γαλλικά ονόματα. Ζακ Ντομινίκ Ουίλκινς.
Και μπορεί εκείνο το παιδί να μην κέρδισε το μπασκετικό Όσκαρ ενός τίτλου στο ΝΒΑ, ωστόσο κατέκτησε μερικά άλλα, ατομικά «αγαλματίδια». Αναδείχθηκε κορυφαίος σκόρερ το 1986, ψηφίστηκε εννέα φορές All-Star και ήταν δις «βασιλιάς» του διαγωνισμού καρφωμάτων.
Μέχρι που στη γενέτειρά του κατέκτησε και απόλαυσε ένα απρόσμενο (ευρωπαϊκό) «Άγιο Δισκοπότηρο», με τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Η ζωή του δείχνει συνυφασμένη με τους τίτλους των τραγουδιών του σάουντρακ του «American in Paris»…
«An American in Paris»
Το ομώνυμο τραγούδι, συνοδεία μπαλέτου και διάρκειας 17 λεπτών, είναι το αποκορύφωμα της Οσκαρικής ταινίας.
Εμπνευσμένο από την ομότιτλη ορχηστρική σύνθεση του Γκέρσουιν, θαρρεί κανείς ότι με το μπαλέτο ταιριάζει στις αρμονικές κινήσεις του Ντομινίκ Ουίλκινς.
Η φαμίλια του «Νικ» ζούσε στο Παρίσι όσο ο πατέρας του, Τζον, ήταν λοχίας στην Πολεμική Αεροπορία των Η.Π.Α. και υπηρετούσε στη γαλλική πρωτεύουσα. Ο Τζον με τη σύζυγό του απέκτησαν οκτώ παιδιά και δεν ήταν μόνο ο Ντομινίκ εκείνος που έφτασε ως το ΝΒΑ. Καθώς στην αμερικανική Λίγκα αγωνίστηκε και ο Τζέραλντ (μ.ο. 13π. σε 900 αγώνες με Νικς, Καβς, Γκρίζλις και Μάτζικ).
Η θητεία του Τζον απαιτούσε πολλές μετακινήσεις και η οικογένεια έζησε σε Ντάλας και Βαλτιμόρη, πριν εγκατασταθεί στη Βόρεια Καρολίνα. Ο Ντομινίκ άρχισε να παίζει μπάσκετμπολ στα ανοικτά γήπεδα της Βαλτιμόρης και οργανωμένα στο γυμνάσιο Ντάνμπαρ. Δύο χρόνια πριν αποφοιτήσει, μετά την τελευταία μετακόμιση, φόρεσε τη φανέλα του γυμνασίου Ουάσινγκτον Χάι.
Οδήγησε το σχολείο του στην κατάκτηση δύο πολιτειακών τίτλων, το 1978 και 1979 και αναδείχθηκε ισάριθμες φορές MVP! Το ταλέντο, ευδιάκριτο. Τα εκπληκτικά αθλητικά προσόντα έβαλαν τη ζωή σου σε ένα ξεκάθαρο, ανοδικό μονοπάτι.
Σε ένα ματς σκόραρε 48π. με εννέα καρφώματα, μάζεψε 27ριμπ. και πρόσθεσε οκτώ κοψίματα, κερδίζοντας ένα ολοσέλιδο αφιέρωμα του φημισμένου περιοδικού «Sports Illustrated»
Το NCAA θα ήταν το επόμενο βήμα. Η πορεία έδειχνε ως μονόδρομος για ακόμη ψηλότερα.
«Nice Work If You Can Get It»
Μελωδία του 1930, με δεκάδες τζαζ διασκευές και ερμηνείες από τις «ιέρειες» Μπίλι Χόλιντεϊ, Σάρα Βον και Έλα Φιτζέραλντ και τους Φρανκ Σινάτρα, Φρεντ Αστέρ και Θελόνιους Μονκ.
Ο αρχικός τίτλος ήταν «There Is No Stopping Me Now» (=«Τίποτα Δεν Με Σταματά Τώρα»). Κάπως έτσι ένιωθε στα κολεγιακά χρόνια του ο Ουίλικινς.
Έλαβε υποτροφία από το πανεπιστήμιο της Τζόρτζια και βρέθηκε στην πόλη Αθήνα. Στην πρώτη Αθήνα του, πριν το 1995 φτάσει ως την Ελλάδα.
Στους «Bulldogs» έπαιξε πλάι στους ΛαΒον Μέρσερ και Τέρι Φερ, οι οποίοι στη συνέχεια φόρεσαν τη φανέλα της Μακάμπι Τελ Αβίβ.
Στη Τζόρτζια, ο Ντομινίκ επιβεβαίωσε την ιδιότητα του fun to watch φόργουορντ, χάρη στις θεαματικές κινήσεις του. Το 1981, ως δευτεροετής, ανακηρύχτηκε καλύτερος παίκτης της περιφέρειας SEC.
Αποχώρησε από το NCAA το 1982, μετά την τρίτη σεζόν του, με μ.ό. καριέρας 21,6π..
Δήλωσε συμμετοχή στο ντραφτ του ίδιου καλοκαιριού. Κι ενώ εύλογα ήταν επιθυμητός από το μισό ΝΒΑ, ο ίδιος είχε μία ξεκαθαρισμένη άρνηση για ένα συγκεκριμένο μέρος.
Η μικρή αγορά της Γιούτα, η για κάποιους αμφιλεγόμενη «χώρα των Μορμόνων» δεν του έκανε. Το ξεκαθάρισε, το απαίτησε, το πέτυχε…
«I ‘ll Build A Stairway To Paradise»
Κυκλοφόρησε το 1922, διασκευάστηκε από τις Σάρα Βον, Λάιζα Μινέλι και Νάνσι Σινάτρα και ακούστηκε και το 2004 στο φιλμ «The Aviator».
Ο Ουίλκινς, σε πείσμα των καιρών και των «πρωτοκόλλων» -και σε μία εποχή που το ΝΒΑ δεν ήταν «Λίγκα των παικτών» και δεν «υπάκουε» σε κάθε απαίτησή τους- θέλησε να «χτίσει» τη δική του «σκάλα» προς τον μπασκετικό «παράδεισο» που φανταζόταν.
Για τον Ντομινίκ σημασία είχε η «μελωδία» να είναι δική του. Να αρέσει κυρίως στα δικά του αυτιά. Και αυτή δεν θα ήταν η (ομάδα) Τζαζ.
Η Γιούτα τον επέλεξε μεν στο Νο3 του ντραφτ του 1982, πίσω από τους Τζέιμς Ουόρθι (Λέικερς) και Τέρι Κάμινγκς (Κλίπερς), ωστόσο ο «Νικ» δεν επιθυμούσε να παίξει εκεί.
«Ήθελαν να με χρησιμοποιήσουν ως πάουερ φόργουορντ και δεν υπήρχε περίπτωση να δεχθώ να μπω σε αυτή τη λογική», είχε εξηγήσει ο Ουίλκινς. Τονίζοντας πως «εκείνες τις μέρες η θέση “4” άνηκε σε μεγαλόσωμους τύπους».
Οι Τζαζ είχαν οικονομικές δυσκολίες και δέχθηκαν να τον παραχωρήσουν στην Ατλάντα, αντί των Τζον Ντρου και Φρίμαν Ουίλιαμς και ποσού ενός εκατομμυρίων.
Ο Τύπος χαρακτήρισε χρόνια αργότερα την ανταλλαγή ως «κλοπή», καθώς οι Ντρου και Ουίλιαμς αγωνίστηκαν «αθόρυβα» για τέσσερις σεζόν στη Γιούτα, ενώ ο «Νικ» μεγαλούργησε στην Ατλάντα.
Η Γιούτα βρήκε τον δρόμο της τα επόμενα χρόνια, επιλέγοντας στο ντραφτ του 1984 και 1985 τους Τζον Στόκτον και Καρλ Μαλόουν αντίστοιχα, οι οποίοι την οδήγησαν ως τους Τελικούς του 1997 και 1998 (ισάριθμές ήττες από τους Μπουλς).
«I Got Rythm»
Η πρώτη έκδοσή του, στις αρχές της δεκαετίας του ’30, σε μουσική Τζορτζ Γκέρσουιν και στίχους Άιρα Γκέρσουιν, μνημονεύεται ακόμη ως ένα σημείο αναφοράς της τζαζ.
Η εξέλιξη της έγχορδης ενορχήστρωσης και οι περιβόητες «αλλαγές ρυθμού» έγιναν η βάση πολλών μελλοντικών ήχων της τζαζ από εξαιρετικούς μουσικούς όπως οι Τσάρλι Πάρκερ και Ντίζι Γκιλέσπι και θεωρήθηκε προάγγελος του Bebop.
Με τη φανέλα των Χοκς, ο Ντομινίκ βρήκε αμέσως τον ρυθμό του. Σε κάθε ματς «αιωρούνταν» η απορία «τι θα κάνει απόψε;» και «πώς μπορεί να ξεπεράσει την προηγούμενη φορά;». Ο «Νικ» λάτρεψε τη «στρατόσφαιρα» του ΝΒΑ.
Τα βλέμματα ήταν μονίμως καρφωμένα πάνω του. Τη σεζόν 1985-1986 αναδείχθηκε κορυφαίος σκόρερ με μ.ό. 30,3π. ανά αγώνα και έλαβε το παρωνύμιο «The Human Highlight Film»!
Ο «άνθρωπος-στιγμιότυπο» σκόραρε εντυπωσιακά, σκόραρε πολύ και το μόνο που έλειπε ήταν η ομαδική επιβεβαίωση. Οδήγησε τους Χοκς εννέα φορές στα πλέι οφς, στις 12 σεζόν του στην Ατλάντα, με μεγαλύτερη χαμένη ευκαιρία αυτή του 1988.
Τα «Γεράκια» αντιμετώπισαν τους Σέλτικς στον δεύτερο γύρο και αν και ηττήθηκαν στα δύο πρώτα ματς στη Βοστόνη, πέτυχαν τρεις διαδοχικές νίκες. Το έκτο ματς διεξαγόταν στο «σπίτι» τους, όμως ηττήθηκαν 102-100 και υποχρεώθηκαν να ταξιδέψουν πάλι στη Μασαχουσέτη, για Game 7.
Η αναμέτρηση της 22ης Μαΐου έμεινε στην ιστορία ως «Bird-Wilkins Duel», καθώς στην τέταρτη περίοδο ο ένας σκόραρε μετά τον άλλον. Σε μία κλασική «μονομαχία», ο Ντομινίκ, με 14π. στο τελευταίο δωδεκάλεπτο, μέτρησε 47π. και ο Λάρι Μπερντ κατέγραψε 34, με 20 στο ίδιο διάστημα!
Οι Σέλτικς επιβλήθηκαν με 118-116 και προκρίθηκαν, χάνοντας στους Ανατολικούς τελικούς από το Ντιτρόιτ.
«Tra-la-la (This Time It’s Really Love)»
Η «τρέλα» του κοινού για κάθε κίνηση του Ουίλκινς επιβεβαιώθηκε στις νίκες του στους διαγωνισμούς καρφωμάτων του 1985 και 1990.
Μάλιστα… ενισχύθηκε μεταξύ των θαυμαστών του στην «ήττα» στον αντίστοιχο διαγωνισμό του 1998 στο All Star Game στο Σικάγο, όταν πολλοί θεώρησαν πως οι κριτές, κατά το κοινώς λεγόμενο, «έπαιξαν έδρα» και ευνόησαν τον Μάικλ Τζόρνταν.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, πάντως, άρχισε και μία παράδοξη εποχή για τον «Νικ».
Τα πόδια, μετά τα 30, άρχισαν να βαραίνουν. Αρχικά το αντιμετώπισε με προσαρμοστικότητα. Τη σεζόν 1990-1991 πέτυχε 85 τρίποντα, είχε 34.1% από τη γραμμή των 7,25μ. και έδειξε ότι προσθέτει στοιχεία στο παιχνίδι του, όσο ο «πατέρας-χρόνος» τού «έκλεβε» σταδιακά την εκρηκτικότητα.
Ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία των Χοκς (23.292π. σε 12 σεζόν) όφειλε να καταλάβει ότι ο ρόλος του σταρ ήταν κάτι που ενδεχομένως ξέφευγε από τα χέρια και τα «φτερωτά» πόδια του… Αρχικά, πάντως, τίποτα δεν άλλαξε, ακόμη και όταν τον Ιανουάριο του 1992 διέλυσε τον αχίλλειο τένοντά του… Την επόμενη σεζόν επέστρεψε δυνατός και κατέγραψε σε ηλικία 33 ετών μ.ό. 29,9π.!!!
Το 1994, ωστόσο, η Ατλάντα τον παραχώρησε στους (τότε ταπεινούς) Λος Άντζελες Κλίπερς. Ομολόγησε πως «ήμουν τόσο θυμωμένος που βρέθηκα εκεί, που στην πρώτη προπόνηση φώναξα σε ένα ball-boy να μου φέρει κάλτσες…
»Μονάχα που δεν ήταν παιδί για τις δουλειές, αλλά ο παίκτης των “Κλιπς”, Ράντι Γουντς, τον οποίο δεν είχα δει ποτέ να αγωνίζεται!».
Για μία ακόμη φορά είχε βιώσει την απόρριψη.
Είχε προηγηθεί το 1996, όταν η Λίγκα, στα 50 χρόνια συμπλήρωσης του ΝΒΑ, δεν τον συμπεριέλαβε στους 50 κορυφαίους παίκτες της.
Το 1992, επίσης, είδε τον εξαιρετικό μεν αλλά όχι τόσο «λαμπερό» και με λιγότερα «παράσημα» Κρις Μάλιν να «χωρά» στην πρώτη και αυθεντική «Dream Team».
Ο Ουίλκινς συμπεριλήφθηκε στη δεύτερη ομάδα, στο Μουντομπάσκετ του 1994 στον Καναδά, όπου κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο, όμως ποτέ δεν «χώνεψε» την απουσία του από τους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, δύο χρόνια νωρίτερα…
Το καλοκαίρι του 1994 μετακόμισε στους (υπό «χτίσιμο») Σέλτικς, προβάροντας τα «πράσινα», πριν από την «προσγείωση» στην Ελλάδα.
«Concerto in F for Piano and Orchestra»
Ο Τζορτζ Γκέρσουιν έγραψε το συγκεκριμένο κομμάτι το 1925.
Εβδομήντα χρόνια αργότερα, θα προσέδιδε μία διττή σημασία στην απρόσμενη, λες και ήταν ψέμα, άφιξη του Ντομινίκ Ουίλκινς στον Παναθηναϊκό και το ελληνικό πρωτάθλημα.
Το «Concerto» είναι ένα σόλο πιάνου. Ταιριαστό στον σόουμαν «Νικ» ο οποίος στην Ελλάδα αισθάνθηκε και πάλι αποδεκτός. Ένιωσε ο παλιός εαυτός του. Κυρίαρχος, σταρ, σε ένα μέρος που όριζε το πεπρωμένο του και θα τον έφερνε σύντομα στο Παρίσι του.
Το «F», στο τραγούδι, θα αποτύπωνε γλαφυρά εκείνη την… «κακιά» λέξη που ο Ουίλκινς θα ήθελε να ξεστομίζει κάθε μέρα στον αυστηρό και «τεχνοκράτη» προπονητή του.
Η σχέση Ντομινίκ-Μπόζινταρ Μάλκοβιτς έμοιαζε εξαρχής τεταμένη. Από τη μία ένας αρτίστας και από την άλλη ένας «σκακιστής».
Ο Ουίλκινς ήταν ο Ουίλκινς ακόμη και σε ηλικία 35 ετών. Αποθεώθηκε από 4.000 οπαδούς στο αεροδρόμιο και από δέκα χιλιάδες στην πρώτη προπόνησή του! Ήταν ξεκάθαρο ποιον λατρεύει το κοινό.
Ο «Μπόζα» δεν καταλάβαινε από ονόματα και συνήθιζε να εξαντλεί τους παίκτες στην προπόνηση. Ο Ντομινίκ τον είχε ενημερώσει για ένα πρόβλημα με το άσθμα του, όμως ο Μάλκοβιτς το θεώρησε ως δικαιολογία.
Ο Αμερικανός είχε δηλώσει χρόνια αργότερα πως «μου φερόταν σαν σκυλί…». Αποκαλύπτοντας στιχομυθία του Σέρβου με συμπαίκτες του που ανέφερε πως «ο Ντομινίκ είναι μ…..ς, όμως τον έχουμε ανάγκη»!
«By Strauss»
Τραγούδι που γράφτηκε το 1936 από τον Γκέρσουιν, προς τιμήν των μουσικών-θρύλων του βαλς Γιόχαν Στράους του πρεσβύτερου και Γιόχαν Στράους του νεότερου.
Ο Ντομινίκ Ουίλκινς επιμένει πως έδωσε πολύ τόπο στην οργή στη σχέση του με τον Μάλκοβιτς, όμως μάλλον εκπλήρωσε την προσδοκία της απόκτησής του, με ένα παριζιάνικο αριστούργημα.
Εκτός από την αίγλη μίας τέτοιας μετεγγραφής, οι αδερφοί Γιαννακόπουλοι έφεραν τον «Νικ» στην Ελλάδα με στόχο την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, μετά τις αποτυχίες στα φάιναλ φορ του 1994 και 1995.
Ο Αμερικανός θύμισε τον εαυτό του στον προημιτελικό Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό (32π.) και στον τελικό (25π.) με τον Ηρακλή του Ρόι Τάρπλεϊ και του επίσης άλλοτε παίκτη από το ΝΒΑ, Εξέιβιερ ΜακΝτάνιελ.
Στο φάιναλ φορ του Παρισιού, σκόραρε 35π. στον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας και στον επεισοδιακό τελικό με τη Μπαρτσελόνα μέτρησε 16π.. Ούτως ή άλλως, στο ματς με τους Καταλανούς ο σταρ θα ήταν ο Στόγιαν Βράνκοβιτς με την αμφιλεγόμενη τάπα του στην εκπνοή.
Ο «Νικ» είχε υπογράψει συμβόλαιο 2+1 έτων με τον Παναθηναϊκό, το οποίο την πρώτη σεζόν τού απέφερε 3,5 εκατομμύρια δολάρια και 200.000 πριμ για την κατάκτηση της ευρωπαϊκής κούπας!
Μία σεζόν, πάντως, που δεν ολοκληρώθηκε, καθώς τραυματίστηκε στον αχίλλειο στον τρίτο τελικό των πλέι οφς της Α1 με τον Ολυμπιακό.
Δεν αγωνίστηκε στον τέταρτο και είχε ήδη αναχωρήσει από την Ελλάδα πριν από τον πέμπτο, στον οποίο το «τριφύλλι» διασύρθηκε με 73-38… Οι περισσότεροι τον κατηγόρησαν ως «κατά φαντασία» τραυματία.
«S Wonderful»
Παρά το άδοξο τέλος της θητείας του στον Παναθηναϊκό, ο Ντομινίκ είχε νιώσει και πάλι υπέροχος.
Ο τραπεζικός λογαριασμός του είχε «φουσκώσει» σαν την υπερηφάνεια του, ενώ φέρεται βάσει συμβολαίου να κέρδισε άλλο ένα εκατομμύριο δίχως καν να αγωνιστεί άλλη φορά με τα «πράσινα».
Επέστρεψε στις Η.Π.Α. και αποδέχθηκε συμπληρωματικό ρόλο στους Σπερς των Ντέιβιντ Ρόμπινσον, Σον Έλιοτ, Τσακ Πέρσον, Έιβερι Τζόνσον και Βέρνον Μάξουελ, και μάλιστα για τον μίνιμουμ μισθό βετεράνου (247.500 δολάρια ετησίως).
Για πρώτη φορά στην καριέρα του συμβιβάστηκε με την ιδέα να έρχεται από τον πάγκο. Ο Γκρεγκ Πόποβιτς, ο οποίος χρίστηκε χεντ κόουτς έπειτα από 18 αγώνες στη χρονιά, δήλωσε στο «The Undefeated» ότι «ήθελε να παίζει.
»Καθόταν στον πάγκο και “ξυνόταν” να αγωνιστεί. Ήταν σαν να είχε πιεί έναν τόνο καφέ! Τον βάλαμε σε μία ρουτίνα, διότι αναζητούσαμε αυτό που βρήκαμε έπειτα από χρόνια στον Τζινόμπιλι. Έναν παίκτη να μας δίνει ενέργεια και σκορ από τον πάγκο.
»Φαντάζομαι πως θα ήταν δύσκολο να το αποδεχθεί γιατί ακόμη σκόραρε σαν τρελός (σ.σ.: 18,2π. μ.ό.), όμως δεν έδειξε ποτέ κανένα παράπονο. Ήταν υπέροχος».
Ο Ουίλκινς έπαιξε και πάλι στην Ευρώπη το 1997-98, για τη Φορτιτούντο Μπολόνια (μαζί με τον Ντέιβιντ Ρίβερς). Και στην κουτσουρεμένη σεζόν του λοκ-άουτ, το 1998-99, έκλεισε την καριέρα του με 27 ματς στους Ορλάντο Μάτζικ, με μόλις μ.ό. 5π. και στην πρώτη φορά που έμεινε κάτω από τους 17π. σε μία χρονιά.
«Embraceable Υou»
Συνήθισε να ακούει χειροκροτήματα, διθυραμβικά σχόλια. Ο Ντομινίκ, όμως, είχε ανάγκη και την (μπασκετική) αγκαλιά.
Μια αγκαλιά, ωστόσο, που στην πραγματική ζωή του δεν στέρησε από τα παιδιά του.
Ο Ουίλκινς, που είναι πλέον τόσο παράγοντας των Ατλάντα Χοκς όσο και αναλυτής αγώνων, περνά περισσότερο χρόνο με την οικογένειά του και κυρίως με τις δύο κόρες του.
Με κείμενό του στην ιστοσελίδα «The Players Tribune», είχε αναφέρει ότι η 22χρονη Ντάνιελ είναι στο φάσμα του αυτισμού, ενώ η 12χρονη ΤζοΤζο έχει μηνιγγομυελοκήλη, μία σπάνια ασθένεια της σπονδυλικής στήλης και των μεμβρανών γύρω από το νωτιαίο μυελό και είναι καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι…
Ο «Νικ» έγραψε πως «έφτασα σε σημείο να μην τις παίρνω μαζί μου στο γήπεδο για να μην βλέπω στην έκφρασή τους την απογοήτευση από το πώς τις έβλεπε και έκρινε ο κόσμος».
Καταλήγοντας ότι «η απομόνωσή μας θα εξαφανίζεται. Για εκείνους που έχουν ανάγκη, όμως, ο κόσμος μένει ίδιος. Εκτός αν εμείς τον αλλάξουμε για χάρη τους. Αν αρχίσουμε να τους καταλαβαίνουμε περισσότερο και να τους αποδεχόμαστε».
Μάλιστα, ανάρτησε στο Twitter ένα βίντεο στο οποίο βοηθά την ΤζοΤζο να καρφώσει σε μία μπασκέτα, ζητώντας από τους ακόλουθούς του να ενισχύσουν οικονομικά οργανώσεις για παιδιά με αναπηρίες.
«Love Is Here To Stay»
Η καλλιτεχνική φύση του, με τα καρφώματα-«ανεμόμυλους» και τις γεμάτες αρμονία κινήσεις πάνω στο παρκέ και κυρίως πάνω… από τη στεφάνη, δέχθηκε και κριτική.
Ο αγαπημένος παίκτης των highlights κάθε βραδιάς, είχε πλάι του τον γνωστό αστερίσκο των μεγάλων σταρ που ολοκληρώνουν την καριέρα τους δίχως έναν τίτλο στο ΝΒΑ.
Εκείνοι οι υπέρμαχοι του «ναι, αλλά δεν φόρεσε δαχτυλίδι πρωταθλητή», ίσως να μην είναι καθόλου φαν του. Κάποιοι θα θυμίσουν πως ακόμη και στο NCAA, το πανεπιστήμιο της Τζόρτζια σημείωσε τη σπουδαιότερη επιτυχία του, τη συμμετοχή στο φάιναλ φορ, τη χρονιά που ο Ντομινίκ ήταν ρούκι στο ΝΒΑ.
Τη δεκαετία του ’80, την περίοδο που οι μεγάλοι σταρ όπως οι Μάτζικ Τζόνσον και Λάρι Μπερντ κατακτούσαν τίτλους, το να είσαι αληθινός οπαδός του Ουίλκινς ήταν θαρρεί κανείς σαν να υποστήριζες τους Ουάσινγκτον Τζένεραλς, στους αγώνες με τους Χάρλεμ Γκλόουμπτροτερς!
Η απόρριψη τον πείραξε, τον πλήγωσε, αλλά δεν τον άλλαξε. Είναι πρεσβευτής πολλών οργανώσεων κατά του διαβήτη, μέλος δεκάδων ιδρυμάτων.
Η φανέλα του με το Νο21 έγινε η πέμπτη που κρεμάστηκε στην οροφή της έδρας των Χοκς. Το 2015 το άγαλμά του που παρουσιάστηκε στο γήπεδο και από το 2006 είναι μέλος του Hall Of Fame.
Κάτι που, όπως και τα εκατομμύρια προβολών των εντυπωσιακών στιγμιότυπών του στο διαδίκτυο, εξασφαλίζει τη μπασκετική «αθανασία» εκείνου του «Αμερικανού στο Παρίσι».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ο «Πρώτος Χορός» του Μάικλ Τζόρνταν / Ο πιο μεγάλος σταρ (ως τον επόμενο)
Κόμπι Μπράιαντ, η εκτυφλωτική νοοτροπία του «τίποτα δεν πάει χαμένο»…
Λάρι Μπερντ, ο Άνθρωπος του Βιτρούβιου / Το Σιάτλ είναι ακόμη το πιο χαρούμενο «σημάδι» του Σον Κεμπ
Ο Μάτζικ Τζόνσον κοίταξε κατάματα τον HIV και άλλαξε τη συζήτηση για το AIDS
Ο Άλεν Άιβερσον έγινε σύμβολο μίας κουλτούρας που δεν του στέρησε τη μπασκετική «αθανασία»
Ο Βινς Κάρτερ «κάρφωσε» (και) τη σημαία του Τορόντο στον χάρτη του ΝΒΑ
Η αβάσταχτη απλότητα του (περίπλοκου) εαυτού του Ντένις Ρόντμαν