Υπάρχουν στιγμές, καταστάσεις ή πρόσωπα στα οποία η έννοια του ξεχωριστού και του συνηθισμένου δεν είναι αντιφατική. Δεν είναι ακριβώς ταυτόσημη, ωστόσο έχει μία ικανότητα να συνδέεται.
Ο Νικολά Ανελκά πάλεψε πολύ με αυτά τα δύο άκρα. Δεν ήταν αλαζονεία να πιστεύει πως είναι ιδιαίτερος, είτε ως άνθρωπος είτε, κυρίως, ως ποδοσφαιριστής.
Δεν συμβιβάστηκε, όμως, και με τη ρουτίνα του παίκτη που ή καλομαθαίνει από νωρίς σε χρήματα και επιτυχίες ή απλώς επιβεβαιώνει την «κακιά συνήθεια» να αισθάνεται αντισυμβατικός.
Αυτό που σίγουρα πέτυχε, πέρα από όσα -λίγα ή πολλά για το ταλέντο του – κατόρθωσε στο χορτάρι, έγιναν σχεδόν πάντα με τον δικό του τρόπο. Με τη δική του ικανότητα να διαχειρίζεται, με επιτυχία ή όχι, και τις συνθήκες και περισσότερο από όλα τις δικές του επιλογές. Ο Γάλλος παλαίμαχος επιθετικός δεν επιθυμούσε να περιμένει.
Λάτρευε να έχει την ευχέρεια των αποφάσεων. Αλλά, συνάμα, ήταν πάντα έτοιμος για τις συνέπειες των πράξεών του. Κριτικάροντας, ακόμη και σατιρίζοντας και τον εαυτό του και όποιον είχε άμεση σχέση.
Ο Νικολά Ανελκά δεν αγαπούσε απλώς τον εαυτό του. Αγαπούσε, περισσότερο, την ιδέα να είναι ο εαυτός του και σ’ αυτό δεν έμεινε στα λόγια. Το έκανε, το έζησε, το απόλαυσε, ενδεχομένως κάποιες φορές να το μετάνιωσε. Πάντως, δεν του το άφησε ως απωθημένο μέσα του…
Στο τρέιλερ του ντοκιμαντέρ του Netflix με τίτλο «Anelka: Misunderstood», το οποίο προβάλλεται στην πλατφόρμα από τον Αύγουστο του 2020, ο Νικολά είναι ξεκάθαρος.
Συστήνεται στο τηλεοπτικό κοινό του λέγοντας πως «είμαι ποδοσφαιριστής. Δεν ήμουν εκεί για να περάσω καλά. Αν στα αλήθεια με συμπαθείς και θέλεις να κάνεις ό,τι κι εγώ, θα κάνεις μόνο εχθρούς…».
Το φιλμ δεν είναι «αγιογραφία», παρότι ο σκηνοθέτης και παραγωγός, Φρανκ Νατάφ, είναι φίλος του Ανελκά και σ’ αυτό μιλούν δικοί του άνθρωποι, όπως οι άλλοτε συμπαίκτες του, Τιερί Ανρί, Εμανουέλ Πετί και ο ηθοποιός Ομάρ Σι.
Είναι η δική του οπτική στην αμφιλεγόμενη καριέρα του. Είναι η δική του πλευρά. Είναι μία αποτύπωση του διλήμματος που άφησε πίσω του και «έσερνε» σε κάθε γήπεδο όπου αγωνιζόταν…
Μπορεί και ο ίδιος ο άλλοτε παίκτης των Παρί Σ.Ζ., Άρσεναλ, Ρεάλ Μαδρίτης, Λίβερπουλ, Μάντσεστερ Σίτι, Φενερμπαχτσέ, Μπόλτον. Τσέλσι, Σανγκάη, Γιουβέντους, Γουέστ Μπρομ και Μουμπάι Σίτι να μην έχει καταλήξει αν είναι «παρεξηγημένος» ή, απλώς, εχθρός του Νικολά.
Στα 94 λεπτά της διάρκειας του ντοκιμαντέρ, ακόμη και οι φίλοι του δεν διαψεύδουν πως ήταν συνήθως κακόκεφος, ιδιότροπος. Μονάχα που και αυτή η διαφορετικότητα, στα γεμάτα τεστοστερόνη αποδυτήρια, έμοιαζε με αδυναμία…
Στην περίπτωση του Ανελκά, αυτό είχε να κάνει και με την ανατροφή και τα παιδικά χρόνια του.
Ο Νικολά Σεμπαστιάν Ανελκά γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου 1979 σε ένα προάστιο δυτικά του Παρισιού. Οι γονείς του ήταν μετανάστες από τη Μαρτινίκα, που είχαν φτάσει στη γαλλική πρωτεύουσα πέντε χρόνια νωρίτερα. Αν και το υπόβαθρο θα άφηνε να εννοηθεί μία «δύσβατη» διαδρομή, ο Νικολά δεν μεγάλωσε στη φτώχεια.
Αυτό δεν του χάρισε ένα «λογοτεχνικό παράσημο» ή μία σκληράδα που εμφάνιζαν παιδιά που ξεκίνησαν το ποδόσφαιρο πιο δύσκολα από εκείνον.
Δεν τα είχε όλα από έφηβος, όμως δεν του έλειψαν και πολλά. Αυτό που στερήθηκε, όπως αποκάλυψε, ήταν η γονική στοργή. Το χάδι δεν ήταν «προσόν» των γονιών του. Μία απλή αγκαλιά δεν ήταν συνηθισμένη στο μεσοαστικό σπιτικό του…
Αυτό είναι ένα μάθημα για τη δική του συμπεριφορά στην υποστηρικτική σύζυγό του, τη χορογράφο Μπάρμπαρα Ταούσια και τους δύο γιους του, ηλικίας 13 και 11 ετών. Οι δικές του αγκαλιές είναι πιο συχνές.
Ο Νικολά βρέθηκε στα 13 του στην περίφημη ακαδημία Clairefontaine, στην οποία κάθε χρόνο υποβάλουν αίτηση εκατοντάδες παιδιά, όμως γίνονται δεκτά μόλις 20.
Εκεί γνώρισε τον Τιέρι Ανρί, που είχε ήδη έναν χρόνο εμπειρία. Ο αγαπημένος του «Τιτί» ξεκαθαρίζει πως «ο Ανελκά ήταν ο πιο ταλαντούχος από όλους… Στον “πόλεμο” και την επιβίωση της ακαδημίας, όμως πρέπει από τα 13 σου να είσαι σκληρός και έτοιμος για την πρόκληση».
Ο Ανελκά είδε έναν κόσμο και συμπεριφορές που δεν τον «τραβούσαν».
Στα 16 του, κι ενώ ασπάστηκε το Ισλάμ, άρχισε την καριέρα του στην Παρί Σ.Ζ. και λίγους μήνες αργότερα κλήθηκε να λάβει την πρώτη μεγάλη απόφαση της ζωής του, δίχως να αποφύγει τις διαμάχες.
Τον Φεβρουάριο του 1997, λίγο πριν συμπληρώσει τα 18 του, απογοητευμένος από την απραξία στην Παρί, διάλεξε την Άρσεναλ του Γάλλου κόουτς, Αρσέν Βενγκέρ. Η υπόθεση έφτασε ως τα δικαστήρια, καθώς οι Λονδρέζοι θέλησαν αρχικά να τον αποκτήσουν ως ελεύθερο, χάρη στον τότε πρόσφατο «νόμο Μποσμάν». Στη Γαλλία, όμως, υπήρχαν εξαιρέσεις για παίκτες κάτω των 24 ετών.
Οι «κανονιέρηδες» κατέβαλλαν τελικά ποσό 580.000 ευρώ, όμως ο έφηβος Νικολά είδε για πρώτη φορά το όνομα και το πρόσωπό του στα πρωτοσέλιδα.
Δεν του άρεσε αυτή η προβολή και η προσοχή. Δεν του άρεσε, στην αρχή, και το Λονδίνο. Δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί και στο φινάλε της σεζόν, πριν από τον αγώνα με τη Ντέρμπι Κάουντι, δεν επιβιβάστηκε στο πούλμαν.
Ο Βενγκέρ τον βρήκε στον κοιτώνα του να φτιάχνει βαλίτσες για τη Γαλλία. Τον έπεισε, όμως, να μην το κάνει. Στο 10ο λεπτό του ματς τραυματίστηκε ο Πολ Μέρσον και ο Αλσατός κόουτς έκανε νεύμα στον πιτσιρικά.
Δύο ασίστ του τον έχρισαν «man of the match». Ήταν αυτό που χρειαζόταν.
Την επόμενη σεζόν έγινε βασικός μετά τον τραυματισμό του θρύλου της Άρσεναλ, Ίαν Ράιτ.
Αισθάνθηκε χρήσιμος, αναγκαίος και βοήθησε την ομάδα του να ανατρέψει διαφορά 13 βαθμών από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και να κατακτήσει και τον τίτλο στην Πρέμιερ Λιγκ και το νταμπλ, σκοράροντας στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας κόντρα στη Νιούκαστλ.
Πίστεψε πως αξίζει μία θέση στην Εθνική Γαλλίας για το Μουντιάλ του 1998, στην πατρίδα του. Στην προετοιμασία, ωστόσο, ο τότε ομοσπονδιακός προπονητής, Εμέ Ζακέ, ενώ ανέφερε σε όλους όσους «κόπηκαν» τον αγωνιστικό λόγο, στον Νικολά είπε απλώς «είσαι μικρός και είναι φυσιολογικό». Ο Ανελκά, όμως, είχε άλλη αντίληψη του «νορμάλ» και τόνισε στο ντοκιμαντέρ ότι «αν σε έναν 19χρονο πεις απλώς “είναι φυσιολογικό”, μπορεί να του διαλύσεις την ψυχολογία και την καριέρα…»
Έχασε μεν την ευκαιρία να πανηγυρίσει έναν παγκόσμιο τίτλο στο Παρίσι, όμως ήταν ο μόνος που αποχώρησε σφυρίζοντας και με χαμόγελο από το προπονητικό κέντρο, λέγοντας στον Ρομπέρ Πιρές ότι «θα έχω χρόνο να βγάλω δίπλωμα οδήγησης!».
Έπεισε τον εαυτό του πως «η απόφαση του Ζακέ δεν με πίκρανε και έγινε κίνητρο, διότι ήταν άδικη».
Τη σεζόν 1998-1999 η Άρσεναλ απέτυχε να υπερασπιστεί τους τίτλους της και ο Ανελκά κατηγόρησε τα αγγλικά ταμπλόιντ για τις κακοκεφιές του.
Τα πρωτοσέλιδα τον αποκάλεσαν «Le Sulk». Κοινώς, δεν είχε μέσα του ενθουσιασμό. Τον βρήκε, πάντως, όταν το καλοκαίρι απαίτησε να παραχωρηθεί στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Η απώλεια του «υποτονικού» Ανελκά κανονικά δεν έπρεπε να προβληματίσει τους φαν της Άρσεναλ.
Ο ίδιος, σε μεταγενέστερη συνέντευξή του στη «Daily Mail», εξήγησε πως δεν μπορούσε να αντέξει την κακοπροαίρετα υπερβολική κριτική έπειτα από μία κακή εμφάνιση. Μάλιστα, σύγκρινε την περίπτωσή του με τις μετεγγραφές των Μάικλ Όουεν και Ντέιβιντ Μπέκαμ στη Ρεάλ…
«Όταν εκείνοι πήγαν στη Μαδρίτη όλα ήταν καλά και κανένας δεν στάθηκε απέναντί τους. Όταν πήγα εγώ, όλοι στο Λονδίνο αντέδρασαν σαν να είχα σκοτώσει κάποιον!», επισήμανε.
Πρόσθεσε πως «την επόμενη σεζόν, οι Όβερμαρς και Πετί άφησαν την Άρσεναλ για τη Μπαρτσελόνα και δεν τους “άγγιξε” κανένας. Εγώ, όμως, ήμουν ο κακός της υπόθεσης και ας είχα αποκτηθεί αντί 580.000 και με πούλησαν για 27 εκατομμύρια».
Τα επιχειρήματά του είχαν λογική, όμως κοινό και Μ.Μ.Ε. τον στοχοποίησαν και κατηγορώντας τον πως ακολουθεί «τυφλά» τις συμβουλές των δύο αδερφών του.
Στη Μαδρίτη,, οι καταστάσεις δεν ήταν ευκολότερες. Πέτυχε το πρώτο γκολ του έπειτα από πέντε μήνες… Σε μία επίσκεψη στα γραφεία της «Marca», για συνέντευξη, έπαιξε βιντεοπαιχνίδι με τους ρεπόρτερ και την επομένη η ισπανική εφημερίδα κυκλοφόρησε με τίτλο: «Ο Ανελκά επιτέλους σκόραρε… Στο βιντεοπαιχνίδι!».
Ο Γάλλος έχανε την εμπιστοσύνη του προς όλους. Πάντως, σκόραρε στο Clasico με τη Μπαρτσελόνα, στους δύο ημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μπάγερν Μονάχου και στη γενέτειρά του κατέκτησε το τρόπαιο, στο 3-0 επί της Βαλένθια.
Η σχέση του με τον Τύπο δεν έγινε καλύτερη από εκείνη με τους Άγγλους.
Οι εφημερίδες έγραφαν πως στα αποδυτήρια της Ρεάλ είναι αποξενωμένος και δημοσιογράφοι ή φωτορεπόρτερ διανυκτέρευαν έξω από την έπαυλή του για μία δήλωση ή μία φωτογραφία.
Η συντάκτρια μίας στήλης είχε ψάξει μέχρι και στα σκουπίδια του(!) και ο Ανελκά δεν μπορούσε να αποφορτιστεί από αυτή την πίεση.
Παρότι από τον Φεβρουάριο του 2000 είχε αρχίσει να σκοράρει, τον επόμενο μήνα αρνήθηκε να προπονηθεί λόγω διαφωνίας με τον κόουτς Βιθέντε Ντελ Μπόσκε. Ο Νικολά είχε αιτηθεί μία συνάντηση με τον Ισπανό προπονητή πριν αλλάξει για να γυμναστεί. Ο Ντελ Μπόσκε τού είπε ότι θα τον δει μετά την προπόνηση και ο Γάλλος αρνήθηκε να μπει στο γήπεδο…
«Δεν υποτασσόμουν εύκολα σαν χαρακτήρας», είχε τονίσει. Τιμωρήθηκε με αποκλεισμό πέντε αγώνων (συνολικά 45 ημερών) και πρόστιμο 300.000 ευρώ, όμως, στο ντοκιμαντέρ του Netflix παραδέχθηκε πως «έκανα λάθος και επειδή ήμουν τόσο νέος, δεν εκτίμησα όσα ζούσε στη Μαδρίτη», από την οποία αποχώρησε το ίδιο καλοκαίρι.
Το ίδιο είχε πει και για την Άρσεναλ, χαρακτηρίζοντας εκ των υστέρων «κακή απόφαση» την επιλογή να αφήσει «την αμοιβαία αγάπη με τον σύλλογο και τη στήριξη του Βενγκέρ»…
Ο ίδιος ο Ανελκά, που δεν κρυβόταν πίσω από το δάχτυλό του, είχε παραδεχθεί πως «εκτιμάς περισσότερο ένα Τσάμπιονς Λιγκ στα 30 από όσο στα 20 σου».
Ίσως τον είχε πείσει ο άλλοτε κόουτς του, Αρσέν Βενγκέρ, ο οποίος πίστευε για τους νέους ότι «οι παίκτες που ζουν έντονες και μεγάλες στιγμές πριν γίνουν 20 ετών αρχίζουν και ικανοποιούνται με τα λίγα…».
Ο Γάλλος επιθετικός δεν ένιωθε ακριβώς έτσι. Το καλοκαίρι του 2000, άλλωστε, ήθελε να αποδείξει πως αδίκως «κόπηκε» από την Εθνική του 1998. Τούτη τη φορά ήταν στο ρόστερ για το Euro. Οι παγκόσμιοι πρωταθλητές «τρικολόρ» επιβεβαίωσαν την κυριαρχία τους και στέφθηκαν και πρωταθλητές Ευρώπης, με σταρ τον Ανρί και «χρυσό» σκόρερ στον τελικό με την Ιταλία τον Νταβίντ Τρεζεγκέ.
Ο Ανελκά κράτησε από αυτή την εμπειρία μόνο το μετάλλιο. Δεν ήταν περήφανος και ευχαριστημένος για την παρουσία του και ομολόγησε ότι «δεν ήμουν σε καλή κατάσταση και ουσιαστικά δεν βοήθησα. Ήταν σαν να μην ήμουν εκεί».
Η ευκαιρία για «αναγέννηση», όμως, δεν ήρθε ούτε με την επιστροφή του στην Παρί. Οι πρωτευουσιάνοι πλήρωσαν 27 εκατ. για ένα παίκτη που ήταν κάποτε δικός τους και τον είχαν πουλήσει για 580.000.
Το εξαετές συμβόλαιο θεωρήθηκε εξαρχής μία ιδιαιτέρως αισιόδοξη προοπτική.
Τσακώθηκε με τον κόουτς Λουί Φερναντές για την τακτική. Έπειτα από 18 μήνες και μόλις δέκα γκολ σε 39 ματς περνούσε και πάλι την πόρτα της εξόδου…
Παραχωρήθηκε δανεικός στη Λίβερπουλ, την οποία βοήθησε στο δεύτερο μισό της σεζόν, με τέσσερα γκολ, να τερματίσει δεύτερη στην Πρέμιερ Λιγκ.
Η Αγγλία έμοιαζε το πεπρωμένο του, ωστόσο ο ίδιο καλοκαίρι άλλαξε πάλι φανέλα.
Λίγο μετά τον αποκλεισμό του από την Εθνική, για το Μουντιάλ του 2002, η Παρί τον πούλησε αντί 16 εκατ. στη Μάντσεστερ Σίτι.. Σκόραρε 14 φορές την πρώτη σεζόν και άλλες 25 το 2003-2004, όμως ούτε ο νέος ομοσπονδιακός προπονητής, Ζακ Σαντινί, τον υπολόγιζε.
Ο Ανελκά αποκάλυψε στο ντοκιμαντέρ του Netflix πως στην πρώτη συνάντησή τους, ο Γάλλος κόουτς τού είπε πως «δεν σε γνωρίζω». Η απορία του Νικολά ήταν αφοπλιστική: «Έχω αγωνιστεί στην Άρσεναλ, στη Ρεάλ, στην Παρί, στη Λίβερπουλ και στη Σίτι και δεν με ξέρει;».
Τα ίδια είχαν «διαρρεύσει» και εκείνες τις μέρες. Κανένας δεν έγραψε όλη την αλήθεια. Οι ατάκες του Σαντινί δεν ακούστηκαν πουθενά και ο Ανελκά έγινε πάλι ο «κακός», ο «παράξενος και κακότροπος».
Η «ταμπέλα» του παίκτη που «έχει πρόβλημα με κάθε προπονητή» τού είχε κολλήσει. Το πέρασμα από τη Φενερμπαχτσέ, το 2005-2006, τον βοήθησε να επιστρέψει στην Αγγλία και τη Μπόλτον, στην οποία σε μία διετία σκόραρε 21 φορές.
Τον Ιανουάριο του 2008 κέρδισε άλλη μία μεγάλη ευκαιρία, υπογράφοντας στην Τσέλσι αντί σχεδόν 20 εκατ.
Τον Μάιο του 2008, στη Μόσχα, στάθηκε μπροστά στην προοπτική να κατακτήσει το δεύτερο Τσαμπιονς Λιγκ της καριέρας του. Αστόχησε, ωστόσο, στο έβδομο χτύπημα των «μπλε» στη διαδικασία των πέναλτι και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πανηγύρισε. Λίγο νωρίτερα, ο Τζον Τέρι είχε γλιστρήσει στην πέμπτη εκτέλεση, αποτυγχάνοντας να δώσει το τρόπαιο στην Τσέλσι.
Ο Ανελκά… κατηγόρησε τον τότε προπονητή, Άβραμ Γκραντ, για την αστοχία του, ισχυριζόμενος ότι άργησε να τον βάλει στο ματς και δεν είχε κάνει και καλή προθέρμανση!
Στο Λονδίνο, όμως, κατόρθωσε να στεριώσει ως το 2012. Ο Γκους Χίντινκ τον χρησιμοποίησε στα πλάγια. Το 2010 κατέκτησε την Πρέμιερ Λιγκ, όμως η έλευση του Αντρέ Βίλας-Μπόας δεν τον βοήθησε.
Ο Πορτογάλος προπονητής είχε αποκαλύψει στον Τύπο ο Νικολά είχε απαιτήσει μετεγγραφή και ο Τύπος έβαλε ξανά στο στόχαστρό του τον Γάλλο. Ο κόουτς τού απαγόρευσε να δώσει το “παρών” στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι του συλλόγου και την πρωτοχρονιά του 2012 παραχωρήθηκε στην κινεζική Σανγκάη Σενχούα, με ετήσιο μισθό 12 εκατομμυρίων ευρώ.
Πέρασε για λίγο από τη Γιουβέντους ως δανεικός, πριν γυρίσει το 2013-2014 στην Πρέμιερ Λιγκ και τη Γουέστ Μπρομ και ολοκληρώσει την καριέρα του στη Μουμπάι Σίτι, το 2015.
Στη Μπρομ, πάντως, έγινε ξανά πρωταγωνιστής στα ταμπλόιντ, τον Δεκέμβριο του 2013. Ενώ ήταν ήδη μαλωμένος με τον κόουτς Στιβ Κλαρκ, έπειτα από δύο γκολ κόντρα στη Γουέστ Χαμ, πανηγύρισε με τη χειρονομία «La Quenelle», την οποία είχε επινοήσει ο φίλος του και κωμικός, Ντιεντονέ Εμπαλά Εμπαλά.
Ο Γάλλος επέμεινε πως η κίνηση αφορούσε τον προπονητή του, όμως η Πρέμιερ Λιγκ θεώρησε πως το τεντωμένο χέρι που αγγίζει το μπράτσο είναι αντίστροφος ναζιστικός χαιρετισμός είναι αντισημιτική αναφορά και του επέβαλαν πρόστιμο 100.000 ευρώ…
Η παρεξηγημένη φήμη του έμεινε για χρόνια (πιο) «τσαλακωμένη» από όσα συνέβησαν στο Μουντιάλ του 2010 στη Νότιο Αφρική.
Στο «Anelka: Misunderstood» ο Νικολά αναφέρθηκε για πρώτη φορά τόσο στη διένεξή του με τον τότε κόουτς της Γαλλίας, Ραϊμόν Ντομενέκ όσο και στο περιβόητο πρωτοσέλιδο της «L’ Equipe».
Ο Ανελκά διαφώνησε με τον τρόπο χρησιμοποίησής του στο ημίχρονο του αγώνα με το Μεξικό κι όταν ο Ντομενέκ του έκανε παρατηρήσεις για τη θέση του, τον έβρισε…
Ο Γάλλος προπονητής τον έδιωξε και την επομένη οι διεθνείς αρνήθηκαν να προπονηθούν, σε μία κατάσταση που εξελίχθηκε σε «σαπουνόπερα», μπροστά στις κάμερες.
Το «θέατρο του παραλόγου» συνεχίστηκε όταν η «L’ Equipe» κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο που αποκάλυπτε πως ο Ανελκά είχε πει «γ…..υ, π……ς γιε!» στον Ντομενέκ. Ο παίκτης το αρνήθηκε. Το ζήτημα έφτασε ως το Κοινοβούλιο(!) και τον Νικολά Σαρκοζί, ο Ανελκά ήταν απρόθυμος να απολογηθεί στην ομοσπονδία και δήλωσε ότι «πέθανα στα γέλια» όταν άκουσε την τιμωρία 18 αγώνων, καθώς είχε αποφασίσει να αποσυρθεί από την Εθνική.
Κατέθεσε αγωγή κατά της γαλλικής εφημερίδας, ζητώντας αποζημίωση 150.000 ευρώ, ωστόσο έχασε τη δίκη, σε μία απόφαση που δημιούργησε ένα απίστευτο δεδικασμένο. Έδινε σε κάθε μέσο το δικαίωμα να μεταφέρει κατά το δοκούν μία δήλωση -ακόμη κι αν αλλοιώνει το νόημα…
Το 2018 ο Ντομενέκ ουσιαστικά δικαίωσε τον Ανελκά, δηλώνοντας πως δεν έβρισε τον ίδιο ή την μητέρα του, αλλά πρόσβαλε απλώς την προπονητική τακτική του.
Δικηγόρος που μιλά στο ντοκιμαντέρ αναφέρει πως «αν η υπόθεση ήταν για άλλον παίκτη, η “L’ Equipe” θα είχε καταδικαστεί…».
Το παρωνύμιο «Le Sulk» που του προσέδωσαν στα 20 του θα μείνει πιθανότατα για πάντα πλάι στο όνομά του. Ο Νικολά Ανελκά δεν ενοχλείται, πια.
«Αυτή είναι η αντίληψη για μένα, όμως είναι η αντίληψη όσων δεν με γνωρίζουν», εξηγεί. Οι «ταμπέλες», όμως, μένουν πάντα κρεμασμένες σε χώρους και πρόσωπα που δεν αναζητούν πραγματικές εξηγήσεις.
Ο παλαίμαχος Γάλλος σταρ δεν απόρησε ποτέ (ρητορικά) τι διαφορά μπορεί να έκαναν μερικά αμήχανα χαμόγελα ή στιγμές που θα κρατούσε κλειστό το στόμα του. Ο νομαδικός τρόπος ζωής ήταν, μάλλον, το αποτέλεσμα της «κακότροπης» φήμης του και όχι η αιτία του. Έγινε γυρολόγος από ανάγκη και όχι από επιθυμία ή επιλογή.
Παρά το αδιαμφισβήτητο ταλέντο και τις ικανότητες ή τις επιτυχίες του, έγινε πιο γνωστός ως «γκρινιάρης» που προκαλούσε αναστάτωση στα αποδυτήρια.
Η άδικη αντιμετώπιση του 2010, πάντως, δείχνει πως συχνά μία φήμη και ένα παρατσούκλι κρίνουν ένα άνθρωπο και έναν αθλητή με εύκολο και απαξιωτικό τρόπο.
Αν και διέθετε την αυτογνωσία να αποδέχεται τις συνέπειες σκέψεων, λόγων και πράξεων, ίσως τελικά να μην κατάλαβε στα αλήθεια τον εαυτό του. Δεν θα μπει στη διαδικασία να πείσει κάποιον αν ήταν παρεξηγημένος ή αυτοκαταστροφικός.
Διότι ξέρει καλά ότι, στο τέλος της ημέρας, είναι σπάνιες οι φορές που και γνωρίζει κάποιος τον άλλον και κατανοεί και τον ίδιο τον εαυτό του.
Ο Νικολά Ανελκά είναι χαρισματικός. Αν αδίκησε κάποιον, θα απολογηθεί. Αν απλώς δεν τον συμπαθεί κάποιος, θα συνεχίσει να ζει με τη φαμίλια του δίχως αυτό να είναι (πάλι) δικό του πρόβλημα…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Τιερί Ανρί: Προσεγγίζοντας την τελειότητα / Στο μπιστρό του Αρσέν Βενγκέρ
Ερίκ Καντονά, “Enfant terrible” / Οι χαρακιές στη μνήμη του Φρανκ Ριμπερί
Το ποδοσφαιρικό flex του Καρίμ Μπενζεμά / Η αθέατη πλευρά της ιστορίας του Σερντάν Σακίρι
Ο μοναχικός δρόμος του Σαντιό Μανέ / Ο Άντι Κόουλ λάτρευε τη -μισητή, πια- μοναξιά του
Η «θορυβώδης» ζωή του Μάριο Μπαλοτέλι ήταν γεμάτη ψιθύρους