Θυμάμαι δύο ξεχωριστές Πρωτοχρονιές…
Το 1985 στο North Carolina είχαν φύγει όλοι για διακοπές και εγώ δεν είχα φράγκο, είχαν φύγει και όλοι οι Έλληνες φίλοι μου. Ήμουν τότε στο κολεγιακό Πρωτάθλημα και είχα μείνει με ένα-δυο δολάρια στο Πανεπιστήμιο.
Πάντα οικονομικά ήταν τα προβλήματα μου εμένα!
Είχα ένα-δυο δολάρια εκεί όπου έμενα και είχαν φύγει όλοι οι φοιτητές, είχαν γυρίσει στην Ελλάδα για Χριστούγεννα. Εγώ είχα μείνει.
Ήταν Παραμονή Πρωτοχρονιάς και σκεφτόμουν ότι έπρεπε να φάω οπωσδήποτε και να… καπνίσω. Και τα τσιγάρα τότε έκαναν 80 σεντς και ένα υποτυπώδες φαγητό, κάτι σαν… σκυλοτροφή που τη βάζεις στον φούρνο μικροκυμάτων, ζεσταίνεται και την τρως, στοίχιζε ένα-δυο δολάρια. Αποφάσισα λοιπόν να μην φάω τίποτα και προτίμησα να καπνίσω…
Έτυχε, δεν είναι ότι πέρασα μεγάλες στερήσεις, αλλά εκείνη την Παραμονή έτσι έτυχε.
Η δεύτερη Πρωτοχρονιά που θυμάμαι… τι ωραία Πρωτοχρονιά που ήταν!
Είχαμε πάει σε ένα τουρνουά της Ρεάλ Μαδρίτης με τον Ολυμπιακό.
Είχαμε πάρει μαζί και τις γυναίκες μας και κλείσαμε να πάμε ρεβεγιόν στο Ριτζ Κάρλτον, το ξενοδοχείο της Μαδρίτης.
Είχαμε ακούσει γι’ αυτό και θέλαμε να πάμε εκεί.
Πήραμε λοιπόν τηλέφωνο να ρωτήσουμε πόσο πάει το table d hote. Και έβγαινε γύρω στις 250.000 δραχμές το άτομο!
Θέλαμε δηλαδή γύρω στα 1.500 ευρώ το ζευγάρι και μιλάμε για εποχές που είχαμε ακόμη δραχμές.
Και έτσι αποφασίσαμε να πάρουμε ποτά και να κάνουμε το ρεβεγιόν σε ένα δωμάτιο στο ξενοδοχείο μας όλοι μαζί.
Εμείς, η Εθνική ομάδα των αντρών, Χριστούγεννα-Πρωτοχρονιά, πριν το Πρωτάθλημα μεγαλώσει όσο μεγάλωσε, κάναμε πάντα στη Σουηδία.
Πηγαίναμε Στοκχόλμη, όπου ήταν κάθε χρόνο το καθιερωμένο τουρνουά.
Τότε σταματούσε το Πρωτάθλημα για να πάμε Σουηδία, να αγωνιστούμε με την Εθνική Σουηδίας, να κάνουμε τα… ψώνια και να διασκεδάσουμε στα κλαμπ της πόλης.
Και περνάγαμε τέλεια, ήμασταν πιτσιρικάδες, ήμασταν αθλητές και είχαμε και τα φράγκα, ήταν ωραίες εποχές.
Γενικά, επειδή είχαμε πάντα διακοπή στο Πρωτάθλημα τις μέρες των γιορτών, πολλές φορές μέναμε σπίτια μας.
Αυτό βέβαια δεν το καταλάβαινα.
Στην Αμερική ανήμερα την Πρωτοχρονιά γίνονται παιχνίδια, γιατί ο κόσμος είναι σπίτι του και θέλει να δει αθλητισμό.
Εμείς εδώ κάνουμε το αντίθετο, δεν ξέρω γιατί.
Ως αθλητής κάθε Πρωτοχρονιά δεν έβαζα στόχους, δεν επέβαλα στον εαυτό μου στόχους.
Και, όποτε γενικά έχω βάλει στον εαυτό μου στόχο Πρωτοχρονιά, να χάσω κιλά για παράδειγμα, δεν μπόρεσα να το κρατήσω. Ή να κόψω το τσιγάρο, να είμαι λιγότερο νευρικός, να μιλάω λιγότερο, αλλά ποτέ δεν τα κατάφερα. Δεν γίνεται διαφορετικά, σε εμένα τουλάχιστον.
Η επιβάρυνση με έναν ακόμα χρόνο είναι πικρό πράγμα. Πολύ πικρό, όταν περνούν τα χρόνια.
Και απορώ με τις γυναίκες που γιορτάζουν τα γενέθλιά τους με τόσο… φανατισμό.
Το 2022… είμαστε 35 χρόνια μετά το 1987. Μια χρονιά-ορόσημο στη ζωή όλων όσοι παίξαμε στο Ευρωμπάσκετ. Είναι το πιο σημαντικό ορόσημο στη ζωή μας.
Και, αν σκεφτώ ότι, όταν γεννήθηκα, ήταν σχεδόν 35 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή, με πιάνει απογοήτευση για το εύρος χρόνου που καταλαμβάνω ως άνθρωπος, είναι σαν να έχω γεράσει.
Το μόνο που θέλω γι’ αυτήν την χρονιά είναι να είμαστε υγιείς και να έχουμε λίγο καλύτερη διάθεση.
Και μακάρι να εμβολιαστούμε όλοι. Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν εμβολιαζόμαστε.
Έχει κάνει μεγάλα άλματα η ιατρική, παρά τα λάθη που έχει κάνει κατά καιρούς, αλλά προσπαθώ να καταλάβω, για παράδειγμα, πώς θα ήταν ο κόσμος αν δεν είχε βρεθεί η ινσουλίνη, η αντιβίωση ή η χημειοθεραπεία (η οποία βέβαια σκοτώνει επίσης).
Επίσης, όλο αυτό το υπερβολικό politically correct κίνημα για δημοκρατική αυτοδιάθεση δεν θα έπρεπε να ισχύει στην περίπτωση επιδημιών.
Λένε οι επιστήμονες, παγκόσμια, ότι πρέπει να εμβολιαστούμε. Και, αν έχουν κάνει λάθος οι επιστήμονες και πεθάνουμε όλοι σε δύο χρόνια, τι να κάνουμε, ακολουθήσαμε την επιστήμη και πήραμε το ρίσκο.
Για τα παιδιά μου, θέλω να ζήσουν μια πιο ελεύθερη ζωή, μια ζωή όπως την έζησα εγώ.
Και θεωρώ ότι όσο περισσότερο αυξάνονται οι υποτιθέμενες ατομικές ελευθερίες τόσο στην πραγματικότητα μειώνεται η ατομική ελευθερία.
Όσο περισσότερο είναι δέσμιοι του τηλεφώνου, της κάμερας του διπλανού, της δημόσιας κριτικής, του ελέγχου του email σου, του αν θα πεις μια κακή ή όχι, μια politically correct κουβέντα, είναι σαν να ζούμε σε καθεστώτα και όχι σε μια ελεύθερη κοινωνία.
Τα παιδιά δεν το καταλαβαίνουν αυτό, γιατί ουσιαστικά δεν κάνουν και κάτι άλλο, αλλά εμείς έχουμε ζήσει ελεύθερες εποχές όπου μπορούσε ο καθένας να λέει ό,τι θέλει, εάν και εφόσον αυτό που λέει δεν είναι «δολοφόνησε τον διπλανό σου, γιατί… δεν μου αρέσουν τα μαλλιά του», για παράδειγμα.
Τα παιδιά μας να ζήσουν σε ένα πιο ελεύθερο καθεστώς λειτουργίας σχέσεων ανθρώπων μεταξύ τους.
Διάβαζα ότι απολύθηκε ένας προπονητής στο NFL, γιατί σε ένα email του εξέφρασε κάποιες απόψεις ενδεχομένως ρατσιστικές, όχι δημόσια αλλά ιδιωτικά.
Τι είναι αυτά, τι λέμε;
Έχει κανείς υπόψη του πού ξεκινά και πού σταματά η ανθρώπινη ελευθερία;
Προφανώς και δεν μπορείς να εκφράζεσαι ρατσιστικά ή να παρακινείς τον κόσμο να έχει ρατσιστικές απόψεις, αλλά… να μπεις, να βλέπεις το email μου;
Ό,τι θέλω γράφω και αυτός στον οποίον το στέλνω μπορεί να με μπλοκάρει και να μην μου ξαναπεί καλημέρα.
Τα όρια είναι δυσδιάκριτα πλέον. Δεν τολμάς να αναρτήσεις στα social, να μιλήσεις. Έχει χαθεί το μέτρο, τι είναι δημοκρατία, τι δεν είναι.
Και μιλώντας για τη νέα χρονιά, το θέμα δεν είναι να φύγει μόνο ο κορωνοϊός αλλά να φύγουν και οι ιδεοληψίες από το μυαλό μας.
Γιατί αυτές είναι που χαρακτηρίζουν την εποχή μας.
* Ο τίτλος του κειμένου είναι δανεισμένος από την ομώνυμη ποιητική συλλογή του Διονύση Καψάλη.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: 👇