Απότοκο της εποχής Τσαουσέσκου, ανάμεσα σε άλλα, τα δεκάδες χιλιάδες παρατημένα παιδιά σε ορφανοτροφεία και δομές φιλοξενίας (ο Θεός να τις κάνει).
Η δημογραφική κρίση είχε αντιμετωπιστεί με απαγόρευση των αμβλώσεων και εξαφάνιση μέσων αντισύλληψης από τα σημεία πώλησης.
Ο μεγαλομανής Δικτάτορας της Ρουμανίας σύστηνε στις γυναίκες να κάνουν τουλάχιστον πέντε παιδιά, θεωρώντας αφελώς πως επικείμενη αύξηση του πληθυσμού θα ισούται με αύξηση της οικονομικής ισχύος. Δίχως υποδομές, δίχως σχέδιο. Εξ ου και τα γεμάτα ορφανοτροφεία. Όχι από ορφανά, αλλά από παιδιά που απλώς δεν μπορούσαν να “αντέξουν” οικονομικά οι οικογένειές τους.
Κάλλιστα θα μπορούσε να είναι ένα από αυτά και ο… περισσευούμενος Γκεόργκε Μουρεσάν. Μεγάλωσε ακριβώς εκείνη την εποχή, ως ο μικρότερος σε μια οκταμελή οικογένεια. Μικρότερος ηλικιακά, εννοείται. Μεγαλύτερος σωματικά, ψηλότερος από κάθε άλλον συμπολίτη, συμπατριώτη, συμπαίκτη και αντίπαλο κατόπιν στην καριέρα του ως μπασκετμπολίστας, ακόμα και στο ΝΒΑ.
Το βουνό των 231 εκατοστών μεγάλωσε σε μια φαμίλια που δεν είχε να του δώσει ούτε τα βασικά. Φτώχια και των γονέων, κυριολεκτικά.
Βάλτε όλες αυτές τις παραμέτρους μαζί (κοινωνικοπολιτική συγκυρία στη χώρα του, οικονομική κατάσταση, χρονική… σειρά που ήρθε στον κόσμο), συνυπολογίστε τα σοβαρά προβλήματα υγείας που προέκυψαν από τον γιγαντισμό του, σκεφτείτε πόσο πιθανό ήταν να είχε τη μοίρα των 170.000 εκτοπισμένων από την οικογενειακή εστία παιδιών -για να μην πούμε των σχεδόν 20.000 που υπολογίζεται ότι πέθαναν σε όλες αυτές τις δομές μέσα στην περίοδο 1966-1989 εξαιτίας της ισχνής, αν όχι ανύπαρκτης, ιατρικής περίθαλψης…
Όχι μόνο δεν τον παραπέταξαν οι γονείς του μα ήταν μάλιστα η επίσκεψη σε έναν γιατρό που άλλαξε τη μοίρα του και τον έκανε γνωστό στα πέρατα της οικουμένης. Τον έφερε αντιμέτωπο του Άρβιντας Σαμπόνις στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και του Μάικλ Τζόρνταν στα πλέι οφ του ΝΒΑ, τον έκανε πλούσιο σε λεφτά και ακόμα περισσότερο σε εμπειρίες. Μέχρι και στην καθομιλουμένη άλλων χωρών διείσδυσε το επώνυμό του.
![](https://athletestories.gr/wp-content/uploads/2025/02/muresan-gheorghe-2002.jpg)
Ο Γκεόργκε Μουρεσάν σε ηλικία 31 ετών / Photo by: Eurokinissi (Action Images).
Πονάει δόντι, δεν κόβει κεφάλι
«Ποιος είσαι, ο Μουρεσάν;», λέγαμε μικροί, όταν βλέπαμε κάποιον πολύ ψηλό. Ο πραγματικός ήρθε στον κόσμο στις 14 Φεβρουαρίου 1971 στο Τριτένιι Ντε Ζος. Κωμόπολη της Τρανσιλβανίας, ανάμεσα στο Κλουζ και το Τάργκου Μούρες, από το οποίο και βαστάει το επώνυμό του. Έκτο παιδί του Ίσπας και της Μαρίας, ο Γκεόργκε Ντουμίτρου Μουρεσάν δεν είχε καν ακουστά το μπάσκετ στην παιδική του ηλικία.
Με τους τρεις αδερφούς και τις δύο αδερφές του έπαιζαν οτιδήποτε άλλο στις αλάνες και βοηθούσαν τους μεγάλους στο στέγνωμα του καπνού πάνω στους φράχτες. Ο μπαμπάς δούλευε σε εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικών καλωδίων, η μαμά βοηθούσε στα μαθήματα. Εκείνη ήταν που τον είχε συνοδεύσει με το λεωφορείο μέχρι το Κλουζ για μία τυπική επίσκεψη στον οδοντίατρο.
Έλα όμως που ο οδοντίατρος διαιτήτευε τοπικούς αγώνες μπάσκετ, είχε πελάτες μέλη της Εθνικής και φίλο τον προπονητή στα μικρά της κλιμάκια, Βόικου Μολντοβάν… Ο 14χρονος επισκέπτης του είχε ύψος 2.03μ., αν και κανένας στη φαμίλια δεν ξεπερνούσε το 1.80. Αντί να τον ρωτήσει αν ήθελε αναισθησία για το σφράγισμα, τον ρώτησε αν παίζει μπάσκετ.
Η αρνητική απάντηση έφερε αμέσως τηλεφώνημα στον φίλο Ομοσπονδιακό τεχνικό και ο μικρός διανυκτέρευσε στο Κλουζ. Αυτό ήταν. Δοκιμάστηκε, πίσω από την παντελή άγνοια για το άθλημα έχασκε ένα ξεκάθαρο potential. Συνέχισε να παίρνει ύψος σε ανησυχητικό για τους αντιπάλους και την υγεία του βαθμό, δεν τον… κούναγε κανείς, στα 17 του πανηγύριζε τίτλους σε εφηβικό επίπεδο και ταυτόχρονα ντεμπούταρε στο ανδρικό με 31 πόντους κόντρα στην Κωνστάντζα. Με τη φανέλα της Κλουζ βεβαίως.
Ο «Γκίτσα», κοινώς ο Γιωργάκης, άφησε το μέρος στην ευρύτερη επαρχία του Κλουζ, όπου μεγάλωσε σε σπίτι δίχως ζεστό νερό και ηλεκτρικό για χρόνια (!), και εγκαταστάθηκε στην ομώνυμη γειτονική πόλη. Ειδική παραγγελία σε έναν συνεπώνυμο, κύριο Μουρεσάν, το ζευγάρι αθλητικά παπούτσια Νο.54.
Σε συλλογικό επίπεδο κώφευσε στις οχλήσεις από Στεάουα και Ντινάμο, διότι δεν του άρεσε το Βουκουρέστι. Ήθελε να μείνει κοντά στους δικούς τους ανθρώπους, ειδικά μετά την “ανάσα” με την πτώση του Τσαουσέσκου. Οι δύο μεγάλοι σύλλογοι της πρωτεύουσας είχαν μοιραστεί και τους 39 τίτλους πριν το 1992, οπότε στέφθηκε Πρωταθλήτρια για παρθενική φορά η Κλουζ του Μουρεσάν!
Σε εθνικό, έκανε χαμό στο Μουντομπάσκετ U19 το 1991 στο Έντμοντον του Καναδά. Η άγραφη και τότε και μέχρι σήμερα σε τόσο μεγάλες διοργανώσεις, Ρουμανία, κατετάγη πέμπτη, επειδή η όρθια κολώνα της είχε μέσους όρους 23.4 πόντων και 11.4 ριμπάουντ. Δεύτερος και πρώτος αντιστοίχως στις στατιστικές κατηγορίες, δις θριαμβευτής στο τουρνουά κόντρα στην Ισπανία, δεν ήθελε και πολύ να κλέψει το βραβείο του MVP από τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα.
Έκλεψε τις καρδιές κάθε ουδέτερου παριστάμενου, κάθε ατζέντη. Ήταν πια θέμα χρόνου να βγει από τα ρουμανικά σύνορα.
![](https://athletestories.gr/wp-content/uploads/2025/02/muresan-gheorghe-1990.jpg)
Ο Γκεόργκε Μουρεσάν (με το Νο 15) σε ηλικία 19 ετών.
Εκπαιδεύοντας έναν γίγαντα
Είχε εμφανιστεί και στα ευρωπαϊκά κύπελλα, κοψοχολιάζοντας τον Πανιώνιο του Βλάντο Τζούροβιτς στον πρώτο γύρο του Korać το 1990. Έβαλε 23 πόντους πάνω από τον ένα κεφάλι κοντύτερο, Τζον Χάντσον, και η Κλουζ κέρδισε 98-89. Στη Νέα Σμύρνη ανέλαβε να τον… σπρώξει, όσο γινόταν, ο Φάνης Χριστοδούλου. Εμεινε στα 8 ποντάκια, αποκλείστηκε.
Την επόμενη σεζόν, στο Κυπελλούχων, η Ορτέζ δεν γλύτωσε την 100άρα (107-101) στο Κλουζ. Ο ψηλός της σταμάτησε στους 39 πόντους, έκανε όργια και στη ρεβάνς, μα και πάλι έμεινε έξω οριακά. Ήταν τέτοια η κυριαρχία του ωστόσο κάτω από τα καλάθια (και θα ήταν τέτοιο το κάζο, αν δεν είχε αποβληθεί πριν το τέλος με πέντε φάουλ) που η γαλλική ομάδα έσπευσε από τότε να τον καπαρώσει.
Αρίβαρε στο μικρό Πο το 1992, έτος κατά το οποίο έριξε και μια ξεγυριστή 42άρα στην Εθνική Σουηδίας ως μέλος πια των Ανδρών της Ρουμανίας. Αμέσως έγινε ο αγαπημένος του κόσμου. Μπασκετικά βέβαια, είχε να καλύψει αρκετά χάντικαπ, ώστε να σταθεί στο τοπ επίπεδο και σε έναν σύλλογο που διεκδικούσε το Γαλλικό Πρωτάθλημα και έπαιζε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Να σταθεί, ε; Που λέει ο λόγος…
«Μετά βίας στεκόταν όρθιος, προχωρούσε μονίμως καμπουριασμένος. Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να του μάθουμε ήταν να περπατάει κανονικά. Μετά, να τρέχει και να μην αργεί στις επιστροφές του στην άμυνα. Ευτυχώς, έκανε αλματώδη πρόοδο μέσα σε λίγους μήνες», θυμήθηκε ο Μισέλ Γκομέζ σε ένα αφιέρωμα του «Sports Illustrated» στον… εκπαιδευόμενό του.
Με προπονητή τον κατοπινό του ΠΑΟΚ, ο Μουρεσάν έφτασε έως τα προημιτελικά της κορυφαίας ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Έφτασε δηλαδή μέχρι τον… ΠΑΟΚ, στη σειρά που έχει μείνει στις δικές μας μνήμες ως εκείνη με το παρανοϊκό κάρφωμα του Κλιφ Λέβινγκστον πάνω από τον γιγαντόσωμο σέντερ των 231 εκατοστών.
Στην πόλη πάνω από τα Πυρηναία ο Ρουμάνος μνημονεύεται για διάφορους λόγους, μια και τρεις διαφορετικές ήταν και οι θητείες του εκεί. Στην πρώτη, πήρε το Leaders Cup (το γαλλικό League Cup, ανώτερο ιεραρχικά του Κυπέλλου) και είχε στο Πρωτάθλημα μέσους όρους νταμπλ-νταμπλ, ξεπερνώντας συχνά τους 20 πόντους.
Στην Ευρωλίγκα έβαζε 17.4, μέσα στο ΣΕΦ είχε σταματήσει στους 24 και οδήγησε την Ορτέζ σε μεγάλο “διπλό” επί του Ολυμπιακού με 96-93. Στον πρώτο προημιτελικό με τον ΠΑΟΚ είχε σημειώσει 29, γενικώς… δεν τον κούναγες. Χρόνια αργότερα, μιλώντας στην «PressOne» της πατρίδας του, είχε ξεχωρίσει από εκείνη τη σεζόν την 23άρα με 15 ριμπάουντ στην ήττα τριών πόντων από τη Ρεάλ. Ολόκληρο Σαμπόνις είχε απέναντί του και τον είχε αφήσει στους 12 πόντους.
Με τις 300.000 του συμβολαίου του αγόρασε σπίτι στους δικούς του με όλα τα κομφόρ και για τον ίδιο μια Mercedes χρυσαφένιου χρώματος. Ξεχώριζε κι εκείνη στους δρόμους του γραφικού Πο, όσο και ο ιδιοκτήτης της. Για να χωράει μέσα και να την οδηγεί, είχε βγάλει το κάθισμα και (ας πούμε) αναπαυόταν πολύ πιο πίσω. Το πολυτελές όχημα φαινόταν να τσουλάει δίχως οδηγό!
![](https://athletestories.gr/wp-content/uploads/2025/02/muresan-gheorghe-pau-orthez.jpg)
Ο Γκεόργκε Μουρεσάν με τη φανέλα της Ορτέζ σε φωτομοντάζ με τον Μάικλ Τζόρνταν και σε μονομαχία με τον Τζορτζ Παπαδάκο του Ολυμπιακού / Photo by: Eurokinissi (Action Images).
He loved this game
Το πιο κρίσιμο, κομβικό, “όλα ή τίποτα” καλοκαίρι της ζωής του ήταν εκείνο του 1993. Το ντραφτάρισμα και η είσοδος στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ, αφότου όμως πρώτα προχώρησε σε λεπτή επέμβαση στην υπόφυση. Στην “πηγή” του γιγαντισμού του είχε βρεθεί ένας καλοήθης όγκος και αφαίρεσε το μεγαλύτερο μέρος του σε μια κλινική στο Μπορντό. Αν το νυστέρι είχε ακουμπήσει χιλιοστά πιο μακριά, θα μπορούσε να είχε μείνει τυφλός.
Όλα πήγαν καλά και ο ίδιος (πήγε) στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ. Ουάσινγκτον, για τους Μπούλετς των… άκρων σε θέματα ύψους. Ο ίδιος σύλλογος που είχε επιλέξει στα ‘80s τον πιο κοντό (Μάγκσι Μπογκς, 1.60μ.) και τον πιο ψηλό (Μανούτε Μπολ, 2.29μ. έως 2.31μ. βάσει διάφορων μετρήσεων) NBAer όλων των εποχών πήρε και το στοίχημα με τον νέο ρέκορντμαν ως προς το μπόι του στη λίγκα.
Οι Τρέιλ Μπλέιζερς ήταν που τον ήθελαν σαν τρελοί, εντούτοις έκαναν πίσω, επειδή δεν μπόρεσαν να τον περάσουν από μαγνητική τομογραφία. Το μηχάνημα δεχόταν ανθρώπους έως 130 κιλά και ο Γκεόργκε ήταν 150! Ακόμα και τη βραδιά του ντραφτ, οι πρωτευουσιάνοι άλλους είχαν υπ’ όψιν για το πικ δεύτερου γύρου, στο 30.
Όταν τους πλησίασαν οι Μπουλς για να ανταλλάξουν τα νούμερά τους, επιδιώκοντας να “ανεβούν” για να πάρουν τον Ρουμάνο, οι Μπούλετς είπαν «no» και ρίσκαραν οι ίδιοι με τον περίεργο Ευρωπαίο.
Προσγειώθηκε από σπόντα στην Ουάσινγκτον, δίχως να μιλάει γρι αγγλικά. Ανεβαίνοντας στο πόντιουμ του ντραφτ, είχε καταφέρει να αποστηθίσει μία και μόνη φράση: «I love this game». Το όνειρό του, από εκείνη τη βιντεοκασέτα του All Star Game του ’86 που είχε δει (σε γερμανική περιγραφή!), γινόταν πραγματικότητα.
![](https://athletestories.gr/wp-content/uploads/2025/02/muresan-gheorghe-bullets.jpg)
Γκεόργκε Μουρεσάν εναντίον Ντένις Ρόντμαν σε αναμέτρηση Ουάσινγκτον Μπούλετς – Σικάγο Μπουλς / Photo by: ΙΝΤΙΜΕ.
Ίνδαλμα δεν είχε μικρός -έστω έφηβος, όταν γνώρισε το basketball. Διά τηλοψίας είχε ξεχωρίσει πάντως τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ και ονειρευόταν επίσης να ξεσηκώσει το περίφημο χουκ του. Πράγματι, το έκανε. Εξελίχθηκε σε έναν πανύψηλο σέντερ που δεν κάρφωνε μονάχα την μπάλα αλλά έπαιζε και με πλάτη. Έφτιαξε τζαμπ χουκ, σπανιότερα εκτελούσε και από μέση απόσταση.
Η… εγγενής βραδύτητά του ήταν εκεί. Γι’ αυτό και δεν έμενε πολύ στο παρκέ. Υπήρχαν ωστόσο και περίοδοι ολόκληρες κατά τις οποίες τα χαμηλά σχήματα (που μπορούσαν να υποστηρίξουν οι Μπούλετς με φόργουορντ επιπέδου Κρις Γουέμπερ και Τζουάν Χάουαρντ) αποδεικνύονταν δυσλειτουργικά, σε σχέση με εκείνα που είχαν τον Μουρεσάν μέσα.
Έβαλε εξαρχής το «77» στην πλάτη, ευθεία παραπομπή στο ύψος του (7.7 πόδια), και έδειξε από την πρώτη ατομική προπόνηση, όταν του έβαλαν επίτηδες να αντιμετωπίσει τον Μπολ, ότι δεν πρόκειται να φάει τάπα από κανέναν. “Επιβίωσε” από τους 30 παίκτες που είχαν εμφανιστεί στο πρώτο training camp των Μπούλετς, μέσα σε έναν χρόνο μετέτρεψε ένα μη εγγυημένο συμβολαιάκι 150.000 σε τετραετή συμβολαιάρα 5.4 εκατ. δολαρίων. Συνήθισε τα συνεχή ταξίδια, δημιούργησε τη δική του οικογένεια με τη Λιλιάνα Λάζαρ. Πέρασε στέφανα μαζί της ήδη από το πρώτο του εξάμηνο στις ΗΠΑ.
Κάπως έτσι έφτασε να βάζει 31 πόντους στους Χόρνετς, να κατεβάζει 21 ριμπάουντ με τους Μπακς, να γίνεται ο πρώτος Ευρωπαίος που παίρνει το βραβείο του Πιο Bελτιωμένου Παίκτη (MIP), χάρη στο 14.5-9.6-2.3 σε πόντους, ριμπάουντ και κοψίματα το 1995-1996.
Στο τέλος της επόμενης περιόδου πήρε και γεύση από πλέι οφ, αλλά οι Μπουλς εν μέσω του δεύτερου three-peat δεν παίζονταν.
![](https://athletestories.gr/wp-content/uploads/2025/02/muresan-gheorghe-nets-my-giant-poster.jpg)
Ο Γκεόργκε Μουρεσάν με τη φανέλα των Νιου Τζέρσεϊ Νετς και με τον Μπίλι Κρίσταλ για τις ανάγκες της ταινίας «My giant».
Κάτι περισσότερο από cult
Επί τρεις συναπτές σεζόν, δεν είχε τραυματιστεί. Δεν είχε λείψει ποτέ σε περισσότερα από εννιά ματς. Μικρό θαύμα, βάσει του σωματότυπού του. Τα σχετικά προβλήματα ήρθαν μαζεμένα: επέμβαση στον δεξιό αστράγαλο και έξω για ολόκληρη την περίοδο 1997-1998, μια και του ήταν δύσκολο ακόμα και να ισορροπήσει, ενοχλήσεις που δεν περνούσαν στην πλάτη και έξω και για την επόμενη. Ίσα που μπήκε στο τελευταίο ματς της χρονιάς.
Ο πιο εύστοχος εντός παιδιάς ΝΒΑer επί δύο σεζόν, νωρίτερα, εμφανίστηκε 30 φορές με τους Νετς το 1999-2000 και γύρισε στο Πο για να κλείσει την καριέρα του. Μετά το (εκτός Ρουμανίας) ξεκίνημα της καριέρας του, είχε φορέσει τη φανέλα της Ορτέζ και το 1995, εκμεταλλευόμενος το λοκ άουτ στο ΝΒΑ.
Ο θρυλικός (πάνω από τέσσερεις δεκαετίες) Πρόεδρος, Πιέρ Σεγιάν, είχε διατάξει το 1993 να κρατηθεί σε μια αποθήκη το γιγαντιαίων διαστάσεων κρεβάτι του. Διαισθανόταν ότι θα επέστρεφε ο «Γκίτσα» κι έτσι έγινε. Δις.
Στα μέσα των ‘90s ο Μουρεσάν τσέπωσε 100.000 για έναν μήνα και τα ανταπέδωσε στο… πολλαπλάσιο, βάζοντας διά περιπάτου την ομάδα στους ομίλους του Πρωταθλητριών μέσω των δύο προκριματικών φάσεων. Το 2000-2001 συμμετείχε στην… one and done SuproLeague, έχοντας ως πιο παραγωγική εμφάνιση τους 18 πόντους στο 76-74 επί του Ηρακλή του νεαρού Λάζαρου Παπαδόπουλου.
Στην Ελλάδα ήρθε μονάχα ως αντίπαλος, αν και το 1993 οι Μπούλετς εξέτασαν για λίγο το ενδεχόμενο να τον αφήσουν μία ακόμα χρονιά στην Ευρώπη. Η ΑΕΚ και αργότερα ο Παναθηναϊκός ήταν με τη σειρά τους οι δικές μας ομάδες που συνδέθηκαν στα ρεπορτάζ της εποχής με το όνομά του. Όσο για τη Γαλλία, εκεί έκλεισε την καριέρα του όχι τόσο κυριαρχικός όσο παλιότερα μα ως Πρωταθλητής το 2001.
![](https://athletestories.gr/wp-content/uploads/2025/02/muresan-schortsanitis-romania-greece.jpg)
Νοέμβριος 2002: Γκεόργκε Μουρεσάν εναντίον Σοφοκλή Σχορτσανίτη σε αναμέτρηση Ελλάδα – Ρουμανία / Photo by: INTIME.
Τη ζωή του την είχε φτιάξει στις ΗΠΑ. Εκεί εγκαταστάθηκε, αφότου αποσύρθηκε μόλις στα 30 του, ένεκα των τραυματισμών. Εκεί έγινε από «Γκίτσα»… «Γκίτζα». «Ghidza», συνδυασμός δηλαδή του επωνύμου του με τον Godzilla.
Ένα θεόρατο τέρας δύναμης, ταυτόχρονα ένας καλοσυνάτος άνθρωπος και όχι μόνο μια καλτ φυσιογνωμία, όπως τον παρουσίαζαν (με το αζημίωτο) αμερικανικές διαφημίσεις, ακόμα και ο ράπερ Έμινεμ στο βίντεο κλιπ του πρώτου του χιτ, «My name is».
Έφτιαξε τις δικές του ακαδημίες στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ και τη Ρουμανία, για μία και μόνη φορά (σε αγώνα επίδειξης το 2007) δεν ήταν ο ψηλότερος παίκτης πάνω σε παρκέ, όταν συνέπεσε με τον Κινέζο Σουν Μινγκμίνγκ των 237 εκατοστών. Καμάρωσε και τους γιους του στα δικά του βήματα.
Ο Τζορτζ και ο Βίκτορ, αμφότεροι… φυσιολογικοί, λίγο πάνω από τα δύο μέτρα, έφτασαν μέχρι το NCAA και βρήκαν μικρό χρόνο συμμετοχής στο Τζορτζτάουν της τρομερής παράδοσης στους ψηλούς. Ο δεύτερος μάλιστα ήταν συμπαίκτης του υιού Μουτόμπο, έχοντας προπονητή τον Πάτρικ Γιούιν.
«I was lost, but now I ‘m found,
Tell me love it was you»,
που λέει και στο ρεφρέν το «I got the…» του Λάμπι Σίφρι, κομμάτι που σάμπλαρε (αν όχι ξεπατίκωσε) ο Έμινεμ για να κάνει την πρώτη του επιτυχία, με καλεσμένο στο κλιπ τον Μουρεσάν. Χαμένος στη φτώχια της ρουμανικής επαρχίας, τον βρήκε το… μπάσκετ. Αυτή έγινε η μεγάλη του αγάπη.
CHECK IT OUT: Γιάο Μινγκ: H δυναστεία του ενός
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Κανείς δεν μπορούσε να σταθεί δίπλα στον Άρβιντας Σαμπόνις