Σε έναν από τους διασημότερους πίνακές του, τη «Γυμνή μάχα», ο Φρανθίσκο Γκόγια απεικονίζει μια ξαπλωμένη κοπέλα, πάνω σε ντιβάνι με μεταξωτά μαξιλάρια, να κοιτάζει ηδυπαθώς. Δεν κρύβει το αιδοίο της, ενώ για πρώτη φορά στην ευρωπαϊκή τέχνη απεικονίζεται η ηβική τρίχα.
Υπουργός και εραστής της Βασίλισσας, ο Μανουέλ Γοδόι, ήταν που είχε παραγγείλει ένα από τα σημαντικότερα γυμνά στην παγκόσμια ζωγραφική. Κατόπιν παρήγγειλε στον ίδιο καλλιτέχνη την «Ντυμένη μάχα» και στους καλεσμένους του έδειχνε συνήθως μόνο έναν από τους δύο πίνακες, ανάλογα με τις απόψεις τους περί ηθικής.
Όπου «μάχο» ή «μάχα» («majo», «maja»), νεαροί κατώτερων κοινωνικών τάξεων, οι οποίοι επιζητούσαν την προσοχή φορώντας περίτεχνα έως εξεζητημένα ρούχα. Επιδεικνύοντας αναιδή συμπεριφορά, η οποία επέφερε και τους χαρακτηρισμούς τους με τα εύγλωττα «τσουλάπο», «τσουλάπα».
Για τον Χουάν Αντόνιο Σαν Επιφάνιο, τον κορυφαίο Ισπανό μπασκετμπολίστα στις δεκαετίες πριν τη χρυσή φουρνιά των Ιβήρων που… δεν λέει να ξεκουμπιστεί τόσον καιρό, η αναίδεια έχει να κάνει με το ότι έβγαλε κοροϊδευτικά τη γλώσσα σε εκείνους που δεν τον πίστευαν στα νιάτα του. Κόπηκε από μικρή επαρχιακή ομάδα, πήγε στην Μπαρτσελόνα, επειδή τον επέβαλε ο αδερφός του, συνέχισε να αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα από κόσμο και δημοσιογράφους, επειδή δεν είχε αθλητικότητα ούτε ιδιαίτερη τεχνική.
Στο τέλος της μεγάλης διαδρομής του, πάντα με τα «blaugrana» σε συλλογικό επίπεδο και φυσικά με τη «roja» σε εθνικό, ο Ισπανός σμολ φόργουορντ καμάρωνε ως ο κορυφαίος της γενιάς του. Ο πρόδρομος της κορυφαίας εθνικής παγκοσμίως επί σειρά ετών στη σύγχρονη εποχή. Παράδειγμα αφοσίωσης, μακροβιότητας. Διάσημος, πια, όχι με τα τέσσερα ονόματά του. Αλλά με μόλις τρία γράμματα: «Έπι».
Ένας σούπερ σκόρερ, ντυμένος με ρούχα χρησιμοποιημένα σε μεγάλες επιτυχίες και με τις δύο ομάδες της καρδιάς του. Επενδυμένος με ασήμι και μπρούντζο ως προς τα μετάλλια της Ισπανίας στις μεγάλες διοργανώσεις, με πληθώρα εγχώριων και διεθνών τίτλων με την «Μπάρτσα». Κι αν έμεινε γυμνός από Κύπελλα Πρωταθλητριών, δεν έγινε κάτι τρομερό. Ο «γυμνός μάχο» τραβάει κι αυτός περισσότερα βλέμματα…
Στην «Μπάρτσα» από σπόντα, με μέσον…
Στις 12 Ιουνίου του 1959 γεννιέται στη Σαραγόσα. Βασικά, το πλήρες ονοματεπώνυμό του έχει πέντε λέξεις. Ο Χουάν Αντόνιο Σαν Επιφάνιο Ρουίθ μεγαλώνει σε ένα στενάκι πίσω από την Πλάθα ντε Πιλάρ.
Εκεί θα κλοτσήσει και θα μπιστήξει πρώτη φορά μπάλα. Πάνω στην πλατεία με τον περίφημο καθεδρικό ναό, το μεγάλο σιντριβάνι και το άγαλμα του ακόμα μεγαλύτερου ζωγράφου. Του Γκόγια (…), που έχει μεγαλώσει δύο αιώνες νωρίτερα στα ίδια μέρη.
Εντρυφεί στο μπάσκετ χάρη στους δύο μεγαλύτερους αδερφούς του. Ο πρεσβύτερος Φερνάντο βάζει τον 12χρονο μικρό να αντιμετωπίζει 17χρονους. Έχει πάρει από νωρίς μπόι ο Χουάν. Είναι σχεδόν δίμετρος ήδη από τα 14 του. Άλλο ύψος δεν θα πάρει. Θα πάρει όμως μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα έναν χρόνο αργότερα, δίχως να το περιμένει καν.
Τέσσερα χρόνια μεγαλύτερός του, ο Ερμίνιο Σαν Επιφάνιο είναι το αστέρι της φαμίλιας. Αυτός είναι που αναγκάζει την «Μπάρτσα» να δώσει 1 εκατ. πεσέτες στη χειμαζόμενη οικονομικά ΚΑΣ Μπιλμπάο ώστε να τον κάνει δικό της.
«Κανένα πρόβλημα. Αλλά θα πρέπει να πάρετε και τον μικρό αδερφό μου», ο μοναδικός όρος που θέτει από την πλευρά του ο Ερμίνιο.
Γίνεται δεκτός, παρότι ο βενιαμίν, ο οποίος είχε ξεκινήσει να παίζει στην ομάδα του Αγίου Θωμά του Ακινάτη (Σάντο Τομάς ντε Ακίνο), είχε κοπεί μετά από τον προπονητή της μεγαλύτερης Έλιος. Πάνω που άνοιγε φτερά να ασχοληθεί σοβαρά, αυτά ψαλιδίζονταν. Επειδή δεν διαφαινόταν προοπτική!
Όλη η οικογένεια μετακομίζει στη Βαρκελώνη, με τον πατέρα των παιδιών να εξασφαλίζει δουλειά από τον καταλανικό σύλλογο στην πόλη. Ο Αθλητικός Διευθυντής που έχει πει το «si» στην απαίτηση του Ερμίνιο είναι ο Εντουάρντο Πορτέλα. Πολύ αργότερα Πρόεδρος της ULEB, μεγάλο κεφάλι της Ευρωλίγκας (στα πρώτα χρόνια της) με τον Τζόρντι Μπερτομέου. Ο μικρός τραβιέται προς την περιφέρεια, σταματάει να παίζει ως “4άρι” και “5άρι”.
Γίνεται Παγκόσμιος Πρωταθλητής σε σχολικό επίπεδο με το δικό του Άλπε, από ατσούμπαλος ψηλός μετατρέπεται σε φονικός σουτέρ.
Στα 16 του έχει χριστεί και διεθνής. Περνάει απαρατήρητος στο Ευρωμπάσκετ Παίδων της Θεσσαλονίκης, μα είναι νωρίς. Στην ήττα 65-51 από την οικοδέσποινα, για παράδειγμα, πρώτοι σκόρερ της Ελλάδας δεν είναι ο Παναγιώτης Γιαννάκης ή ο Λιβέρης Ανδρίτσος αλλά ο Γιάννης Τσουμής και ο Βασίλης Αγραφιώτης.
Το επόμενο καλοκαίρι, του 1976, το Ευρωπαϊκό Εφήβων φιλοξενείται στην Ισπανία. Πάλι δίπλα στον Νάτσο Σολοθάμπαλ, τον πλέι μέικερ με τον οποίον θα μείνει μια (μπασκετική) ζωή παρέα και στη Βαρκελώνη, κατακτά στο Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα το Χάλκινο μετάλλιο. Η προσωπική του εκτόξευση έρχεται στο Αργυρό του ’78, αφότου στο ενδιάμεσο θέρος έχει ξεχωρίσει στο τουρνουά του Μανχάιμ, παίζοντας ακόμα και απέναντι στις ΗΠΑ του Μάτζικ Τζόνσον.
Στο Ευρωμπάσκετ Κ18 της Ιταλίας αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ με 26.6 πόντους. Βάζει 27 στον περίπατο επί της Εθνικής μας, 38 στον νικηφόρο ημιτελικό με τους Γιούγκους, 32 στον Τελικό με τους Σοβιετικούς. Είναι πια έτοιμος να αποκτήσει σημαντικό ρόλο και στην Μπαρτσελόνα.
Γκρέμισμα της Ρεάλ, γέμισμα καλαθιών
Έχει προωθηθεί στην πρώτη ομάδα της «Μπάρτσα» από το 1976, όταν προπονητής είναι ακόμη ο θρύλος του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ, Ράνκο Ζεράβιτσα. Οι Καταλανοί δεν αποτελούν μεγάλο μέγεθος ακόμη στην καλαθοσφαίριση. Απόλυτο κουμάντο κάνει η Ρεάλ, η οποία από το 1960 μέχρι το 1980 κατακτά τα 19 από τα 21 Πρωταθλήματα. Τα δύο που της ξεφεύγουν πάνε στη Βαρκελώνη. Για την Μπανταλόνα όμως…
Το νέο αστεράκι της Μπαρτσελόνα αρκείται αρχικά στο Κύπελλο του 1978. Είναι ακόμη 19 ετών ο Σαν Επιφάνιο, μα βάζει 12 πόντους στον Τελικό. Αντίπαλος η Ρεάλ. Τόπος διεξαγωγής η δική του Σαραγόσα! Είναι η πρώτη κούπα, από τις έξι διαδοχικές στο Copa del Rey!
Ζεσταίνεται ως προς την άρση τροπαίων με τα Κύπελλα Ισπανίας, επικρατώντας σε άλλα δύο «clásicos» σε Τελικό και σημειώνοντας μάλιστα 28 πόντους σε εκείνον του 1981. Είναι η χρονιά επιτέλους και του πρώτου Πρωταθλήματος. Πρώτου δικού του, πρώτου του συλλόγου ύστερα από 22 έτη!
Επίσης το ’81 φτάνει στον Τελικό του Κυπελλούχων. Είναι ο πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, βάζει 28 πόντους και στον οριακά χαμένο Τελικό από την Καντού. Με τη δε Εθνική Ισπανίας τερματίζει τέταρτος στο Ευρωμπάσκετ της Τσεχοσλοβακίας, σημειώνοντας σε τρίτη συναπτή μεγάλη διοργάνωση μαζί της πάνω από 17 πόντους μέσο όρο.
Ποιο αστεράκι; Μιλάμε για μεγάλο αστέρι του ευρωπαϊκού μπάσκετ πλέον. Ένα “3άρι” που σε ψηλά σχήματα μπορεί να κατεβεί και στο “2”. Ένας σουτέρ από κάθε απόσταση, κι ας μην υπάρχει ακόμη τρίποντο. Από μέση (απόσταση) τα χώνει με ταμπλό. Αγαπημένο του σημείο η γωνία. Δουλευταράς από τους λίγους, εξαλείφει τις τεχνικές του αδυναμίες, όπως πχ στην αριστερή ντρίμπλα, και γίνεται προπάντων γνωστός για τη γρήγορη εκτέλεση.
Μετά από ντρίμπλα σταματά και σουτάρει μπροστά στον εμβρόντητο προσωπικό αντίπαλο, κερδίζοντας συχνά και φάουλ. Όλη η δουλειά γίνεται από τα πόδια και τη δύναμη που αναπτύσσει σε αυτά. Γερό πάτημα, ανεπαίσθητο τίναγμα των κάτω άκρων, η μπάλα στο καλάθι από τα… άνω. Ξανά και ξανά.
Παρέα με τον Σολοθάμπαλ και τον έτερο της καταλανικής τριανδρίας, τον μακαρίτη Δομινικανό (αλλά διεθνή με τη «Roja»), Τσίτσο Σιμπίλιο, καθιερώνουν την Μπαρτσελόνα ως την καλύτερη ισπανική ομάδα των ‘80s. Πρωτάθλημα και το 1983 (με 26άρα του στο μπαράζ του Οβιέδο κόντρα στη «Βασίλισσα»), όπως και επί τέσσερα συνεχή χρόνια στο τέλος της δεκαετίας. Σε εκείνο του ’89 επικρατεί (με 3-2 και 19,6 π. στους τελικούς) ακόμα και της Ρεάλ, η οποία έχει ολόκληρο Ντράζεν Πέτροβιτς στις τάξεις της.
Έχει κάνει και ρεκόρ ισπανικής λίγκας το ’84 στο τοπικό ντέρμπι με την Μπανταλόνα, σημειώνοντας 54 πόντους. θα ήταν 60, αν είχε χαραχθεί λίγους μήνες νωρίτερα (και όχι το καλοκαίρι του ίδιου έτους) η γραμμή του τριπόντου. Η παρέα του μένει τρία χρόνια χωρίς Πρωτάθλημα (1984-86), μα παίρνει και τρεις διαδοχικούς ευρωπαϊκούς τίτλους (1985-1987). Τους πρώτους στην ιστορία της!
Ευρωπαϊκό, αυτό το απωθημένο
Κυπελλούχων το ’85 και το ’86 κόντρα στη Ζαλγκίρις του Άρβιντας Σαμπόνις και τη Σκαβολίνι, Korać το επόμενο έτος με τις δύο νίκες επί της Λιμόζ. Η παραγωγικότητά του ολοένα και αυξανόμενη στους συγκεκριμένους Τελικούς: 18, 20, 24, 29 πόντοι αντιστοίχως.
Ακολουθεί ωστόσο και μια τριετία γεμάτη πίκρα στην Ευρώπη. Η επιστροφή στους εγχώριους τίτλους φέρνει και την επιστροφή στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Μόνο που η κορυφή του θα μείνει άπιαστο όνειρο. Με θύτη, πάντα, τη Γιουγκοπλάστικα.
Το 1988 η Μπαρτσελόνα μένει για μία νίκη εκτός τετράδας στον (μοναδικό) όμιλο, άρα και εκτός Final 4. Άρα πληρώνει την εντός έδρας ήττα στον πόντο από τον Άρη του… 45άρη Νίκου Γκάλη. Μετά έρχονται άλλοι κίτρινοι. Ο Κούκοτς, ο Ράτζα, ο Σάβιτς…
Στο Final 4 του ’89 ο «Έπι» είναι πρώτος σκόρερ της ομάδας του στον ημιτελικό με 16 πόντους. Τζίφος. Το ’90 βάζει 24 και αποκλείει τον Άρη, μα στον Τελικό μένει στους 10 και πανηγυρίζει πάλι η πιτσιρικαρία του Μπόζινταρ Μάλκοβιτς. Κάνουν δικό τους τον «Μπόζα» οι Καταλανοί, την πατάνε πάλι το ’91 από τη (γενικότερα αποδυναμωμένη) Γιουγκοπλάστικα / ΠΟΠ 84!
Ο Σαν Επιφάνιο μένει στους 8 πόντους στο παιχνίδι τίτλου, τα πρώτα σημάδια ότι γερνάει είναι εμφανή. Στα 32 του δεν είναι πια ο «Super Epi», κατά πώς παραλλάσσουν ενίοτε το χαϊδευτικό του οι πιστοί του στην Καταλονία. Εκπνέει και το οκταετές συμβόλαιο (!) που είχε υπογράψει το 1983 για 100 εκατ. πεσέτες, μα φυσικά δεν τίθεται θέμα μη ανανέωσης.
Τα χρόνια περνάνε, παρά και το κυρίαρχο δίδυμο ψηλών των Αντρές Χιμένεθ και Όντι Νόρις η ευρωπαϊκή κορυφή δεν θα πατηθεί στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση, παρά μόνο το 2003 και το 2010, όταν η σημαία του συλλόγου θα έχει προ πολλού μαζευτεί. Την εποχή που άρχιζε να ξεδιπλώνεται, είχε συμμετάσχει και σε έναν ακόμα Τελικό του Πρωταθλητριών. Το 1984, στο 79-73 της Ρόμα παρά τους 31 πόντους του.
Προλαβαίνει πάντως να αποσυρθεί ως Πρωταθλητής Ισπανίας. Μετά από μία στείρα εγχώρια τετραετία (πλην των Copa del Rey του ’91, πάλι στη Σαραγόσα, και του ‘94), η «Μπάρτσα» επανέρχεται στην ισπανική κορυφή. Γλυτώνει στον τέταρτο Τελικό από το σίδερο, στο οποίο βρίσκει το τρίποντο του καυτού (37 πόντοι…) Μάικ Άνσλεϊ, μπροστά από τον Ντάριλ Μίντλετον.
Η σειρά πάει σε πέμπτο ματς στη Βαρκελώνη, ο 36χρονος «Έπι» μπαίνει στα τελευταία 26 δευτερόλεπτα. Αρκετά για να βάλει τους δύο τελευταίους πόντους της τεράστιας καριέρας του και να γνωρίσει πρωτοφανή αποθέωση, κάνοντας τον γύρο του θριάμβου πάνω στους ώμους του συμπαίκτη του, Μάικ Πεπλόφσκι.
Ο «Super Epi», ενισχυμένο… παρατσούκλι που του είχε κολλήσει στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ένας δημοσιογράφος, επειδή τότε έσπαγε ταμεία η ταινία «Superman» με τον Κρίστοφερ Ριβ, βγάζει την κυανέρυθρη μπέρτα διά παντός…
Παράδειγμα για τη χρυσή «Roja»
Με τη σκέτη κόκκινη φανέλα ή τη λευκή της Εθνικής Ισπανίας έχει συμπληρώσει στο μεταξύ 20 χρόνια προσφοράς. Συναπτής! Μονάχα το 1990 λείπει, ενώ το 1995 δεν μας έρχεται στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας (αν και έχει συμμετάσχει στα προκριματικά), μια και έχει μόλις ρίξει τίτλους τέλους.
Δίχως σοβαρούς τραυματισμούς στην καριέρα του, είναι πρώτος-πρώτος σε κάθε κλήση. Από την εποχή των μικρών κλιμακίων, τότε που τον λένε και τον γράφουν… «Εpi II», σε αντιπαραβολή με τον γνωστότερο ακόμη αδερφό του (τον «Εpi I»), αποτελεί υπόδειγμα συνέπειας και έκφρασης αγάπης στο εθνόσημο. Από αυτόν παίρνουν οι σύγχρονοι αστέρες των Ιβήρων, οι οποίοι θα κυριαρχήσουν σε παγκόσμιο επίπεδο και θα ιδρώνουν τα καλοκαίρια μέχρι τα βαθιά αθλητικά γεράματα.
Όπως με το Πρωταθλητριών, έτσι και με τη «Roja» ο Σαν Επιφάνιο δεν θα κατακτήσει τίτλο. Κι εδώ ωστόσο πρέπει να τοποθετήσουμε και τον Ίβηρα και την ομάδα του στο ιστορικό πλαίσιο. Μετάλλιο σε μεγάλη διοργάνωση οι Ισπανοί είχαν όλο κι όλο ένα προηγουμένως. Στο Ευρωμπάσκετ του ’73 (Αργυρό), το οποίο διοργάνωσαν οι ίδιοι…
Με τον «Έπι» φτάνουν και στον Τελικό 10 χρόνια αργότερα. Φτάνουν εκεί, επειδή έχει βάλει ο ίδιος το νικητήριο καλάθι στο 95-94 επί της ΕΣΣΔ, 6 δευτερόλεπτα πριν το τέλος του ημιτελικού. Ψηφίζεται στην καλύτερη πεντάδα στο Ευρωπαϊκό της Γαλλίας, ακολουθεί η μεγαλύτερή του(ς) επιτυχία.
Ολυμπιακοί Αγώνες του 1984 και οι ταπεινοί, ακόμη, Ισπανοί πάνε και στο Λος Άντζελες στον Τελικό. Αφού έχει φροντίσει να δώσει το εισιτήριο από το Προολυμπιακό τουρνουά, εκτελώντας μεταξύ άλλων την Ελλάδα με 31 πόντους στο θρίλερ του ΛεΜαν (90-89, Γκάλης 27), κάνει τη διαφορά και στον προημιτελικό, με την 25άρα του στους Αυστραλούς. Στον Τελικό η Team USA του Μάικλ Τζόρνταν δεν παίζεται. Στο τέλος της χρονιάς ο «Έπι» ψηφίζεται καλύτερος Ευρωπαίος παίκτης!
Εμάς μας εκτελεί ακόμα και στο “χρυσό” 1987, με 27 πόντους στην ευρεία νίκη 106-89 των Ιβήρων στον όμιλο. Το 1991, στο Ευρωπαϊκό της Ρώμης, δεν φαίνεται πολύ. για να ρίξει 25άρα στον ημιτελικό, η οποία δεν αρκεί κόντρα στην οικοδέσποινα Ιταλία. Κι εκεί πάντως περνάει ένα (Χάλκινο) μετάλλιο στο στήθος.
Το επόμενο καλοκαίρι δέχεται την υπέρτατη τιμή. Είναι ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος των Ισπανών στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, παραδίδοντας τη φλόγα στον Παραολυμπιονίκη τοξοβόλο, Αντόνιο Ρεμπόγιο, ώστε να την τοξεύσει στον βωμό. Στα παιχνίδια βέβαια η «Roja» απογοητεύει, τρώγοντας 20άρα στο κεφάλι μέχρι και από την Ανγκόλα.
Αποχωρεί ως ο κορυφαίος Ισπανός όλων των εποχών στις περισσότερες στατιστικές κατηγορίες και μονάχα τα τελευταία χρόνια θα τον ξεπεράσουν ο Πάου Γκασόλ στους πόντους και ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο με τον Ρούντι Φερνάντεθ στις συμμετοχές.
Υπόδειγμα επίσης προσαρμοστικότητας σε κάθε κατάσταση, συνεργάστηκε αρμονικά όχι μόνο με τον Αντόνιο Ντίαθ-Μιγκέλ (που φώναζε τον ηγέτη του σκέτο «Super») στην Εθνική και τον Αΐτο στην Μπαρτσελόνα, προπονητές δηλαδή με τους οποίους έζησε τα περισσότερα χρόνια σε αυτές, μα και με τους υπολοίπους. Δεν προσαρμόστηκε απλώς, όταν ήρθε το τρίποντο, έγινε ένας από τους καλύτερους “τριποντέρ” της Ευρώπης…
Δεν μάσησε από το ότι δεν ήταν ταχύς ή αλτικός, δεν άφηνε ποτέ τα συναισθήματά του να εκδηλωθούν. Ένας ψυχρός εκτελεστής, ο οποίος προκάλεσε εντύπωση, όταν σε εκείνο το Πρωτάθλημα κόντρα στη Ρεάλ του Ντράζεν είχε πάρει μία πετσέτα και την ανέμιζε, πανηγυρίζοντας. Για τέτοια εξαλλοσύνη μιλάμε…
Έτσι του καθήκοντος, άρτια προετοιμασμένος και διαβασμένος, είναι κατόπιν και ως σχολιαστής αγώνων σε τηλεοπτικά δίκτυα. Είδε και τον γιο του, τον Έντγκαρ, να κάνει ένα πέρασμα από τα ισπανικά “σαλόνια” ως παίκτης της Γκιπούθκοα του Πάμπλο Λάσο τη σεζόν 2008-2009, χαίρει απόλυτου σεβασμού από τους κορυφαίους όλων των εποχών.
«Από τις κόντρες μου με ισπανικές δεν ξεχνάω ποτέ τον Σαν Επιφάνιο. Έναν από τους καλύτερους και κυρίως πιο έξυπνους παίκτες της εποχής μου», θα πει ο Γκάλης σε συνέντευξή του στο «Gigantes».
Έτσι είναι. Είτε ως Σαν Επιφάνιο είτε ως «Έπι» με τα διάφορα συνοδευτικά του («Epi IΙ», «Super Epi»), για όσους τον προλάβαμε θα είναι πάντα εκείνος ο ψυχρός εκτελεστής με το χαρακτηριστικό κοντομάνικο φανελάκι μέσα από την εμφάνιση και με τα περικάρπια εφίδρωσης στα χέρια.
Ένας ντυμένος, εν τέλει, «μάχο». Να κοιτάζει ανέκφραστα, με απόλυτη προσήλωση, το αντίπαλο καλάθι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: