Όταν ήμουν μικρός, ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής, να βρίσκομαι μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Το ξέρω, δεν είναι πρωτότυπο.
Στη Γ’ Γυμνασίου λάτρεψα τη Χημεία. Φανταζόμουν τον εαυτό μου ως… τρελό επιστήμονα με τα αντιδραστήρια στα χέρια. Κατάφερα μάλιστα και πέρασα στο τμήμα Χημείας.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα είχα στο μυαλό μου. Τον πρώτο χρόνο, για να είμαι ειλικρινής, δεν ήμουν ιδιαίτερα πειθαρχημένος. Τον δεύτερο αποφάσισα να τελειώσω τις σπουδές μου σε αγγλικά και πορτογαλικά. Τον τρίτο χρόνο το παλιό όνειρο είχε κερδίσει το νέο… Είχαν πάρει τηλέφωνο τη μητέρα μου στο σπίτι για το αν θα με ενδιέφερε να αναλάβω τη θέση του διερμηνέα στο προπονητικό τιμ του Φερνάντο Σάντος στην ΑΕΚ τη σεζόν 2005-2006!
Ok, ας το πιάσουμε πάλι από την αρχή… Πώς βρέθηκα μαζί του; Από καθαρή τύχη!
Η μητέρα μου είναι Πορτογαλίδα κι η επαφή μου με τη γλώσσα ήταν πάντα πολύ ζωντανή και τη θαυμάζω γι’ αυτό. πολλές φορές δεν αντιλαμβανόμαστε ως μικροί κάποια πράγματα, αλλά σήμερα την ευγνωμονώ. Της μιλούσα στα ελληνικά και μου απαντούσε στα πορτογαλικά, αναγκαζόμουν να καταλαβαίνω τι λέει, επέμενε να τα μάθουμε. Νομίζω πως περισσότερο επεδίωκε να σεβαστούμε τις ρίζες μας παρά να μας δώσει “εφόδια”.
Μου έκανε πρώτα εκείνη μαθήματα, αργότερα μας έστελνε με τον αδερφό μου μαζί με άλλα παιδιά απέναντι από το γήπεδο του Παναθηναϊκού (πρωινά Σαββάτου, για περίπου τέσσερα χρόνια), όπου πολλές φορές πήγαινα με βαριά καρδιά. Κάναμε και διακοπές στην Πορτογαλία για έναν-δυο μήνες κάθε δύο χρόνια, πράγμα που με βοήθησε πολύ επίσης.
Ποδόσφαιρο ξεκίνησα στα 13 μου, μέχρι τότε οι γονείς μου δεν με άφηναν να πάω μόνος στο γήπεδο. Μικρότερος, όταν μέναμε στην Καλλιθέα, έπαιζα μπάσκετ. μια μετακόμιση στο Μοσχάτο με ευνόησε, γιατί ήταν δίπλα μας το γήπεδο. Έπαιζα δεξί μπακ, αμυντικός και στα χαφ. Έφτασα μέχρι Α’ τοπικό και ομάδες μου υπήρξαν η Ελευθερία Μοσχάτου και η Θύελλα Μοσχάτου.
«Και πού κολλάει ο Σάντος;», θα αναρωτιέστε.
Η μητέρα μου είναι Πρόεδρος της πορτογαλικής κοινότητας, κατά καιρούς γίνονται πολλές εκδηλώσεις και σε σημαντικές ημερομηνίες για τη χώρα μαζευόμασταν αρκετοί άνθρωποι για φαγητό και συζήτηση. Ο Φερνάντο Σάντος ερχόταν συχνά, δεν είχε τύχει όμως να τον συναντήσω.
Τα Χριστούγεννα του 2004 διοργανώθηκε ένας αγώνας 5Χ5 μεταξύ Ελληνοπορτογάλων κάπου στη Βουλιαγμένη.
Ήμουν αρκετά ντροπαλός, είχα καιρό να μιλήσω πορτογαλικά, πίστευα πως θα μπορούσα να τον δω μια άλλη φορά, μελλοντικά. Λίγο βαριόμουν, λίγο ντρεπόμουν, αλλά πήγα, γιατί είχα δώσει τον λόγο μου στη μητέρα μου. Έτσι, τον γνώρισα, μαζί με τον συνεργάτη του, τον Ροζάριο.
Μιλήσαμε για λίγο, η αλήθεια είναι ότι ένιωσα πως δεν καταλάβαινα τίποτα, τόσο είχαν… σκουριάσει τα πορτογαλικά μου. Δεν είχαμε άλλη επικοινωνία έκτοτε, αν και βρισκόμασταν βέβαια κάποιες φορές στις εκδηλώσεις των Πορτογάλων.
Προς την άνοιξη του 2005 τηλεφώνησε ένας φίλος του κυρίου Σάντος για να ρωτήσει τη μητέρα μου για μένα και την ΑΕΚ! Όταν το άκουσα, σάστισα, αναρωτήθηκα «τι να είδε πάνω μου αυτός ο άνθρωπος;».
Την πρώτη ημέρα στην προπόνηση ήμουν στη “τσίτα”, θα γνώριζα ποδοσφαιριστές για τους οποίους είχα βγει στον δρόμο το 2004. Ο Κατσουράνης, ο Λάκης, στη συνέχεια ο Δέλλας. Και ο Λυμπερόπουλος βέβαια ήταν τεράστιος παίκτης.
Παρά το δέος μου όμως, μπήκα με άγνοια κινδύνου και μου βγήκε σε καλό. Έτρεχα παντού, μιλούσα δυνατά, ήθελα να είμαι δίπλα στον προπονητή, αν με χρειαστεί κάτι, ήθελα να μεταφέρονται σωστά οι οδηγίες του.
Θυμάμαι και ένα αστείο περιστατικό. Όντας -έστω- ερασιτέχνης ποδοσφαιριστής, χρειάστηκε να παίξω σε μια άσκηση για να βγει σωστά και την επόμενη μέρα κάποιες εφημερίδες αναρωτιόνταν μήπως ήμουν η νέα μεταγραφή της ομάδας…
Ένας καλός μεταφραστής άλλωστε δεν αρκεί να έχει καλή γνώση των γλωσσών, πρέπει να ξέρει και το αντικείμενο, το εξειδικευμένο λεξιλόγιο, τη ψυχολογία των παικτών και πιο μετά έρχεται και η εικόνα που βγαίνει στα ΜΜΕ.
Στον ΠΑΟΚ, για παράδειγμα, είχα μια δύσκολη κατάσταση με τον Πάμπλο Γκαρσία σε μια συνέντευξη Τύπου ρουτίνας. Μιλούσε για τους οπαδούς της ομάδας και περίμενε να ακούσει μεταφρασμένη τη λέξη «αρχ…ια» που είχε μόλις αναφέρει στα ισπανικά on camera. Εκπροσωπώντας τον σύλλογο σε επίσημη εκδήλωσή του και όχι σε κάποια προσωπική συνέντευξη του παίκτη, θεώρησα σκόπιμο να αποδώσω το νόημα των λόγων του. Ο ίδιος μουρμούριζε τη συγκεκριμένη λέξη στα ελληνικά, γιατί τη γνώριζε και εγώ είχα αλλάξει… δέκα χρώματα. Εν συνεχεία, εξήγησα και στον ίδιο και τον υπεύθυνο Τύπου γιατί το χειρίστηκα έτσι.
Αυτά είναι τα δύσκολα της μετάφρασης. Διορθώνω, της διερμηνείας. «Μετάφραση» είναι, για παράδειγμα, να έχεις άπλετο χρόνο να μεταφέρεις πιστά ένα βιβλίο σε άλλη γλώσσα. Στη «διερμηνεία» αφενός υπάρχει η αμεσότητα που σε φέρνει αντιμέτωπο συχνά με ιδιαίτερες καταστάσεις που πρέπει να διαχειριστείς με ευστροφία και ευγένεια, αφετέρου πρέπει να αποδώσεις το περιεχόμενο των λόγων του άλλου και να μη νιώσει εκείνος πως λογοκρίνεται.
Επιστρέφοντας στον Σάντος, θέλω να διευκρινίσω από πρώτο χέρι πως δεν είναι στριφνός και κατσούφης. Ο τρόπος που αφηγείται είναι έντονος, γλαφυρός. Σε παρασέρνει. Έχει αίσθηση του χιούμορ και πραγματικά απογειώνεται στην παρέα. Έχει μεγάλες εμπειρίες, τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής, και διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τη μνήμη του.
Ως προπονητής είναι πολύ μεθοδικός. Το χρονοδιάγραμμα των μεγάλων τουρνουά, όπως το Μουντιάλ, τον βολεύει στο να κάνει τον κατάλληλο προγραμματισμό, προκειμένου να αξιοποιηθεί στο έπακρο ο περιορισμένος διαθέσιμος χρόνος. Πριν καν πάμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας το 2014, ξέραμε ακριβώς πόσες προπονήσεις θα γίνουν, τι θα κάνουμε σε κάθε προπόνηση, ποιος είναι ο στόχος της αλλά και ποιο θα είναι το ημερήσιο πρόγραμμά μας.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν προσαρμόζεται στις συνθήκες που βρίσκει. Κάθε άλλο. Απλώς έχει οργανώσει εκ των προτέρων στον απόλυτο βαθμό όσα περνούν από το χέρι του. Έτσι, αφήνει όσο λιγότερα πράγματα γίνεται στον παράγοντα “τύχη”.
Μέχρι την ημέρα της αναμέτρησης επικεντρώνεται στο τακτικό κομμάτι, το διάβασμα του αγώνα. Αυθημερόν αποφορτίζει τους παίκτες του και φροντίζει να τους τονώσει ψυχολογικά.
Ένα από τα κυριότερα γνωρίσματά του είναι η δικαιοσύνη απέναντι στους παίχτες, κάτι που οι ίδιοι πάντα εκτιμούν, ανεξαρτήτως αν παίζουν ή όχι. Δεν κοιτάζει ηλικίες ούτε αφήνει τις εργομετρικές μετρήσεις να του θολώνουν την κρίση του, παρόλο που δίνει μεγάλη σημασία σε αυτές. Έχει τον τρόπο να κερδίζει τον σεβασμό τους, ακόμα και όταν οι συνθήκες είναι δύσκολες.
Θυμάμαι επίσης χαρακτηριστικά πως στο Euro 2012, πριν την έναρξη του τουρνουά, ήταν η τελευταία φορά που “έκοψε” ποδοσφαιριστές. Έκτοτε κατήργησε τη διαδικασία “προεπιλογής”. Τη θεώρησε ψυχοφθόρα και άδικη για τους ίδιους.
Τότε είχε αφήσει εκτός αποστολής τον Τζιόλη και τον Κονέ, είχε μιλήσει με τους παίκτες ευθέως, εξηγώντας τους το σκεπτικό. Αντίστοιχα, είχε πάρει μαζί του τον Φορτούνη, 20 ετών τότε και πολύ ντροπαλό παιδί, γιατί είχε διακρίνει πάνω του αρκετά στοιχεία. «Θέλεις να είσαι στην ομάδα;», τον ρώτησε και πράγματι τον πήρε και μας βοήθησε πολύ στο τουρνουά.
Την ίδια περίπου περίοδο είχε ζητήσει ακρόαση παίκτης που έβλεπε πως δεν θα είναι βασικός. Ήρθε στο δωμάτιο του προπονητή και άκουσε για ποιους λόγους συνέβαινε αυτό. Ο Σάντος δεν είχε πρόβλημα να του εξηγήσει. Ο παίκτης δέχθηκε όσα άκουσε, γιατί ήταν λογικά. Τελικά, χρειάστηκε να παίξει βασικός και ήταν εξαιρετικός. Λίγες εβδομάδες μετά οι δυο τους πανηγύριζαν αγκαλιασμένοι.
Στο Μουντιάλ χειρίστηκε καλά επίσης την κόντρα που είχε δημιουργηθεί ανάμεσα στους παίκτες του ΠΑΟΚ και του Ολυμπιακού. Ακόμα πιο δύσκολα ήταν, όταν τσακώθηκαν ο Μανιάτης με τον Τζαβέλλα μετά την ήττα (3-0) της πρεμιέρας από την Κολομβία. Η πρώτη του σκέψη ήταν να τους διώξει. Μίλησε με τους αρχηγούς και όσους είχαν βάρος στα αποδυτήρια, διέγνωσε την κατάσταση και τελικά το πήρε πάνω του κι αποφασίστηκε να μείνουν. Ακολούθησαν σχεδόν τέσσερεις εβδομάδες μέχρι τον αγώνα με την Κόστα Ρίκα και την πιο έντονη στιγμή του με το εθνόσημο, την αποβολή του.
Για μένα, το στρατηγικό πλάνο για τις μικρές Εθνικές, στο οποίο αναφέρθηκε σε άρθρο του ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος, ήταν το σημαντικότερο επίτευγμά του και ταυτόχρονα η παρακαταθήκη του για την Ελλάδα. Μεγαλύτερο και από τις αγωνιστικές επιτυχίες του.
Φυσικά, δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός μαζί του. Με έβλεπε και σαν βοηθό του, ρωτούσε τη γνώμη μου, μου ανέθετε ανάλυση μαζί με τον Ρικάρντο, με σύστησε στον Πεσέιρο και τον Πόντες, με τους οποίους συνεργάστηκα σε Παναθηναϊκό και Παναιτωλικό αντίστοιχα.
Όλα αυτά τα χρόνια δίπλα του εξελίχθηκα. Στα χρόνια του ΠΑΟΚ ξεκίνησα την επιμόρφωσή μου στο προπονητικό κομμάτι. Μιλάω πορτογαλικά, ισπανικά, αγγλικά και λίγα γαλλικά. Αλλά τώρα προτιμώ να αφιερώνω τον χρόνο μου στο να εμπλουτίζω τις προπονητικές μου γνώσεις και όχι στο να προσπαθώ να γίνω χειριστής περισσότερων γλωσσών. Ενώ ταυτόχρονα, χάρη στον Αστέρα Τρίπολης είμαι εξοικειωμένος απόλυτα και με τη μετάφραση Ελλήνων προπονητών σε ξένους παίκτες, για το οποίο είμαι εξίσου ενθουσιασμένος.
Δεν το κρύβω πως στο μέλλον θα ήθελα να δοκιμάσω έναν πιο ενεργό ρόλο προπονητικά. Η ζωή πάντα επιφυλάσσει εκπλήξεις.
Είναι αυτονόητο πως ο επαγγελματισμός του Φερνάντο με άλλαξε, στα επτά χρόνια που συνεργαστήκαμε. Με σημάδεψε.
Πριν μπω στον επαγγελματικό χώρο, ήμουν λίγο χαλαρός. Λίγο… Έλληνας. “Και να αργήσουμε λίγο, δεν έγινε κάτι”. Στην αρχή, έκανα όσα μου ζητούσε για να μην έχω πρόβλημα μαζί του. Για να μην προκύψει σύγκρουση. Τώρα πλέον καταλαβαίνω πως έτσι είναι το σωστό. Συνέχεια μου έλεγε «κάθε ημέρα είναι μια ημέρα που μπορείς να μάθεις κάτι καινούργιο ή να βελτιωθείς σε κάτι». Ένα ιδιότυπο “carpe diem”, αφιερωμένο όμως στη δουλειά του. Διαρκές ψάξιμο, διαρκής επιμόρφωση.
Απ’ έξω μπορεί να λες «γιατί τα κάνει αυτά;». Αλλά εκείνος ξέρει το “γιατί”. Το έχει φιλοσοφήσει. Κοιτάζοντας πλέον πίσω, νιώθω “κερδισμένος στη μετάφραση”… Το να είμαι τυπικός, οργανωτικός και να ακολουθώ πιστά τον ρόλο που μου αναλογεί είναι η κληρονομιά μου από τον κύριο Σάντος. Το δικό μου φυλαχτό.
Ο Αλέξανδρος Μανιάτογλου είναι κάτοχος πτυχίων προπονητικής ποδοσφαίρου UEFA A, B, C.
Επιμέλεια κειμένου: Λουκάς Μαστροδήμος