Ο μικρός Τζίμι έβαλε την τσάντα του στους ώμους. Δεν είχε πολλή διάθεση για σχολείο, όμως δεν ήθελε να μείνει και στο σπίτι. Οι «καλημέρες» με την μητέρα του, για καιρό, έμοιαζαν με υποχρέωση, σχεδόν με αγγαρεία.
Ποτέ του, ωστόσο, δεν είχε φανταστεί ότι ήταν η μητέρα του εκείνη που δεν τον ήθελε πιο πολύ στο σπιτικό τους, στο Τόμπολ του Τέξας.
Οι σκέψεις του 13χρονου Τζίμι Μπάτλερ πάντα «ταξίδευαν». Όμως, δεν είχε «παίξει» στο μυαλό του εκείνη τη «σκηνή» η οποία όχι μόνο δεν τον προόριζε για πρωταγωνιστή, αλλά, αντίθετα, τον «έχριζε» έναν απλό κομπάρσο…
«Δεν μου αρέσει η φάτσα σου!», ήταν ουσιαστικά η μετάφραση της σκληρής κουβέντας της μαμάς του… «Πρέπει να τσακιστείς και να φύγεις από εδώ μέσα», ήταν η κατάληξή της.
Ο Τζίμι δεν είχε συμμάχους εκεί πέρα. Ο πατέρας του τον είχε εγκαταλείψει όταν ήταν βρέφος.
Η μητέρα του υποτίθεται πως θα τον προστάτευε. Αυτό το «υποτίθεται» έγινε μία λέξη που ο Μπάτλερ θαρρεί κανείς πως άκουγε συνεχώς στο κεφάλι του, για χρόνια.
Όταν η μαμά του ξεστόμισε εκείνη την «κοφτερή» κουβέντα, ο γιος της δεν απάντησε με λέξεις. Δεν αποκρίθηκε καν με γκριμάτσα. Ίσιωσε την τσάντα στους ώμους του, παρακάλεσε τον εαυτό του να μην δακρύσει και έφυγε…
Η απρόσμενη για κάποιους πορεία του προς την καταξίωση στο ΝΒΑ, επιβεβαίωσε πως ο συχνά εκκεντρικός Αμερικανός γκαρντ προτιμά να απαντά με πράξεις και όχι με λέξεις.
Ο Τζίμι Μπάτλερ γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1989 στο Χιούστον .
«Υποτίθεται» ότι οι γονείς του θα έκαναν το παν για να τον μεγαλώσουν. Αλλά αυτό δεν ίσχυσε ούτε κατά το ήμισυ.
«Υποτίθεται» πως σε ένα ήρεμο περιβάλλον θα εξασκούσε τα ταλέντα του στο μπάσκετμπολ και το αμερικανικό φούτμπολ, όμως είχε την αυτογνωσία πως «στο φούτμπολ θα με τσάκιζαν, αν συνέχιζα να παίζω».
«Υποτίθεται» ότι θα είχε την ευκαιρία να έχει στέγη και τροφή ως τα 18 του, όταν θα άνοιγε τα φτερά του. Μονάχα που αυτά «κόπηκαν» για λίγο πέντε χρόνια νωρίτερα.
Όταν έμεινε χωρίς σπίτι, στην αρχή της εφηβείας του, κατόρθωσε για ένα διάστημα να κοιμάται από καναπέ σε καναπέ, σε σπίτια φίλων και συμμαθητών. Αυτή, όμως, δεν ήταν λύση. Λίγο αργότερα, όταν και ο ίδιος ντρεπόταν να ζητήσει άλλη μία βραδιά σε ένα στενό έπιπλο, βρέθηκε στο δρόμο. Άστεγος για μερικές μέρες, αλλά δίχως αυτό να αποτελεί δικαιολογία.
Συνέχιζε τα μαθήματά του στο γυμνάσιο του Τόμπολ και δεν έχανε προπόνηση.
Όταν οι προπονητές διαπίστωσαν το ταλέντο και την προοπτική του, ο Μπάτλερ άρχισε να κάνει όνειρα. Εκείνο το «υποτίθεται» τον ακολούθησε για χρόνια.
«Υποτίθεται ότι δεν έπρεπε να είσαι εδώ», του θύμιζαν οι θυσίες και η αυταπάρνησή του.
«Υποτίθεται» πως έπρεπε να ζήσει σε μία φυσιολογική οικογένεια. Αλλά μετά τον διωγμό από το σπίτι του, «υποτίθεται» ότι έπρεπε να… «χαθεί» στις κακόφημες γειτονιές του αμερικανικού Νότου, να μπλέξει εκεί που δεν πρέπει.
«Υποτίθεται» πως δεν έπρεπε να τελειώσει το γυμνάσιο ή να λάβει υποτροφία στο πανεπιστήμιο Μαρκέτ. Διότι η αρχική κολεγιακή καριέρα του ήταν το τζούνιορ κόλετζ (για μαθητές-αθλητές με κακές ακαδημαϊκές επιδόσεις) Τάιλερ.
«Υποτίθεται» πως ποτέ δεν θα γινόταν (έστω) Νο30 στο ντραφτ του 2011, από το Σικάγο. Ακόμη κι έτσι, μαθημένος στα δύσκολα, «υποτίθεται»πως δεν «χωρούσε» στην ίδια πεντάδα των Μπουλς με τον MVP του 2011, Ντέρικ Ρόουζ.
«Επειδή κατάγομαι από το Τόμπολ, δεν έπρεπε να φτάσω ποτέ να παίξω βασικός στο ΝΒΑ», είχε δηλώσει στον δημοσιογράφο Σαμ Σμιθ (συγγραφέα του βιβλίου «The Jordan Rules», για την κακή συμπεριφορά του Μάικλ Τζόρνταν προς τους συμπαίκτες του).
«Υποτίθεται πως δεν θα κέρδιζα ένα μεγάλο συμβόλαιο και δεν θα είχα αναδειχθεί All-Star. Αλλά τα κατάφερα», συνέχισε ο νυν σταρ των Μαϊάμι Χιτ.
Εξηγώντας ότι «ο καθένας έχει τη δική του προσωπική ιστορία. Η δική μου είναι διαφορετική».
Αλλά, παράλληλα, ξεκαθαρίζοντας πως «δεν πιστεύω ότι η πορεία μου είναι πιο σημαντική από την πορεία κάποιου άλλου. Δουλεύω σκληρά και όταν δουλεύεις σκληρά, μόνο καλά πράγματα θα σου συμβούν».
Οι αναποδιές έμαθαν στον Μπάτλερ πως «τίποτα δεν είναι απίθανο. Σε όλη η ζωή μου οι άνθρωποι με αμφισβητούσαν…
»Στο γυμνάσιο έλεγαν ότι είμαι πολύ κοντός και αργός. Δεν ήξεραν τι έχω περάσει. Αν το γνώριζαν, θα καταλάβαιναν πως όλα είναι πιθανά».
Πολλοί προσπέρασαν τον Τζίμι στο σχολείο ή το NCAA, όμως ευτυχώς για εκείνον δεν τον προσπέρασε η Μισέλ Λάμπερτ.
Στο γυμνάσιο, ο Μπάτλερ γνώρισε τον συμπαίκτη του, Τζόρνταν Λέσλι, ο οποίος όταν έμαθε πως τον έχει διώξει η μητέρα του, τον κάλεσε στο σπίτι του.
Η κυρία Λάμπερτ, αν και είχε ήδη έξι παιδιά, δεν το σκέφτηκε πολύ. Αποφάσισε να κρατήσει τον Τζίμι και να τον μεγαλώσει σαν δικό της γιο, διαπιστώνοντας «από τις πρώτες μέρες ότι όλοι τον αγαπούσαν». Σε σημείο, πια, που ο ίδιος ο γκαρντ των Χιτ αποκαλεί την Μισέλ «μητέρα μου».
Ο μικρός βρήκε μία δεύτερη οικογένεια, μία δεύτερη ευκαιρία. Οι «τόνοι αγάπης που έλαβα σε αυτό το σπιτικό», όπως επισημαίνει ο Μπάτλερ, τον βοήθησαν να μην σταματήσει τις προσωπικές αθλητικές υπερβάσεις.
Ο κόουτς του Μαρκέτ, Μπαζ Ουίλιαμς, πίστεψε στο ταλέντο του πιτσιρικά από το Τάιλερ τζούνιορ κόλετζ και σκέφτηκε να του δώσει μία ευκαιρία, το 2008. Δεν το μετάνιωσε. Του πρόσφερε υποτροφία και παρότι ο μικρός κατέγραψε την πρώτη σεζόν μ.ό. 5,6 πόντους και 3,9 ριμπάουντ, έβλεπε πόσο σκληρά προπονείται.
Το 2009-2010 είχε 14,7π.-6,4ριμπ. και το 2010-2011 μέτρησε 15,7π., κάνοντας τους σκάουτερ του ΝΒΑ να σημειώνουν το όνομά του στα μπλοκάκια τους.
Η αρχή στους Μπουλς, στο πλάι των Ροουζ και Ντενγκ, δεν ήταν εύκολη.
Ως ρούκι αγωνιζόταν μόλις 8,5 λεπτά μ.ό.και είχε 2,6π.. Ως δευτεροετής ανέβηκε στους 8,6π. σε 26΄, αρπάζοντας την ευκαιρία μετά τον τραυματισμό του Ντενγκ. Και το 2014 έφτασε να σκοράρει 13,1 πόντους ανά ματς.
Η σεζόν 2014-2015 αποτέλεσε την «έκρηξή» του, με μ.ό. 20π. και «παράσημο» το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη της χρονιάς, ενώ υπέγραψε ένα νέο πενταετές συμβόλαιο, αντί 95 εκατομμυρίων δολαρίων!
Η ουσιαστικά «against all odds» ζωή του είχε πολλά εμπόδια. Όμως έγινε ένα παράδειγμα ότι κάθε παιδί, από κάθε κακόφημηI συνοικία, έχει δικαίωμα και λόγο να ονειρεύεται.
Η πορεία του μοιάζει με remake της ταινίας «The Blind Side», για την υιοθεσία του παίκτη του NFL, Μάικλ Οϊερ από την οικογένεια της Λι Αν.
Την οποία Λι Αν, στη μεγάλη οθόνη στο φιλμ του 2009, υποδύθηκε η Σάντρα Μπούλοκ, κερδίζοντας το Όσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου!
Η δική του «Λι Αν», η Μισέλ Λάμπερτ, του έμαθε πως «πάνω απ’ όλα μετρά η δική σου άποψη και όχι τι λένε οι άλλοι για σένα».
Ο Μπάτλερ λέει πια πως «αν καθίσεις να ακούσεις και να πάρεις στα σοβαρά εκείνους που σε αμφισβητούν, θα καταντήσεις να ζεις τη δική των άλλων και όχι τη δική σου».
Γι’ αυτό και ο Τζίμι συχνά δεν άκουγε κανέναν…
Ο δρόμος του προς το ΝΒΑ δεν ήταν εύκολος και ο Μπάτλερ δεν θέλει ούτε η προσωπική ιστορία του ούτε η κακοπροαίρετη κριτική να τον καθορίσει.
Αυτό τον κάνει «να εκνευρίζομαι συχνά όταν με ρωτούν μόνο για τα παιδικά χρόνια μου. Κατάφερα να γίνω αυτός που είμαι χάρη στους ανθρώπους που είχα δίπλα μου και με στήριξαν, όμως δεν κρατώ κακία σε κανέναν.
»Ακόμη έχω κάποιες επαφές με τους βιολογικούς γονείς μου. Υπάρχει αγάπη μεταξύ μας και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ».
Θέλει να ελέγχει τις καταστάσεις και να αποφασίζει για τον εαυτό του, όμως τον Ιούλιο του 2017 έμαθε ότι έγινε ανταλλαγή στη Μινεσότα, αντί των Ζακ ΛαΒιν, Κρις Νταν και των δικαιωμάτων του Φινλανδού, Λάουρι Μάρκανεν.
Το 2018 απαίτησε να παραχωρηθεί από τους Τίμπεργουλβς, λόγω της κακής σχέσης του με τη διοίκηση και των πολλών εντάσεων με τον συμπαίκτη του, Καρλ-Άντονι Τάουνς. Οι Γουλβς δεν ικανοποίησαν άμεσα το αίτημα του Μπάτλερ, ο οποίος ενσωματώθηκε με καθυστέρηση στην προετοιμασία, στην πρώτη προπόνηση μάζεψε όλους τους αναπληρωματικούς και στο προπονητικό διπλό διέλυσαν τη βασική πεντάδα!
Οι αναφορές του Τύπου έκαναν λόγο για έναν παίκτη που πάντα πίεζε τους μικρούς και προκαλούσε τους Τάουνς και Άντριου Ουίγκινς. Ο ίδιος δεν διέψευσε τίποτε από όλα αυτά…
Έπειτα από δέκα αγώνες στη σεζόν, ο Μπάτλερ έγινε ανταλλαγή στη Φιλαδέλφεια, με φήμες πως ούτε εκεί κατάφερε να συνυπάρξει με άλλους δύο νεαρούς, σταρ, τους Τζοέλ Εμπίιντ και (κυρίως) Μπεν Σίμονς…
Το καλοκαίρι του 2019 υπέγραψε μεν ανανέωση συμβολαίου με τους Σίξερς, όμως είχε συμφωνήσει εξαρχής να μετακομίσει στο Μαϊάμι.
Οι Χιτ είναι οι πρώτη πραγματικά «δική του» επιλογή στην καριέρα του στο ΝΒΑ και μετά το restart της σεζόν, από την αναβολή λόγω κορονοϊού, φαίνεται να δικαιώνεται.
Ο Μπάτλερ, όπως ανέφερε η ιστοσελίδα του περιοδικού «GQ», «επαναπροσδιόρισε στη Φλόριντα την έννοια του “σταρ του ΝΒΑ”».
Μετά την επικράτηση επί των Μιλγουόκι Μπακς (περιορίζοντας τον MVP Γιάννη Αντετοκούνμπο), οι Χιτ προκρίθηκαν στους ανατολικούς τελικούς για πρώτη φορά μετά το 2014, όταν τους καθοδηγούσε ο ΛεΜπρον Τζέιμς.
Η στατιστική του δεν είναι η καλύτερη της καριέρας του -μετρά μ.ό. 19,9π. σε 33,2΄, ενώ το 2016-2017 είχε 23,9π. σε 37΄-, ωστόσο ο Μπάτλερ δείχνει πιο ώριμος από ποτέ.
Μοιάζει να έχει αποδεχθεί τον ρόλο του μέντορα σε ένα σύνολο νέων παικτών που οι περισσότεροι είναι μεν ρολίστες, αλλά έχουν κατορθώσει να συμπληρώνουν υποδειγματικά ο ένας τον άλλον πάνω στο παρκέ.
Άλλωστε, ο 31 ετών Μπάτλερ επιμένει πως «δεν θα πω ποτέ ότι “κουβαλάω” μία ομάδα, διότι αυτό δεν μπορεί να το κάνει κανένας μόνος του.
»Ρόλος μου είναι να κάνω και τη “βρώμικη δουλειά” στο γήπεδο. Να βουτήξω για μία χαμένη μπάλα, να κυνηγήσω τον καλύτερο επιθετικό των αντιπάλων. Μόνο έτσι μπορείς να εμπνεύσεις τον συμπαίκτη σου».
Αυτή η νοοτροπία τον έχει φέρει αντιμέτωπο με μπόλικη κριτική, όταν δεν σκοράρει πολύ σε σημαντικά ματς.
Στο Μαϊάμι, τόσο ο πρόεδρος, Πατ Ράιλι, όσο και ο κόουτς Έρικ Σποέλστρα, του εξήγησαν ότι τον χρειάζονται κυρίως για να «σηκώσει» το παιχνίδι των υπολοίπων. Η στατιστική σπάνια αποτυπώνει αυτούς τους ρόλους.
Ο Μπάτλερ είναι εκείνος που «σπρώχνει» τους ρούκι Τάιλερ Χίρο, Κέντρικ Ναν και τον δευτεροετή Ντάνκαν Ρόμπινσον. Είναι αυτός που ηρεμεί τον Γκόραν Ντράγκιτς και δίνει κίνητρο στον Μπαμ Αντεμπάγιο.
Ουσιαστικά, πάντως, ο πρώην σταρ των Μπουλς, Γουλβς και Σίξερς δεν είναι ρολίστας, παρότι δεν είναι ηγέτης επιπέδου (και αριθμών) ΛεΜπρον, Κουάι Λέοναρντ ή Στεφ Κάρι.
Είναι πρώτος στις περισσότερες στατιστικές κατηγορίες των Χιτ, μπορεί να δημιουργήσει μόνος του παιχνίδι για τον εαυτό του και θα ζητήσει τη δυσκολότερη αμυντική αποστολή.
Μετά τον Ντουέιν Ουέιντ, το Μαϊάμι βρήκε έναν αληθινό αρχηγό και ένα παιδί που πέρασε πολλά στη ζωή του και έμαθε -όσο γκρινιάρης κι αν είχε αποδειχθεί κάποιες φορές- να εκτιμά κάθε στιγμή, κάθε ματς, κάθε σουτ και κάθε λεπτομέρεια καριέρας και ζωής.
Αυτό δεν άλλαξε ούτε στη «φούσκα» του Ορλάντο, όπου άνοιξε δική του… καφετέρια, προσφέροντας καφέ αντί 20 δολαρίων την κάθε κούπα!
Όταν ρωτήθηκε για την τιμή, η απόκρισή του ήταν πως «σε αυτό το μέρος, όλοι οι πελάτες μου έχουν τα χρήματα για να τον αγοράσουν!».
Όταν ο Τζίμι Μπάτλερ επιλέχθηκε στο ντραφτ του ΝΒΑ το 2011, παραδέχθηκε πως «έβαλα τα κλάματα. Δεν θύμωσα για όλους εκείνους που με αμφισβήτησαν και μου έλεγαν ότι δεν είμαι ικανός.
»Ήταν δάκρυα χαράς επειδή είχα αποδείξει στον εαυτό μου πως είμαι άξιος. Δεν με ενδιέφεραν ποτέ τα λόγια των άλλων».
Όταν βρήκε την προσωπική ηρεμία του στο σπίτι της Μισέλ Λάμπερτ, αποφάσισε να κρατήσει μυστικό το τι πέρασε.
Μοιράστηκε με λίγους στο σχολείο την πορεία του, το ότι έμεινε για λίγο άστεγος. Ο προπονητής του στο γυμνάσιο έμαθε την ιστορία από την Μισέλ.
Ο ίδιος ο Τζίμι Μπάτλερ αποφάσισε να αποκαλύψει λεπτομέρειες λίγο πριν από το ντραφτ. «Δεν ήμουν ποτέ συνηθισμένος στην ιδέα να γνωρίζουν όλοι τόσες λεπτομέρειες για την ιδιωτική ζωή μου.
»Είμαι ακόμη διστακτικός στο να μιλάω για αυτό. Το μόνο που πάντα επιθυμούσα ήταν να είμαι ένας φυσιολογικός νέος, σε μία φυσιολογική οικογένεια».
Η λέξη «μετανιώνω» σπάνια θα βγει από το στόμα του. Δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του πεισματάρη Μπάτλερ και αυτό τον βοήθησε όχι μόνο να εκπληρώσει, αλλά και να υπερβεί τις προσδοκίες.
«Δεν μετανιώνω για τίποτα και δεν παίρνω πίσω καμία κουβέντα που ξεστόμισα διότι δεν με απασχολεί τι σκέφτονται για μένα σαν αθλητή και άνθρωπο», λέει πια.
Και όπως είχε ζητήσει σε συνέντευξή του στο δίκτυο ESPN, στο ντραφτ, όταν έγινε γνωστή η ιστορία του, «ξέρω ότι θα γράψετε κάτι για μένα. Όμως σας παρακαλώ να μην το κάνετε με τρόπο που να με λυπηθεί ο κόσμος… Αυτό είναι κάτι που το μισώ!
»Δεν υπάρχει κάτι για να λυπούνται… Λατρεύω καθετί που μου συνέβη, διότι αυτό με έκανε τον άνθρωπο που έχετε μπροστά σας.
»Και αισθάνομαι ευγνώμων για κάθε πρόκληση στη ζωή μου. Γι’ αυτό σας παρακαλώ, μην υποχρεώσετε το κοινό να με λυπηθεί».
Η «ενάντια σε όλα τα εμπόδια» πορεία του δεν στηρίχτηκε στη συμπόνοια, αλλά στο μόχθο και τις ευκαιρίες που ο ίδιος δημιούργησε για τον εαυτό του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ανδρέας Γλυνιαδάκης: «Κυνήγησε το όνειρό σου» / Αρσέν Μουλουντά: «Νίκησε το μίσος!»
Ένα τροχόσπιτο ήταν το πρώτο «βασίλειο» του Μπαμ Αντεμπάγιο
Η αβάσταχτη απλότητα του (περίπλοκου) εαυτού του Ντένις Ρόντμαν
Όγκουστιν Ρούμπιτ: Διπλή οικογένεια, διπλή ευκαιρία
Ο Σακίλ ΜακΚίσικ δεν «λύγισε» από τη φυλακή, «νικώντας» την ειρωνεία…
Άστεγη, έφηβη μητέρα, όμως η Τζάσμιν Ουόκερ δεν έχασε ποτέ το κίνητρό της