Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο πόλεμος, οι θάνατοι των αμάχων, είναι απαράδεκτα.
Δεν υπάρχουν ελαφρυντικά για μια πραγματική εισβολή.
Όλοι μας είμαστε θυμωμένοι και πολύ ανήσυχοι με αυτά που γίνονται.
Δεν είναι και μακριά από εμάς η εμπόλεμη περιοχή, δεν είναι μακριά η Ουκρανία.
Για όλους μας έχει αντίκτυπο και είναι κάτι που βλέπουμε και στις τιμές του φυσικού αερίου και άλλων ειδών.
Αλλά το σημαντικότερο από όλα είναι ότι χάνονται ζωές ανθρώπων, την πληρώνει ο λαός, ο αθώος κόσμος και αυτό είναι πολύ λυπηρό.
Οι επικεφαλής των αθλητικών θεσμών έχουν δώσει ένα μήνυμα αποκλείοντας από τις διοργανώσεις αθλητές της Ρωσίας και της Λευκορωσίας.
Πιστεύω όμως ότι και οι ίδιοι οι αθλητές αυτών των χωρών δεν συμφωνούν με την εισβολή. Κάποιοι από αυτούς έχουν ήδη δώσει και θα εξακολουθήσουν να δίνουν τα μηνύματά τους για την ειρήνη και την συμπαράσταση.
Ωστόσο εμείς, οι άνθρωποι της άρσης βαρών, στο συμβούλιο που κάναμε με την Παγκόσμια Ομοσπονδία ανακοινώσαμε ότι Ρώσοι και Λευκορώσοι αθλητές, διαιτητές, παράγοντες αποκλείονται από όλες τις διεθνείς διοργανώσεις.
Ζούμε πρωτόγνωρες καταστάσεις.
Αυτήν την περίοδο βρίσκομαι στην Αμερική, στο Οχάιο, σε ένα εκπληκτικό event, σαν φεστιβάλ, με όλα τα αθλήματα. powerlifting, bodybuilding, άρση βαρών.
Αλλά το μυαλό μου είναι πάντα στην Ελλάδα, τη χώρα μου.
Καμιά φορά θυμάμαι τα παλιά. Θυμάμαι το υπογειάκι στη Σόλωνος, εκεί όπου έμεναν οι γονείς μας και πηγαίναμε κι εγώ με τον αδερφό μου, τον Οδυσσέα.
Δεν ήταν καθόλου εύκολη η αρχή για εμάς.
Βρήκαν δουλειά οι γονείς μας και έπρεπε κάπου να μείνουν, οπότε μας παραχώρησαν από την πολυκατοικία το διαμέρισμα. Είχαμε πάει με τον αδερφό μου, το είχαμε σοβατίσει, το είχαμε βάψει, όσο μπορούσαμε το είχαμε περιποιηθεί.
Πήγαινα λοιπόν να τους δω, να πιω έναν καφέ, αλλά εκείνος ο καφές με “έπινε”, δεν τον έπινα. με έπνιγε όλο αυτό το πράγμα, με έπνιγε εκείνο το υπόγειο.
Ήταν μεταβατικό για την οικογένειά μου όλο αυτό, αλλά τότε μου ήταν δύσκολο να το βλέπω, να τους βλέπω εκεί, και να το ζω.
Και με την πρώτη ευκαιρία, με το πρώτο μου Χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο, στη Βαρκελώνη το 1992, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάρω ένα διαμέρισμα στον έκτο όροφο.
Φύγαμε από το υπόγειο και πήγαμε στο άλλο άκρο!
Εκείνο το υπόγειο μ’ έπνιγε…
Αυτό που έζησα στα παιδικά μου χρόνια, οι δυσκολίες που πέρασα τον πρώτο καιρό στην Ελλάδα αλλά και στην πορεία της ζωής μου, όλα μου έμαθαν να είμαι ταπεινός, να μην καβαλάω το καλάμι, να σέβομαι, να αγαπάω τους γύρω μου πρώτα και μετά τον εαυτό μου…
Ταυτόχρονα, πολλά έμαθα και από τον αθλητισμό.
Ο αθλητισμός σου μαθαίνει τον σεβασμό, πώς να σέβεσαι τον αντίπαλο, τον προπονητή σου, τον συναθλητή σου. Μέσα από αυτό και αντλείς δύναμη και προχωράς στη ζωή σου.
Σίγουρα όλες οι δυσκολίες που περνάμε μας κάνουν να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι και να σκεφτόμαστε αλλιώς, έτσι συνέβη και με εμένα. Δε νομίζω ότι οι δυσκολίες “κάνουν κακό” δηλαδή, υπό μια έννοια.
Στη ζωή μου έχουν ανοίξει πολλά κεφάλαια: αγωνιστικοί θρίαμβοι, οικογένεια, προπονητική, προεδριλίκι, πολιτική, Ελλάδα, Χειμάρρα, Αμερική.
Αλλά το σημαντικότερο όλων είναι η οικογένειά μου, τα παιδιά μου… Τα μετάλλιά μου είναι αυτά τα τέσσερα παιδιά. Αυτό μου άφησε και η Αναστασία, το μεγαλύτερο δώρο.
Και τώρα είμαστε έτοιμοι για την μετάβαση.
Ήδη τα τρία από τα τέσσερα παιδιά μου έχουν επιστρέψει και έχω επιστρέψει κι εγώ για να είμαι βασικά στην Ελλάδα.
Η Αμερική και η ενασχόλησή μου με την Εθνική άρσης βαρών είναι “αναγκαίο κακό” αυτήν την στιγμή, γιατί δεν μπορώ να τους αφήσω στη μέση, τους βοηθάω και από μακριά, όσο μπορώ, και έρχομαι δυο-τρεις φορές τον χρόνο. Αλλά αυτό δεν θα είναι για πολύ.
Φυσικά, οι Αμερικανοί δεν μου έχουν κλείσει την πόρτα, μου την έχουν ορθάνοιχτη διάπλατα, απλώς εγώ δεν μπορώ. Δεν μπορώ να είμαι μακριά από τη χώρα μου. Άλλο είναι η Ελλάδα, καμία σχέση!
Μου έχουν προσφέρει τα πάντα οι άνθρωποι εδώ, αλλά μου ήταν δύσκολο.
Και ο μικρός μου γιος ζορίστηκε πάρα πολύ.
Είμαι Ελλάδα λοιπόν ως βάση και πηγαινοέρχομαι κάποιες φορές τον χρόνο.
Έχει περάσει η μισή μου ζωή ουσιαστικά.
Αυτό που έχω καταλάβει, ως φιλοσοφία όλα αυτά τα χρόνια, είναι ότι τίποτα δεν θα πάρουμε μαζί μας.
Από την άλλη, ας προσπαθούμε να κάνουμε ωραία πράγματα, να βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, να είμαστε σωστοί προς τους γύρω μας.
Ο καθένας μας έχει κάνει την πορεία του και από αυτήν κρίνεται. Πιστεύω ότι πορεύτηκα σωστά. Νιώθω γεμάτος, γιατί έκανα αυτά που ήθελα να κάνω.
Βέβαια, όπως όλοι μας θέλουμε πάντα, θα ήθελα και εγώ κάτι παραπάνω, είναι αυτή η απληστία που έχει ο άνθρωπος, «να κάνω και αυτό και το άλλο» και «αχ, να μπορούσα να πάρω το τέταρτο Χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο».
Αλλά τελικά είμαι γεμάτος, είμαι χορτάτος.
Το μόνο που μένει είναι να είμαι γερός και να στηρίζω τα παιδιά μου, να είμαι δίπλα τους και να τα βλέπω να προοδεύουν και να είναι ευτυχισμένα.
Οι δικοί μου γονείς, αντίστοιχα, έπαιξαν τον σημαντικότερο ρόλο γι’ αυτό που είμαι.
Από εννιά μηνών μέχρι τα έξι μου χρόνια με μεγάλωσε η γιαγιά μου, ήταν για εμένα το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο, αλλά οι γονείς μου ήταν δίπλα μου σε όλη την πορεία μου, στο κάθε μου βήμα, και ως αθλητή και ως άνθρωπο.
Μου έδωσαν την ψυχική δύναμη να προχωρήσω και να κάνω αυτά που έκανα, ήταν υποστηρικτές μου σε ό,τι κι αν έκανα.
Με στήριξαν και στήριξαν και την απόφαση που πήραμε με τον αδερφό μου να έρθουμε από τη Χειμάρρα στην Ελλάδα, ενώ οι ίδιοι έμειναν πίσω με φόβο. Ακόμη τότε δεν είχαν ξεκαθαρίσει καλά τα πράγματα σχετικά με το τι θα γινόταν με τις οικογένειες πίσω.
Τόσο ο πατέρας μου όσο και η μητέρα μου έφυγαν άδικα, δεν τους χόρτασα, δεν τους “χαιρέτησα” και αυτό είναι που με πειράζει πιο πολύ. Και οι δυο τους έφυγαν με ανακοπή. Αντίθετα, με την Αναστασία το περίμενα, ήταν έξι μήνες, ήταν στο κρεβάτι, το ζούσαμε. Δεν ξέρω τι θα ήταν καλύτερο, να το περιμένω ή να μην το περιμένω και να είναι αναπάντεχο.
Αυτό που με πείραξε ήταν με τον θάνατο του μπαμπά. ήμουν στην Αμερική, με “έτρωγε” να τον πάρω τηλέφωνο, να τον πάρω, να τον πάρω. Εκείνο το βράδυ βλέπαμε το ίδιο ματς στην τηλεόραση, έπαιζε Γερμανία-Μεξικό. Η μαμά είχε κοιμηθεί, πήγε ο άνθρωπος τουαλέτα, γύρισε στο κρεβάτι του και έμεινε ο μισός εκεί.
Και η μαμά το ίδιο.
Το 2017 έχασα τον μπαμπά, το 2018 την Αναστασία και το 2021 τη μαμά.
Τα δικά μου τα παιδιά, η Ελένη, ο Βίκτωρας, η Μαρία και ο μικρός, δε νομίζω ότι θέλουν πλέον κατεύθυνση.
Ειδικά τα τρία μεγάλα ξέρουν τι θέλουν, δεν τα φοβάμαι, θέλω να είμαι δίπλα τους, θέλουν να είμαι καλά και συζητάμε πολύ για το μέλλον τους.
Τα στηρίζω, τους λέω να μην φοβούνται (για) τις επιλογές τους, τα όνειρά τους, το πώς θέλουν να προοδεύσουν στη ζωή τους.
Αυτό μπορώ να κάνω ως μπαμπάς. Τον ρόλο του πατέρα τον ξέρω, είναι αυτός που σε στηρίζει, είναι εκεί βράχος πάντα για σένα και σου λέει την καλή την κουβέντα. Αλλά τον ρόλο της μαμάς, ειδικά με τα κορίτσια, δεν μπορώ να τον παίξω καλά, είναι δύσκολο.
Κάποια στιγμή με φαντάζομαι και παππού. Σχεδόν στην ηλικία της Ελένης, εγώ την κρατούσα ήδη στην αγκαλιά μου.
Είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και η οικογένεια. Εκτός των άλλων, βοηθάει στο να προχωρήσεις και να κάνεις πράγματα.
Εγώ είχα στόχους και έχανα στιγμές από τα παιδιά και την οικογένειά μου.
Προσπαθούσα να κάνω τη δουλειά μου καλύτερα, να προπονηθώ, να κάνω την προετοιμασία μου στο υψηλότερο επίπεδο, έλεγα λοιπόν «λείπω που λείπω απ’ το σπίτι μου, τουλάχιστον ας κάνω αυτό σωστά!».
Έχανα πράγματα που δεν θα ξαναγύριζαν ποτέ, τουλάχιστον ήθελα να είμαι ικανοποιημένος ότι έκανα σωστά την προετοιμασία μου.
Η ζωή μου είναι σαν τους στίχους* του τραγουδιού του Αντώνη Ρέμου, «Με την πόρτα ανοιχτή»… Αν το ακούσει κανείς προσεκτικά, είναι η ζωή μου όλη.
Ταυτίζεσαι πολλές φορές με τραγούδια που σε συνδέουν με πράγματα και σταθμούς της ζωής σου.
Ναι, «έχω μάθει να κοιμάμαι με την πόρτα ανοιχτή», γιατί δεν έχω να φοβηθώ κάτι.
Και στη ζωή μου είναι πολλές οι… ανοιχτές πόρτες, η ζωή είναι ανοιχτή, θα μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα, αλλά αυτήν την στιγμή έχω τον μικρό μου γιο που είναι η προτεραιότητά μου και είμαι από επάνω του, αυτός με έχει ανάγκη τώρα και όχι η Αμερικανική Ομοσπονδία ούτε πολλοί άλλοι.
Άνοιξαν πόρτες στη ζωή μου, κάποιες έκλεισαν, για κάποιες δεν είμαι σίγουρος.
Για την πολιτική δεν θα πω ποτέ ξανά «όχι», γιατί κάποτε είχα πει ότι δεν θα έμπλεκα.
Ασχολήθηκα σε μια στιγμή δύσκολη και ειδική για τη χώρα. Δεν μπήκα ούτε για να περάσω καλά ούτε για να είμαι αρεστός. Ήμουν ήδη αρεστός σε όλους και, μπαίνοντας στην πολιτική, αμέσως δημιουργήθηκε διαίρεση.
Δεν έχει κλείσει το κεφάλαιο αυτό για εμένα, υπό την έννοια ότι μέσα από την πολιτική, τη Βουλή και τους θεσμούς αλλάζουμε τα πράγματα, κάνουμε καλύτερη τη ζωή όλων μας και όχι προσωπικά, προσπαθούμε να κάνουμε τη χώρα καλύτερη.
Πάντως τώρα δεν σκέφτομαι κάτι σχετικό.
Επικεντρώνομαι στο να στηρίξω τον μικρό μου γιο και να συνεχίσουμε τη ζωή μας με την οικογένειά μου στη χώρα μας, την Ελλάδα.
Όπου και να έχω πάει, σαν την Ελλάδα πουθενά…
Είναι η ωραιότερη χώρα στον κόσμο, απλώς εμείς πρέπει να γίνουμε καλύτεροι, να την σεβόμαστε και να την αγαπάμε!
Ο Πύρρος Δήμας είναι τρεις φορές Χρυσός Ολυμπιονίκης της άρσης βαρών.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Πύρρος Δήμας: Δέκα σπάνια κλικ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στέφανος Ντούσκος: Ζώντας Ένα Θαύμα
Σπύρος Γιαννιώτης: Επιστροφή Στο Σχολείο
Μιρέλα Μανιάνι: Καινούργια Εγώ
Αθανασία Τσουμελέκα: Περπατώντας Στην Άγρια Πλευρά / Ο Άλλος Εαυτός
Πηγή Δεβετζή: Δέκα Χρόνια Μετά
Κατερίνα Στεφανίδη: Βαθιά Ανάσα
Ειρήνη Αϊνδιλή: Τρεις ζωές / Για την Άννα
Αγγελική Καραπατάκη: Τα κλειδιά / Το τρίτο οκτάλεπτο
Κωνσταντίνος Γενηδουνιάς: Σωστό Παράδειγμα / Συναντώντας τον Ομπάμα
* Τους στίχους του συγκεκριμένου τραγουδιού έχει γράψει ο Γιάννης Δόξας, τη μουσική ο Κυριάκος Παπαδόπουλος και περιλαμβάνεται στον δίσκο «Καιρός να πάμε παρακάτω» (1998):
Έφυγα από το σπίτι μου
μια μέρα με μπελάδες.
Ήμουν σχεδόν 18,
κι είπα να βρω λογαριασμό,
μακρυά απ’ τους καυγάδες.
Διάλεξα ένα φορτηγό,
με ξύλα φορτωμένο.
Μάλωσα με τον οδηγό,
γιατί με φώναζε μικρό.
Συνέχισα με τρένο.
Έχω μάθει να κοιμάμαι,
με την πόρτα ανοιχτή.
Δε φοβήθηκα ποτέ μου,
και θ’ ανοίξω άγγελέ μου
τη χρυσή σου φυλακή.
Κοίτα εσύ να με προσέχεις
κι ασ’ την πόρτα ανοιχτή,
δεν αλλάζω πια το δρόμο
κι έχω πει στον ταχυδρόμο
πως θα μείνουμε μαζί.
Μπήκα στον ήλιο τον καυτό
κι ήπια νερό μ’ αλάτι.
Πάλεψα μ’ όλους τους ληστές
κι έκανα λάθος προσευχές
σε δανεικό κρεβάτι.
Είδα την άκρη του γκρεμού
μα μου ‘γινε συνήθεια.
Να μη θυμώνω τους θεούς,
να κάνω φίλους τους εχθρούς,
ν’ αλλάζω την αλήθεια.