Έχετε σκεφτεί ότι μία στιγμή είναι αρκετή, για να κρίνει την πορεία και τον στόχο ενός αθλητή;
Μια στιγμή που εξαρτάται από τον ψυχισμό και την αντοχή του;
Μια τέτοια στιγμή έκρινε και την πρόκριση του Λευτέρη στους Ολυμπιακούς Αγώνες! Ένα… μισό βήμα!
Τόση ήταν η “απόσταση” του Τόκιο από τις… καλοκαιρινές μας διακοπές. Αν, στον τελευταίο αγώνα της σειράς του Παγκοσμίου Κυπέλλου στο Κατάρ, ο Λευτέρης έκανε στην “προσγείωσή” του ένα βήμα μεγαλύτερο από 30 εκατοστά, τώρα, όλοι θα ήμασταν σε διακοπές!
Δεν ήταν εύκολη η πορεία του προς το Τόκιο.
Ο τραυματισμός του, η χειρουργική επέμβαση, η απουσία του από τους τέσσερεις αγώνες του πρώτου γύρου των Παγκοσμίων Κυπέλλων (σ.σ. το διάστημα 2018-2019) και η πανδημία την έκαναν ακόμα δυσκολότερη.
Στο τέλος, έπρεπε να τρέξουμε! Πρώτα, για την κατάκτηση τριών νικών σε ισάριθμους αγώνες, και, μετά, για να πάρει τη διαφορά στο σκορ από τον Κινέζο (Λίου Γιανγκ), ο οποίος, απόντος του βασικού αντιπάλου του, είχε τον χρόνο και την ηρεμία να αποκτήσει το πλεονέκτημα.
Στην περίπτωση, πάντως, κατά την οποία οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα διεξάγονταν το 2020 κανονικά, ο Λευτέρης θα ήταν έτοιμος, καθώς, δύο μήνες μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα το 2019, ήταν πλήρως αποκατεστημένος από τον τραυματισμό του. Πέντε φορές κάναμε προετοιμασία, από το τέλος του 2020 και μετά.
Πρώτα, για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (στη Μερσίνη, το 2020), στο οποίο, τελικά, δεν πήγαμε, γιατί φοβηθήκαμε τον κορωνοϊό, και, στην συνέχεια, για τον αγώνα της σειράς του World Cup (στο Κατάρ), ο οποίος αναβλήθηκε δύο φορές και, όπως φάνηκε, η Παγκόσμια Ομοσπονδία μάλλον δεν ήθελε να κάνει. Αυτό, τουλάχιστον, καταλάβαμε εμείς, όταν, μετά το πέρας των προκριματικών αγώνων στο Μπακού, μάθαμε ότι είχε αποφασίσει να ολοκληρώσει τη διαδικασία πρόκρισης στους Ολυμπιακούς Αγώνες στους επτά αγώνες της σειράς και όχι τους οκτώ, όπως αρχικά ήταν προγραμματισμένο. Πιθανόν θεώρησε ότι, λόγω της πανδημίας και των συνθηκών με τον κορωνοϊό, θα υπήρχαν δυσκολίες στην οργάνωση και τη διεξαγωγή της τελευταίας διοργάνωσης.
Η απόφαση αυτή θα μπορούσε να τεθεί σε ισχύ αν, πράγματι, την περίοδο, στην οποία ήταν προγραμματισμένος ο αγώνας στην Ντόχα, υπήρχαν αντικειμενικοί παράγοντες που θα εμπόδιζαν τη διεξαγωγή του. Από την στιγμή, όμως, που στις ίδιες ημερομηνίες είχε προγραμματιστεί στο Κατάρ η διεξαγωγή διεθνών αγώνων σε διάφορα άλλα αθλήματα (όπως, για παράδειγμα, στο πινγκ πονγκ, όπου, επίσης, θα κρινόταν ποιοι αθλητές θα πήγαιναν στο Τόκιο), δεν έβλεπα κανέναν λόγο αναβολής της διοργάνωσης.
Προσωπικά, το θεωρούσα ανήθικο!
Από τη μία πλευρά, μπορώ να κατανοήσω ότι η Ομοσπονδία, ενδεχομένως, να είχε εφησυχαστεί από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της σειράς των World Cup είχε ολοκληρωθεί. Επομένως, είχε ήδη συγκεντρωθεί ένας αριθμός αθλητών που είχαν προκριθεί για το Ολυμπιακό τουρνουά και δεν την ενδιέφερε αν ο Πετρούνιας (ή κάποιος άλλος) είχε πάρει ή όχι την πρόκριση για το Τόκιο.
Από την άλλη, όμως, για εμάς, που -επί τέσσερα συν ένα χρόνια- δουλεύαμε γι’ αυτόν τον σκοπό, αυτή η απόφαση ήταν σαν μαχαιριά! Πισώπλατη, θα έλεγα!
Στον αθλητισμό, το ζητούμενο δεν είναι μόνο να διοργανώνεις τους αγώνες. Το ζητούμενο, επίσης, είναι να σέβεσαι κι αυτούς που συμμετέχουν στους αγώνες. Πόσω μάλλον, όταν μιλάμε για τον Λευτέρη, έναν από τους κορυφαίους του αθλήματος.
Πώς θα μπορούσαν να διεξαχθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Τόκιο, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα στον προηγούμενο Χρυσό Ολυμπιονίκη να διεκδικήσει την πρόκρισή του;
Η ουσία είναι ότι, στο τέλος και μετά από πολύ μεγάλες πιέσεις που δέχτηκε η Παγκόσμια Ομοσπονδία από εμάς, ο αγώνας στο Κατάρ διεξήχθη κανονικά.
Το δυσκολότερο, ως προς τη διαχείριση, κομμάτι σ’ αυτόν ήταν το ψυχολογικό. Ο Λευτέρης δεν ήθελε απλώς μια νίκη, για να πάει στο Τόκιο. Ήθελε τη νίκη με συγκεκριμένο σκορ. Για να την πετύχει, λοιπόν, έπρεπε να είναι τέλειος! Και δεν είναι εύκολο να ζητάς την τελειότητα από έναν αθλητή.
Οι αθλητές δεν είναι μηχανές να τις προγραμματίσεις να “προσγειωθούν” εκεί, όπου πρέπει. Είναι άνθρωποι. Με αντοχές και συναισθήματα…
Ευτυχώς, ο Λευτέρης στα δύσκολα ανταποκρίνεται εξαιρετικά! Πολύ καλύτερα, θα έλεγα, απ’ όταν ο ανταγωνισμός δεν είναι μεγάλος. Κι αυτό είναι που τον κάνει ξεχωριστό!
Ελπίζω στο Τόκιο να βγάλει τον καλύτερο του εαυτό. Μόνο ο κακός θα είναι ο σημαντικότερός του αντίπαλος. Μέχρι σήμερα, δεν τον έχει δείξει ποτέ! Εύχομαι να μην τον δείξει ούτε τώρα. Να γυρίσει στην Ελλάδα με εκείνο που ονειρεύεται -ένα Ολυμπιακό μετάλλιο– κι εγώ να είμαι ήρεμος ότι όλα πήγαν καλά!
Θα με πονούσε πολύ, αν έμενε εκτός Ολυμπιακών Αγώνων. Όχι για μένα, αλλά για τον ίδιο. Αυτός κάνει την προσπάθεια. Αυτός κοπιάζει. Αυτός βάζει όλη την ψυχή του. Αυτός δίνει όλο το «είναι» και τη δύναμη του. Εγώ είμαι απλώς εκείνος που τον βοηθάω να μειωθεί ο κόπος του…
Οι δρόμοι μας με τον Λευτέρη συναντήθηκαν, όταν ήταν παιδί. Τότε, μάλιστα, η εικόνα μου τον φόβιζε πολύ. Θεωρούσε ότι ήμουν αυστηρός.
Αρχικά, έκανε μια παύση στις προπονήσεις, λόγω τραυματισμών. Όταν, όμως, επέστρεψε ξανά, εντάχθηκε στον σύλλογο, όπου εργαζόμουν κι εγώ, πριν γίνω ομοσπονδιακός προπονητής. Εκείνη την περίοδο, μου ζήτησε να τον αναλάβω. Η συνεργασία μου, όμως, με τον Βλάση (Μάρα) και η εποπτεία της Εθνικής ομάδας δεν μου άφηναν χρόνο να δουλέψω μαζί του.
Τον έφερα, ωστόσο, στο κλιμάκιο της Εθνικής. Ήταν εμφανές -από την αρχή- ότι είχε εξαιρετικές ικανότητες στους κρίκους. Εκεί, τον ανέλαβε ένας άλλος προπονητής, ώσπου αυτός αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να κυνηγήσει την τύχη του στο εξωτερικό. Τότε, ζήτησα από τους αθλητές του να επιλέξουν τον επόμενο προπονητή τους. Δεν ήθελα να τους επιβάλλω με ποιον θα συνεργαστούν. Ο Λευτέρης επέλεξε να έρθει με μένα. Προηγουμένως, οι γονείς του με είχαν ρωτήσει με ποιον προπονητή θα μπορούσε να δουλέψει. Τους εξήγησα ότι το θέμα δεν ήταν με ποιον προπονητή θα συνεργαζόταν, μιας και όλοι, όσοι είμαστε στην Εθνική ομάδα, έχουμε λίγο-πολύ τις ίδιες γνώσεις, αλλά ποιος θεωρούσε ότι του ταίριαζε περισσότερο.
Τελικά, όπως αποδείχθηκε, εμείς οι δυο ταιριάξαμε καλά!
Η δουλειά του προπονητή της Ενόργανης Γυμναστικής είναι να κάνει έναν αθλητή αυτάρκη. Να λειτουργεί αυτόματα. Να μπορεί να ανταγωνίζεται τους πάντες.
Όταν σ’ ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα συμμετέχουν 250 αθλητές, για να μπεις στους οκτώ καλύτερους του Τελικού, πρέπει να είσαι πλήρως ανταγωνιστικός. Να είσαι έτοιμος να κερδίσεις τους πάντες! Κάτι που απαιτεί μακροχρόνια προσπάθεια.
Ειδικά στην Ενόργανη, η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι ένας αθλητής πρέπει να επεξεργαστεί χιλιάδες τεχνικές, σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Πρέπει να μάθει περίπου πενήντα ασκήσεις και για τα έξι όργανα. Άλλες που είναι η εξέλιξη των απλών, κι άλλες που είναι υπερβολικά δύσκολες, με πολύ υψηλό επίπεδο κινδύνου για την σωματική του ακεραιότητα.
Στην Γυμναστική, όπως και στα υπόλοιπα αθλήματα, δεν υπάρχει οδηγός καλού προπονητή. Η διαχείριση της πίεσης και όλων των καταστάσεων είναι θέμα εμπειρίας και χαρακτήρα.
Εμένα η εμπειρία είναι αυτή που με καθοδηγεί. Όλα, όσα μου έχουν συμβεί. Ειδικά μετά το 2004 και τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα, όπου θεωρούσα πως ο Βλάσης Μάρας θα ήταν σίγουρα νικητής, τίποτα δεν θεωρώ δεδομένο!
Έχω μάθει να δέχομαι την ήττα τόσο καλά, όσο δέχομαι και τη νίκη.
Η Ελλάδα είχε -και θα έχει πάντα- πολύ καλούς αθλητές στην Γυμναστική. Από εκεί και πέρα, όμως, αν δείτε τις εγκαταστάσεις που έχουμε εμείς και τις αντίστοιχες των Κινέζων, των Αμερικανών, των Γάλλων ή των Ιαπώνων, θα πείτε πως είναι αδιανόητο να υπάρχει έστω κι ένας Έλληνας αθλητής που κατάφερε να διακριθεί. Κι όμως! Η Ελλάδα είχε παραπάνω από μία διακρίσεις.
Δυστυχώς, ένα από τη σημαντικότερα θέματα που έχουμε συνολικά στη χώρα μας, είναι αυτό της οργάνωσης. Το 2004, δαπανήθηκαν τεράστια ποσά για τη δημιουργία αθλητικών εγκαταστάσεων, αλλά δεν υπήρχε κανένας σχεδιασμός για το πώς θα αξιοποιηθούν την επόμενη μέρα. Πόσω μάλλον ποιος θα “τρέχει” για τις ανάγκες της συντήρησής τους.
Δεν είναι δυνατόν να ρωτάς τον προπονητή αν χρειάζεται στο προπονητήριο ένα πολύπριζο ή έναν καθρέφτη… Δεν είναι αυτός ο ρόλος του! Ούτε, φυσικά, η δουλειά του!
Στην πορεία μου, βέβαια, έχω κληθεί να κάνω πολλά πράγματα. Από το να θεραπεύω τον αθλητή μου, μέχρι να είμαι ο ψυχολόγος του, ο πατέρας του και ο φίλος που θα τον στηρίξει στα δύσκολα. Για να είμαι ειλικρινής, πιο πολύ έχω ασχοληθεί με τους αθλητές μου, παρά με τα δικά μου παιδιά.
Εννοείται πως ό,τι κάνω γι’ αυτούς, το κάνω με πολύ χαρά. Όμως, υπάρχουν τομείς, στους οποίους, αν θέλουμε να φτάσουμε σε υψηλό επίπεδο, πρέπει να ασχολούνται ειδικοί.
Προσωπικά, δεν θεώρησα ποτέ ως θυσία το γεγονός ότι τους αφιερώνω (στους αθλητές) τόσο πολύ χρόνο και περνάω σχεδόν όλη την ημέρα μαζί τους. Ίσα-ίσα. Το θεωρώ ευλογία για δύο λόγους.
Πρώτον, γιατί δουλεύω με παιδιά, τα οποία διδάσκουμε, αλλά, την ίδια στιγμή, μπορούν να μας διδάσκουν. Αρκεί να έχουμε τα μάτια μας και τα αφτιά μας ανοιχτά. Ένα από τα πράγματα που μπορούν να μας μάθουν, είναι να μην είμαστε απόλυτοι. Ειδικά στην προπόνηση, όπου οι προπονητές λειτουργούμε με το σκεπτικό «αυτό είναι κι έτσι πρέπει να γίνει», το παιδί με την στάση του μπορεί να σε οδηγήσει να αλλάξεις άποψη. Να σε κάνει να σκεφτείς πως τα πράγματα μπορούν να γίνουν και με έναν άλλον τρόπο, προσαρμοσμένο στον χαρακτήρα και την ικανότητα του καθενός.
Ο δεύτερος λόγος αφορά στο ότι αυτό που αγαπούσα, το έκανα επάγγελμα και ζω μέσα από αυτό. Δεν νιώθω ότι δουλεύω. Όταν φεύγω από το σπίτι μου, λέω ότι πάω για προπόνηση. Όχι για δουλειά. Από τότε που γεννήθηκα, θυμάμαι τον εαυτό μου να κάνει αθλητισμό και, μετά, να θέλει να γίνει μόνο γυμναστής. Η εικόνα του καθηγητή της Γυμναστικής όταν πήγα στο Γυμνάσιο, στη Ζάκυνθο, ήταν ιδεώδης.
Το όνειρό μου ήταν να μάθω να κάνω ένα «φλικ». Από εκεί, ξεκίνησαν όλα!
Ένιωθα ότι είχα την ικανότητα να το κάνω. Είχα δει έναν συμμαθητή μου να το πετυχαίνει με μεγάλη ευκολία και ήθελα να το μάθω κι εγώ.
Εκείνα τα χρόνια, όμως, δεν υπήρχε κάποιος να με βοηθήσει. Οι γυμναστές φοβόντουσαν την Ενόργανη Γυμναστική. Όταν, μάλιστα, έκανα διάφορα “ακροβατικά” σ’ ένα γυμναστήριο που είχαμε στη Ζάκυνθο, ο δάσκαλος τρόμαζε! «Μη κάνεις, παιδί μου, τέτοια πράγματα. Θα χτυπήσεις και θα βρω τον μπελά μου!», μου έλεγε, στην προσπάθειά του να με σταματήσει, “χτυπώντας” στο χέρι μου το μικρό δερμάτινο κορδόνι, όπου είχε δεμένη την σφυρίχτρα του.
Μόλις μπήκα στην Γυμναστική Ακαδημία, έμαθα, επιτέλους, να κάνω αυτό το «φλικ». Με βοήθησαν και κάποια παιδιά της Ακροβατικής.
Μετά, τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν τον δρόμο τους. Με “μάγεψε” η Ενόργανη Γυμναστική, παρ’ όλο που ήταν δύσκολη και δεν την γνώριζα. Ωστόσο, είχα την τύχη να είμαι συμφοιτής με πολλούς αθλητές, οι οποίοι με βοήθησαν να ανταποκριθώ στο πρακτικό κομμάτι, το οποίο ήταν και το πιο δύσκολο.
Σταδιακά, η γνώση μου για το άθλημα άρχισε να γίνεται μεγαλύτερη, αλλά αυτό που με βοήθησε περισσότερο απ’ όλα, ήταν το γεγονός ότι ο πρώτος αθλητής που πέτυχα στην πορεία μου, ήταν ο Βλάσης Μάρας.
Ο Βλάσης με έκανε προπονητή! Μεγαλώσαμε και εξελιχθήκαμε μαζί. Εγώ έγινα ένας καλός προπονητής κι εκείνος ένας ασύλληπτος αθλητής!
Όλα ξεκίνησαν στα μέσα της δεκαετίας του’ 90, όταν, έχοντας ήδη στα χέρια μου το πτυχίο και την ειδικότητα στην Γυμναστική, άρχισα να αναζητώ δουλειά. Κάποια στιγμή, έκλεισα ραντεβού για ένα δοκιμαστικό στα Bodyline, όπου έψαχναν γυμναστή για αερόμπικ. Όταν πήγα, η διευθύντρια απουσίαζε και έφυγα, ανανεώνοντας το ραντεβού για την επόμενη μέρα. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, όμως, ένας φίλος μου (στη συνέχεια έγινε και κουμπάρος μου) με ενημέρωσε ότι άνοιγε μια θέση προπονητή στον σύλλογο, όπου εργαζόταν. Ο σύλλογος ήταν ο Πρωτέας Αιγάλεω. Αυτός, στον οποίον αθλητής ήταν ο Βλάσης Μάρας. Αμέσως, πήγα εκεί! Ίσως ήταν το “πεπρωμένο” μας να δουλέψουμε μαζί.
Η αλήθεια είναι ότι, τότε, δεν μπορούσα να διακρίνω τις τεράστιες δυνατότητες που είχε ο Βλάσης, γιατί δεν μπορούσα καν να διακρίνω αν εγώ μπορούσα να κάνω αυτήν τη δουλειά. Η εξέλιξη μας ήταν παράλληλη.
Εκείνο που με ευχαριστούσε σ’ αυτό το παιδί, ήταν η ευκολία που υπήρχε, ώστε να δουλέψω με το σώμα του. Μικροκαμωμένος καθώς ήταν, έβλεπα ότι ανταποκρινόταν σε όλες τις ασκήσεις. Κάτι, το οποίο με οδήγησε στο να είμαι πολύ προσεκτικός στα επόμενα βήματα που θα έκανα μαζί του.
Μπορεί να μην ήμουν καλός προπονητής, με την έννοια ότι δεν γνώριζα πολλά πράγματα. Είχα, όμως, αυτογνωσία. Δεν προχωρούσα ποτέ σε κινήσεις που δεν γνώριζα. Πρώτα, προσπαθούσα να καλύψω την άγνοιά μου και, μετά, προχωρούσα στο επόμενο στάδιο της προπόνησης. Ένας από τους βασικούς κανόνες της προπονητικής είναι ότι, αν μάθεις κάτι λάθος, πολύ δύσκολα μπορείς να παρέμβεις μετά. Επομένως, προτιμούσα να “υποτιμώ” τον αθλητή μου και τον εαυτό μου, κάνοντας μικρά βήματα, ούτως ώστε, στο τέλος, να φτάσω εκεί, όπου έπρεπε.
Αν ξεκινούσα με αυτοπεποίθηση, την οποία οι γνώσεις μου δεν μου την επέτρεπαν, ή με κάποιον εγωκεντρισμό, σκεπτόμενος ότι εγώ θα τα καταφέρω, νομίζω πως θα δεν είχα κάνει τίποτα. Ξεκίνησα ταπεινά και συνεχίζω, μέχρι σήμερα, με τον ίδιο τρόπο.
Ο Βλάσης είχε τον απόλυτο έλεγχο και την αίσθηση του χώρου. Ήταν ένας μαγικός αθλητής! Εξαιρετικός στο μονόζυγο, το τραμπολίνο (αν και δεν ήταν το άθλημά του), καθώς και το σύνθετο ατομικό. Θα μπορούσε να είναι ο “βασιλιάς” της Ενόργανης Γυμναστικής.
Από ένα σημείο και μετά, επειδή δεν είχαμε τις απαραίτητες συνθήκες, αποφασίσαμε να κρατήσουμε το σύνθετο ατομικό σ’ ένα υψηλό επίπεδο, μόνο για την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Δεν θέλαμε να ρισκάρουμε τη διεκδίκηση μεγάλων διακρίσεων στο συγκεκριμένο αγώνισμα, γιατί το πιο πιθανό ήταν να τον στέλναμε στο χειρουργείο και να σταματούσε πρόωρα η αθλητική καριέρα του.
Επιλέξαμε να τα “δώσει όλα” στο μονόζυγο. Κάτι που μας βγήκε. Αυτή είναι η τακτική που μπορεί να ακολουθήσει ένας προπονητής στην Γυμναστική. Η διαχείριση όλης της σταδιοδρομίας του αθλητή. Κάποιες επιλογές έγιναν σκόπιμα. Και θέλω να πιστεύω ότι με τον Βλάση τις κάναμε μαζί.
Αυτό που -πάντα- θα με “πονάει”, είναι ότι δεν στέφθηκε Ολυμπιονίκης. Πόνεσα περισσότερο για τον ίδιο.
Το 2004, πριν πάει στους Ολυμπιακούς Αγώνες, είχε μια εξαιρετική πορεία. Στη διοργάνωση της Αθήνας, όμως, τα πράγματα είχαν διαφορετική εξέλιξη. Στον προκριματικό έμεινε ενδέκατος, γιατί δεν μπορούσε να “σπάσει” η ισοβαθμία που είχαν οι αθλητές από την 4η έως και την 10η θέση. Όλοι είχαν τον ίδιο τελικό βαθμό, την ίδια αρχική αξία στο πρόγραμμα τους και ακριβώς τις ίδιες μειώσεις από τους κριτές.
Ακόμη, θυμάμαι τον τρόπο, με τον οποίο ο Βλάσης αντέδρασε εκείνο το διάστημα. Μέχρι να ολοκληρωθεί ο Τελικός στο μονόζυγο, δεν σταμάτησε να προπονείται… Ερχόταν στο προπονητήριο, κάθε πρωί. Φορούσε τα λουριά του και, χωρίς να κάνει ούτε μία κίνηση του χεριού του για ζέσταμα, ανέβαινε στο μονόζυγο. Εκτελούσε το πρόγραμμα του, το οποίο ήταν αρχικής αξίας για 10 με εκτέλεση για 10, και, μετά, έφευγε.
Μία μέρα, έτυχε να τον δει ένας σπουδαίος αθλητής. Ο Ολλανδός Γιούρι Βαν Γκίλντερ, ο οποίος, στο παρελθόν, ήταν ο «άρχοντας των κρίκων» και Παγκόσμιος Πρωταθλητής στο αγώνισμα, πριν τον Λευτέρη. Εντυπωσιάστηκε τόσο από τον Βλάση, ώστε, κάποια στιγμή, σχολίασε: «Αυτό που κάνει, δεν το ‘χω δει ποτέ ξανά στη ζωή μου»! Να πηγαίνει, δηλαδή, ο αθλητής στο προπονητήριο και, χωρίς να πει καλημέρα, να εκτελεί το πρόγραμμά του και να φεύγει!
Ήταν πολύ πληγωμένος! Δεν γινόταν αυτός ο αθλητής, ο οποίος, εκείνη την περίοδο, είχε κερδίσει τα πάντα, είχε εκτελέσει τέλεια το πρόγραμμά του και αγωνιζόταν μέσα στην χώρα του, να μην είναι παρών στον Τελικό! Θεωρώ ότι ήταν σκόπιμο…
Δεν πειράζει, όμως… Για μένα, ο Βλάσης είναι Ολυμπιονίκης!
Σήμερα, έχοντας φτάσει πλέον προς την ολοκλήρωση του Ολυμπιακού κύκλου που άνοιξε το 2016, αυτό που σκεφτόμουν, βλέποντας και τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε σε όλη τη διάρκεια της πορείας μας, ήταν μήπως μου συνέβαινε ξανά κάτι αντίστοιχο με το 2004. Κάτι τραγικό που δεν το είχα προβλέψει. Όλα, όσα συνέβησαν, μέχρι ο Λευτέρης να πάρει την πρόκριση, με είχαν βάλει σε υποψίες ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Είχα την αίσθηση πως κάποιοι είτε δεν ήθελαν να συμμετέχουμε, είτε τους ήταν αδιάφορο αν θα ήμασταν παρόντες ή όχι στην Ιαπωνία.
Αναγκαστήκαμε να μπούμε στη διαδικασία να το κυνηγήσουμε και το κυνηγήσαμε μέχρι το τέλος! Αυτή τη φορά, γνώριζα. Στην προσπάθειά μας μας βοήθησε πολύ και ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, κ. Καπράλος, ο οποίος συνέβαλε, ώστε να πειστούν οι αρμόδιοι ότι έπρεπε να δοθεί η ευκαιρία στον προηγούμενο Χρυσό Ολυμπιονίκη να διεκδικήσει την πρόκρισή του στο Τόκιο. Δεν γινόταν να τον αγνοούν!
Τελικά, τα πράγματα εξελίχθηκαν, όπως έπρεπε, και -για 5η φορά στην αθλητική πορεία μου- θα είμαι ξανά παρών στους Ολυμπιακούς Αγώνες!
Η στατιστική μπορεί να είναι υπέρ μου, αλλά σκέφτομαι πως η εύνοια της τύχης, το «σύμπαν» που λέει ο Κοέλιο, και η ευλογία από τον Θεό, κάποια στιγμή, θα πάνε και σε κάποιον άλλον…
Λογικό μου φαίνεται…
Από την πλευρά μου, πάντως, θα κάνω τα πάντα, για να το παρατείνω! Όχι από ματαιοδοξία, μήπως κερδίσω περισσότερα μετάλλια, αλλά γιατί αυτό που κάνω, είναι το οξυγόνο μου!
Δεν θα πληγωθώ από μία αποτυχία. Θα πληγωθώ από το γεγονός ότι, στο μέλλον, ίσως να μην συμμετέχω σε κάτι που αγαπάω πάρα πολύ. Και θα με πληγώσει ακόμα περισσότερο αν πληγωθεί και ο αθλητής μου.
Έχω δει και τη μία πλευρά και την άλλη. Όπως και οι αθλητές. Δεν μπορούμε να είμαστε πάντα νικητές.
Με τον Λευτέρη, ξεκινήσαμε εξαιρετικά, με ένα τρίτο μετάλλιο στο πρώτο μας Ευρωπαϊκό και, ενώ παρά λίγο να κάνουμε καρέ του πέντε, τελικά, κάναμε φουλ του πέντε. Βγήκαμε πέμπτοι τρεις φορές! Κάτι, το οποίο μας βοήθησε, εκείνη την περίοδο, να δούμε πώς είχαν τα πράγματα. Να εντοπίσουμε τα λάθη μας, να τα διορθώσουμε, να επιλέξουμε ένα πρόγραμμα που δεν θα είχε καθόλου λάθη, και να φτάσουμε στο σημερινό -και γνωστό σε όλους μας- αποτέλεσμα. Να γίνει ο Λευτέρης ανίκητος!
Τα λάθη δεν πρέπει να σε σκοτώνουν! Πρέπει να σε κάνουν καλύτερο! Αυτό θα πρέπει να έχει στον νου της και η επόμενη γενιά της Ενόργανης Γυμναστικής που ακολουθεί και αποτελείται από πολύ καλούς αθλητές.
Το μετάλλιο του Αντώνη Τανταλίδη (Χάλκινο) στο Κατάρ ήρθε, μετά τον εξαιρετικό αγώνα που είχε κάνει νωρίτερα, στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Βασιλεία), όπου είχε προκριθεί στον Τελικό στο σύνθετο ατομικό. Εάν αυτό το παιδί στηριχθεί από την Ομοσπονδία να κάνει την κατάλληλη προετοιμασία και τους αγώνες που χρειάζεται, θέλω να πιστεύω ότι στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα που ακολουθεί, θα πάει πολύ καλά.
Όσο αισιόδοξος είμαι, βέβαια, για την πορεία της επόμενης γενιάς των αθλητών, άλλο τόσο είμαι προβληματισμένος για τη βελτίωση των συνθηκών και, κυρίως, των υποδομών της Ενόργανης Γυμναστικής στην Ελλάδα.
Θα έλεγα πως, σ’ αυτόν τον τομέα, τα πράγματα είναι λίγο… μαύρα. Οι προπονητές δεν είναι καλά αμειβόμενοι στον σωματειακό αθλητισμό και η δυσκολία να κάνει ένα μικρό παιδί Ενόργανη, είναι τεράστια. Κυρίως, γιατί, παράλληλα με την προπόνηση, πρέπει να αφιερώνει ώρες στο σχολείο, το φροντιστήριο, τα αγγλικά. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί τα παιδιά είναι αναγκασμένα να πηγαίνουν στα φροντιστήρια. Παρ’ όλο που το έχω ζήσει με την μεγάλη μου κόρη.
Για να ανταπεξέλθει ένα παιδί στην Ελλάδα σε όλη αυτή τη διαδικασία και σ’ ένα δύσκολο άθλημα, όπως είναι η Ενόργανη Γυμναστική, πρέπει να καταναλώνει εκατονταπλάσια ενέργεια. Είναι αξιέπαινα τα παιδιά που μπορούν και τα καταφέρνουν. Όπως αξιέπαινοι είναι και οι γονείς τους.
Παρ’ όλο που με πικραίνει αυτό που θα σας πω, όλοι οι αθλητές που έχουν διακριθεί στην Ελληνική Γυμναστική, ήταν αυτόφωτοι. Θα διακρίνονταν έτσι κι αλλιώς, αν είχαν δίπλα τους έναν σωστό άνθρωπο που θα τους έδινε την πρέπουσα σημασία. Κάποιον που θα τους φρόντιζε, θα τους γύμναζε, θα ήταν κοντά τους και θα άντεχε όλα τους τα προβλήματα.
Ο Ιωάννης Μελισσανίδης είχε τον κ. Καπνίδη, ο Δημοσθένης Ταμπάκος τον κ. Ιωακειμίδη, ο Λευτέρης Κοσμίδης τον κ. Αγγέλου, ο Βλάσης και ο Λευτέρης εμένα…
Η στήριξη από την Ομοσπονδία και την Πολιτεία υπήρχε, αλλά ήταν ελάχιστη και, συνήθως, λαθεμένη.
Κάτι που σημαίνει ότι η επιτυχία αυτών των αθλητών δεν ήρθε μέσα από ένα οργανωμένο πλάνο της Ομοσπονδίας ή της Πολιτείας, αλλά επιτεύχθηκε, κυρίως, χάρη στον κόπο και τη δουλειά που έγιναν από συγκεκριμένους ανθρώπους.
Υπάρχουν πολλοί συνάδελφοί μου προπονητές που είναι το ίδιο καλοί και ίσως καλύτεροι από εμένα και, μέχρι σήμερα, είτε δεν τους έτυχε ένας πολύ καλός αθλητής, για να τον εξελίξουν, είτε δεν είχαν τα στηρίγματα που αναγκάστηκαν κάποιοι να δώσουν σε μένα, λόγω της σημαντικότητας των αθλητών που γυμνάζω, ή δεν είχαν τις ίδιες ευκαιρίες με μένα.
Αυτό πρέπει να αλλάξει, διότι όλοι οι προπονητές έχουμε τα ίδια όνειρα. Την ίδια αγάπη! Το ίδιο πάθος! Δεν περιμένουμε να γίνουμε πλούσιοι από αυτήν τη δουλειά. Δεν το κάνουμε, άλλωστε, για τα χρήματα. Το κάνουμε με αγάπη, για τα όνειρά μας και τα όνειρα των παιδιών που βρίσκονται στα “χέρια” μας!
Το τελευταίο διάστημα, έχουν ακουστεί πάρα πολλά. Ακούστηκε, όμως, μόνο η μία πλευρά. Δεν ακούστηκε ότι οι προπονητές παραμελούμε τα παιδιά μας, για να βοηθήσουμε κάποια άλλα. Δεν ακούστηκε ότι (και) με τη δική μας βοήθεια αθλητές μπαίνουν στα Πανεπιστήμια με ευνοϊκότερους όρους. Ότι μαθαίνουν μια δουλειά, γιατί, εκτός των άλλων, τους προσφέρουμε και τεχνογνωσία και με ένα εύκολο σεμινάριο μπορούν να γίνουν προπονητές Γ’ Κατηγορίας, όπως εγώ.
Πράγματι. Έχουν γίνει άσχημα πράγματα στο παρελθόν. Ξενόφερτα και κακά. Από τότε που οι Έλληνες, όμως, άρχισαν να ασχολούνται με την τύχη του ελληνικού αθλητισμού, αυτός άρχισε να πηγαίνει ψηλότερα. Έχουμε σταθεί σαν γονείς δίπλα σε κάποια παιδιά! Κι έτσι θα συνεχίσουμε, προσπαθώντας, παράλληλα, να εξελισσόμαστε.
Όλα, όσα γίνονται σήμερα στην Παγκόσμια Γυμναστική, για να γίνουν, χρειάζονται συνθήκες ασφαλείας.
Δεν είναι, πλέον, θέμα γνώσης. Η γνώση, πια, είναι πολύ εύκολη.
Στην εποχή μου, προσπαθούσες να μάθεις τις τεχνικές των ασκήσεων μέσα από βιντεοκασέτες και φωτογραφίες.
Τώρα πια, μπορείς να τις δεις με το πάτημα ενός κουμπιού ή να τις μάθεις μέσω της ανταλλαγής απόψεων με άλλους προπονητές.
Πρέπει να υπάρχει συνεχής βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών. Όπως συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο, αλλά δυστυχώς δεν συμβαίνει στη χώρα μας.
Θέλει προσοχή! Θέλει δουλειά και οργάνωση!
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
Photo Credits: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου
CHECK IT OUT:
Νίκος Ηλιόπουλος: Μουντζούρα και αίμα
Ειρήνη Αϊνδιλή: Τρεις ζωές / Για την Άννα
Νάντια Κομανέτσι: το τέλειο 1.00