Καλοκαίρι του 1994. Είμαι ένα παιδί 13 ετών που ρουφάει μέσα από την τηλεόραση κάθε στιγμή του Μουντιάλ, το οποίο διεξάγεται για πρώτη φορά στις ΗΠΑ.
Κάποια στιγμή γυρνάω στον πατέρα μου και του λέω «Μπαμπά μου, σε παρακαλώ, θα πάμε το ’98 στη Γαλλία να δούμε παιχνίδια από κοντά;». Εκείνος μου γνέφει καταφατικά, μάλλον για να με αποφύγει και να μην τον ζαλίζω!
Χρόνια μετά σκέφτομαι ότι, αν εκείνη τη στιγμή μου έλεγε «Δημήτρη, δεν θα σε πάω. Δεν θα σε πάω, γιατί θα παίξεις, αγόρι μου, σε δύο Μουντιάλ και σε δύο Euro!», θα γελούσα και θα του απαντούσα «Τι είναι αυτά που λες, ρε μπαμπά; Θα με τρελάνεις;».
Κι όμως. Αυτή η απάντηση θα ήταν ό,τι τελικά έγινε στην πραγματικότητα.
Ήταν τα χρόνια που είχα αρχίσει να συμμετέχω στη Μικτή Θεσσαλονίκης της ηλικίας μου, προθάλαμος ουσιαστικά των μικρών Εθνικών ομάδων. Πέρασα από όλα τα στάδια, Παίδων, Νέων, Ελπίδων. Ωστόσο, μεσολάβησε ένα μεγάλο διάστημα από την Εθνική Ελπίδων ως την Εθνική Ανδρών.
Η χρονιά του Euro και των Ολυμπιακών
Είμαι ακόμη στην Εθνική Νέων, όταν μας λένε ότι είμαστε Ολυμπιακή φουρνιά λόγω των Αγώνων στην Αθήνα το 2004. Όπως και έγινε. Υπήρχε πολλή αγωνία και ανυπομονησία, μέχρι να φτάσουμε εκεί.
Είμαι μέλος της Ολυμπιακής ομάδας, με προπονητή τον Στράτο Αποστολάκη, ωστόσο δεν ζούμε το σπουδαίο αυτό αθλητικό γεγονός από κοντά. Βλέπετε, το ποδόσφαιρο δεν έχει ξεχωριστή θέση στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Εμείς έχουμε εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη για τα δύο πρώτα ματς, δεν είμαστε καν στην Τελετή Έναρξης να ζήσουμε όλο αυτό το μοναδικό συναίσθημα στο ΟΑΚΑ.
Ούτε στο Ολυμπιακό χωριό μένουμε φυσικά αλλά σε ξενοδοχεία σε Θεσσαλονίκη και Βόλο, όπου παίξαμε το τελευταίο ματς. Ακόμα και στη λαμπαδηδρομία της Ολυμπιακής φλόγας, στην οποία δίνουμε το παρών ως ομάδα στο Ρίο-Αντίρριο, εγώ λείπω, γιατί πρέπει να παίξω στον προκριματικό του Champions League με τον ΠΑΟΚ.
Το ίδιο μαγικό καλοκαίρι έχει προηγηθεί φυσικά το Euro 2004. Δεν έχω ποτέ κληθεί στην Εθνική Ανδρών ως τότε. Υπάρχει ένα ερωτηματικό για το αν ο Ντέμης Νικολαΐδης θα είναι τελικά στην αποστολή, ωστόσο εγώ, παρότι έχω κάνει μια γεμάτη σεζόν σε συμμετοχές και γκολ με τον ΠΑΟΚ, δεν έχω καμία προσδοκία ότι θα κληθώ, έχω μάθει άλλωστε ότι πρώτη εναλλακτική του Ότο Ρεχάγκελ είναι ο Γιάννης Αμανατίδης.
Το ζω ωστόσο το Euro ως φίλαθλος. Από τον κύκλο αυτής της σπουδαίας ομάδας, τη δεκαετία 2004-2014, είναι η μόνη διοργάνωση που δεν είμαι παρών. Χαίρομαι όμως που το έζησα, έστω και από μακριά, ζηλεύω με την καλή έννοια τους μετέπειτα συμπαίκτες μου.
Μετά τις γιορτές και τους πανηγυρισμούς, η Εθνική μπαίνει και πάλι σε ρυθμούς προκριματικών για το Μουντιάλ του 2006 στη Γερμανία. Αλβανία και Τουρκία είναι οι αντίπαλοι στους δύο πρώτους αγώνες. Εκεί καλούμαι για πρώτη φορά. Δεν τα πηγαίνω καθόλου καλά όμως στις προπονήσεις. Είμαι εκτός κλίματος, εκτός τόπου και χρόνου.
Ο Ρεχάγκελ για περίπου έναν χρόνο δεν με ξανακαλεί. Δεν είμαι ούτε στις αρχικές επιλογές για το Confederations Cup στη Γερμανία το επόμενο καλοκαίρι πια. Καλούμαι εσπευσμένα λόγω ενός τραυματισμού επιθετικού παίκτη, αλλά κι εγώ είμαι τραυματίας και μένω ξανά εκτός.
Ο δρόμος για την καθιέρωση
Έχει φτάσει όμως η ώρα. Η καριέρα μου ήδη είναι σε ανοδική πορεία στον ΠΑΟΚ και ξέρω ότι αργά ή γρήγορα η στιγμή που περιμένω θα έρθει. Είναι Αύγουστος 2005, όταν καλούμαι για ένα φιλικό παιχνίδι με το Βέλγιο. Αυτή είναι η αρχή.
Από εκείνη τη στιγμή και μετά πάντα είμαι μέλος της ομάδας, σε όλες τις κλήσεις και τις αποστολές. Αυτό το κατέκτησα.
Ωστόσο, αν και εισπράττω την εκτίμηση του Ρεχάγκελ προς εμένα, ποτέ δεν νιώθω ότι είμαι στις πρώτες επιλογές του. Έρχομαι πάντα από πίσω, ως αουτσάιντερ. Ως εφεδρεία. Δεν το λέω με παράπονο, έπαιρνα όμως ευκαιρίες πάντα, όταν είχαμε απουσίες ή ελλείψεις.
Το Euro του 2008 είναι η πρώτη μου μεγάλη διοργάνωση. Παίζω μόνο στο τελευταίο παιχνίδι, στο 2-1 με την Ισπανία, έτσι κι αλλιώς αδιάφορο ματς. Ωστόσο, το να είσαι στην προετοιμασία, να ζεις τη διαδικασία και την ατμόσφαιρα μιας τέτοιας ποδοσφαιρικής γιορτής είναι ένα πολύ όμορφο συναίσθημα.
Ένα βράδυ στο Ντόνετσκ
Η πρόκριση για το Μουντιάλ του 2010 περνάει μέσα από τα πλέι οφ με την Ουκρανία. Παίζω βασικός στο ματς της Αθήνας, καθώς πάλι έχουμε απουσίες. Μετά το 0-0, κανείς δεν πιστεύει ότι μπορούμε να προκριθούμε.
Η εικόνα της ομάδας όμως στη ρεβάνς του Ντόνετσκ είναι εντελώς διαφορετική. Η μοίρα και η τύχη τα φέρνουν έτσι ώστε να πετύχω εγώ το γκολ της πρόκρισης σε ένα ματς-ορόσημο και για μένα και για την ομάδα. Σε ένα ματς υπό πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες, με πολύ κρύο και χιονόνερο.
Σε μια Εθνική ομάδα με τις μέρες προετοιμασίας να είναι πολύ λίγες, δεν έχεις την πολυτέλεια του χρόνου να δουλέψεις σε θέματα τακτικής. Ο κάθε παίκτης βγάζει το ατομικό του ταλέντο και με αυτό τον τρόπο βγαίνουν και οι συνεργασίες. Αυτόματα.
Είναι μια ανορθόδοξη, για να μην πω περίεργη, φάση. Ούτε καν φώναξα στον Γιώργο Σαμαρά ζητώντας τη μπάλα, ούτε νόημα έκανα, ούτε τίποτα. Εκείνος είναι σε θέση επιθετικού χαφ, ενώ παίζει αριστερά, εγώ φεύγω από άκρη δεξιά και φτάνω αριστερά, χωρίς ακόμη και τώρα να μπορώ να καταλάβω τι σκέφτηκα τότε και πώς βρέθηκα εκεί, γιατί δεν είναι μια συνηθισμένη κίνηση αυτή για τη θέση που έπαιζα.
Βλέποντας την πάσα, η οποία είναι πολύ δύσκολη, μόνο παίκτες με την ποιότητα του Γιώργου μπορούν να την κάνουν, προσπαθώ να κοντρολάρω τη μπάλα και να τη φέρω μπροστά μου. Ο τερματοφύλακας κινείται προς εμένα και σε κλάσματα δευτερολέπτου πρέπει να αποφασίσω.
Ό,τι ακολουθεί δεν είναι εύκολο να το περιγράψεις με λόγια! Θέλω να σκίσω τη φανέλα μου από τον ενθουσιασμό μου! Είναι ένα ματς που παίζω και για τη χώρα μου, η οποία διεκδικούσε μια πρόκριση σε Μουντιάλ μετά από 16 χρόνια, αλλά και για τον εαυτό μου. Θέλω να αποδείξω ότι αξίζω να παίρνω κάτι παραπάνω στην Εθνική ομάδα.
Είναι μια στιγμή που στα πόδια σου έχεις τις προσδοκίες ενός ολόκληρου λαού, ο οποίος, έστω και ενδόμυχα, πιστεύει σε σένα και την ομάδα, παρά το 0-0 του πρώτου ματς. Είναι όλη αυτή η εξίσωση που κάνει αυτό το γκολ ξεχωριστό.
Μετά το 0-1, η πίεση που δεχόμαστε είναι απίστευτη. Αλλά όλη η ομάδα ανταποκρίνεται με αυταπάρνηση. Όλοι είμαστε μια γροθιά. Αν δεν ήμασταν, το δικό μου γκολ δεν θα είχε καμία σημασία.
Γράφοντας ιστορία
Το ταξίδι στη Νότια Αφρική για τη γιορτή του παγκόσμιου ποδοσφαίρου θα μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη όλων. Πρεμιέρα με τους Κορεάτες και είμαι εκτός 11άδας. Σκέφτομαι πάλι το ίδιο πράγμα, ότι, όταν η ομάδα είναι πλήρης, δεν είμαι στις πρώτες επιλογές του προπονητή. Με εκτιμά και με υπολογίζει αλλά όχι για βασικό. Μπαίνω αλλαγή, δεν είμαστε γενικά καλοί και έρχεται η ήττα.
17 Ιουνίου 2010. Ο προπονητής προχωρά σε αλλαγές για το δεύτερο παιχνίδι με Νιγηρία. Είναι ίσως το ματς που έχω χαρεί περισσότερο στην καριέρα μου. Σκέφτομαι ότι είναι ματς Μουντιάλ, στο οποίο από παιδί ονειρεύομαι να παίξω βασικός, να μπω στο γήπεδο στην παρουσίαση των ομάδων, να το ευχαριστηθώ. Να ζήσω την κάθε στιγμή. Η αρχή είναι δύσκολη. Βρισκόμαστε πίσω στο σκορ. Οι αντίπαλοί μας μένουν με 10 παίκτες. Το σκηνικό αλλάζει.
Κι έρχεται η στιγμή του γκολ. Ένα γκολ που, ναι, έχω και τη βοήθεια της τύχης, γιατί το σουτ μου βρίσκει σε αντίπαλο και αλλάζει πορεία. Τη μπάλα τη στρώνει σε μένα ο Κατσουράνης.
Είναι μια στιγμή που θα την κουβαλάω για μια ζωή, μια στιγμή που έχει χαραχθεί βαθιά μέσα μου. Δεν σκέφτομαι κάτι εκείνη την ώρα, ότι μπορεί να με βλέπουν σε όλον τον πλανήτη ή οτιδήποτε τέτοιο. Έχω βάλει πάνω από 200 γκολ στην καριέρα μου, αλλά, αν με ρωτήσει κάποιος ποια ξεχωρίζω, ποια πανηγύρισα πιο έντονα, πιο τρελά, είναι εκείνο στην Ουκρανία και αυτό εδώ.
Τρέχω προς την κερκίδα, όπου ξέρω ότι βρίσκονται οι γονείς μου μαζί με όλους τους συγγενείς των παικτών, σε εκείνους στέλνω φιλιά, αν και δεν τους βλέπω. Ο πατέρας μου όμως δεν έχει έρθει στο γήπεδο, έμεινε στο ξενοδοχείο την τελευταία στιγμή, καθώς αισθάνθηκε μια αδιαθεσία και είδε τελικά το παιχνίδι στην τηλεόραση. Δεν μου το είπαν, για να μην ανησυχήσω, το έμαθα μετά. Είναι μόνο η μητέρα μου παρούσα.
Και δεν είναι μόνο το γκολ που πετυχαίνω, είναι και η νίκη. Είναι ο συνδυασμός. Πρώτο γκολ σε Μουντιάλ και πρώτη νίκη για την Ελλάδα. Ιστορικές στιγμές. Το 2010 βέβαια δεν είναι τόσο διαδεδομένα τα social media, αλλά και πάλι τα μηνύματα στο κινητό από συγγενείς, φίλους, γνωστούς είναι ατελείωτα. Μια από τις πιο όμορφες μέρες της ποδοσφαιρικής μου καριέρας.
Την επόμενη μέρα έρχεται και η ανακοίνωση από τον ΠΑΟΚ για την επιστροφή μου, στην ομάδα που αγαπώ και είμαι φίλαθλός της από μικρό παιδί. Η ευφορία που νιώθω εκείνες τις μέρες δεν περιγράφεται με λόγια.
Έχω παίξει βασικός με τη Νιγηρία, έχω πετύχει το γκολ, αλλά στο επόμενο και τελευταίο ματς με την Αργεντινή δεν παίζω δευτερόλεπτο! Ο Ρεχάγκελ, μάλλον επειδή αισθάνεται κάπως άβολα κι έτσι, δύο φορές “απολογείται”, δίνοντάς μου εξηγήσεις, κάτι που δεν το συνήθιζε γενικά.
Πρώτα, στην καθιερωμένη ομιλία προς όλη την ομάδα. Λέει μπροστά σε όλους ότι, παρότι έκανα πολύ καλό ματς με τη Νιγηρία, δεν ξεκινάω για λόγους τακτικής. Είναι η περίφημη ομιλία από την οποία έχει μείνει η χαρακτηριστική ατάκα του Γερμανού προς τον Παπασταθόπουλο για το μαρκάρισμα του Μέσι, «Και στην τουαλέτα να πάει, θα πας μαζί του».
Στο ζέσταμα πια, μέσα στον αγωνιστικό χώρο, με ξαναφωνάζει στον πάγκο κοντά του και μου λέει να είμαι έτοιμος για να μπω αλλαγή. Τελικά όμως δεν με χρησιμοποίησε. Ξέρω ότι το θέλει, με έχει στο μυαλό του, αλλά δεν του βγαίνει το παιχνίδι. Είναι επιλογή του κόουτς να είμαστε πιο αμυντικογενείς με την Αργεντινή και φυσικά είναι σεβαστό.
Είναι κοινό μυστικό για όλους μας ότι εκείνες είναι οι τελευταίες μέρες του Ρεχάγκελ στην ομάδα. Ο ίδιος μάς το ανακοινώνει και επίσημα μετά τον αγώνα. Και, παρότι είναι κάτι το οποίο ξέρουμε καιρό, ότι οδεύουμε προς το τέλος της συνεργασίας μας, ήταν απόλυτα επαγγελματική η συμπεριφορά όλων των παικτών απέναντι σε έναν άνθρωπο που άλλαξε τη μοίρα της Εθνικής ομάδας. Άλλωστε, ήταν πολύ μεγάλο για όλους μας το κίνητρο της συμμετοχής σε μια τέτοια διοργάνωση.
Εγώ και ο Ρεχάγκελ
Ο Ότο Ρεχάγκελ ήταν ένας προπονητής που δούλευε πολύ με το βασικό κορμό της ομάδας. Αν κατάφερνες και έμπαινες σ’ αυτό τον κορμό, ήταν πολύ δύσκολο να βγεις. Στήριζε πάντα τους ποδοσφαιριστές του και τους έδειχνε εμπιστοσύνη, ακόμα κι αν ήταν σε κακά φεγγάρια. Και σε αυτό του βγάζω το καπέλο.
Επί των ημερών του, ήταν δύσκολο να περάσεις το κατώφλι της Εθνικής, γι’ αυτό ίσως κι εγώ άργησα να κληθώ για πρώτη φορά. Πίστευε στο ατομικό ταλέντο των παικτών του, στηριζόταν σ’ αυτό, δεν δούλευε πολύ στην τακτική, γι’ αυτό και οι προπονήσεις ήταν περισσότερο ρουτίνας και όχι βελτίωσης.
Έχτισε όμως μια ομάδα με γερά θεμέλια και σκληρό μέταλλο. Όσο δύσκολο ήταν να κληθείς άλλο τόσο ήταν και να κερδίσεις μια θέση στην 11άδα. Εγώ το αποδέχθηκα όλο αυτό με ρεαλισμό και, παρότι έδινα πάντα τον καλύτερό μου εαυτό για να με εμπιστευτεί απόλυτα, ποτέ δεν κράτησα καμίας μορφής κακία, γιατί καταλάβαινα πώς σκεφτόταν.
Στις συζητήσεις μας αλλά και τις ομιλίες του δεν θα σου μιλούσε μόνο για ποδόσφαιρο αλλά γενικά για τη ζωή. Σε κέρδιζε μ’ αυτό. Πολλές φορές τις προκλήσεις που είχαμε μπροστά μας ως ομάδα τις παρομοίαζε με προκλήσεις που συναντάμε στη ζωή μας έξω από το γήπεδο. Γι’ αυτό και ως παίκτης ταυτιζόσουν με τα λεγόμενά του.
Παρότι λοιπόν δεν κέρδισα ποτέ το 100% της εμπιστοσύνης του, μόνο θετικό πρόσημο μπορώ να βάλω στη συνεργασία μας, αν και υπήρχαν στιγμές που πραγματικά ήθελα να σπάσω όλο το δωμάτιο από τα νεύρα μου! Θυμάμαι χαρακτηριστικά να είμαι στην αποστολή τον Ιούνιο του 2007, καλοκαίρι, 15 μέρες στην Κρήτη, χάνοντας μέρες από την ξεκούρασή μου ανάμεσα σε δύο πολύ απαιτητικές σεζόν. Έμεινα και στα δύο παιχνίδια εκτός 18άδας, δεν ήμουν καν στον πάγκο αλλά στην εξέδρα!
Ο ερχομός του Σάντος
Στο άκουσμα της έλευσης του Φερνάντο Σάντος, είμαι χαρούμενος. Παρότι δεν έχω καμία επαφή μαζί του νωρίτερα, ξέρω ότι με εκτιμά ως ποδοσφαιριστή και ότι με ήθελε στον ΠΑΟΚ, στον οποίον εγώ επιστρέφω εκείνο το καλοκαίρι. Εκείνος όμως έχει αποχωρήσει λίγο καιρό πριν. Τελικά η μοίρα το φέρνει έτσι ώστε να συνεργαστούμε στην Εθνική ομάδα. Είμαι λοιπόν χαρούμενος.
Αυτό που ήξερα για εκείνον από τη θητεία του στον ΠΑΟΚ, αυτό που μάθαινα από όλους στην ομάδα, είναι ότι επρόκειτο για έναν… “μπαμπούλα”. Ότι ήταν ένας άνθρωπος απλησίαστος, ο οποίος έχει επιβάλει απόλυτη πειθαρχία και έχει κερδίσει τον σεβασμό όλων, σε σημείο φόβου. Πολύ οργανωτικός και επαγγελματίας.
Μετά από τη συνεργασία μας στην Εθνική, θα συμφωνήσω σε όλα όσα μου είχαν πει, εκτός από το «μπαμπούλας» και «απλησίαστος». Ήταν ένας άνθρωπος που κατέκτησε ό,τι κατέκτησε με την αξία του και την εργατικότητά του, ένας άνθρωπος που μπορούσες να συζητήσεις μαζί του κάθε προβληματισμό σου εντός και εκτός γηπέδου. Κι ένας άνθρωπος με ξεχωριστή αίσθηση του χιούμορ.
Βέβαια, η εικόνα που έχω είναι μόνο από την Εθνική ομάδα, εκεί όπου είχε να κάνει με 100% επαγγελματίες και φτασμένους ποδοσφαιριστές, γιατί, κακά τα ψέματα, άλλο ο σύλλογος και άλλο η Εθνική. Σε μια ομάδα έχεις κάποιους νεαρούς παίκτες, άλλους που είναι εξελίξιμοι και με φιλοδοξίες, τους πιο έμπειρους, τους βετεράνους. Είναι ένα διαφορετικό μείγμα προσωπικοτήτων απ’ ό,τι στην Εθνική. Και φυσικά άλλο η καθημερινή τριβή κι άλλο να βρισκόμαστε 10 μέρες κάθε δυο-τρεις μήνες.
Πάντως, η ελευθερία που είχαμε στο ξενοδοχείο και τις αποστολές με τον Ρεχάγκελ ήταν μεγαλύτερη απ ό,τι με τον Σάντος. Με τον Γερμανό μπορούσαμε καθημερινά να βγαίνουμε για μια μικρή βόλτα κοντά στο ξενοδοχείο, όσο ήμασταν στην Αθήνα. Με τον Πορτογάλο ούτε κατά διάνοια, μπορεί να μέναμε και τρεις και τέσσερεις μέρες σερί μέσα, χωρίς ελεύθερες ώρες.
Προπονητικά, δουλεύαμε και σε τακτικά κομμάτια και σε συνδυασμούς και ναι μεν δεν μπαίνεις σε ένα παιχνίδι και να πεις «θα κάνω αυτό ή εκείνο», αλλά βλέπεις στην πορεία του ματς να σου βγαίνει αυτόματα.
Τα προκριματικά του Euro Σεπτέμβριο του 2011 αρχίζουν με δύο σερί ισοπαλίες. Με τη Γεωργία εντός έδρας και με την Κροατία εκτός. Αλλά η κατάσταση για την ομάδα γυρίζει πολύ γρήγορα. Σε προσωπικό επίπεδο, νιώθω την εμπιστοσύνη του προπονητή στο πρόσωπό μου, με χρησιμοποιεί στα περισσότερα ματς ως βασικό και αυτό μου δίνει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
Η ώρα του Euro
Φτάνει η ώρα της τελικής φάσης του Ευρωπαϊκού, καλοκαίρι 2012. Θα παίξουμε με την Πολωνία στο εναρκτήριο παιχνίδι της διοργάνωσης, σε ένα καταπληκτικό γήπεδο, στο οποίο μπήκαμε την παραμονή για προπόνηση και πραγματικά νιώσαμε δέος και θαυμασμό.
Λίγες μέρες πριν ωστόσο, μέσα από τις προπονήσεις αλλά και την τελική πρόβα ενόψει της πρεμιέρας, καταλαβαίνω ότι ο Σάντος δεν με έχει στα πλάνα της 11άδας. Νιώθω περίεργα, λίγο απογοητευμένος που δεν θα παίξω, γιατί σε όλη την προκριματική φάση είμαι σχεδόν πάντα βασικός.
Αυτό που σκέφτομαι αμέσως είναι ότι αυτό το συναίσθημα το έχω βιώσει αρκετές στιγμές στη μέχρι τότε καριέρα μου στην Εθνική και άρα μπορώ να το διαχειριστώ. Θα καταφέρω και πάλι να είμαι έτοιμος πνευματικά, ώστε να μπω ανά πάσα στιγμή, όποτε μου το ζητήσει ο προπονητής.
Το παιχνίδι με τους Πολωνούς αρχίζει με τους χειρότερους οιωνούς. Μένουμε πίσω στο σκορ με γκολ του Λεβαντόφσκι και όλα είναι εις βάρος μας. Στη λήξη του ημιχρόνου παίρνω εντολή να κάνω καλό ζέσταμα, σημάδι ότι έρχεται η ώρα μου. Έχω αγωνία, αλλά και μεγάλη όρεξη να μπω και να δώσω ό,τι έχω και δεν έχω. Το κίνητρο είναι μεγάλο.
Αρχίζουμε καλύτερα στο δεύτερο ημίχρονο. Πέντε λεπτά μετά θα κυνηγήσω μια φάση, όπως έκανα πάντα στην καριέρα μου σε τέτοιες περιπτώσεις. Πάλι έχω και την τύχη με το μέρος μου και προλαβαίνω τον αντίπαλό μου. Ουσιαστικά είναι μια φάση που παίρνω το “ριμπάουντ” και σκοράρω.
Ο πανηγυρισμός είναι ίδιος με εκείνος στο Μουντιάλ. Τρέχω προς το μέρος που κάθονται οι συγγενείς των παικτών και στέλνω ένα φιλί στους γονείς μου. Αυτή τη φορά είναι και οι δύο εκεί και μάλιστα μετά το ματς τούς δίνω και τη φανέλα που φοράω, να την κρατήσουν ως ενθύμιο.
Δεν είναι μόνο το γκολ στο συγκεκριμένο ματς. Κερδίζω πέναλτι, αλλά τελικά δεν σκοράρουμε, στέλνω και δεύτερη φορά τη μπάλα στα δίχτυα, αλλά το γκολ ακυρώνεται ως οφσάιντ. Στο τελευταίο σφύριγμα και παρά το δύσκολο ξεκίνημα η γεύση που μένει είναι γλυκιά. Ισοπαλία στο εναρκτήριο παιχνίδι απέναντι στην διοργανώτρια χώρα.
Δύο ακόμα σταθμοί για μας στη διοργάνωση είναι η νίκη-πρόκριση στην επόμενη φάση επί της Ρωσίας, ένα αποτέλεσμα που φέρνει χαρές και πανηγυρισμούς, γιατί μιλάμε για μια πολύ δυνατή ομάδα και φυσικά η νοκ άουτ αναμέτρηση με τη Γερμανία.
Γερμανία, Μέρκελ και… Σόιμπλε
Ξέρουμε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε, ξέρουμε ποιος είναι το φαβορί. Και φυσικά υπάρχει και όλο αυτό το πολιτικό και οικονομικό σκηνικό της εποχής. Η κρίση, τα μνημόνια, μόνιμα το πρώτο θέμα που απασχολεί τον κόσμο εκείνη την εποχή. Τις ειδήσεις μονοπωλεί τι είπε η Μέρκελ, τι έκανε ο Σόιμπλε. Και είναι κάτι που μεταφέρεται και στο γήπεδο. Τι νιώθουμε εμείς ως ομάδα; Δεν θα έλεγα ακριβώς θυμό. Περισσότερο πείσμα, να παίξουμε για την “τιμή” της χώρας μας.
Και την ώρα που ο Γιώργος ο Σαμαράς ισοφαρίζει σε 1-1, πραγματικά νιώθουμε πολύ έντονα όλοι μας ότι θα κερδίσουμε!
Και αυτό, γιατί η ομάδα έχει αποκτήσει τέτοιο μέταλλο που όλοι μας πιστεύουμε ότι μπορούμε υπό συγκεκριμένες συνθήκες να κερδίσουμε και ομάδες καλύτερες από τη δική μας.
Το πιστεύουμε όλοι μας πολύ δυνατά αυτό. Και δεν ξέρω τι τελικά θα είχε γίνει σ’ αυτό το παιχνίδι, αν -δυστυχώς- δεν είχαμε δεχθεί ένα δεύτερο γκολ πολύ γρήγορα, μόλις μετά από πέντε λεπτά.
Λίγο πριν από το τέλος οι Γερμανοί προηγούνται με 4-1. Κερδίζουμε πέναλτι, ο Σάντος έχει πει πριν από το ματς ότι, αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα το εκτελέσω εγώ, όπως και γίνεται. Αρχικά τα πέναλτι εκτελούσε ο Γιώργος Καραγκούνης, αλλά είχε την ατυχία να αστοχήσει στην πρεμιέρα και φαντάζομαι αυτός ήταν ο λόγος που ο Σάντος άλλαξε την απόφασή του και επέλεξε εμένα.
Φεύγουμε από το Euro με μια πρόκριση στα προημιτελικά. Σε προσωπικό επίπεδο, έχω πετύχει δύο γκολ και συνολικά έχω καλή απόδοση. Για έναν επιθετικό, το γκολ είναι η “τροφή” του και αυτό που τον χαρακτηρίζει, ακόμα κι όταν δεν παίζει καλά, συνεπώς μπορώ να πω ότι είμαι ευχαριστημένος που έχω πετύχει και τα δύο. Και να παίξω καλά και να σκοράρω.
Ο δρόμος για τη Βραζιλία
Ακολουθεί η προκριματική φάση για το Μουντιάλ της Βραζιλίας, η οποία μας φέρνει στο τέλος, σε παιχνίδια μπαράζ για την πρόκριση, απέναντι στη Ρουμανία. Ένας στους δύο κερδίζει και ταξιδεύει, ο άλλος μένει σπίτι του. Τέσσερα χρόνια πριν κόντρα στην Ουκρανία είχαμε άγνοια κινδύνου. Εδώ έχουμε την εμπειρία, αλλά τα πάντα κρίνονται στο γήπεδο. Ο χαρακτήρας που θα δείξεις και το πώς θα ανταποκριθείς στις απαιτήσεις.
Είναι δύο παιχνίδια πολύ σημαντικά για όλη την ομάδα, στα οποία κι εδώ πετυχαίνω γκολ. Όλοι δώσαμε ό,τι είχαμε και δεν είχαμε, αλλά ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι ο Κώστας Μήτρογλου. Κυριολεκτικά, μας παίρνει από το χέρι και μας οδηγεί στην τελική φάση. Είναι αυτό που λέω πάντα, ότι ο επιθετικός ζει για το γκολ και ο Κώστας που πετυχαίνει τρία σε δύο παιχνίδια είναι καθοριστικός.
Απολαμβάνω το Μουντιάλ της Βραζιλίας εξίσου με τις προηγούμενες μεγάλες διοργανώσεις, ακόμα κι αν τελικά δεν σκοράρω. Ωστόσο, το κλίμα εκείνη την περίοδο στην ομάδα δεν είναι καλό, δεν έχει καμία σχέση με ό,τι είχα ζήσει μέχρι τότε. Έχουν προηγηθεί γεγονότα που έχουν διαταράξει τις σχέσεις μεταξύ παικτών, με αποτέλεσμα να έχουμε χάσει τον δρόμο μας ως ομάδα. Ο καθένας σκέφτεται μόνο τον εαυτό του κι όχι το σύνολο. Και αυτό βγαίνει στο γήπεδο.
Εντάσεις στην προπόνηση, κόντρες, αβεβαιότητα για το μέλλον του Σάντος στον πάγκο. Νομίζω όλοι είχαμε καταλάβει πλέον ότι έχει διαφορετική φιλοσοφία με τη διοίκηση της Ομοσπονδίας και θα φύγει. Ναι, το είχαμε ζήσει και με το Ρεχάγκελ τέσσερα χρόνια πριν αυτό, αλλά τώρα είναι διαφορετικά. Με τον Γερμανό ήταν πάντα χαλαρό το κλίμα, ήταν άλλος ο τρόπος λειτουργίας. Εδώ, ενώ ξέρουμε έναν άλλον Σάντος, βλέπουμε μια άλλη καθημερινότητα. Ήταν φανερό ότι κάτι τον απασχολούσε και εν τέλει εκτιμώ ότι όλο αυτό τον επηρέασε. Τον επηρέασε όλη αυτή η αβεβαιότητα για το τι θα γίνει την επόμενη μέρα.
Όλη αυτή κατάσταση έχει φυσικά αντίκτυπο σε όλους και παράλληλα βγάζει ελαττώματα και τον κακό εαυτό μας στην επιφάνεια. Το καθαρά αγωνιστικό κομμάτι ήταν το μόνο που παραμένει αμετάβλητο. Όλα λειτουργούν κατόπιν εντολών του προπονητή, ο οποίος, αν και οι συνθήκες είναι δύσκολες, δεν αφήνει τίποτα στην τύχη.
Στην πρεμιέρα χάνουμε από την Κολομβία. Εκεί είναι που λες και γυρίζει ένα κουμπί.
Ίσως είναι και το ένστικτο της επιβίωσης. Το μέταλλο που έχουμε ως ομάδα. Ότι δεν θα τα παρατήσουμε τόσο εύκολα. Μπορεί να έχουμε χάσει τον δρόμο και την ταυτότητά μας, ατομικά και ομαδικά, και αυτό να φαίνεται, αλλά στη δύσκολη στιγμή κάθε αθλητής υψηλού επιπέδου βρίσκει τον τρόπο και να επιβιώσει και να συμβιώσει με ανθρώπους και καταστάσεις που δεν του είναι ευχάριστες.
Αυτό έγινε εδώ με μας. Είχα πει τότε ότι στη φανέλα μας είχαμε βάλει το όνομά μας μπροστά και το εθνόσημο πίσω. Μόλις φορέσαμε πάλι σωστά τη φανέλα, επιβιώσαμε, και μάλιστα χωρίς να παίξουμε υψηλού επιπέδου ποδόσφαιρο.
Από τον Παράδεισο στην Κόλαση
Παίρνουμε με κόπο ισοπαλία από τους Ιάπωνες και πλέον μας περιμένει ένα ματς ζωής και θανάτου με μια ομάδα με πολύ ταλέντο, όπως είναι η Ακτή Ελεφαντοστού. Παίζω όλο το 90λεπτο και φτάνουμε στο φάση του πέναλτι. Θα το εκτελέσει ο Γιώργος Σαμαράς. Η συνέχεια είναι γνωστή. Η πρόκριση φέρνει ευφορία φυσικά, αλλά η αλήθεια είναι πως οι διαφορές που υπάρχουν δεν είναι εύκολο να λυθούν εντελώς.
Έρχεται η ώρα του νοκ άουτ παιχνιδιού με την Κόστα Ρίκα. Πρόκειται σίγουρα για μια καλή ομάδα, αλλά εμείς το πιστεύουμε ότι μπορούμε να προκριθούμε. Ξέρουμε ότι είμαστε καλύτεροι. Αλλά τελικά έρχεται μια άτυχη στιγμή και δεν καταφέρνουμε να γράψουμε μια ακόμα χρυσή σελίδα ιστορίας. Αν παίρναμε την πρόκριση τελικά για τις οκτώ καλύτερες ομάδες του Μουντιάλ, θα ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη επιτυχία αυτής της ομάδας, μετά την κατάκτηση του Euro. Το ματς με την Κόστα Ρίκα είναι ένα παιχνίδι που δεν παίρνουμε αυτό που αξίζουμε. Ο Γκέκας εκτελεί πολύ καλά το πέναλτι, αλλά η μπάλα δεν καταλήγει στα δίχτυα.
Σίγουρα σε όλη την πορεία αυτής της ομάδας, όλα αυτά τα χρόνια, υπήρξαν πολλές φορές που πήραμε παραπάνω απ’ ό,τι αξίζαμε, εδώ όμως ξεκάθαρα πήραμε λιγότερα. Δικαιούμασταν κάτι παραπάνω.
Στα αποδυτήρια δεν γίνεται καμία κουβέντα από τον ίδιο τον Σάντος για αποχώρησή του. Δεν υπάρχει τίποτα επίσημο ακόμη. Ωστόσο, βγαίνουν και πάλι όλη η αβεβαιότητα και η χαλαρότητα που μας συνοδεύουν σε όλη τη διοργάνωση. Συζητάμε μεταξύ μας και ρωτάμε να μάθουμε πώς και πότε θα φύγουμε από τη Βραζιλία για να επιστρέψουμε Ελλάδα. Από την ΕΠΟ μάς απαντούν ότι, επειδή δεν υπάρχουν εισιτήρια, οι μισοί θα φύγουμε την επόμενη μέρα και οι υπόλοιποι την μεθεπόμενη. Τους λέμε ότι αυτό δεν γίνεται, ότι δεν είναι σοβαρό για μια ομάδα. Τελικά, με κάποιον τρόπο φεύγουμε την επομένη όλοι μαζί. Αλλά είναι κάτι που σε σχέση με τη βαρύτητα της διοργάνωσης μάς χτύπησε πολύ άσχημα.
Τέλος Εποχής
Εκείνο το καλοκαίρι σηματοδοτεί ένα “τέλος εποχής” για την Εθνική. Κανείς δεν φανταζόταν εκείνη τη στιγμή πόσο μεγάλη “βουτιά” θα έκανε η ομάδα τα επόμενα χρόνια. Θεωρώ πως είχαμε τα “μηνύματα”, είχαν χτυπήσει “καμπανάκια”, αλλά δεν τα είχαμε αξιολογήσει σωστά. Μάλλον επειδή είχαμε επιβιώσει σε μια τόσο δύσκολη διοργάνωση όπως το Μουντιάλ. Αλλά για πόσο να επιβιώσεις, όταν τα πράγματα πάνε όλο και χειρότερα;
Ο Σάντος φεύγει. Έρχεται ένας καταξιωμένος προπονητής, αλλά χωρίς να γνωρίζει ούτε τα δεδομένα ούτε τα αποδυτήρια, χωρίς να έχει τη στήριξη που πρέπει. Όλα αυτά παίζουν εν τέλει τον ρόλο τους, μαζί φυσικά με την αποχώρηση βασικών ποδοσφαιριστών. Νομίζω ότι αυτός ο συνδυασμός πραγμάτων είναι τελικά μοιραίος.
Σε προσωπικό επίπεδο, στα πρώτα παιχνίδια μετά το Μουντιάλ, από επιλογή του Ρανιέρι, γίνεται μυστική ψηφοφορία των παικτών στα αποδυτήρια και εκλέγομαι αρχηγός της Εθνικής. Είναι η ύψιστη τιμή για έναν ποδοσφαιριστή, νιώθω ικανοποίηση που οι συμπαίκτες μου με εμπιστεύονται. Δεν το θεωρώ δεδομένο, αλλά δεν μου προκαλεί και έκπληξη από την άλλη πλευρά. Ήταν κάτι που το εκτίμησα κι εγώ πολύ, καθώς εισέπραττα τον σεβασμό τους και φυσικά τον ανταπέδιδα. Είναι πολύ όμορφο σε ένα μικρό κοινωνικό σύνολο, όπως είναι μια ομάδα, να μοιράζεσαι αγωνίες, στεναχώριες, χαρές και να βλέπεις ότι σε εμπιστεύονται και σε στηρίζουν.
Αν προσπαθήσουμε να εξετάσουμε σε βάθος το τι έφταιξε και τα αμέσως επόμενα χρόνια η Εθνική ομάδα όχι μόνο δεν ανέκαμψε αλλά κατρακύλησε κι άλλο, αυτό, κατά τη γνώμη μου, θα αφορά στο ότι η Εθνική ομάδα για παραπάνω από μια δεκαετία ήταν πάντα ένα κλειστό γκρουπ 25-30 ποδοσφαιριστών.
Αυτό άνοιξε τόσο πολύ μετά, σε βαθμό που οποιοσδήποτε έκανε δυο-τρία καλά ματς αμέσως καλούνταν στην Εθνική ομάδα και μάλιστα έπαιρνε και χρόνο συμμετοχής. Κάτι πολύ δύσκολο να κατακτήσεις τα προηγούμενα χρόνια, στα οποία υπήρχε μιας μορφής ιεραρχία. Υπήρξε χαλαρότητα, άλλαξε η νοοτροπία, άλλαξε ο τρόπος λειτουργίας στα αποδυτήρια και όλα αυτά επηρέασαν αρνητικά την ταυτότητα και το μέταλλο μιας ομάδας που, όταν έπαιζε απλώς καλά, ήταν πολύ δύσκολο να την κερδίσεις.
Ο Επίλογος
Κάπως έτσι ολοκληρώθηκε για μένα ένας κύκλος εννέα χρόνων με τη γαλανόλευκη φανέλα και το εθνόσημο στο στήθος. Η γεύση που μένει στα χείλη είναι μόνο γλυκιά. Σίγουρα σε ένα τέτοιο βάθος χρόνου δεν γίνεται όλα να σου πάνε όπως τα θες, να είσαι συνέχεια βασικός και αναντικατάστατος, μονίμως χαρούμενος και ικανοποιημένος ή να κερδίζεις συνεχώς.
Αλλά, όταν κάνεις τον απολογισμό σου και σκέφτεσαι ότι έχεις παίξει σε δύο Euro και σε δύο Μουντιάλ, μόνο ευλογημένος μπορείς να νιώθεις.
Και φυσικά, οι κακές στιγμές, οι αποτυχίες, ένα κακό αποτέλεσμα, ο θυμός, η λύπη, όλα είναι κομμάτι της δουλειάς.
Αλήθεια, ποιος να μου έλεγε, όταν, παιδί ακόμη, ξεκινώντας το ποδόσφαιρο, όνειρό μου ήταν απλώς να παίξω ως επαγγελματίας στη ομάδα που υποστήριζα, τον ΠΑΟΚ, ότι «Δημήτρη, όχι μόνο θα παίξεις στην ομάδα που αγαπάς αλλά κάποια στιγμή θα παίξεις σε Μουντιάλ, σε Ευρωπαϊκό, θα σκοράρεις και τελικά θα φθάσεις να γίνεις και αρχηγός της Εθνικής ομάδας…».
Ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης είναι πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξανδρος Σωτηρόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στέλιος Γιαννακόπουλος: Ήμασταν λίγοι, ήμασταν εμείς
Σωτήρης Νίνης: Η ιστορία της ζωής μου – μέρος 1ο / Η ιστορία της ζωής μου – μέρος 2ο
Φάνης Γκέκας: Εθνική Υπόθεση / Τα Γκολ Της Ζωής Μου
Αλέξανδρος Τζόρβας: Αλλάζοντας Γάντια / Ιστορίες Απ’ το Τέρμα