Η ελληνική λέξη «γυμναστής» είναι πολύ ακριβής και περιγραφική του ρόλου μας.
Στην αρχαία Ελλάδα, ο γυμναστής φρόντιζε για τα πάντα. Για τη φυσική κατάσταση, την αντοχή, τη διατροφή. Ήταν πάνω απ’ όλα παιδαγωγός.
Στην Αμερική επικράτησε η ορολογία «Strength and Conditioning Coach». Άλλωστε, η λέξη «gymnast» εννοεί τον αθλητή της γυμναστικής.
Αργότερα, αυτό άλλαξε σε «Performance Specialist», για να συμπεριλάβει όλα όσα κάνει ο γυμναστής μία ομάδα ή με μεμονωμένους αθλητές, με στόχο τη βελτίωση της απόδοσης.
Ο ρόλος μας, κυρίως τα τελευταία χρόνια, είναι πια πολυδιάστατος. Οι γυμναστές πλέον ασχολούνται με πολλά πράγματα γύρω από τον αθλητή και την ομάδα.
Πιο μικρός, έπαιξα μπάσκετ ως το επίπεδο της Β΄ Εθνικής με την ομάδα των Άνω Λιοσίων. Το αρχικό όνειρο ήταν να γίνουμε όλοι ο «νέος Γκάλης». Ήμασταν παιδιά της γενιάς του 1987.
Αν και το πάλεψα, με ατομικές προπονήσεις και αφοσίωση, μάλλον η δική μου επιδίωξη ήταν να γίνω προπονητής. Ως αθλητής επιθυμούσα το ανώτατο επίπεδο, κάτι που δεν πέτυχα. Ήθελα, όμως, πάντα ό,τι κάνω να το κάνω καλά.
Ο στόχος του κόουτς έμοιαζε πιο εφικτός και σε αυτόν επικεντρώθηκα στο πανεπιστήμιο. Στο τρίτο έτος στα ΤΕΦΑΑ, το 1994, συμμετείχα ως παίκτης στην ομάδα επίδειξης του σεμιναρίου του ΣΕΠΚ, στην Αγία Παρασκευή.
Ομιλητές ήταν οι Πατ Ράιλι, Ντον Νέλσον, Λένι Ουίλκενς. Εκεί γνώρισα τον Μαρκ Γκράμποου, τότε γυμναστή των Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς και το όνειρό μου άλλαξε…
Ήταν από τις πρώτες φορές που ήρθε στην Ελλάδα ένας Strength and Conditioning Coach, δείχνοντας ασκήσεις μέσα στο γήπεδο.
Εμείς, στα μέρη μας, ξέραμε τότε μόνο να τρέχουμε χιλιόμετρα, γύρω-γύρω από τα γήπεδα και στα βουνά. Κάτι που δεν είχε σχέση με τις απαιτήσεις του μπάσκετ και που από τότε δεν καταλάβαινα…
Παρατηρώντας την επίδειξη, θαρρεί κανείς όπως εκείνο το φωτάκι στα καρτούν, σκέφτηκα αμέσως και ξεκάθαρα πως αυτό θέλω να κάνω! Από τότε άρχισα να διαβάζω, να ρωτώ. Απέκτησα έναν στόχο και αναζήτησα άμεσα ένα ταξίδι στην Αμερική. Μετά τη σχολή, φοίτησα στο πανεπιστήμιο του Τέξας, για Master στην Αθλητική Διατροφή και Εργοφυσιολογία. Ήμουν πολύ τυχερός διότι γνώρισα έναν καταπληκτικό άνθρωπο, τον Τοντ Ράιτ, νυν γυμναστή των Λος Άντζελες Κλίπερς.
Έγινε ο μέντοράς μου. Με πήρε από το χεράκι και με έβαλε σε έναν κόσμο στον οποίο δεν ήξερα κανέναν. Γνώριζα, βεβαίως, πως πρέπει μόνος μου να ξετυλίξω το κουβάρι, μέσα από τη σκληρή δουλειά, μετακινήσεις μέσα στις Η.Π.Α. και πολλές δυσκολίες.
Επέστρεψα το 2004 και οι διαφορές ήταν χαώδεις, τόσο από τεχνογνωσία όσο και από ενδιαφέρον για το αντικείμενο. Οι υποδομές, σε σχέση με την Αμερική, ήταν «νηπιακές», ωστόσο αθλητές και ομάδες άρχισαν να αντιλαμβάνονται τη σημασία του αντικειμένου μου. Είμαστε ακόμη πίσω σε υλικοτεχνικές υποδομές και δεν έχουμε ένα σύστημα «παραγωγής» νέων γυμναστών.
Το mentorship είναι πολύ πίσω στην Ελλάδα. Στην Ευρώπη υπάρχει μεν μεγαλύτερη πρόοδος, όμως και πάλι οι Η.Π.Α. είναι δύο βήματα μπροστά, λόγω της σημασίας που δίνουν στην έρευνα ακόμη και μέσα στις ομάδες, αλλά και λόγω των επενδύσεων σε υποδομές και τεχνολογίες και στην εκπαίδευση.
Πλέον, και οι προπονητές είναι πιο πολύ εξοικειωμένοι με το ρόλο του γυμναστή. Οι κόουτς γνωρίζουν πια πως η υποστήριξη πρέπει να είναι πολυδιάστατη και αναζητούν συνεργάτες που εμπιστεύονται.
Ο Γιασικεβίτσιους, για παράδειγμα, πήρε μαζί του στη Μπαρτσελόνα τον γυμναστή που είχε στη Ζάλγκιρις. Για να είναι πετυχημένη και η δική μου δουλειά, πρέπει να συμβαδίζει με τη φιλοσοφία του προπονητή. Να υπάρχει επικοινωνία και συντονισμός.
Ο γυμναστής ανήκει πια στο τιμ των κόουτς, όπως οι βοηθοί. Την ίδια στιγμή, και οι ίδιοι οι παίκτες -τουλάχιστον ως επί το πλείστον- είναι πιο δεκτικοί.
Υπάρχει μία γενιά αθλητών που έμαθε να αλληλοεπιδρά με τους προπονητές και να δίνει πληροφορίες. Μία γενιά που και λόγω των social media βλέπει τι κάνουν οι περισσότεροι επαγγελματίες. Οι παίκτες ζητούν την επιπλέον εκγύμναση από μόνοι τους.
Με την επαφή που έχουμε, γινόμαστε και λίγο (ή μάλλον πολύ) ψυχολόγοι. Το εύκολο είναι να γυμνάσεις έναν αθλητή. Το δύσκολο είναι να τον κάνεις να μεγαλουργήσει, να ξεπεράσει τα όριά του. Χρειάζεται κυρίως να σε εμπιστευτεί. Υπάρχουν, ωστόσο, και πράγματα που δεν μπορείς να «ακουμπήσεις». Πολλά παιδιά έχουν θέματα ψυχικής υγείας, τα οποία είναι εμπόδιο για την εξέλιξη και τη ζωή τους. Δεν μπορείς να υποδυθείς τον ψυχολόγο. Τα «νερά» είναι «θολά» σ’ αυτό το κομμάτι και απαιτείται η συμβολή ειδικού.
Το mental training, άλλωστε, είναι το επόμενο «σύνορο» των επαγγελματικών σπορ. Πώς μπορείς να διαχειριστείς 15 διαφορετικούς παίκτες; Τι προσέγγιση απαιτεί ο καθένας; Πώς μπορούν να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους; Η συμβολή ειδικού είναι καθοριστική σε αυτό.
Είναι επιτυχία να σου ανοιχτεί ο παίκτης, αλλά με ένα όριο, ώστε να μην σε χρησιμοποιεί.
Η δική μας δουλειά, όπως και των φυσιοθεραπευτών, είναι δύσκολη, διότι οφείλεις να τα φιλτράρεις όλα αυτά. Να δεις πώς θα μεταφέρεις την πληροφορία δίχως να εκθέσεις τον παίκτη και, κυρίως, να βοηθήσεις την ομάδα και τον κόουτς. Γιατί αυτή είναι η αρχική αποστολή μας.
Για όσα βίωσα στην Ελλάδα ως επαγγελματική εμπειρία, μόνο ευγνώμων μπορώ να είμαι. Παρά τα πολλά προβλήματα. Δεν χρειάζεται να έχεις το γυμναστήριο των πέντε εκατομμυρίων ευρώ για να επιδράσεις στον αθλητή.
Στη θητεία μου σε Πανιώνιο, κυρίως, και Ολυμπιακό, οι σχέσεις με τόσα παιδιά κάνει πολύ σημαντική την επαφή σε ανθρώπινο επίπεδο. Όχι μόνο στο επαγγελματικό περιβάλλον.
Αυτό κρατώ πιο πολύ από όλα. Κοιτώ πίσω και βλέπω σχέσεις και από άλλα αθλήματα, όπως το βόλεϊ, με το οποίο ασχολούνταν η σύζυγός μου.
Διαπιστώνω και πόσα έμαθα κι εγώ. Είναι, επίσης, σχεδόν σοκαριστικό να λαμβάνεις ένα ηλεκτρονικό μήνυμα από ένα παιδί το οποίο σε είδε σε ένα καμπ στα 12 του και σου γράφει πως «από αυτό αποφάσισα κι εγώ να γίνω γυμναστής». Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και υπεύθυνοι, έστω και σε μία ομιλία πέντε-δέκα λεπτών, επειδή δεν ξέρεις ποιο παιδί θα «αγγίξεις». Όπως συνέβη και με μένα.
Πριν γνωρίσω τον Γκράμποου, ήμουν μαθητής στο λύκειο της Νέας Ερυθραίας. Ένας αντικαταστάτης γυμναστής, ο αείμνηστος Σάκης Μάναρης, έβγαλε κάποια λάστιχα για ασκήσεις.
Εμείς μπάσκετ θέλαμε να παίξουμε, όμως μας έκανε ασκήσεις ταχύτητας, που φυσικά δεν είχαμε ξαναδεί, και ο πρώτος σπόρος της μετέπειτα ενασχόλησης έπεσε από έναν αναπληρωτή καθηγητή μίας ώρας…
Σε μία τυχαία συνάντησή μας πολύ αργότερα του το είχα πει. Τα μηνύματα είναι σημαντικά και πρέπει να προσέχουμε τι λέμε και τι κάνουμε, ανά πάσα στιγμή.
Στον Πανιώνιο, ο τότε πρόεδρος, ο Ηλίας Λιανός, είχε τη διάθεση να δημιουργήσει ένα υπερσύγχρονο γυμναστήριο σε έναν από τους πολλούς και μεγάλους χώρους στο κλειστό του Ελληνικού. Ήταν μία αίθουσα 400τ.μ. και έμοιαζε με αυτές που συναντάς στο ΝΒΑ. Ήταν ίσως το πρώτο με μεγάλους χώρους και «στήσιμο» για αθλητική προπόνηση και όχι για fitness, παρόμοιο με αυτά που είχα δει στην Αμερική.
Τότε ο Πανιώνιος λειτουργούσε σε απολύτως επαγγελματικά σε υψηλότατο επίπεδο, αν και δεν συμμετείχε κάθε χρόνο στην Ευρωλίγκα. Υπήρχαν σπουδαίοι αθλητές όπως ο Στράτος Περπέρογλου, ο Αντρέ Χάτσον, ο Μίλος Βούγιανιτς, ο Γιάννης Γιαννούλης και τόσοι άλλοι.
Υπήρχαν εξαιρετικοί προπονητές και συνθήκες, που σου έδιναν ευχαρίστηση στην εργασία σου. Δεν μετρούν μόνο τα χρήματα ή τα φώτα, αλλά και οι συνθήκες και η επίδραση της δουλειάς σου.
Από τότε, στην Ελλάδα έγιναν τεράστια βήματα, όμως σε πολλά πράγματα μείναμε σε μία πιο επιφανειακή αντιμετώπιση. Στην Α1 τα πράγματα έχουν πάει προς τα πίσω… Εγώ είμαι τυχερός να αφοσιωθώ μόνο με το μπάσκετ και δεν χρειάστηκε να πάω να δουλέψω σε γυμναστήριο, όπως κάνουν τόσοι συνάδελφοι για να ζήσουν.
Οι εγκαταστάσεις παραμένουν πίσω σε σύγκριση με το εξωτερικό, καθώς ούτε η ομοσπονδία -και αυτό δεν είναι μομφή- θα μπορούσε να έχει ένα δικό της αθλητικό κέντρο. Κατανοώ τις συνθήκες, όμως επενδύσεις δεν έχουν γίνει, παρότι οι καταστάσεις είναι καλύτερες από εκείνες του 2004.
Στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας έχουμε τη συγκυρία να αγωνιζόμαστε σε ένα παλιό γήπεδο, που δεν έχει πολλούς σύγχρονους χώρους. Η διοίκηση, όμως, επενδύει. Έχουμε καταπληκτικά νέα αποδυτήρια.
Πρόκειται για έναν σύλλογο στον οποίο αν στοιχειοθετήσεις τι ζητάς, θα σε ακούσουν, θα σε ακολουθήσουν. Η κουλτούρα είναι διαφορετική, με νοοτροπία κοντά στο υψηλότερο επίπεδο.
Για εμάς τους γυμναστές, η πληροφορία είναι στις μέρες μας πιο προσβάσιμη, όμως αυτό είναι και καλό και κακό, διότι υπάρχει διαφορά με την αληθινή γνώση.
Άλλο απλώς να ξέρω κάτι και άλλο η σοφία να κατανοώ πώς θα το χρησιμοποιήσω. Ο δρόμος είναι μακρύς για να καταφέρεις να ξέρεις τι θα κάνεις με έναν αθλητή. Το κομμάτι της ομάδας είναι πολύ εξειδικευμένο.
Στα δικά μου νεανικά χρόνια, η πληροφορία απαιτούσε ένα τηλεφώνημα σε έναν προπονητή, στον οποίο θα σε είχαν συστήσει και θα σε δεχόταν στο γυμναστήριό του. Θα σε άφηνε να παρακολουθήσεις μία προπόνηση, θα μιλούσες μισή ώρα μαζί του και θα ήσουν τυχερός αν σου έδινε και μία κασέτα VHS. Η γνώση, χωρίς ταξίδια, ήταν δύσκολη.
Περίμενες κάποια παραγγελία με ξένα βιβλία ή περνούσες ατελείωτες ώρες στη βιβλιοθήκη της σχολής. Μετά το 2000 άρχισε να αλλάζει αυτό και, στις μέρες μας, πατάς ένα πλήκτρο και στα social media ή το youtube βρίσκεις σε δευτερόλεπτα 5.000 ασκήσεις.
Αυτό είναι καλό, ωστόσο δεν είναι απλή γνώση. Η απαίτηση των ημερών είναι να κατανοείς την κάθε ανάγκη του κάθε αθλητή και μετρά η εξειδίκευση, η προσωπικότητα και η εμπειρία του γυμναστή.
Η προβολή των αθλητών και της ομάδας προφανώς «φωτίζει» και τη δική μας, παρασκηνιακή ή μη δουλειά.
Όμως εγώ πάντα λέω πως είμαστε «πλανήτες» που θα μας «φωτίσουν» οι «ήλιοι». Οι «ήλιοι» είναι οι παίκτες. Όλο αυτό δεν γίνεται για εμάς. Εμείς μένουμε στο παρασκήνιο, κοντά στους παίκτες. Βεβαίως, όλοι μας κρύβουμε μέσα μας έναν μικρό ή μεγάλο νάρκισσο και σε όλους μας αρέσει η δημοσιότητα και η αποδοχή.
Επιθυμούμε, όπως στις αποτυχίες θα ακούσουμε την κριτική, στις επιτυχίες να αναγνωρίζεται η συμβολή μας. Η θέση μας, πάντως, δεν είναι να είμαστε εμείς στο προσκήνιο.
Γι’ αυτό και πολλές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι «παγίδες», όσο κι αν ο κόσμος αυτό επιθυμεί. Πρέπει να γίνεται με ευθύνη και συναίσθηση. Ο σεβασμός στον παίκτη είναι το πρώτο μέλημα.
Πολλές αναρτήσεις μπορεί να στείλουν λάθος μηνύματα. Για παράδειγμα, πριν από χρόνια είχε κυκλοφορήσει ένα ποστ που έδειχνε τον ΛεΜπρον Τζέιμς να κάνει πυγμαχία». Όμως ο ΛεΜπρον θα είναι ο ΛεΜπρον ακόμη και στο… ψάρεμα! Αυτό δεν σημαίνει ότι ο πιτσιρικάς που τον βλέπει πρέπει να το κάνει κι εκείνος.
Πρέπει να είμαστε υπεύθυνοι. Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που από το 2005 ασχολήθηκα και με την Performance22Lab, ενός προπονητικού κέντρου προετοιμασίας, αποκατάστασης και απόδοσης που εδρεύει στην Αθήνα. Ήταν η περίοδος που είχα αποχωρήσει για λίγο από τον Πανιώνιο και είχαμε στόχο τη δημιουργία ενός κέντρου στα πρότυπα του εξωτερικού, που να συνδυάζει την ιατρική, την προπόνηση και την αποκατάσταση σε έναν χώρο.
Από τότε που ήρθε η πρόταση και η ευκαιρία της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, οι συνεργάτες μου συνεχίζουν την προσπάθεια με λίγο πιο ιατρικό χαρακτήρα. Όταν ξαναγυρίσω στην Ελλάδα, θα επιχειρήσω να ζωντανέψω την προσπάθεια, παράλληλα με την διάθεση για mentorship σε νέα παιδιά, κάτι που μου λείπει.
Όπως εμένα με πήρε κάποιος κάποτε από το χεράκι και μου έδειξε τον δρόμο, έτσι και εμείς έχουμε υποχρέωση να αφήσουμε κάτι για τους επόμενους.
Χαριτολογώντας, μεταξύ μας, οι γυμναστές λέμε πως ανήκουμε σε μία «σέχτα». Κάπως έτσι προήλθε και η ιδέα για έναν σύνδεσμο γυμναστών στην Ευρωλίγκα (Euroleague Strength and Conditionig Coaches’ Association), που θα ανακοινωθεί σύντομα.
Στο κομμάτι των τραυματισμών, εκτός από την τύχη ή την ατυχία, είναι αλήθεια πως υπάρχουν καλές πρακτικές αποφυγής.
Ο τραυματισμός δεν εξαρτάται ενίοτε απλώς από μία κακή συγκυρία. Παγκοσμίως δεν υπάρχει πρόληψη ή, εννοείται, πρόβλεψη. Ο αθλητής που είναι ευπαθής σε κάτι, μπορεί να το πάθει ξανά. Αυτό είναι εύλογο.
Η αξιολόγηση, η παρατήρηση, η σωστή αποκατάσταση μετά τον αγώνα σαφώς και βοηθά τον παίκτη, ο οποίος, για παράδειγμα, μπορεί να χτυπήσει αν ο κόουτς έπειτα από ήττα κάνει προπόνηση για δύο ώρες, αντί για μία…
Μετρά, βεβαίως, και η γενετική προδιάθεση κάθε αθλητή, που μπορεί και να επανέρχεται πιο γρήγορα, βάσει και της κουλτούρας στην προπόνησή του.
Πολλοί παίκτες βιάζονται ή και φοβούνται υπερβολικά έπειτα από έναν τραυματισμό. Αυτό είναι κάτι φυσιολογικό και αναμενόμενο. Ο χρόνος επαναφοράς αλλάζει από παίκτη σε παίκτη. Ο φόβος είναι κάτι ανθρώπινο, πραγματικό και οφείλουμε να το σεβόμαστε, διότι ο αθλητής αισθάνεται «εύθραυστος».
Η επανένταξη είναι πολύπλοκη διαδικασία και απαιτεί συνεργασία όλης της ομάδας, από τη διοίκηση και κάθε μέλος, με τον αθλητή να είναι στο κέντρο αυτού του κύκλου.
Συχνά είναι άδικο να πιέσεις τον παίκτη ή να τον ρωτήσεις αν αισθάνεται καλά, υπό τον φόβο να θεωρηθεί ευθυνόφοβος. Αυτό θα κάνει κακό και στον ίδιο και στην ομάδα… Η προσωπική επαφή με τον παίκτη είναι πολύ σημαντική.
Όλη αυτή η διαδικασία συχνά αλλάζει και τον τρόπο χρησιμοποίησης ενός παίκτη. Οι παίκτες κάνουν ομαδική προπόνηση και ο χρόνος συμμετοχής κρίνεται από το ματς ή και την κούρασής του.
Στην ΤΣΣΚΑ, ο κόουτς Ιτούδης είναι πολύ έμπειρος σε αυτό το κομμάτι. Δεν χρειάζεται να του υποδείξεις ότι ένας παίκτης είναι κουρασμένος και ίσως δεν μπορεί σε ένα παιχνίδι να παίξει τον μ.ό. των λεπτών του.
Καθορίζει, συνεπώς, τις αλλαγές μέσα στον αγώνα ή δίνει ένα ρεπό την επόμενη μέρα. Αυτό που κάνουμε ως ομάδα είναι να παρακολουθούμε καθημερινά τους παίκτες, με ερωτηματολόγια και αναλύσεις, ώστε να έχουμε ακριβή εικόνα.
Μπορεί ένας αθλητής να σου πει μία μέρα ότι δεν έχει κοιμηθεί καλά το προηγούμενο βράδυ Δεν υπάρχει αλγόριθμος που να σου υποδεικνύει πόσο θα παίξει σε ένα ματς ο τάδε παίκτης. Εκεί η επιστήμη συναντά την τέχνη…
Το κοουτσάρισμα, άλλωστε, έχει έντονο το στοιχείο της διαίσθησης και στο ευρωπαϊκό μπάσκετ πολλά κρίνονται κυρίως από την τακτική.
Η τρέχουσα σεζόν έχει σαφώς τις ιδιομορφίες της, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Στην ΤΣΣΚΑ βιώσαμε και μία δύσκολη κατάσταση τον Μάιο του 2020, καθώς χάσαμε έναν γιατρό της ομάδας… Ήταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος και επιστήμονας, ο οποίος ήταν πέντε χρόνια μαζί μας, αλλά δυστυχώς είχε υποκείμενα νοσήματα.
Η διαχείριση των καταστάσεων με την απειλή του Covid-19 είναι εκ των πραγμάτων δύσκολη. Πρόκειται για μία μεγάλη, πρακτικά, διαταραχή για την ομάδα.
Έρχεται το πρώτο κρούσμα και ανησυχείς αν θα υπάρξει επόμενος. Δεν ξέρεις ποιοι είναι διαθέσιμοι για προπόνηση και ακόμη και όταν ένας παίκτης ή μέλος της ομάδας το ξεπεράσει, το πρωτόκολλο στη Ρωσία επιτάσσει καραντίνα 14 ημερών.
Ο αθλητής χρειάζεται άλλες 10-15 μέρες για να επανέλθει. Ουσιαστικά, έπειτα από κρούσμα, χάνεις τον παίκτη για περίπου ένα μήνα. Ακούμε τόσα, προσπαθούμε να ενημερωνόμαστε, όμως ακόμη δεν γνωρίζουμε πολλά για τον ιό.
Τα παιδιά με ρωτούν τι να κάνουν, τι να τρώνε. Η δική μου απόκριση είναι να γίνεις καλά, να μην αγχώνεσαι για το μπάσκετ και ακόμη και αν ο γιατρός σου πει να τρως δέκα γεύματα τη μέρα, να το κάνεις δίχως πίεση για να επανέλθεις.
Δεν θυμάμαι στη Μόσχα, στην ομάδα, να είχαμε παίκτες που ήταν αρνητές του ιού. Μάλλον ορισμένοι δεν είχαν πιστέψει στη σοβαρότητα της κατάστασης…
Η σεζόν 2019-2020 κύλησε περίεργα, πριν καν την απόφαση για οριστική διακοπή στην Ευρωλίγκα. Υπήρχε μέσα στον καθένα μας το επαγγελματικό και το προσωπικό κομμάτι. Ως μπάσκετ, κάποια στιγμή το πήραμε απόφαση ότι δεν θα συνεχιστεί η χρονιά και αρχίσαμε να σχεδιάζουμε την επόμενη.
Νομίζω ότι βάσει του μεγέθους της πανδημίας, ήταν σωστή η απόφαση για τη διακοπή. Θα ήταν δύσκολο να υπάρξει συντονισμός με τα ταξίδια και με τα εθνικά πρωταθλήματα. Δεν ήταν όπως στο ΝΒΑ, όπου σε μία λίγκα η «φούσκα» ήταν εφικτή.
Εγώ ήμουν αρχικά υπέρμαχος του να παίξουμε, ωστόσο όταν αποδείχθηκε η σοβαρότητα, όλοι είπαμε ότι θα χρειάζονταν τρεις ή τέσσερις εβδομάδες προετοιμασίας για μία επανεκκίνηση της περσινής σεζόν.
Σε ό,τι αφορά τη φετινή προετοιμασία, υπήρχε μία ανησυχία, με ομάδες όπως η Χίμκι, η Ζενίτ και η Βιλερμπάν, που είχαν πολλά κρούσματα.
Η Ευρωλίγκα, την τελευταία τριετία, είναι έτσι διαμορφωμένη που για εμάς τους γυμναστές δεν υπάρχει ρεπό.
Δεν λέμε ότι βρισκόμαστε όλοι μέρα στο παρκέ ή το γυμναστήριο και… σκάβουμε, όμως είμαστε κάθε μέρα στο γήπεδο. Οι αναλύσεις και γενικότερα η δουλειά εκτός γηπέδου είναι σημαντική και ξέρουμε εξαρχής ότι δεν έχουμε ωράριο. Μπορεί ο αθλητής να σου ζητήσει να κάνει έξτρα ατομικό την Κυριακή το πρωί. Θα αφήσω την οικογένειά μου και θα πάω, με χαρά.
Οι παίκτες ήταν εύλογα ανήσυχοι με όλη αυτή την κατάσταση. Διότι ο παίκτης συνηθίζει να αγχώνεται όταν βγαίνει από τη ρουτίνα του.
Η απόλυτη αλήθεια για τον αθλητή, ώστε να μείνει σε φόρμα, είναι να προπονείται σταθερά.
Είναι, πάντως, μία λεπτή ισορροπία μεταξύ αγώνων, προπόνησης και αποκατάστασης. Δεν ορίζεται εύκολα ο χρόνος ξεκούρασης και η λέξη-«κλειδί» είναι το «consistently». Με συνέπεια, με διάρκεια.
Είναι καταστροφικό για τον παίκτη να ξεκουραστεί πολύ στην offseason. Είναι καλύτερο να ξεκουράζεται, με εναλλαγές σκληρής προπόνησης και αποχής.
Παλαιότερα λέγαμε ότι στην καλοκαιρινή προετοιμασία θα φτιάξουμε την φυσική κατάσταση. Αυτό, πλέον, δεν υπάρχει. Ο παίκτης πρέπει να έρθει έτοιμος για να κάνει ένα «πικ» πριν αρχίσει η σεζόν, για να αποφύγει και πιθανό τραυματισμό.
Εγώ έχω σταματήσει να χρησιμοποιώ τη λέξη «offseason» με το τέλος της σεζόν. Αυτός ο χρόνος είναι πια η πρώτη προετοιμασία του αθλητή, πριν από την πρώτη συγκέντρωση της επόμενης χρονιάς.
Η δεύτερη προετοιμασία είναι τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο.
Με απόλυτη ειλικρίνεια, δεν έχω βρεθεί σε θέση να πω σε αθλητή ότι δεν θέλω να δουλέψω μαζί του.
Ο παίκτης που έχει όρεξη να γυμναστεί ή να αποκατασταθεί φαίνεται. Γνωρίζει τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις, έστω και αν έχει τύχει με παιδιά να απομακρυνθούμε, γιατί η συνεργασία δεν ήταν αρμονική.
Όποιος τηρεί τους κανόνες δείχνει σοβαρότητα και, δεν το αναφέρω καθόλου αλαζονικά, δεν μου «τρώει τον χρόνο μου»…
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν αθλητές-«freaks».
Ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης, για παράδειγμα, επανήλθε από τραυματισμό και επέμβαση στον μηνίσκο απίστευτα γρήγορα. Αγωνιζόταν τότε στη Μακάμπι Τελ Αβίβ και άρχισε τρέξιμο σε 20-25 μέρες! Δεν το πίστευα.
Τώρα που ο «Σόφο» αποχώρησε από το μπάσκετ μπορώ να αποκαλύψω μία ιστορία… Η Μακάμπι μού είχε ζητήσει κάποια βίντεο από την αποθεραπεία του. Ο τύπος έκανε σπριντ!
Πολλοί παίκτες είναι απόλυτοι επαγγελματίες, όπως ο Σέρχιο Ροντρίγκεθ, ο Νάντο Ντε Κολό, ο Κόρι Χίγκινς -δεν θέλω να αδικήσω κανέναν- αλλά και δικά μας παιδιά όπως ο Πρίντεζης, η Στέλλα Καλτσίδου, η Εβίνα Μάλτση.
Ο Ντε Κολό σε παρατηρούσε αν αργούσες εσύ ένα λεπτό! Είναι από εκείνους που πιέζει τον γυμναστή να γίνει και αυτός καλύτερος.
Υπάρχουν πάρα πολλοί ιδιαιτέρως σχολαστικοί παίκτες που λατρεύουν αυτό που κάνουν και τους μνημονεύαμε συχνά με τον συνεργάτη μου, τον Νίκο Παπαβασιλείου, που είναι τώρα στην ΑΕΚ.
Ένας από αυτούς ήταν ο νυν γκαρντ των Κλίπερς, Πατ Μπέβερλι, ο οποίος όταν ήταν στον Ολυμπιακό και δεν αγωνιζόταν πολύ, ερχόταν τα βράδια και έκανε προπονήσεις μαζί μας.
Όταν ήμουν στην Ελλάδα, με πλησίαζαν πολλοί γονείς, είτε νέων αθλητών είτε παιδιών που ήθελαν να ακολουθήσουν τα δικά μου βήματα.
Οι γονείς ενδιαφέρονται. Είναι φυσικό. Ωστόσο, όταν βρουν έναν άνθρωπο στον οποίο εμπιστεύονται το παιδί τους, πρέπει να φύγουν από τη μέση… Σαφώς και θα δεις την προπόνηση, να τσεκάρεις αν σου κάνει το περιβάλλον που θα αφήσεις το παιδί σου, όμως δίχως άλλη παρέμβαση. Πολλοί «βιαστικοί» γονείς μιλούν σε πρώτο πληθυντικό… «Είμαστε 16 χρονών και παίζουμε εκεί».
Δεν μπορώ να κρίνω αν είναι πρόωρη η βιασύνη ενός γονιού. Το ζήτημα είναι ποιες προσδοκίες υπάρχουν. Δεν είναι κακό να ψάχνουν ειδικούς, από γυμναστές ως διατροφολόγους, για τα παιδιά τους.
Το να αναζητούν καλές επιρροές για έναν έφηβο, είναι καλό. Το να τον πιέσεις, όμως, όχι. Το να ωθείς εμμέσως το παιδί δεν είναι σωστό.
Είναι λάθος να σκέφτεται περισσότερο ο γονέας το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο, αντί για το ίδιο το παιδί και αυτό είναι πια συχνό φαινόμενο.
Αφήστε τα παιδιά να ευχαριστηθούν αυτό που κάνουν, να προσπαθήσουν, να αποτύχουν και να πετύχουν μόνα τους.
Έτσι μόνο θα δυναμώσουν και θα πατήσουν στα πόδια τους. Αποδεχτείτε τα όπως είναι και όχι όπως θα θέλατε να είναι!
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Κώστας Χατζηχρήστος: «Η μοναδικότητα του Σοφοκλή»
Νίκος Σισμανίδης: «Ο λιγομίλητος Τσιτσιπάς» / Κώστας Περγαντής: «Παίζοντας το παιχνίδι»
Λευτέρης Παυλίδης: «Θα το ξεπεράσεις» / Γιώργος Παυλίδης: «Δύο καριέρες, μία ζωή»
Ανδρέας Κουτσούρης: «Ακολουθώντας Τα Όνειρά Τους» / Σπύρος Βελλινιάτης: «Τρελός με όραμα»