Η φωνή του ακούγεται ταυτόχρονα ήρεμη, στοργική αλλά και «βαριά», διδακτική.
Τα μάτια του προσπαθούν πολύ να μην βουρκώσουν, να παραμείνουν «καρφωμένα» σε εκείνα των αδερφών του.
Όπως κάθε συνθήκη και συγκυρία της ζωής του, έτσι και η καραντίνα λόγω του κορονοϊού, είναι για τον Μπίσμακ Μπιγιόμπο ένα μάθημα.
Μία ακόμη δυσκολία που, όμως, αυτή τη φορά μπορεί να αντιμετωπίσει με καλύτερους όρους.
Αλλά και μία ευκαιρία για να θυμηθεί από πού έρχεται. Κυρίως, βέβαια, πώς ήρθε. Με τι δυσκολίες, τι αντιξοότητες, που πάντως ποτέ δεν τον απέτρεψαν να συνεχίσει.
Μία αφορμή για λίγο «φροντιστήριο» στα έξι αδέρφια του, ηλικίας 15 έως 25 ετών, τα οποία φοιτούν σε διάφορα σχολεία και πανεπιστήμια των Η.Π.Α..
Αλλά και που από τη μέρα που η πανδημία απείλησε και την Αμερική, φιλοξενεί στο σπίτι του στη Σάρλοτ, ώστε να είναι όλοι μαζί αυτές τις ημέρες.
Το μπάσκετμπολ είναι το επάγγελμά του, η ζωή του, όμως ο 27χρονος σέντερ των Χόρνετς κατορθώνει συχνά να είναι στην επικαιρότητα για άλλους (πιο σωστούς) λόγους. Για λόγους που δεν «μεταφράζονται» σε πόντους, ριμπάουντς, τάπες.
Στα μέσα Απριλίου, ο Μπιγιόμπο δώρισε ένα εκατομμύριο δολάρια σε ιατρικό εξοπλισμό στην πατρίδα του, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.
Μονάχα που αυτή δεν είναι η πρώτη επιβεβαίωση της κοινωνικής ευαισθησίας του.
Η φιλανθρωπική προσφορά του είναι ισάξια και ίσως και ανώτερη της καριέρας του, από το 2011, στο ΝΒΑ…
Η οικία Μπιγιόμπο στη Σάρλοτ δεν έχει πολλή ησυχία αυτές τις μέρες, μετά το κρούσμα του Ρούντι Γκομπέρ και την αναστολή του ΝΒΑ.
Τα έξι αδέρφια του Μπίσμακ έχουν γεμίσει το σπίτι με φωνές, ενθουσιασμό και αυτό μόνο άσχημο δεν είναι για τον Αφρικανό σέντερ.
Η ημερήσια διάταξη της οικογένειας, πάντως, δεν έχει μόνο θόρυβο. Τα μικρότερα αδέρφια του αναμένουν κάθε μέρα από τον μεγάλο μία ακόμη αφήγηση.
Μία ιστορία από το πατρικό του στην πόλη Λουμπουμπάσι, την οποία δεν έχουν ακούσει άλλη φορά.
Μία εξιστόρηση για το πώς ο Μπίσμακ τακτικά περπατούσε 45 λεπτά για φτάσει στο σχολείο, δίχως να φορά παπούτσια. Πώς περνούσε συχνά κάποιες μέρες χωρίς φαγητό, χωρίς κολατσιό την ώρα που οι συμμαθητές του έβγαζαν το δικό τους από την τσάντα τους, την ώρα του διαλείμματος…
«Θέλω όλα τα αδέρφια μου, μεγαλώνοντας, να μάθουν να εκτιμούν όσα έχουν», εξήγησε ο Μπιγιόμπο σε συνέντευξη στην εφημερίδα «Charlotte Observer».
Ο σέντερ των Χόρνετς φιλοξενήθηκε στις σελίδες της με αφορμή τη νέα δωρεά του στο Κονγκό, η οποία εκτός από προστατευτικό εξοπλισμό για γιατρούς και νοσηλευτές, περιελάμβανε και ιατρικά κρεβάτια, στολές, φιάλες οξυγόνου, θερμοκοιτίδες για νεογνά και αναπηρικά αμαξίδια.
«Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω», πρόσθεσε ο ίδιος, τονίζοντας πως η χειρονομία του δεν έχει να κάνει με τα χρήματα που κερδίζει.
Τα περισσότερα από 80 εκατομμύρια δολάρια που έχει εξοικονομήσει από Ράπτορς, Μάτζικ, Χόρνετς, δεν μένουν στην τράπεζα, αλλά γίνονται επιβεβαίωση της ελπίδας και του παραδείγματος που χαρίζει ο Μπιγιόμπο.
Η ευαισθησία του δεν παρατηρήθηκε μόνο στην έξαρση του ιού Covid-19.
Ο Μπίσμακ Μπιγιόμπο πρόσφερε ιατρικό εξοπλισμό και το 2018, όταν στη χώρα του έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 2.200 άνθρωποι, λόγω του ιού έμπολα…
Τα στοιχεία αναφέρουν ότι ο κορονοϊός ήταν αιτία θανάτου 23 ανθρώπων, μεταξύ 287 επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, όμως το περίφημο «μένουμε σπίτι» δεν είναι εύκολη υπόθεση στο Κονγκό.
Από τα 80 εκατομμύρια του πληθυσμού, το 70% ζει στα όρια της φτώχειας και στηρίζεται στο μεροκάματο.
«Πολλοί συμπατριώτες μου ζουν μέρα – μέρα, με το αν θα βρουν δουλειά για μερικές ώρες και είναι δύσκολο για μένα να τους στείλω ένα βίντεο που να τους συμβουλεύει να μείνουν στο σπίτι», επισημαίνει ο σέντερ των Χόρνετς. «Δεν είναι ρεαλιστικό»…
Αυτή η σκέψη, αυτή η έκφραση του μη ρεαλιστικού, που κάποτε την άκουγε για τα όνειρα που είχε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το μπάσκετμπολ, είναι μεν «σφηνωμένη» στο μυαλό του, αλλά όχι και στις πράξεις του.
Το 2017, ο Μπιγιόμπο βοήθησε οικονομικά στην ανέγερση ενός διεθνούς σχολικού συγκροτήματος στην γενέτειρά του.
Το κτίριο περιλαμβάνει γήπεδο ποδοσφαίρου, μπάσκετμπολ, γυμναστήριο, ιατρείο, 21 τάξεις, βιβλιοθήκη, εργαστήριο με υπολογιστές, εστιατόριο, παιδική χαρά για τους μικρούς μαθητές και ένα αμφιθέατρο 135 θέσεων!
«Στην Αμερική είσαι συνήθως απλώς ένα παίκτης μπάσκετμπολ», αναφέρει ο ύψους 2,04μ. σέντερ, ο οποίος έχει στόχο να εξακολουθήσει να βοηθά την Αφρική. «Στη χώρα μου είσαι κάτι πολύ περισσότερο.
»Μας βλέπουν συχνά σαν εκείνους που μπορούμε να τους βοηθήσουμε να αλλάξουν τη ζωή τους, χάρη στην πλατφόρμα που έχουμε για να μιλήσουμε και να πράξουμε».
Τα χρήματα που κέρδισε δεν «δημιούργησαν» τον φιλάνθρωπο Μπιγιόμπο. Όσα δύσκολα πέρασε στα παιδικά χρόνια του είναι αυτά που τον παρακινούν.
Γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου 1992 στη Λουμπουμπάσι του Κονγκό, με πληθυσμό 1,5 εκατομμυρίου κατοίκων και δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, μετά την πρωτεύουσα Κινσάσα.
Η περιοχή αυτή της επαρχίας Κατάνγκα είναι κτισμένη σε υψόμετρο 1.200μ., κοντά στα σύνορα με τη Ζάμπια και θεωρείται η μεταλλευτική πρωτεύουσα του Κονγκό, καθώς η ακμή της προήλθε από την εξόρυξη χαλκού και τις πολλές εξορυκτικές εταιρίες που εδρεύουν εκεί.
Ωστόσο, οι γονείς του, Φρανσουά και Φρανσουάζ δεν είχαν σταθερή εργασία. Υπήρχαν μέρες που το φαγητό δεν έφτανε για όλους, καθώς το σπίτι επισκέπτονταν συχνά συγγενείς, οι οποίοι έμεναν εκεί για μέρες, αναζητώντας την επομένη ένα μεροκάματο.
«Ήταν σκληρά, αλλά είμαι χαρούμενος που ήταν σκληρά», ομολόγησε το 2016 ο Μπισμάκ στην ιστοσελίδα «The Undefeated».
«Αν δεν ήταν δύσκολα, αν δεν είχα αναγκαστεί να φύγω από τη χώρα στα 16 μου, δεν θα είχα εκπληρώσει το όνειρό μου. Αλλά, κυρίως, δεν θα είχα μάθει όλα αυτά τα μαθήματα της ζωής και την αξία του να προσφέρεις, να δίνεις πίσω από αυτά που κερδίζεις, ώστε να είσαι κοντά στην κοινότητά σου.
»Όλα αυτά με έκαναν ευγνώμωνα».
Όταν ήταν έφηβος, οι φίλοι του τον αποκαλούσαν «τρελό» και «ονειροπαρμένο» γιατί πίστευε ότι θα παίξει μπάσκετμπολ επαγγελματικά.
Το άθλημα το έμαθε και το αγάπησε στα ανοικτά γήπεδα της χώρας του, αν και σπάνια είχε τη δυνατότητα να παίξει φορώντας μπασκετικά παπούτσια.
«Είτε φορούσα απλά, καθημερινά υποδήματα είτε έπαιζα ξυπόλητος», έχει αναφέρει για το ξεκίνημά του. Οι δυσκολίες και οι δυσοίωνες προβλέψεις του περιβάλλοντός του δεν τον έκαναν να το βάλει κάτω.
Το όνειρο για μία καλύτερη ζωή λίγο να έλειψε να γίνει εφιάλτης όταν άφησε την πατρίδα του, σε ηλικία 16 ετών…
Ο Μπίσμακ Μπιγιόμπο «ανιχνεύθηκε» από ομάδες του Κατάρ, οι οποίες συχνά αναζητούν ταλέντα στην Αφρική.
Τα εντυπωσιακά αθλητικά προσόντα, παρότι συνοδεύονταν αρχικά από ένα «ωμό» και ακατέργαστο ταλέντο, ήταν αρκετά για να του προσφέρουν ένα συμβόλαιο. Για την ακρίβεια, αρχικά, μία πιθανότητα συμβολαίου.
Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να καταφέρει να φτάσει στη Ντόχα και η απόπειρά του είχε μία προσωρινή και περιπετειώδη στάση στην Τανζανία. Εκεί ο Μπιγιόμπο και οι συνομήλικοι συνταξιδιώτες του συνελήφθησαν και κρατήθηκαν για τρεις ώρες, λόγω έλλειψης των απαραίτητων εγγράφων…
Οι αρχές πίστευαν ότι οι νεαροί Αφρικανοί επιθυμούσαν να δραπετεύσουν από τις δύσκολες καταστάσεις του Κονγκό και ο νεαρός Μπίσμακ οδηγήθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του σε κρατητήριο.
«Μας συνέλαβαν στις 3 τα ξημερώματα και μας άφησαν στις 6 το πρωί», εξιστορεί, προσθέτοντας πως «ήμασταν εύλογα τρομαγμένοι, διότι είχαμε μάθει να φοβόμαστε κάθε φορά που βλέπαμε την αστυνομία, εκεί που μεγαλώσαμε…».
Από την προσωρινή φυλάκιση στο Κατάρ θυμάται ότι «η μυρωδιά στο κρατητήριο ήταν απαίσια.
»Δεν ήταν, βεβαίως, σαν φυλακή του Κονγκό. Η φυλακή στη χώρα μου δεν έχει καμία σχέση με αυτές των Η.Π.Α.. Κάποιοι από την πατρίδα μου θα ήταν χαρούμενοι αν κρατούνταν σε αμερικανική φυλακή!».
Η πορεία του ταξιδιού τον έφερε στην Υεμένη, πάντα με παράλληλη προσπάθεια να εξασφαλίσει τα κατάλληλα έγγραφα.
Εκεί ο Μπιγιόμπο αγωνίστηκε σε μία τοπική ομάδα, όμως, «επειδή δεν είχαμε χρήματα, τρώγαμε συνεχώς γιαούρτι και κοιμόμασταν από το πρωί ως το μεσημέρι, για να διατηρούμε την ενέργειά μας σε υψηλά επίπεδα».
Η ομάδα από το Κατάρ αργούσε να καταθέσει επίσημη προσφορά και ο Μπίσμακ προτίμησε να δεχθεί να μείνει στην ομάδα της Υεμένης, για 600 δολάρια.
Όταν αγωνίστηκε σε ένα τουρνουά στην Ιορδανία, τα προσόντα του εντυπωσίασαν τον Ισπανό σκάουτερ, Μάριο Πάλμα.
Ο Πάλμα τον βοήθησε να βρει συμβόλαιο στην Ιβηρική και ο Μπιγιόμπο βρέθηκε τη σεζόν 2009-10 στη Φουενλαμπράδα-Χετάφε, ομάδα τρίτης κατηγορίας Ισπανίας.
Την ίδια χρονιά φόρεσε τη φανέλα της Ιγέσκας της δεύτερης κατηγορίας και οι «προαγωγές» του επιβεβαίωσαν την πρόοδό του, καθώς το 2011 βρέθηκε στην ACB, με τη Φουενλαμπράδα.
Ένα καλό ματς απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης και τον αρχηγό της, Φελίπε Ρέγες, ήταν αρκετό ώστε οι σκάουτερ του ΝΒΑ να σημειώσουν το όνομά του στα μπλοκάκια τους.
Ο άλλοτε «τρελός» και «ονειροπαρμένος» ήταν ένα βήμα πριν από το κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου.
Ειδικά από τη στιγμή που προσκλήθηκε στο περίφημο τουρνουά Nike Hoop Summit του 2011 στο Όρεγκον, όπου είχαν μαζευτεί τα κορυφαία ταλέντα των Η.Π.Α. και της Ευρώπης.
Μπροστά στα μάτια έκπληκτων τζένεραλ μάνατζερ ομάδων του ΝΒΑ, ο Μπιγιόμπο πέτυχε το παρθενικό τριπλ-νταμπλ στην ιστορία της διοργάνωσης, με 12 πόντους, 11 ριμπάουντς και 10 κοψίματα, σε αγώνα με αντίπαλο τον μετέπειτα σταρ του πανεπιστήμιου Κεντάκι και των Πέλικανς και Λέικερς, Άντονι Ντέιβις!
Ο Αφρικανός είχε «συστηθεί» στο αμερικανικό κοινό και στα 19 του πίστευε ότι αν συνέχιζε να παίζει καλά στην Ισπανία, θα είχε πιθανότητες να γίνει επιλογή στο ντραφτ του ΝΒΑ την επόμενη διετία.
Όλα, όμως, έγιναν πολύ γρήγορα.
Ο τότε πρόεδρος των Σάρλοτ Μπόμπκατς (νυν Χόρνετς) και πρώην φόργουορντ των Μπουλς, Ουόριορς αλλά και του Ολυμπιακού (το 1993), Ροντ Χιγκινς, τον θεώρησε κάτι περισσότερο από σκέψη για το μέλλον.
Ο Χίγκινς, πατέρας του νυν γκαρντ της Μπαρτσελόνα, Κόρι Χίγκινς και κουμπάρος του Μάικλ Τζόρνταν, έπεισε το Σακραμέντο να επιλέξει τον Μπιγιόμπο στο Νο7 του ντραφτ και απέκτησε με ανταλλαγή τα δικαιώματά του το ίδιο βράδυ.
Ο Μπιγιόμπο, από ένα ξυπόλητο παιδί στα ανοικτά γήπεδα του Κονγκό και από ένα κρατητήριο της Τανζανίας, έφτασε ως το ΝΒΑ.
Η Σάρλοτ, που ουσιαστικά τον επέλεξε πιο ψηλά και από τον σταρ της, Κέμπα Ουόκερ (νυν γκαρντ των Σέλτικς), που βρέθηκε στο Νο9 του ντραφτ, πλήρωσε 525.000 δολάρια ως μπάι-άουτ στη Φουενλαμπράδα.
Αυτό το ποσό ήταν το νόμιμο ανώτατο όριο του ΝΒΑ, αλλά η προνοητική ισπανική ομάδα είχε ορίσει ρήτρα ύψους δυο εκατομμυρίων και ο Μπιγιόμπο υποχρεώθηκε να πληρώσει από την τσέπη του 1,5εκατ., από τα συνολικά 2,8 που έλαβε ως ρούκι στους Μπόμπκατς.
Η προοπτική του, πάντως, έμοιαζε μεγάλη.
Στο ντραφτ του 2011 επιλέχθηκε μεν κάτω από τους κατά σειρά Κάιρι Ίρβινγκ, Ντέρικ Ουίλιαμς, Ενές Καντέρ, Τριστάν Τόμπσον, Γιόνας Βαλαντσιούνας, Γιαν Βέσελι, αλλά ψηλότερα από τον γκαρντ του Παναθηναϊκού, Τζίμερ Φριντέτ (Νο10), τον σταρ των Ουόριορς, Κλέι Τόμπσον (Νο11), τους δίδυμους Μαρκίφ και Μάρκους Μόρις (Νο13 και 14), τον Κουάι Λέοναρντ (Νο15) και τους Νίκολα Μίροτιτς (Νο23), Τζίμι Μπάτλερ (Νο30), Μπόγιαν Μπογκντάνοβιτς (Νο31) και Αϊζάια Τόμας (Νο60).
Σε τέσσερις σεζόν με τη Σάρλοτ κατέγραψε μ.ό. 4,4 πόντους, 6,1 ριμπάουντς και 1,6 τάπες σε 21΄ και 284 ματς, πριν υπογράψει το 2015 στο Τορόντο, αντί 5,7εκατ. για δύο χρόνια.
Η καλή παρουσία του στους Ράπτορς (5,5π.-8ριμπ. σε 22΄) δεν έφτανε για ενεργοποιηθεί η οψιόν του δεύτερου χρόνου, όμως ο Μπιγιόμπο βρήκε ένα τετραετές συμβόλαιο αντί 72 εκατομμυρίων(!) από το Ορλάντο!
Στους Μάτζικ οι αριθμοί του ήταν παραπλήσιοι, αν και κόουτς και Τύπος αναγνώριζαν ότι προσφέρει πολλά που δεν αναγράφονται στην στατιστική και το 2018 έγινε ανταλλαγή στους Χόρνετς, επιστρέφοντας στην αγαπημένη του Σάρλοτ.
Στη Σάρλοτ, στο σπίτι των Μπιγιόμπο τα χρήματα δείχνουν να περισσεύουν.
Αλλά, στην πραγματικότητα, μάλλον όχι.
Αυτό που περισσεύει είναι το ενδιαφέρον και οι αναμνήσεις της κακουχίας, των σκοτεινών στιγμών των παιδικών χρόνων του Μπίσμακ, ως φωτεινό παράδειγμα για τα αδέρφια του.
Αυτό που «ξεχειλίζει» είναι λεπτομέρειες από πονεμένες ιστορίες που έγιναν κίνητρο και, εν τέλει, κάτι παραπάνω από όμορφη συνέχεια. Από αναμνήσεις δίχως φαγητό στο τραπέζι και δίχως παπούτσια στα πόδια.
Αλλά και από παραστάσεις που τον έκαναν να εκτιμήσει περισσότερο όσα έχει. Να μην τα θεωρήσει δεδομένα και να μην τα κλείσει σε ένα κουτί.
Να μην τα «φυλακίσει», όπως πέρασε κι εκείνος μερικές ώρες σε ένα κρατητήριο μίας ξένης χώρας…
Η δική του πορεία μπορεί να μοιάζει πια με μία εξαιρετική ιστορία, αλλά το περιτύλιγμα, που για τον ίδιο είναι η ουσία, δεν είναι το ίδιο φανταχτερό.
Του αρκεί που επιβίωσε και μπορεί να πει την ιστορία του. Για να εμπνεύσει, να διδάξει την αξία της προσφοράς.
Το όνειρό του σέντερ από το Κονγκό ήταν να βρει διέξοδο από την πατρίδα του. Όχι, ωστόσο, και να σταματήσει να κοιτάζει πίσω.
Και, συνεχίζοντας τη φιλανθρωπική δράση του εντατικά, επιμένει πως «θα μπορούσα να κάθομαι άπραγος και να σκέφτομαι όλα τα δύσκολα που πέρασα. Όμως προτιμώ να λέω ότι ήταν άσχημα για να μου δώσουν ένα μάθημα».ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: