Η βελόνα του μαγνητοφώνου άρχισε να «γρατζουνά» ένα ακόμη δίσκο κάποιας όπερας. Ο Φιλίπο Μεσίνα κάθισε αναπαυτικά στην πολυθρόνα του. Ο μικρός Έτορε δεν έκλεισε ακριβώς τα αυτιά του…
Στο (δεύτερο) σπίτι της οικογένειας, στη Βενετία, επικρατούσε σεβασμός. Όχι απλώς από ιδιότητες ή ρόλους. Αυτός πήγαζε από τους χαρακτήρες, από τις συμπεριφορές.
Ο Ετόρε Μεσίνα δεν σεβόταν απλώς τον δικηγόρο πατέρα του, αλλά τον άνθρωπο Φιλίπο. Συνεπώς, οι δικές του μουσικές επιλογές μπορούσαν να απομονωθούν στο δωμάτιο ή τα ακουστικά του νεαρού αθλητή.
Η εφηβεία του νυν προπονητή και προέδρου της ομάδας μπάσκετμπολ, Ολίμπια Μιλάνο, συνδέθηκε με το ροκ εν ρολ. Λίγο Simon & Garfunkel, λίγο Crosby, Stills & Nash.
Εκείνοι οι ήχοι τον πηγαίνουν πάντα πίσω στη δεκαετία του ’70, στην οποία, ωστόσο, αυτό που άκουγε περισσότερο ήταν πυροβολισμοί, εκρήξεις. Για την ακρίβεια, τα διάβαζε. Του θυμίζουν τις κοινωνικοπολιτικές αναταραχές στην πατρίδα του. «Αναδύουν» στιγμές και καταστάσεις που διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα, την οπτική του για τα πράγματα και, εύλογα, στην πορεία, ακόμη και την προπονητική φιλοσοφία του.
Όλα, πάντως, συμπυκνώνονταν και εξακολουθούν να το κάνουν στις ισορροπίες, στα ανοικτά μάτια και αυτιά που διατήρησε και διατηρεί.
Στις συμβουλές που άκουσε ευλαβικά, από έναν τζέντλεμαν ο οποίος δεν είχε -και δεν επιθυμούσε να έχει- ιδέα από αθλητισμό, όπως ο πατέρας του.
Ο Έτορε Μεσίνα γεννήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1959 στην Κατάνια, δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σικελίας.
Όταν ήταν πέντε ετών, μαζί με τους γονείς και τα δύο αδέρφια του μετακόμισαν στη Βενετία, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του πατέρα του, ο οποίος εργαζόταν σε αστικές υποθέσεις για την ιταλική κυβέρνηση.
Ο Ιταλός κόουτς, την περίοδο (2014-2019) που διετέλεσε βοηθός προπονητή του Γκρεγκ Πόποβιτς στους Σαν Αντόνιο Σπερς, είχε αφηγηθεί στην εφημερίδα «San Antonio Express-News» τη σχέση με τον πατέρα του και την ακαδημαϊκή συμβουλή που καθόρισε την καριέρα του.
«Ο πατέρας μου δεν ήταν άνθρωπος των σπορ. Ήταν ένας κύριος σοβαρός, πιστός στη φαμίλια του και, όπως λέτε και στα αγγλικά, “accountable” (=“υπόλογος”). Κοινώς, δεν είχε πρόβλημα να πει “έκανα λάθος”», θυμήθηκε ο «Έκτορας»
Δεν αναπόλησε μόνο τις αξίες που έλαβε από τον μακαρίτη πλέον μπαμπά του, αλλά και την «εντολή» του «να μάθεις αγγλικά. Θα σε βοηθήσουν»…
Στο γυμνάσιο, ο Μεσίνα μάθαινε λατινικά, ελληνικά, ιστορία και φιλοσοφία και είχε δικαίωμα να μην παραβρίσκεται στα μαθήματα ξένης γλώσσας, κάτι που ενόχλησε τον πατέρα του.
Στην πρώτη κουβέντα, ο μικρός Έτορε «υπάκουσε» και άρχισε δίωρα μαθήματα τρεις φορές την εβδομάδα. Διαπίστωσε πως είναι φιλομαθής και μιλά πια και αγγλικά, ισπανικά και λίγα γαλλικά.
Το μπάσκετμπολ τον είχε «μαγέψει», τον καθοδηγούσε, είχε συνεπάρει τη φαντασία του. Μονάχα που παραδέχεται και ο ίδιος ότι η συνέχεια έκρυβε μεγάλη δόση τύχης, συγκυριών και, πάντα, ισορροπιών…
Ο Μεσίνα είναι ένας άνθρωπος που, εκτός από το ταλέντο και τη σκληρή δουλειά, πιστεύει και στους χαρακτήρες, στην επικοινωνία.
Δεν λησμονεί, όμως, όπως λέει χαρακτηριστικά και ο ίδιος, και σε ένα «lucky break», σαν αυτό του 1983, όταν από ασίσταντ κόουτς στην Ούντινε, βρέθηκε -λόγω των αγγλικών που του έλεγε ο Φιλίπο Μεσίνα- στη Μπολόνια.
Είχε προηγηθεί, στα 17 του, ένας τραυματισμός που δεν του επέτρεψε να παίξει σε υψηλό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια της αποθεραπείας, στη Βενέτσια, δεν ήθελε να μένει στιγμή εκτός γηπέδου. Άρχισε να βοηθά τους προπονητές στις προπονήσεις.
Άλλωστε, από την πρώτη στιγμή που είχε γνωρίσει ως πιτσιρικάς αθλητής τον κόουτς Ρενάτο Βιανέλο, τον θαύμαζε και περισσότερο ήθελε να μοιάσει σε εκείνον παρά σε παίκτες-θρύλους του ιταλικού μπάσκετμπολ. Την περίοδο των σπουδών σε Οικονομία και Διοίκηση στο πανεπιστήμιο της Βενετίας -και της τελειοποίησης των αγγλικών του-, δέχθηκε την πρόταση να κοουτσάρει τα τμήματα υποδομής της Βενέτσια, στα οποία αγωνιζόταν και ο αδερφός του, Ατίλιο.
Το 1982, σε ηλικία 23 ετών, ο προπονητής της Ούντινε, Μάσιμο Μανιάνο, του ζήτησε να γίνει βοηθός του και του πρόσφερε την παρθενική επαγγελματική εργασία.
Μόλις έναν χρόνο αργότερα, ο Έτορε Μεσίνα, ταξίδευε στη μπασκετική «μητρόπολη» όχι μόνο της χώρας του, αλλά και της Ευρώπης. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να πει ένα… «yes» στο τηλεφώνημα του Αλμπέρτο Μπούκι.
Ο ιδιοκτήτης της Βίρτους Μπολόνια, Τζιανλουίτζι Πορέλι, είχε προσλάβει προ ημερών τον Μπούκι ως νέο προπονητή.
Στο ρόστερ υπήρχε ο Αμερικανός Έλβις Ρολ και είχε αποκτηθεί από το ΝΒΑ ο Γιαν Βαν Μπρέντα-Κολφ. Ο Μπούκι δεν γνώριζε αγγλικά και χρειαζόταν έναν ασίσταντ να του μεταφέρει τις οδηγίες στους δύο ξένους του.
Σκέφτηκε τον Έτορε Μεσίνα, στον οποίο πρότεινε και θέση προπονητή στις ακαδημίες. Ο νεαρός κόουτς ήταν επικοινωνιακός, «ρουφούσε» κάθε πληροφορία και από τότε ήταν ανοιχτόμυαλος.
Ο ιταλικός Τύπος τόνιζε πως ο τίτλος που κατέκτησε το 1984 η Βίρτους είχε και το δικό του «αποτύπωμα», το οποίο δεν ήταν απλώς μεταφράσεις.
Στη Μπολόνια εργάστηκε επίσης στο πλάι του Σάντρο Γκάμπα και του Αμερικανού Μπομπ Χιλ. Όταν ο τελευταίος (ως Κυπελλούχος Ιταλίας) αποφάσισε το 1989 να επιστρέψει στις Η.Π.Α. και την Ιντιάνα, ο σύμβουλος του Πορέλι, ο σπουδαίος Νταν Πίτερσον, είχε μία ριζοσπαστική ιδέα… «Δώσε την ομάδα στον Έτορε!», ήταν η συμβουλή του στον ιδιοκτήτη της Βίρτους.
Σε ηλικία 30 ετών, ο Μεσίνα βρέθηκε να καθοδηγεί τον 34χρονο μεγάλο σταρ -αλλά και προβληματικό χαρακτήρα- «Σούγκαρ» Ρέι Ρίτσαρντσον και μαζί πανηγύρισαν το 1990 την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων (κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης του κόουτς Τζορτζ Καρλ) και του Κυπέλλου Ιταλίας!
Ο νέος μεγάλος Ιταλός προπονητής είχε «γεννηθεί», παρότι αποκλείστηκε σε δύο ημιτελικές σειρές της Lega Basket και κατέκτησε το 1993 το πρώτο πρωτάθλημά του και μάλιστα ως αήττητος στα πλέι οφς, πριν αποχωρήσει για να αναλάβει την Εθνική Ιταλίας.
Η πορεία ήταν αντίστοιχα πετυχημένη. Με την Εθνική κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 1997, όταν αποφάσισε να επιστρέψει στη Βίρτους.
Η δεύτερη θητεία του στη Μπολόνια ήταν θριαμβευτική, οδηγώντας την ομάδα του σε δύο Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (1998 εναντίον της ΑΕΚ και 2001 κόντρα στην Ταουγκρές), αλλά και σε δύο εγχώρια πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα.
Μάλιστα, ο Έτορε δεν έκρυψε και πάλι τον παράγοντα «τύχη», όταν ο Αντρέα Μενεγκίν επέλεξε τη συμπολίτισσα Φορτιτούντο και η Βίρτους απέκτησε αντ’ αυτού τον Αργεντινό Μανού Τζινόμπιλι από τη Ρέτζιο Καλάμπρια.
Το 2002, πριν αντικαταστήσει τον Μάικ Ντ’Αντόνι στη Μπενετόν (για ένα πρωτάθλημα και τρία Κύπελλα Ιταλίας στο Τρεβίζο), είχε απολυθεί την άνοιξη, όμως αποδείχθηκε λανθασμένη η επιλογή του να γυρίσει, έπειτα από απαίτηση των εξαγριωμένων προς τη διοίκηση οπαδών.
Παρέμεινε για λίγο, καθώς αποχώρησε μετά την ήττα από τον Παναθηναϊκό του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στον τελικό του φάιναλ-φορ της Ευρωλίγκα στη Μπολόνια…
Στο μεταξύ, είχε αναπτύξει σχέσεις με το αμερικανικό μπάσκετμπολ από τα 21 του, ως μεταφραστής του θρύλου του Νορθ Καρολάινα, Ντιν Σμιθ, σε σεμινάρια στην Ιταλία και το 2005 αποφάσισε να εργαστεί για πρώτη φορά στο εξωτερικό.
Ανέλαβε την ΤΣΣΚΑ Μόσχας στη θέση του Ντούσαν Ίβκοβιτς και το 2006 την οδήγησε σε «Triple Crown» και στο πρώτο ευρωπαϊκό «στέμμα» της μετά το 1971!
Επανέλαβε τον θρίαμβό του το 2008 με καθοδηγητή στο παρκέ τον Θοδωρή Παπαλουκά, ο οποίος έχει δηλώσει ότι «ο κόουτς Μεσίνα είναι ο προπονητής που με κατάλαβε περισσότερο από τον καθένα».
Στη Ρωσία κατέκτησε συνολικά και έξι πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα σε δύο θητείες, από το 2005 ως το 2009 και από το 2012 ως το 2014.
Είχε μεσολαβήσει ένα αποτυχημένο πέρασμα από τη Ρεάλ Μαδρίτης (2009 ως την παραίτησή του, τον Μάρτιο του 2011) και η πρώτη εμπειρία του στις Η.Π.Α., ως σύμβουλος του Μάικ Μπράουν στους Λέικερς του Κόμπι Μπράιαντ, τη σεζόν 2011-2012.
«Ήταν μία ιδιαιτέρως εκπαιδευτική εμπειρία και θα με κάνει καλύτερο κόουτς, είτε αυτό γίνει στην Ευρώπη είτε στην Αμερική», είχε εξηγήσει σε συνέντευξή του στους «Los Angeles Times».
Μία θέση χεντ κόουτς έμοιαζε με κάτι αδιανόητο τότε για έναν Ευρωπαίο και επέστρεψε για μία διετία στη Μόσχα.
Είχε επισκεφθεί το Νορθ Καρολάινα δεκάδες φορές και είχε τακτική επικοινωνία με κόουτς όπως οι Λάρι Μπράουν, Χιούμπι Μπράουν και ο αείμνηστος προπονητής των Πίστονς, Νετς και της πρώτης Dream Team, Τσακ Ντέιλι. «Όλα αυτά μόνο και μόνο επειδή έμαθα αγγλικά», υπενθυμίζει διαρκώς στον εαυτό του.
Το καλοκαίρι του 2014 συμπεριλήφθηκε στο τεχνικό τιμ των Σπερς του Τιμ Ντάνκαν, του Τζινόμπιλι και του Τόνι Πάρκερ και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν πως θα διαδεχθεί τον κόουτς Πόποβιτς, όταν ο Αμερικανός κόουτς αποφασίσει να αποχωρήσει.
Ήταν εκείνος που αντικαθιστούσε τον «Pop» σε απουσίες είτε λόγω ασθένειας είτε όταν ο προπονητής του Σαν Αντόνιο έχασε τη σύζυγό του, πριν αποφασίσει να επιστρέψει το 2019 στην Ιταλία, για χάρη της Ολίμπια Μιλάνο.
Αισθάνεται ακόμη ευλογημένος που οι δρόμοι του διασταυρώθηκαν με του Πόποβιτς και επισήμανε σε ένα podcast του φημισμένου δημοσιογράφου Έιντριεν Βοϊνιαρόουσκι ότι «πλάι στον Γκρεγκ έμαθα πώς πρέπει να λειτουργούν όλα επαγγελματικά και με αφοσίωση και πάντα δίχως να παίρνεις τον εαυτό σου στα σοβαρά!
»Με τον “Pop” είδα ότι οι σχέσεις παικτών, προπονητών και ομάδων είναι πέρα από τη νίκη και την ήττα. Οφείλεις να είσαι επαγγελματίας, να παίζεις και να προπονείς καλά, ωστόσο υπάρχουν άνθρωποι πίσω από όλα αυτά. Στα δείπνα των Σπερς δεν συζητούσαμε σχεδόν ποτέ για μπάσκετμπολ».
Οι ανθρώπινες σχέσεις πέρα από τα σπορ ήταν κάτι που ο Έτορε Μεσίνα συνυπολόγιζε πριν καν εργαστεί επαγγελματικά. Πάντα με τις απαραίτητες ισορροπίες και συνήθως με λίγο απαιτούμενο «αυτοσχεδιασμό».
Κατά τη διάρκεια της εφηβείας και στη συνέχεια των σπουδών του, η Ιταλία βρισκόταν εν μέσω χάους στα λεγόμενα «μολυβένια χρόνια», με τη δράση των «Ερυθρών Ταξιαρχιών».
«Η κομμουνιστική παρουσία στην εργατική τάξη είχε δυναμική παρουσία και η ένταση ήταν πάντα εκεί. Στην πορεία ήρθε και η τρομοκρατία στην Ιταλία, με βομβιστικές επιθέσεις ακόμη και σε πλατείες, με απαγωγές και δολοφονίες και πολιτικών», θυμάται ο Ιταλός κόουτς.
Ο Μεσίνα και οι συμφοιτητές του ήταν πολιτικοποιημένοι, διάβαζαν, ενημερώνονταν, όμως εξηγεί πως «την ίδια στιγμή, όσοι ασχολούνταν με τον αθλητισμό, ήταν “σπασίκλες” και πίστευαν πως αν δεν είσαι σε εκείνα τα γεμάτα καπνό δωμάτια να μιλάς για πολιτική, δεν μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο…».
Ο Έτορε, ο οποίος τοποθετεί τον εαυτό του «στη σοσιαλιστική πλευρά», συμμετείχε στις πορείες διαμαρτυρίας κατά την αμερικανική εμπλοκή που το 1973 ανέτρεψε την κατάσταση στη Χιλή και έφερε στην εξουσία τον δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ.
Αλλά λόγω της μετριοπαθούς στάσης της οικογένειάς του, αρνήθηκε κάθε μορφή εξτρεμισμού «την οποία ωθούσε το φοιτητικό κίνημα». Αυτό τον απομόνωνε συχνά στο πανεπιστήμιο.
«Ενίοτε ήταν δύσκολο να μείνεις ανεξάρτητος και σε θεωρούσαν σνομπ», προσθέτει. Καταλήγοντας πως «έμαθα ότι συχνά πολλοί έχουν μία “ταμπέλα” και ακολουθούν σαν πρόβατα.
»Από τότε άρχισα να αμφισβητώ την ομαδική σκέψη. Αυτό το ακολούθησα και στο μπάσκετμπολ».
Ο Έτορε Μεσίνα δεν επιθυμούσε απαραίτητα να γίνει η φωνή της λογικής. Ήθελε να είναι η δική του φωνή, να μπορεί να επιχειρηματολογεί.
Βάσει αυτού, ενώ πολλοί συνηθίζουν να σιωπούν, εξέφερε στις 2 Νοεμβρίου 2020 την άποψή του για την κατάσταση στο ευρωπαϊκό μπάσκετμπολ λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Λέγοντας πως θα ήταν καλό να αναβληθούν οι ευρωπαϊκές διοργανώσεις ωσότου ολοκληρωθούν τα εγχώρια πρωταθλήματα.
Πρότεινε, ουσιαστικά, δύο ξεχωριστές (μισές) «σεζόν». Όμως δεν κατόρθωσε να εξηγήσει πώς θα επιβιώσουν οικονομικά σύλλογοι (πληρώνοντας αθλητές για όλη τη χρονιά) που δεν μετέχουν στην Ευρώπη…
Η στάση του, παρόλα αυτά, επιβεβαίωσε τη διάθεσή του για συζήτηση και, κυρίως, για αυτοσχεδιασμό όταν αυτός είναι απαραίτητος.
Ο Μεσίνα διαφωνεί, άλλωστε, με όσους επιμένουν πως το πετυχημένο μπάσκετμπολ «αντανακλά» μία αρμονική ορχήστρα. «Στην ορχήστρα», λέει, «το σενάριο και οι νότες έχουν γραφτεί από κάποιον άλλον και πρέπει απλώς να είσαι ήσυχος και προετοιμασμένος.
»Στο παρκέ, όπως και σε μία συναυλία, οι παίκτες και οι μουσικοί πρέπει να διαδράσουν, να επικοινωνήσουν. Να έχουν μία πειθαρχία ακόμη και αν ο “μαέστρος” δεν δίνει οδηγίες και ο κόουτς συχνά δίνει χώρο για αποφάσεις στους αθλητές του».
Τονίζοντας επίσης ότι «είναι βασικό να κάνεις τους παίκτες να ακολουθούν τις οδηγίες χωρίς να τους υποχρεώνεις. Να μην γίνονται εγωιστές, αλλά παράλληλα να αναλαμβάνουν και ευθύνες».
Ο 61 ετών Μεσίνα ήταν και παραμένει ένας ευγενικός άνθρωπος. Ο υπογράφων τον είχε ενοχλήσει για μία συνέντευξη πριν από το φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας στην Αθήνα, το 2007.
Ο Ιταλός προπονητής απάντησε στην κλήση, όμως ζήτησε ευγενέστατα η συνομιλία να γίνει την επόμενη μέρα, καθώς εκείνη τη στιγμή γευμάτιζε με την οικογένειά του.
Την επομένη, κανονικά και δίχως υπεκφυγές, απάντησε εκ νέου και στη συνέντευξή του στο περιοδικό «Εικόνες» του «ΕΘΝΟΥΣ της Κυριακής» είχε επισημάνει πως «κάποια στιγμή στην καριέρα όλων μας έρχεται η ώρα να αναρωτηθούμε τι είναι σημαντικότερο: Η ομάδα ή οι αρχές μας;».
Ο «Έκτορας» επιμένει πως οι δικές του αρχές, πέρα από τις εμπειρίες και τα μαθήματα που πήρε, προέρχονται κυρίως από το σπίτι του.
Ο πατέρας του Έτορε Μεσίνα τού πρόσφερε εχέγγυα για μία καλή ζωή. Όμως δεν του έκανε απλώς τα χατίρια. Του έδωσε μία καλή συμβουλή γλωσσομάθειας και, παρά τη φαινομενική «απόστασή» του, δεν ευχήθηκε απλώς «buona fortuna» (=«καλή τύχη») στον γιο του.
Γνώριζε (και ας μην το έδειχνε) ότι ο κανακάρης του είναι και ικανός. Ο Έτορε νόμιζε πάντα πως ο Φιλίπο Μεσίνα ενδιαφέρεται μόνο για τη δικηγορία, για την όπερα και για την καλή διαγωγή των παιδιών του και όχι για τα σπορ.
Όταν άφησε την τελευταία πνοή του, όμως, άφησε και μία έκπληξη στον γιο του.
Ο Έτορε Μεσίνα, μαζεύοντας κάποια πράγματα του πατέρα του, βρήκε μία κούτα με αποκόμματα εφημερίδων από αγώνες του, μαζί με εισιτήρια στα οποία δεν είχε μάθει ότι ο μπαμπάς του ήταν στις εξέδρες!
Είχε καταλάβει έστω και λίγο αργά τον πατέρα του. Φρόντιζε να μην καθυστερήσει τόσο ούτε με τον εαυτό του ούτε με τους παίκτες του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Δημήτρης Παπαδόπουλος: «Ο Ζέλικο, όπως τον έζησα»
Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο Σέρβος δάσκαλος που λάτρευαν οι Κροάτες
Ηλίας Ζούρος: «Η ανταμοιβή του Μάικ Μαλόουν»
Μία «φωτιά» (προκατάληψης και κινήτρου) «καίει» ακόμη μέσα στον Ντοκ Ρίβερς
Η τραγωδία έκανε τον Στιβ Κερ να μην βλέπει τον κόσμο απλώς ως μπάλα
Το Τορόντο είναι η «Ιθάκη» της μπασκετικής «Οδύσσειας» του Νικ Νερς
Τα γράμματα του Φρανκ Βόγκελ στον Ρικ Πιτίνο έγιναν οι συστατικές επιστολές του