Αν μετάνιωσα για κάτι είναι για λάθη που έκανα σχετικά με τις συμβουλές που μου έδιναν τότε, όταν έκανα πρωταθλητισμό.
Συμβουλές του τύπου «μην φας κρυφά, φάε σωστά».
Οι προπονήτριες ήθελαν να είμαστε προσεγμένες, να είναι σωστή η διατροφή μας, ώστε να μην επιβαρύνουμε το σώμα μας.
Αλλά το μυαλό ήταν “κολλημένο”, πώς θα κάνουμε την “κλεψιά”, να φάμε το κάτι παραπάνω στα κρυφά, και κάναμε ολόκληρες σκευωρίες και κομπίνες για να βρούμε έστω και ένα σοκολατάκι, το οποίο και φαινόταν αμέσως στο ζύγισμα.
Αν δεν κάναμε εμείς αυτά τα “δικά μας”, και η διατροφή μας θα ήταν πιο πλήρης και δεν θα μας στερούσαν κάτι άλλο.
Αν φας το σοκολατάκι στις τρεις τη νύχτα, γιατί εμείς εκείνην την ώρα κάναμε τις “επιχειρήσεις” μας, επιχειρήσεις εξεύρεσης φαγητού, φαίνεται στη ζυγαριά.
Δεν ξέρει κανείς τι είναι να βάζεις ξυπνητήρια και να λες, «Ωραία, τρεις η ώρα, θα κοιμούνται όλες. Κάτω στο ξενοδοχείο, στη ρεσεψιόν, έχει μηχάνημα που ρίχνεις τα κέρματα και σου βγάζει σοκολάτες».
Οργανωνόμασταν λοιπόν και σχεδιάζαμε να κατέβουμε μέχρι τον δεύτερο όροφο με το ασανσέρ, μετά να πάμε με τις σκάλες για να τσεκάρουμε ότι δεν θα πετύχουμε κανέναν στην κεντρική είσοδο και στο τέλος να βάλουμε τις σοκολάτες μέσα στις τσέπες, καθώς φορούσαμε ρούχα με τις περισσότερες τσέπες για να υπάρχει χωρητικότητα.
Κάναμε ολόκληρες πλεκτάνες! Νομίζω θα μπορούσαμε να γράψουμε ολόκληρο βιβλίο!
Είμαι η νεότερη Ελληνίδα Ολυμπιονίκης! Κατέκτησα το Χάλκινο μετάλλιο με το ανσάμπλ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ στα 15 μου!
Το θετικό της νεαρής ηλικίας μου ήταν ότι μάλλον είχα άγνοια κινδύνου, δεν είχα καταλάβει και εντελώς το μέγεθος των αγώνων.
Απ’ την άλλη, επειδή ήμουν και έτσι μικρούλα, μου φαίνονταν όλα “ουάου” και τεράστια, γιατί παρακολουθούσα από πολύ μικρή Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η πρώτη μου εικόνα στον αθλητισμό είναι η Βούλα Πατουλίδου με το αρκουδάκι της να λέει «για την Ελλάδα, ρε γαμώ το» και να μας λέει ο παππούς μου «όλοι όρθιοι να ακούσουμε τον Εθνικό ύμνο».
Και τότε σκέφτηκα, επτά χρόνων κοριτσάκι, «τώρα τι γίνεται, γιατί σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι», ρώτησα τι είναι αυτό, γιατί πήρε το Χρυσό μετάλλιο, και κάπως έτσι αποτυπώθηκε στο μυαλό μου όλο αυτό και ήθελα και εγώ κάποια στιγμή να κατακτήσω κάτι τόσο μεγάλο.
Το ότι ήμουν ακόμη παιδάκι φαίνεται ξεκάθαρα σε κάτι φωτογραφίες που έχω απ’ το παλιό αεροδρόμιο της Αθήνας στο Ελληνικό, στις οποίες κρατάω τον Μίκι και τον Ντάφι, τα κουκλάκια μου, και λες «να ένα μωρό που πάει Ολυμπιακούς Αγώνες». Τα κουκλάκια τα έπαιρνα στο κρεβάτι μου αγκαλίτσα το βράδυ για να κοιμηθούμε. Και η αντίθεση είναι το πρωί που σηκώνεσαι μόνη σου, φτιάχνεις μαλλί, ντύνεσαι, πας προπόνηση συγκεντρωμένη και πειθαρχημένη και ετοιμάζεσαι για τον μεγαλύτερο αγώνα της ζωής σου.
Έχτισα χαρακτήρα όλα αυτά τα χρόνια του πρωταθλητισμού και συνέβαλαν πολύ και οι προπονήτριές μου.
Τη Μαρίνα Φατέεβα την έχω Ευαγγέλιο, εικόνισμα. Γιατί μπορεί όλοι να μιλούσαν για την σκληρή Ρωσίδα που ήρθε τότε στην Ελλάδα, αλλά υπήρχε απόλυτη εμπιστοσύνη.
Και αυτήν την εμπιστοσύνη τη λαμβάναμε και από τους γονείς μας, ότι δηλαδή «για να την έχουν φέρει εδώ για Εθνική προπονήτρια, ξέρει η γυναίκα τι κάνει, είναι σπουδαία, έχει πάρει μετάλλια, έχει πετύχει διακρίσεις, οπότε ξέρει τη δουλειά της». Δεν υπήρχε λοιπόν περιθώριο αμφισβήτησης.
Τώρα όμως έχουν αλλάξει οι εποχές μας… Είκοσι χρόνια μετά, οι γονείς πρώτα ψάχνουν δικαιολογίες για το παιδί τους και πώς να ρίξουν τις ευθύνες στην προπονήτρια.
Για τη συμπεριφορά και τη διάπλαση των αθλητριών στον σύλλογό μας, τον Φιλαθλητικό Καλλιθέας, έχω επηρεαστεί αναμφισβήτητα και έχω ως πρότυπο τις προπονήτριές μου, αλλά έχω προσθέσει και στοιχεία του δικού μου χαρακτήρα.
Μου αρέσει πάρα πολύ να προσεγγίζω και ψυχολογικά τις αθλήτριές μου, να τις καταλαβαίνω, όχι όμως και να ‘μαστε “φίλες-κολλητές”.
Θέλω να έχουν την άνεση να έρθουν να μου πουν «κυρία, σήμερα στο σχολείο μού έτυχε αυτό» ή «πείνασα ή πονάω και δεν μπορώ να κάνω άλματα».
Δεν θέλω να φοβούνται να μου μιλήσουν για το οτιδήποτε, αλλά βέβαια πρέπει να υπάρχει και ο σεβασμός που απαιτείται προς το πρόσωπο της προπονήτριας.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ, στα προκριματικά των Ολυμπιακών Αγώνων του Σίδνεϊ, τη στιγμή που αγωνιζόταν η προηγούμενη χώρα από εμάς, εμείς πίσω στη γραμμή ήμασταν έτοιμες για να μπούμε στο ταπί, με τράβηξε η Φατέεβα από το χέρι, με πήγε λίγο πιο πίσω, με έπιασε από τους ώμους και μου είπε «να ξέρεις, σε πιστεύω πολύ».
Εμένα αυτό μού έδωσε φτερά στα πόδια, ειδικά καθώς ήμουν η πιο μικρή και συμμετείχα σε μια ήδη έτοιμη ομάδα, Παγκόσμια Πρωταθλήτρια με Χρυσά μετάλλια.
Η κυρία Μαρίνα λοιπόν προσπαθούσε να με εντάξει και εμένα μέσα, να πιάσω αυτό το “χρυσό ταβάνι” που είχαν τα κορίτσια, και ήταν αυστηρή μαζί μου.
Αλλά εμένα, εκείνη την ώρα που μου είπε αυτά τα λόγια που είχα τόσο ανάγκη να ακούσω, με απογείωσε!
Στα άκρα δεν πρέπει να φτάνουν οι αθλήτριες της ρυθμικής, είμαι κάθετα αντίθετη σ’ αυτό, ούτε εξαντλητικές δίαιτες, ούτε ποτέ σηκώνουμε χέρι, ούτε χρήση λεκτικής βίας. Γιατί υπάρχει η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να την καταπατήσει.
Ευτυχώς, εμείς δεν βιώσαμε κάτι τέτοιο.
Σε εμένα ήταν έντονες η αυστηρότητα, η παρατήρηση, η διόρθωση. Και όλα αυτά με έκαναν αυτό που είμαι…
Έχω αποκτήσει με τον σύζυγό μου, Λευτέρη Τσάκαλο, δύο αγοράκια. Αλλά ήθελα την κόρη, την θέλω ακόμη.
Βέβαια, τη ζω την εμπειρία μαζί με την αδερφή μου, Άννη. έχω την ανιψιά μου, με τα κορμάκια της, της βάζω το ροζ το κραγιόν, της φτιάχνω το μαλλί κότσο, την παίρνω απ’ το χέρι να την οδηγήσω στο ταπί να της δείξω.
Αν μπορούσε κάποιος να μου εγγυηθεί ότι το επόμενο μου παιδί θα είναι σίγουρα κόρη, θα έκανα και τρίτο.
Όχι όμως από το “ψώνιο” να έχω κόρη για να κάνει ρυθμική, αλλά έτσι, να έχω ένα κοριτσάκι. Εντάξει, άλλη σχέση έχει η κόρη με τη μάνα, άλλα πράγματα συζητούν, πόσα αυτοκινητάκια να παίξω η γυναίκα μες στην ημέρα!
Εννοείται ότι, εφόσον είχα ένα κοριτσάκι και αφού το είχαμε φέρει σε επαφή με πολλά αθλήματα, θα το στηρίζαμε σε οποιοδήποτε άθλημα, πέρα από τον μαζικό αθλητισμό, του άρεσε για να κάνει πρωταθλητισμό.
Αυτό που καταφέραμε εμείς στο παρελθόν είναι “ταβάνι”, είναι το μεγαλύτερο πράγμα που μπορεί να κατακτήσει ένας αθλητής.
Κι ακολούθησαν και παγκόσμιες και ευρωπαϊκές επιτυχίες, δεν ήταν ένα μετάλλιο-“φούσκα” και μετά εξαφανιστήκαμε, ήταν μια διαχρονική πορεία της συγκεκριμένης ομάδας στις τοπ χώρες του κόσμου και θα ήθελα πάρα πολύ να ξαναδώ τη ρυθμική μας ξανά έτσι, να είμαστε μέσα στους Ολυμπιακούς Αγώνες και όχι απλώς να διεκδικούμε την πρόκριση.
Όταν πήραν τα κορίτσια μας του ανσάμπλ το Χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Σόφιας, είχα ανατριχιάσει ολόκληρη.
Ήμασταν σε περιφερειακούς αγώνες στη Χαλκίδα και παίρνω τηλέφωνο την παλιά μου συναθλήτρια και πλέον Πρόεδρο της Επιτροπής Ρυθμικής, Ειρήνη Αϊνδιλή, για συγχαρητήρια και της λέω «Ειρήνη, θα κάνω τώρα την ανακοίνωση σε όλο το στάδιο».
Και πήρα το μικρόφωνο για να ανακοινώσω σε όλους και όλες ότι μόλις κατακτήσαμε το Χρυσό μετάλλιο. Ο κόσμος χειροκρότησε πολύ, είναι διαφήμιση για το άθλημά μας.
Επιπλέον, οι γονείς δεν έχουν να στρέψουν τα κοριτσάκια τους και σε πολλά αθλήματα!
Ο πρωταθλητισμός χρειάζεται θυσία και αυταπάρνηση.
Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2001 στη Γενεύη είχα αγωνιστεί με λοιμώδη μονοπυρήνωση, 40 πυρετό και με πρησμένους τους αδένες στην δεξιά μου μασχάλη. Το δεξί μου, το καλό μου, χέρι, το οποίο είναι το εργαλείο μου, δεν μπορούσα καν να το σηκώσω. Πονούσα, αλλά δεν γινόταν αλλιώς, δεν είχαμε αναπληρωματική αθλήτρια και έπρεπε να ξεπεράσω εαυτόν για να μπορέσει να αγωνιστεί η ομάδα.
Και ήμουν σχεδόν αποκλειστικά αθλήτρια ομαδικού. Έχω κάνει μόλις ενάμιση χρόνο ατομικό, ξεκίνησα 12 ετών και στα 13.5 με πήραν στην Εθνική ομάδα, πρώτα Νεανίδων και μετά Γυναικών, όλη μου την καριέρα στη ρυθμική την έχω κάνει στο ανσάμπλ.
Συνεπώς, όλο αυτό το “ομαδικό” το έχω χτίσει πάρα πολύ μέσα μου.
Έχω όλα μου τα ενθύμια στο σπίτι μου, έχω τα φυλαχτά μου, τα κομποσχοίνια που τα βάζαμε μέσα στους κότσους μας, τα ματάκια για να μην μας ματιάζουν, όλα μου τα κορμάκια, τις δάδες και πολλά άλλα.
Είναι η κληρονομιά μου, είναι κειμήλια πλέον!
Και έχω κρατήσει δύο φορές ημερολόγιο στη ζωή μου. Η πρώτη ήταν εκείνον τον έναν μήνα που ήμασταν στο Σίδνεϊ για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, από την στιγμή που μπήκαμε στο αεροπλάνο. Τη δεύτερη φορά έκανα αντίστοιχα το ίδιο για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2002.
Βλέπω εκείνες τις παλιές φωτογραφίες και ξέρω ότι το σώμα που είχα δεν θα το ξαναέχω ποτέ.
Και δεν το λέω με την έννοια των κιλών. Αν ήθελα, το “έραβα” τελείως το στόμα μου και ξαναγινόμουν 50 κιλά.
Με τις δύο εγκυμοσύνες όμως, το δέρμα είναι σαν ένα μπαλόνι που φουσκώνει και ξεφουσκώνει, ακόμα και μια ραγάδα που μπορεί να έχει γίνει δεν αφήνει το δέρμα όπως ήταν παλιά.
Φυσικά, μεγαλώνουμε, δεν είμαστε πλέον 15.
Και εκεί που το πόδι είχε άνοιγμα και το πήγαινα όπου ήθελα, τώρα κάθομαι σπαγγάτο και πονάει. Τώρα βέβαια, γιατί να κάθομαι σπαγγάτο; Γιατί έτσι μου αρέσει! Και μου κολλάει καμιά φορά και σκέφτομαι γιατί να μην μπορώ και τώρα!
Σκέφτομαι, όταν βλέπω παλιές μου φωτογραφίες, «Κοίτα να δεις ένα σώμα που είχα και δεν το γνώριζα, είχα “τετραγωνάκια” κοιλιακούς και νόμιζα ότι έπρεπε να χάσω κι άλλα κιλά. Τα μισά από εκείνα που είχα τότε να είχα τώρα, θα έλεγα “ουάου”».
Το ξέρω ότι ουσιαστικά με έμαθε ο κόσμος από το «Dancing with the stars» και όχι απ’ τα μετάλλιά μου.
Ίσως είναι λίγο πικρό, αλλά, όταν πήραμε εμείς το μετάλλιο το 2000, τα παιδιά ήταν αγέννητα.
Και το 2014 με είδαν οι μαμάδες μικρών κοριτσιών στο «Dancing», έμαθαν ότι είμαι Ολυμπιονίκης ρυθμικής και πολύ πιθανό να σκέφτηκαν «α, θα πάω ρυθμική το παιδί μου, είναι πολύ σημαντικό». Από τη μια είναι πικρό, γιατί με γνώρισαν μέσα από ένα show, αλλά από την άλλη ξαναθυμήθηκαν σίγουρα την επιτυχία μας και πολλοί γνώρισαν εμένα και το άθλημά μου και μέσα από αυτό.
Για εμένα πάντως, δεν νοείται οι Έλληνες και τα παιδιά μας να μην ξέρουν την ιστορία του ελληνικού αθλητισμού.
Δεν γίνεται κάποιο παιδί να μην γνωρίζει ότι ο Πύρρος Δήμας είναι ένας Ολυμπιονίκης που έχει πάρει τέσσερα Ολυμπιακά μετάλλια, τρία εκ των οποίων Χρυσά, επειδή οι επιτυχίες ήρθαν μέχρι το 2004 και τότε ακόμη ήταν αγέννητο.
Είναι η αθλητική μας ιστορία, είναι η κληρονομιά μας και θα πρέπει να τη γνωρίζουμε όλοι μας.
Η μαμά μου, ο μπαμπάς μου, η αδερφή μου, όλοι μας υπηρετούσαμε τον πρωταθλητισμό και μπορεί κάποιος να σκεφτεί ότι ίσως είμαι μονοδιάστατος άνθρωπος.
Στην αρχή έτσι πίστευα κι εγώ. Το κατάλαβα, όταν σταμάτησα τη ρυθμική, με τον σκληρό τρόπο λόγω του τραυματισμού μου και αναγκαστικά, εκεί που όλη μου την ημέρα την περνούσα μέσα στο γυμναστήριο, ξαφνικά ήμουν σπίτι και δεν είχα τι να κάνω.
Κοίταζα το ταβάνι. Οι γονείς μου έβλεπαν ότι οδηγούμουν σε κατάθλιψη, οπότε με πήγαν σε ψυχολόγο, ο οποίος, θυμάμαι, μου είχε πει το εξής σημαντικό: «Εσένα η ρυθμική ήταν η σπονδυλική σου στήλη, αν θεωρήσουμε ότι είσαι ένα σώμα. Όταν λοιπόν τη χάσεις, το σώμα θα καταρρεύσει, οπότε πρέπει να χτίσουμε καινούργιους σπονδύλους. Θα πας στο Πανεπιστήμιο, θα πας να κάνεις μαθήματα οδήγησης, θα ξαναξεκινήσεις τα αγγλικά σου και μέσα από αυτόν τον κύκλο θα αποκτήσεις και φίλους».
Γιατί εμείς δεν είχαμε φίλους. Οι φίλες μας ήταν οι συναθλήτριές μας.
Μέσα από το Πανεπιστήμιο αμέσως μεγάλωσε ο κύκλος μου, απέκτησα φίλες που τις έχω μέχρι τώρα, πήρα πτυχίο στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και Πολιτισμού και μάλιστα στα τέσσερα χρόνια. Δεν είχα τι να κάνω, πήγαινα από το πρωί μέχρι το βράδυ στο Πανεπιστήμιο και περνούσα αμέσως τα μαθήματα.
Ξαναξεκίνησα και τις ξένες γλώσσες.
Και όλα αυτά μου προσέφεραν καινούργιες γνώσεις.
Όταν μάλιστα συνειδητοποίησα σε μια κουβέντα ότι δεν είχα άποψη για κάποια θέματα που συζητάει η παρέα μου κι εγώ το μόνο που είχα να αναφέρω ήταν η ρυθμική, άρχισα να το ψάχνω. Αναρωτήθηκα, διάβασα και έμαθα. Και άρχισα να ρωτάω τους γονείς μου τι είναι αυτό που λένε, τι είναι το ένα, τι είναι το άλλο. Επειδή λοιπόν δεν ήθελα να ξαναβρεθώ στη δύσκολη θέση να είμαι σε μια παρέα και να κάθομαι στην απ’ έξω, στη γωνίτσα μου, ακούγοντας απλώς, φρόντισα να εξελιχθώ. Και να μην είμαι μονοδιάστατη.
Πέρα από όλα αυτά, ένα πράγμα λαχταράω όσο τίποτα άλλο στη ζωή μου, αν έκανα μια ευχή, αν είχα ένα μαγικό ραβδί. να γύρναγα την Άννα πίσω, να γύρναγα ξανά πίσω τον χρόνο και να ήμασταν και οι έξι μαζί.
Το σκέφτομαι και κλαίω, μου λείπει πάρα πολύ.
Κλαίω και γιατί είμαι μάνα και καταλαβαίνω τα άγχη που έχει ένας γονιός. Δεν μπορώ να φανταστώ τον πόνο της μάνας της.
Και με πονάει πάρα πολύ το ότι ακόμη δεν γνωρίζουμε τι έγινε στο τροχαίο, πώς έφυγε η Άννα μας!
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Χαρά Καρυάμη: Λάιζα και Λουίτζι
Ειρήνη Αϊνδιλή: Για την Άννα / Τρεις ζωές / Μία ημέρα στη φυλακή
Δημοσθένης Ταμπάκος: Το νου σου στο παιδί
Νίκος Ηλιόπουλος: Μουντζούρα και αίμα