Στην Αμερική πήγα δύο φορές. Η πρώτη ήταν για να ξεπεράσω έναν τραυματισμό που είχα στη μέση μου, ώστε να μπορέσω να συνεχίσω τον πρωταθλητισμό.
Πήγαμε μαζί με την Ειρήνη, η οποία ήδη βρισκόταν στη Νέα Υόρκη, σε έναν διάσημο χορογράφο για να μου κάνει κάποιες ασκήσεις κινησιοθεραπείας.
Αυτός ήταν ο Λουίτζι, σπουδαίος χορογράφος του Broadway, που είχε χορέψει σε πολύ μεγάλα θέατρα και παραγωγές, όπως στο West Side Story, και είχε διδάξει και τη ίδια την Λάιζα Μινέλι.
Όταν λοιπόν μπήκαμε μέσα στο στούντιό του με την Ειρήνη για να κάνουμε το ασκησιολόγιό του, αυτό το οποίο είναι φτιαγμένο πάνω στις ασκήσεις του χορού, βρεθήκαμε σε ένα πολύ γνώριμο περιβάλλον για εμάς.
‘Ένα περιβάλλον που μου άρεσε πάρα πολύ, γιατί από μικρή θαύμαζα και το κλασικό μπαλέτο. απ’ τα λίγα παιδάκια που μπορεί να τους άρεσε το κλασικό μπαλέτο μέσα στη ρυθμική!
Βρέθηκα ξαφνικά στο στοιχείο μου και το είδα και ως μια ευκαιρία να μείνω εκεί και να μάθω ή ακόμα και να σπουδάσω νέα πράγματα πάνω στο χορό.
Έμεινα λίγο, γύρισα στην Ελλάδα και τα Χριστούγεννα 2003 επέστρεψα.
Μου ήταν πολύ βαρύ ότι είχε μπει τέλος στον πρωταθλητισμό, ότι δεν θα συνέχιζα στην Εθνική ομάδα και ότι έπρεπε να αποχωριστώ αυτό το κομμάτι της ζωής μου.
Πήγα λοιπόν για να ξεχάσω, να αλλάξω ζωή και παραστάσεις, να μπορέσω να ξεπεράσω αυτήν την στενοχώρια.
Θεώρησα ότι ήταν καλύτερο να μείνω εκεί, να μη γυρίσω και να μην αντιμετωπίσω και όλο αυτό που θα έπρεπε να αντιμετωπίσω ενόψει και των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, δηλαδή να μην είμαι εγώ αθλήτρια που ετοιμάζεται για τους Αγώνες.
Προτίμησα να είμαι τόσο πολύ μακριά, σε σημείο που θεωρούσα κιόλας ότι δεν θα με άγγιζε συναισθηματικά.
Και έτσι, σε διάστημα λίγων ημερών, αποφάσισα να μείνω στην Αμερική, να μη γυρίσω πίσω ή ότι να γυρίσω για να ξαναφύγω.
Οι γονείς μου φοβήθηκαν και αγωνιούσαν, αλλά πάντα έλεγε η μητέρα μου ότι, εφόσον ένας άνθρωπος θέλει να κάνει κάποια πράγματα, πρέπει κι εμείς να τον στηρίξουμε, έτσι ώστε, ακόμα και λανθασμένη να είναι η απόφασή του, να την έχει δοκιμάσει και ίσως να την απορρίψει από μόνος του.
Δεν μου έφεραν αντίρρηση, φυσικά κάναμε μια συζήτηση και μου εξήγησαν τις δυσκολίες, αλλά στήριξαν αυτό που ήθελα να κάνω, ακόμα και αν αποφάσιζα να μείνω για πάντα εκεί.
Γιατί υπήρχε αυτός ο “φόβος” από όλους μας ότι μπορεί να έμενα για πάντα, να άλλαζε η ζωή μου και να “κοβόμουν” εντελώς από την Ελλάδα. Αλλά έπρεπε να πάρω το ρίσκο μου και να το κάνω όσο το δυνατόν καλύτερα μπορούσα.
Και ο χορός και η ρυθμική έχουν ιδιομορφίες και δυσκολίες και, αν και φαινομενικά έχουν ομοιότητες, δεν είναι το ίδιο πράγμα το να βρεθείς σε μια σκηνή θεάτρου με το να είσαι στο ταπί και να αγωνίζεσαι.
Επίσης, δεν μπορώ να συγκρίνω τα συναισθήματα, γιατί είναι εντελώς διαφορετικά.
Καταρχήν, στην Αμερική ήμουν πιο μεγάλη σε ηλικία, πιο συνειδητοποιημένη για το τι έκανα, οπότε το ευχαριστιόμουν και πιο πολύ.
Δεν ήμουν το μικρούτσικο παιδάκι των 15-16-17 ετών, όταν και πήγαμε σε Ολυμπιακούς και παγκόσμια πρωταθλήματα, όπου από το άγχος και την πολύ μεγάλη αγωνία δεν καταλάβαινα πόσο σημαντικά ήταν όλα αυτά. Το άγχος μάς είχε καταβάλει τόσο που δεν μπορούσαμε να βιώσουμε την στιγμή όπως έπρεπε. Αντίθετα, σε όποια σκηνή χόρεψα αργότερα στα θέατρα του Broadway το ευχαριστιόμουν και έλεγα «και λάθος να κάνεις, δεν πειράζει, κάνεις αυτό που επιθυμείς».
Βέβαια, ο αθλητισμός ήταν ο μισός μου εαυτός.
Στην ομάδα χορού που παρακολουθούσα αλλά και στο κολέγιο δεν υπήρχε αναγνωρισιμότητα στο πρόσωπό μου. Υπήρχε όμως σεβασμός.
Από όλους το συνάντησα αυτό το πράγμα. Όταν τους έλεγα ποια είμαι, τι είμαι και τι έχω κάνει, υπήρχε τρομερός σεβασμός και υπάρχει ακόμη και τώρα.
Έχουμε πολλά παραδείγματα πρωταθλητριών ρυθμικής και πρωταθλητών ενόργανης που ασχολήθηκαν μετά με τον χορό. Aς μην ξεχνάμε τον Ιωάννη Μελισσανίδη, ο οποίος κι αυτός χόρεψε στο Broadway.
Απ’ τη ρυθμική είναι πολλά κορίτσια, εμείς του χώρου τα ξέρουμε, αλλά μπορεί να μην έφτασαν να γίνουν Ολυμπιονίκες και παγκόσμιες πρωταθλήτριες.
Και δικές μου αθλήτριες, του σωματείου μου «Φερενίκη Ηρακλείου».
Έκαναν πρωταθλητισμό στη ρυθμική μέχρι την ηλικία των 15-16 και, όταν αποχώρησαν, συνέχισαν να κάνουν καριέρα σε κάτι αντίστοιχο. Μπήκαν στις κρατικές σχολές μπαλέτου, στη Λυρική Σκηνή ή έφυγαν στο εξωτερικό και έκαναν σπουδές πάνω στον χορό.
Είναι λογικό, γιατί είναι κάτι ήδη πάνω στο σώμα σου, είναι εύκολη μετάβαση, έχεις τα βασικά, έχεις την ευλυγισία κλπ. Επιπλέον είναι και κάτι που σε βοηθάει να παραμείνεις στον χώρο. όταν τελειώνουμε την καριέρα μας στον πρωταθλητισμό, πρέπει να κάνουμε πάντα κάτι που μας γεμίζει, το θέλουμε και το αγαπάμε. Επίσης, δεν είναι ποτέ αργά, μπορείς να σταματήσεις και να μπεις αργότερα.
Το σώμα μου δεν διαφοροποιήθηκε. Ήμουν 20 χρόνων, μόλις είχα τελειώσει τον πρωταθλητισμό.
Πρόβλημα κιλών δεν είχα ποτέ. Τις λίγες φορές που έπρεπε ως Πρωταθλήτρια ρυθμικής να προσέξω, πρόσεχα, αλλά δεν είχα στερηθεί και κάτι. Μετά δεν έβαλα κιλά και μπορούσα να τρώω ό,τι ήθελα.
Και τα ανοίγματά μου, η ευλυγισία μου, διατηρήθηκαν για πολλά χρόνια, γιατί όλο και κάτι έκανα και, όταν είσαι πολύ νέος, ακόμη και έξω να βγεις το βράδυ και να χορέψεις, διατηρείσαι.
Γενικά, το σώμα των αθλητριών της ρυθμικής, οι οποίες δουλεύουμε από μικρά, διατηρείται όσο το διατηρείς και εσύ.
Αν σταματήσουμε να κάνουμε διατάσεις και γυμναστική, θα σταματήσει να υπάρχει και η ευλυγισία. Όσο δουλεύεις, υπάρχει πάντα, ακόμα κι αν δεν βρίσκεται στο αντίστοιχο επίπεδο με εκείνο της καθημερινής προπόνησης.
Τώρα τελευταία έχει αρχίσει και μειώνεται, γιατί και εγώ δεν κάνω τίποτα…
Σπούδασα τζαζ λοιπόν, σπούδασα χορό, αλλά δεν έφτασα στο σημείο να εργαστώ, γιατί γύρισα πίσω Ελλάδα τρία χρόνια μετά.
Ήθελα να μάθω χορό για τον εαυτό μου, ήταν ανέκαθεν όνειρό μου να ασχοληθώ με τον χορό, να μάθω κάποια είδη.
Εάν ήθελα να το ακολουθήσω επαγγελματικά, έπρεπε να κάνω και κάποια άλλα πράγματα, δεν φτάνεις στη Νέα Υόρκη και μπορείς κατευθείαν να εργαστείς.
Έπρεπε πρώτα απ’ όλα να μάθω την γλώσσα.
Όταν πήγα στην Αμερική, δεν ήξερα να μιλάω αγγλικά, οπότε το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνω ήταν να βρω ένα κολέγιο που θα μπορούσε να μου τα διδάξει. Για να πεις ότι δουλεύεις εκεί, πρέπει να ξέρεις αγγλικά και, ειδικά αν δουλέψεις ως χορεύτρια του Broadway, πρέπει να τα ξέρεις καλά, γιατί θα χρειαστεί να τραγουδήσεις.
Παρακολούθησα λοιπόν το κολέγιο, στο οποίο και έκανα αγγλικά ως δεύτερη γλώσσα (έπρεπε να περάσω τα βασικά μαθήματα των αγγλικών και μετά να κάνω αγγλικά), και αυτό το ολοκλήρωσα.
Έπρεπε όμως να φύγω, είχα και την Αεροπορία, είμαι Αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας, δεν μπορούσα να μείνω εκεί.
Κάποια στιγμή με έψαξαν. Εγώ σηκώθηκα έφυγα έτσι, να ζήσω την εμπειρία, να ξεπεράσω τον πόνο της αποχώρησης από την ενεργό δράση, αλλά, αν ήθελα να μείνω εκεί, έπρεπε να αλλάξω κάποια πράγματα στην Ελλάδα που δεν είχα σκεφτεί ότι έπρεπε να γίνουν πριν.
Έτσι, πήρα την απόφαση ότι θα γυρίσω πίσω.
Θεωρώ πάντως, ούτως ή άλλως, ότι εμένα ο κύκλος μου εκεί, αυτό που ήθελα και έπρεπε να κάνω για τον εαυτό μου, ολοκληρώθηκε. Το μάθημα που εγώ έπρεπε να πάρω από τη διαδρομή μου στη Νέα Υόρκη το πήρα. Δεν θα έμενα παραπάνω.
Όταν έφυγα από εκεί, έφυγα συνειδητά και ήξερα και τι θα κάνω γυρνώντας πίσω στην Ελλάδα.
Σ’ αυτά τα τρία χρόνια είχαμε πολλές επαφές με την ελληνική κοινότητα, με τα ελληνικά σχολεία. Κάναμε γυμναστική στα παιδιά, ελληνικούς χορούς, βρέθηκα πολλές φορές στην παρέλαση που γίνεται στην Πέμπτη Λεωφόρο, κάναμε πολλά πράγματα με την κοινότητα και στη Νέα Υόρκη και σε άλλες Πολιτείες, όπως η Νέα Ορλεάνη.
Με την Ειρήνη είχαμε φοβερή σχέση εκεί, όπως είχαμε και στην Ελλάδα, ήμασταν φίλες, συνεργάτες, βοηθούσε και στήριζε η μία την άλλη και στην καθημερινή μας ζωή και στα μαθήματα. η Ειρήνη είχε πάρει τα αντίστοιχα μαθήματα που πήρα κι εγώ.
Σε όλες αυτές τις εκδηλώσεις της ελληνικής κοινότητας είχαμε πολύ δυνατή συνεργασία, τόσο με τα σχολεία όσο και με όλον τον κόσμο γενικότερα εκεί που μας αγκάλιασε, και ήταν μια εμπειρία που μας βοήθησε πολύ σε πράγματα που δεν ξέραμε πώς να τα διαχειριστούμε προηγουμένως.
Θα ήμουν καλή ως χορεύτρια, φαντάζομαι!
Είχε γίνει ένα show για τα γενέθλια του δασκάλου μου, του Λουίτζι, μαζί με τη Μινέλι κι εκείνος μάς επέλεξε, εμένα και την Ειρήνη, για να χορέψουμε σε κάτι τόσο μεγάλο, με τόσο σημαντικό κόσμο του θεάτρου, άρα θεωρώ ότι θα ήμουν καλή!
Μάλιστα, χόρεψε και η Μινέλι μαζί μας.
Ο Λουίτζι ήταν μια μεγάλη προσωπικότητα που είχε χορέψει σε φοβερές παραγωγές, ακόμα και με τον Φρεντ Αστέρ. Όταν εμείς τον γνωρίσαμε, ήταν 80 ετών και δίδασκε τη δική του τεχνική. Ο λόγος που πήγα εγώ σε εκείνον ήταν για να με βοηθήσει με τη μέση μου.
Όταν ήταν νέος, είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα και οι γιατροί τού είχαν πει ότι δεν θα μπορέσει να ξαναπερπατήσει. Δεν μπόρεσε να το δεχτεί, είπε «και θα περπατήσω και θα χορέψω». Έτσι, δημιούργησε μια δική του τεχνική κινησιοθεραπείας, ώστε να βοηθήσει τον εαυτό του να σηκωθεί από το αναπηρικό καροτσάκι.
Με την Μινέλι κάναμε μαζί πρόβες στη σχολή στο Μανχάταν, έκανε κι αυτή μάθημα, ήταν δίπλα μου κι έκανε τη χορογραφία που έκανα κι εγώ. Ήταν τρομερός τύπος, αεικίνητος, γενικά αυτοί οι άνθρωποι όλο κάτι κάνουν, όλο μιλάνε, καλλιτέχνες. Πάρα πολύ φιλική, καθόλου ντίβα, η συμπεριφορά τους δεν διαφέρει από τους υπολοίπους, δεν καταλαβαίνεις καθόλου ποιοι είναι.
Μάλιστα, η κυρία που μας φιλοξενούσε είχε μιλήσει με τη Μινέλι και η καλλιτέχνις είχε πει για εμένα «να μείνει εδώ η Χαρά, στην Αμερική, θέλω να την υιοθετήσω, να μείνει εδώ να χορεύει!». Πήραν τηλέφωνο τη μάνα μου και της είπαν «θέλεις να υιοθετηθεί η Χαρά από τη Μινέλι;» και έλεγε η μαμά μου «κόντεψα να το χάσω το παιδί μου!».
Όταν την έβλεπες, όπως και άλλους χορευτές που δεν ήταν πλέον νέοι, έλεγες «γεροντάκια». Όταν όμως έμπαιναν μέσα στη σάλα, γίνονταν άλλοι άνθρωποι, χόρευαν φοβερά, δεν φαίνονταν τα χρόνια τους, σε έβαζαν κάτω κι έμενες με το στόμα ανοιχτό.
Μετά την παράσταση για τον Λουίτζι, είχε γίνει ένα πάρτι και είχαμε πάει με την Ειρήνη.
Δεν θυμάμαι καν τι φορούσαμε, μπορεί να ήμασταν και με τα ρούχα της παράστασης. είχαμε χορέψει ένα κομμάτι από «Το Πουλί της Φωτιάς» του Στραβίνσκι και το κοστούμι ήταν μια ολόσωμη ροζ φόρμα που είχε φτερά πίσω και ήταν ενωμένα τα χέρια με τα πόδια!
Ήταν όλοι διάσημοι, εγώ όμως δεν τους ήξερα. Τους γνώρισα και τους συναναστράφηκα εκεί, ήμουν απλώς μια μικρή Ολυμπιονίκης που μιλούσε και λίγο αγγλικά.
Εκείνο το πάρτι ήταν σαν αυτά που βλέπουμε στις ταινίες, σε ένα σπίτι όπου σέρβιραν άσπρα ποτά, όχι ουίσκι που εάν πέσει κάτω λερώνει. Πολύ συγκεκριμένο το φαγητό, τα ποτά, ήταν ένας πολύ καθαρός καλλιτεχνικός κόσμος και δεν υπήρχε καμία ακρότητα.
Υπήρχε κάποιος που έπαιζε πιάνο, σηκωνόταν και μπορούσε όποιος ήθελε να πάει να παίξει, τραγουδούσαν, γίνονταν ωραίες συζητήσεις, ήταν όλοι θεατράνθρωποι και ήταν όλα πολύ ιδιαίτερα.
Έχω την εντύπωση ότι το σπίτι ήταν της ίδιας της Μινέλι και μέσα αυτά τα σπίτια είναι σαν μουσεία, με πίνακες, φωτογραφίες, αναμνηστικά από παραστάσεις, σπουδαία πράγματα.
Δεν τα είχα δει εγώ όλα αυτά ποτέ άλλοτε και ούτε πίστευα ότι θα τα δω…
Η Χαρά Καρυάμη είναι Χάλκινη Ολυμπιονίκης με την Εθνική ομάδα ανσάμπλ το 2000 στο Σίδνεϊ.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ειρήνη Αϊνδιλή: Για την Άννα / Τρεις ζωές / Μία ημέρα στη φυλακή
Δημοσθένης Ταμπάκος: Το νου σου στο παιδί
Νίκος Ηλιόπουλος: Μουντζούρα και αίμα