Ποτέ δεν είχα προγραμματίσει το τέλος της καριέρας μου στον πρωταθλητισμό.
Το σώμα μου είχε δυνατότητες να συνεχίσει μέχρι πολύ μεγαλύτερη ηλικία, αλλά οι συνθήκες ήταν τέτοιες που κάποια στιγμή είπα «τέλος».
Θα μπορούσα να είμαι στον χώρο μέχρι τα 30 μου, εύκολα.
Βέβαια, πολλές φορές πριν τα 23, οπότε και σταμάτησα, έκανα σκέψεις ότι ίσως πλησιάζει η λήξη της πορείας μου, λόγω κούρασης και πίεσης.
Πολλές φορές οι συνθήκες το έφεραν έτσι και πριν την οριστική λήξη είχα πει άλλες δύο φορές «φτάνει», αλλά ξαναγύρισα.
Η μία ήταν στα 17 μου, στη συνέχεια ξεκίνησα και πάλι το 2005 και εντάχθηκα στην ομάδα του ανσάμπλ, παρέμεινα έναν χρόνο, σταμάτησα και αποφάσισα να ξαναξεκινήσω στο ατομικό, αλλά τότε πλέον είχε περάσει το τρένο θα έλεγα.
Όταν λοιπόν σταμάτησα, αρχικά ένιωσα θλίψη, πικρία, πένθος θα το χαρακτήριζα. Γενικότερα δεν καταλαβαίνεις τι σου γίνεται, όταν σταματάς, δεν είναι εύκολο να το διαχειριστείς, δεν καταλαβαίνεις τι δεν πάει καλά στη ζωή σου, ενώ έλεγες «τώρα που θα σταματήσω, θα τα κάνω όλα, έχω όλη τη ζωή μου μπροστά», ξαφνικά δεν έβρισκα ενδιαφέρον σε τίποτα.
Πρέπει εκεί να κάνεις μια επανεκκίνηση, η οποία δεν είναι εύκολη, δεδομένου ότι επίσης δεν έχεις κάποια κοινωνική παιδεία γενικότερη, απέχεις από όλα, είσαι μέσα σε μια φούσκα.
Πέρασα μια κατάθλιψη, είναι η ηλικία περίεργη και δεν έχεις τις γενικότερες γνώσεις να καταλάβεις ακριβώς τι γίνεται, βγαίνεις από τον μικρόκοσμο και δεν ξέρεις πού είσαι, τι κάνεις, πώς πρέπει να συνεχίσεις τη ζωή σου, πρέπει να ξαναχαράξεις έναν δρόμο από την αρχή.
Το έχουν πει και άλλοι αθλητές ότι θα πρέπει κάπως, με κάποιον τρόπο, να προετοιμάζονται για την επόμενη ημέρα.
Και το πέρασμα στο νέο κεφάλαιο το έκανα μόνη μου, δεν υπήρχε κανένας για το επόμενο βήμα.
Μεταξύ άλλων, δεν το έριξα στο φαΐ, όχι ιδιαίτερα, ίσως συνέβη στην αρχή περισσότερο ως αντίδραση, αλλά γενικότερα δεν είχα πρόβλημα ως αθλήτρια, δεν είχα το αίσθημα της στέρησης.
Δεν θυμάμαι την τελευταία μου προπονητική ημέρα, θυμάμαι όμως την τελευταία αγωνιστική.
Και μέσω των αθλητριών μου πλέον ζω αυτά τα συναισθήματα που ίσως δεν ήμουν έτοιμη να τα ζήσω τότε.
Δεν μπορώ να κάνω λόγο για πικρία που δεν κατέκτησα μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες, κατέλαβα όμως την έβδομη θέση στο Σίδνεϊ το 2000. η κατάκτηση μεταλλίου είναι κάτι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο στο ατομικό, ειδικά στα χρόνια μου που υπήρχαν οι Ρωσίδες κι οι Λευκορωσίδες.
Τώρα έχουν αλλάξει αρκετά τα πράγματα, αυτό είναι πολύ θετικό στο άθλημά μας, γιατί δεν υπάρχει τίποτα δεδομένο, συμβαίνουν εκπλήξεις στα βάθρα και είναι και αυτό που περιμένει ο θεατής.
Παρόλα αυτά, παραμένει το ερώτημα «τι θα μπορούσα να κάνω, αν παρέμενα ενεργή έως τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας;».
Οι περισσότεροι μου λένε «θα ήσουν μια αθλήτρια που θα διεκδικούσε ένα μετάλλιο», καθώς και οι αγώνες ήταν μέσα στη χώρα μας, αλλά προσπαθώ να μην το σκέφτομαι, να το προσπερνάω και να πηγαίνω παρακάτω.
Όσον αφορά στο σχολείο, ήμουν πολύ καλή μαθήτρια και αυτό που μου έμεινε κι αργότερα είναι η αυτοπειθαρχία και η προσήλωση στον στόχο, ό,τι ήθελα το έβαζα σκοπό και μπορούσα να το πετύχω.
Αλλά δεν είχα κάτι άλλο.
Αυτό που μου έμεινε ήταν και είναι η προπονητική μου καριέρα.
Μετά τη λήξη της αγωνιστικής μου πορείας σπούδασα στο Χαροκόπειο και ο κλάδος που είχα επιλέξει ήταν πολύ ενδιαφέρων και γενικότερα και για εμένα προσωπικά, γιατί σχετιζόταν με διατροφολογία και διατροφή.
Τελικά όμως δεν το συνέχισα, διότι τα απογεύματα ήθελα να πηγαίνω σε κάποιον σύλλογο για να αρχίσω να μπαίνω στην προπονητική διαδικασία και η σχολή μου είχε πολλά εργαστήρια έως αργά, οπότε τα έχανα, γιατί ήθελα να βρίσκομαι στο γυμναστήριο.
Επίσης, η συμμετοχή μου και νίκη στο «Dancing With The Stars» νομίζω ότι είναι κάτι το ουδέτερο, δεν νομίζω ότι μου προσέφερε κάτι το ιδιαίτερο, με βοήθησε ίσως στην αρχή, όταν ξεκινούσα τη δική μου ακαδημία, ώστε να βρω έναν χώρο και να ξεκινήσω κάτι δικό μου.
Όταν ήμουν αθλήτρια, αυτό που με ενοχλούσε και έχω πει στον εαυτό μου ότι στις δικές μου αθλήτριες δεν θα το κάνω ποτέ ήταν οι κακές συμπεριφορές.
Δεν μου άρεσε η ειρωνεία, δεν μου άρεσε να μιλάνε άσχημα σε εμένα ή σε συναθλήτριές μου, ήταν κάτι που με πείραζε πάρα πολύ και ως αθλήτρια δεν το δέχτηκα.
Το ίδιο και η καταπίεση, η οποία, όπως και η βία, δεν μου αρέσει γενικά στη ζωή μου.
Αλλά η σκληρή πειθαρχία μού άρεσε, νομίζω ότι δεν γίνεται διαφορετικά, τη χρησιμοποιώ και εγώ ως προπονήτρια, δεν γίνεται να κάνεις πρωταθλητισμό σε τέτοιο επίπεδο χωρίς αυτή.
Το καρδιοχτύπι που έχω τώρα ως προπονήτρια, πριν βγει κάποια αθλήτριά μου στο ταπί, είναι μεγαλύτερο απ’ όταν ήμουν εγώ στη θέση της ως αθλήτρια.
Δεν συγκρίνεται με την αγωνία που είχα τότε, πριν βγω εγώ, και αυτό συμβαίνει, επειδή δεν εξαρτάται από εμένα η έκβαση αλλά από μια άλλη ψυχή, το πώς θα μπει εκεί μέσα, πώς θα νιώσει, πώς θα το διαχειριστεί όλο αυτό, αν μπορέσει να βγάλει το αποτέλεσμα που βγάζουμε στην προπόνηση, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό.
Προσπαθώ να δώσω στις αθλήτριές μου όχι μόνο υλικά αλλά και ψυχικά εφόδια, τους μιλάω πάρα πολύ, προσπαθώ να καταλάβω κι εγώ τη δική τους θέση, γιατί έχω υπάρξει εκεί, να τους προσφέρω όσο περισσότερα γίνεται, ειδικά ό,τι δεν μπορούσα να έχω εγώ στη διάρκεια του πρωταθλητισμού, προκειμένου να μείνω περισσότερα χρόνια στο άθλημα και να φέρω ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες.
Πλάθομαι και εγώ μέσα από τα κορίτσια μου, στην καθημερινότητά μας υπάρχει μια συνεχής τριβή και αυτές μπορεί να μη βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό προς εμάς, είμαστε σε ένα καθεστώς πίεσης, δυσκολίας, πρέπει να ξεπερνάνε τα όριά τους, άρα και οι ίδιες περνάνε δύσκολες στιγμές μαζί μας.
Οπότε μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία μαθαίνω και εγώ πράγματα, προσπαθώ να είμαι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου, ό,τι και να συμβαίνει, να μπορώ να ελέγχω τον εαυτό μου, να έχω υπομονή, να μην υπάρχουν ξεσπάσματα μέσα στην προπόνηση, ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει και να ρολάρει η δύσκολη καθημερινότητα.
Από τα πρώτα χρόνια της προπονητικής μου καριέρας είμαι πολύ “μανούλα” τους, νοιάζομαι, σκέφτομαι πράγματα για εκείνες, πριν καν το σκεφτούν οι ίδιες οι αθλήτριες για τον εαυτό τους.
Μάλιστα, μετά την μητρότητα και την απόκτηση του Απόλλωνα δεν έχει αλλάξει κάτι στη συμπεριφορά μου, ωστόσο μπορώ να καταλάβω τις αθλήτριές μου περισσότερο τώρα που έχω τον γιο μου.
Αλλά κι εκείνες μερικές φορές συμπεριφέρονται σαν μωρά και πρέπει να λειτουργώ αντίστοιχα, όπως στον Απόλλωνα, να δείχνω δηλαδή την υπομονή και την ηρεμία, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν και να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους, να καταλάβουν τι λάθος κάνουν ή αν έχουν κάποια άσχημη συμπεριφορά.
Αντίθετα, εάν εγώ δεν είμαι αρκετά υπομονετική ή ήρεμη σε εκείνο το σημείο και αυτές έχουν περισσότερα νεύρα, δεν θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν σωστά την προπόνηση.
Θα ήθελα πάρα πολύ ό,τι δεν έκανα εγώ, να κατακτήσω πχ Ολυμπιακό μετάλλιο, να το έκανε μια αθλήτριά μου, για παράδειγμα η Παναγιώτα Λύτρα.
Μπορεί να μην είναι ένα απωθημένο, αλλά είναι στόχος μου. Είναι στόχος μου να ξεπεράσει τις επιτυχίες μου, το θέλω πάρα πολύ.
Η ρυθμική γυμναστική είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο της ζωής μου και ξαναγύρισα πίσω, γιατί κατάλαβα ότι αυτό στο οποίο ήμουν δοσμένη τόσα χρόνια ήταν πραγματικά όλη μου η ζωή. Αυτή τη στιγμή δηλαδή το ένα μεγάλο κομμάτι είναι ο Απόλλωνας και το άλλο η ρυθμική.
Πολλές φορές, για παράδειγμα, βάζω τον Απόλλωνα πιο πίσω, καθώς οι προτεραιότητες και οι ευθύνες είναι πάρα πολύ μεγάλες.
Προπονητικά, ευτυχώς δεν υπάρχει κάποιος ηλικιακός φραγμός, φυσικά όμως ένα όριο αποτελεί η ψυχική κούραση που σου προξενεί όλο αυτό, δεν ξέρω πόσο μπορείς να το αντέξεις, πόσο κουράγιο έχει ο κάθε άνθρωπος, γιατί δεν είναι κάτι εύκολο.
Δεν κοιτάς μόνο την φυσική τους κατάσταση ή μόνο την ψυχολογική, είναι πάρα πολλά πράγματα που πρέπει να έχεις υπό έλεγχο μέσα στην ημέρα, διότι δεν είναι επαγγελματίες αθλήτριες, δεν έχουν περάσει τα 20 τους χρόνια, ώστε να ξέρουν τι κάνουν, γιατί το κάνουν, γιατί να είναι αφοσιωμένες, οπότε ο μόνος τρόπος είναι να τους εξηγείς καθημερινά, έχοντας πολλή υπομονή.
Το να έχεις αθλήτριες σε τόσο υψηλό επίπεδο σημαίνει καθημερινή επίπονη δουλειά, μέχρι και στον ύπνο μου βλέπω πράγματα, έχω συνέχεια διάφορα στο μυαλό μου, σκέφτομαι πολύπλευρα τις αθλήτριές μου, πώς μπορώ να ξεπεράσω οποιοδήποτε εμπόδιο μπορεί να υπάρξει, να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό και να βγει πρώτα απ’ όλα το αποτέλεσμα κάθε μέρα στην προπόνηση, ώστε να έρθει και το αντίστοιχο στον αγώνα.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Χαρά Καρυάμη: Λάιζα και Λουίτζι
Ειρήνη Αϊνδιλή: Για την Άννα / Τρεις ζωές / Μία ημέρα στη φυλακή
Δημοσθένης Ταμπάκος: Το νου σου στο παιδί
Νίκος Ηλιόπουλος: Μουντζούρα και αίμα