Το clay στο Philippe Chatrier, στην άκρη του δάσους της Βουλώνης, είχε στρωθεί άψογα, οι κύλινδροι είχαν περάσει ευλαβικά επάνω από τις γραμμές, η αναδιπλούμενη οροφή δεν χρειάστηκε να κλείσει, γιατί ο καιρός στο Παρίσι ήταν ηλιόλουστος.
Το Σεζιέμ (16ο), από το 1928, φέρει το τεράστιο ιστορικό βάρος του Γάλλου ήρωα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενός πιλότου που κατέρριψε τέσσερα εχθρικά αεροσκάφη, πριν πέσει ηρωικά τον Οκτώβριο του 1918, μετά την τελευταία αερομαχία της ζωής του. Το ονοματεπώνυμο του πιλότου, ήταν Ρολάν Γκαρός. Προς τιμήν του, ονομάστηκε έτσι το Γαλλικό Όπεν, πόσο πιο όμορφο ακούγεται, πόση ψυχή προσδίδει στο τουρνουά του Grand Slam αυτό το ονοματεπώνυμο.
Την κεντρική πύλη αυτού του ναού του τένις έχουν διαβεί πρωταθλητές και μύθοι, σε ένα τουρνουά που έχει τις ρίζες του πολύ πίσω, στο 1891. Ρενέ Λακόστ, Ζαν Μποροτρά, Ζακ Μπρουνιόν, Ανρί Κοσέ, γνωστοί και με τα προσωνύμια «οι Τέσσερεις Σωματοφύλακες», έδωσαν το όνομά τους στο Coupe des Mousquetaires, στον αγώνα του απλού των ανδρών, τον πιο φημισμένο απ’ όλους.
Το άψογο γαλλικό κοκκινόχωμα επιβραδύνει τη μπάλα, κάνει τη διάρκεια του αγώνα πολύ μεγαλύτερη και η μοναδική μεταβλητή είναι το spin που κάνει τη μπάλα να αναπηδά, πολύ περισσότερο από τα άλλα τερέν.
Στο χώμα μαθαίνεις τα όριά σου, καταφέρνεις να ελέγχεις τη δύναμή σου, παλεύεις -εκτός από τον αντίπαλο- και με τον εαυτό σου.
Μποργκ, Κόντες, Βίλας, Νοά, Λεντλ, Τσανγκ, Κούριερ, Μπρουγκέρα, Αγκάσι, Κουέρτεν και οι «Τρεις Σωματοφύλακες» του σύγχρονου τένις, τα ιερά τέρατα, Ρότζερ Φέντερερ, Νόβακ Τζόκοβιτς και ο βασιλιάς του clay, o Ράφα Ναδάλ, έχουν γράψει την ιστορία αυτού του τουρνουά. Όλοι τους θρύλοι, μύθοι, ιερά τέρατα του ευγενούς αθλήματος.
Ποτέ δεν είχε φτάσει ψηλά Έλληνας αθλητής, ποτέ δεν είχαμε διανοηθεί ότι θα μπορούσε να φτάσει ψηλά Έλληνας, για να είμαστε ακριβείς. Ούτε ο ίδιος ο Στέφανος το είχε φανταστεί, όταν έπαιζε τένις στη Γλυφάδα. Το ομολόγησε κι ο ίδιος, μετά τον συγκλονιστικό ημιτελικό με τη “μηχανή” Ζβέρεφ.
Ο μοναδικός Έλληνας που έχει κερδίσει τον τίτλο στην κατηγορία juniors, είναι ο Νίκος Καλογερόπουλος, το 1973, ένας ξεχασμένος ομογενής, γεννημένος στην Κόστα Ρίκα, το 1945, και κάτοικος Ελ Σαλβαδόρ. Στο Coupe des Mousquetaires κανείς. Ποτέ. Μέχρι τον Στέφανο.
Γιος του δασκάλου Αποστόλου Τσιτσιπά, από το Προάστιο της Καρδίτσας, και της Γιούλια Σαλνίκοβα, της Ρωσίδας πρωταθλήτριας, η οποία έγινε “δική μας” και την μάθαμε ως Τζούλια Αποστόλη. Γεννήθηκε, μεγάλωσε και γαλουχήθηκε στο τένις. «Θυμάμαι ήμουν τριών χρονών και χτύπαγα μπάλες με τον πατέρα μου στο κενό, ανάμεσα στα μαθήματα που έκανε στον Αστέρα. Θυμάμαι να βλέπω αγώνες στην τηλεόραση, όταν ήμουν μωρό. Δεν μπορώ να σας πω ποιος έπαιζε, αλλά θυμάμαι ότι το παρακολουθούσα».
Και τα τρία του αδέλφια, ο Πέτρος, ο Παύλος και η Ελισάβετ, επίσης παίζουν τένις. Όλη η οικογένεια -οι δραστηριότητές της, η καθημερινότητά της, η φιλοσοφία της- περιστρέφεται γύρω από το τένις. Όταν ο Στέφανος έδειξε -εκτός από το έμφυτο ταλέντο– και την αντοχή του στις οξείες απαιτήσεις ενός από τα πιο δύσκολα αθλήματα του καιρού μας, ο πατέρας αναγνώρισε ότι, για να περάσει στο επόμενο επίπεδο, έπρεπε να αναλάβει ο μετρ Πατρίκ Μουράτογλου.
Ο Στέφανος ήταν 17, έκτοτε η πορεία του υπήρξε ξέφρενη, σχεδόν αδιανόητη για Έλληνα τενίστα. Σκληρές έως εξοντωτικές προπονήσεις, συνεχή ταξίδια, περίοδοι αποκατάστασης, στερήσεις, άγχη, απογοητεύσεις και μικρές δόσεις χαράς που πρόσθεταν σταγόνες κουράγιου στο ελιξίριο των αντοχών του. Σωματικών και ψυχολογικών.
Το πρώτο του ΑΤΡ game το έδωσε στο Όπεν του Ρότερνταμ το 2017, την ίδια χρονιά έκανε και το ντεμπούτο του σε Grand Slam, στο Roland Garros, στη Γη της Επαγγελίας του. Ισάριθμες ήττες από τον Γάλλο Τσονγκά και τον Κροάτη Κάρλοβιτς. Κάθε αρχή και δύσκολη.
Το πρώτο του Challenger το κέρδισε στη Γένοβα, ήταν ένας νεαρός, επιθετικός τενίστας, ακόμη άγουρος και αδύναμος να διαχειριστεί κυρίως τις ψυχολογικές μεταπτώσεις, στις οποίες υποβάλλει το τένις τους εκκολαπτόμενους αστέρες του.
Βαθμηδόν έγινε all court player, ένας καταπληκτικός baseliner με πολύ δυνατό forehand και το eastern grip του Ρότζερ. Γιατί ο Φέντερερ ήταν και είναι το είδωλό του, ο παίκτης που θαύμαζε και θαυμάζει, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Όταν τον κέρδισε στις 20 Ιανουαρίου του 2019 στο Αυστραλιανό Όπεν, ο Ρότζερ ιπποτικά δήλωσε ότι το μέλλον ανήκει στο νεαρό Έλληνα. Είχε δίκιο.
Τον Νοέμβριο του 2019, ο Στέφανος ξανακέρδισε το είδωλό του στον ημιτελικό των ATP Finals του Λονδίνου και, με τη νίκη του απέναντι στον Ντόμινικ Τιμ την επόμενη ημέρα, έγινε ο πρώτος Έλληνας που κατακτά τίτλο ΑΤΡ και αναρριχάται στο Νο 5 της παγκόσμιας κατάταξης.
Έκτοτε, όλα πήραν τον δρόμο τους. Τελικοί, ημιτελικοί, μεγάλες νίκες, πικρές ήττες. Αυτό είναι το τένις στο υψηλό επίπεδο, το τένις στον καιρό των τριών “ανίκητων”.
Είπαν ότι η μεγαλύτερη αδυναμία του Στέφανου, η πιο “διάσημη” στο ευρύ κοινό στην Ελλάδα, είναι οι ψυχολογικές μεταπτώσεις του κατά τη διάρκεια των αγώνων. Οι εκρήξεις του viral, το λεξιλόγιο καυτερό. Είναι ο τομέας που δούλεψε περισσότερο από κάθε άλλον, για να γίνει ένας από τους πιο ελπιδοφόρους τενίστες της “επόμενης γενιάς” παγκοσμίως.
Στην πραγματικότητα, δούλεψε και βελτίωσε την άμυνά του, έκανε σήμα κατατεθέν του το -σπάνιο πια- backhand με το ένα χέρι, έμαθε να διαβάζει τακτικά το παιχνίδι, να επιλέγει πότε θα ανέβει, παρ’ όλο που το αποφεύγει, γιατί τα drop shots εξακολουθούν να μην εντάσσονται στο καλό του ρεπερτόριο.
Πήγε στο Roland Garros συγκρατημένα, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι πρόκειται για το τουρνουά του Ράφα. Όταν ξόρκισε τον κακό του δαίμονα, τον Μεντβέντεφ, στον προημιτελικό, το πιστέψαμε ότι ήρθε η ώρα. Mentally ήταν έτοιμος και αποδείχτηκε απέναντι σε αυτό το θηρίο της φύσης, τον Αλεξάντερ Ζβέρεφ, στον ημιτελικό. Βρήκε τρόπο να απαντήσει στο εξωγήινο σερβίς του Γερμανού με τις σοβιετικές ρίζες, πήρε τη θετική ενέργεια που έστειλε όλη η Ελλάδα, και πασπάλισε το clay. Τελικός.
Αδιανόητο, απίθανο, πρωτόγνωρο, πρωτοφανές. Ένας Έλληνας στον Τελικό του Παρισιού και, μάλιστα, στην ίδια χρονιά, κατά την οποία και μια Ελληνίδα, η καταπληκτική Μαρία Σάκκαρη, κατέρριψε το ρεκόρ και στις γυναίκες. Το ελληνικό τένις στο απόγειό του.
Ο Ρότζερ είχε εγκαταλείψει το τουρνουά, ο Ράφα με τον Νόλε είχαν χαρίσει το καλύτερο παιχνίδι της διοργάνωσης και ο Σέρβος επρόκειτο να γίνει το τελευταίο εμπόδιο, πριν το ασύλληπτο. Ο Στέφανος ήταν το εξ ορισμού αουτσάιντερ, δεν θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο κόντρα στο «Νο1» της παγκόσμιας κατάταξης.
Ξεκίνησε ονειρεμένα, συγκεντρωμένος και έτοιμος για τη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του. Τα φώτα και η συμπάθεια των ουδετέρων στραμμένη επάνω του, η Ελλάδα κολλημένη στους δέκτες, την Κυριακή το μεσημέρι, να παρακολουθεί τένις. Καλοκαίρι κι άκουγες απ’ τα μπαλκόνια επιφωνήματα και πανηγυρισμούς για τένις. Πριν λίγα χρόνια, θα φάνταζε κωμικό. Κι όμως, αυτό κατάφερε ο Στέφανος.
Προηγήθηκε 2-0 (7-6, 6-2, το άγγιξε το όνειρο, έπιασε το Κύπελλο, το περιεργάστηκε, είδε τον εαυτό του να το σηκώνει. Ο Νόλε απάντησε. Μετά το αρχικό ξάφνιασμα, αντιστάθηκε, έβγαλε την τεράστια κλάση του, κεφαλαιοποίησε την εμπειρία του. Ισοφάρισε σε 2-2 (6-3, 6-2) κι όλα κρίθηκαν στο πέμπτο σετ.
Μας χάρισαν συγκλονιστικές στιγμές οι δυο τους. Δεν ήταν ο καλύτερος τεχνικά Τελικός, ο πιο αξέχαστος. Τα λάθη πολλά, αρκετή νευρικότητα κι αυτή η ούτως ή άλλως αλλόκοτη εικόνα με τις μάσκες και τα μέτρα για τον covid στις εξέδρες του Chatrier.
Ο σπουδαίος Νόλε ήταν πολύ σκληρός για να πεθάνει. Χρειάστηκε 4 ώρες, 11 λεπτά και 27 δευτερόλεπτα, για να λυγίσει τον Έλληνα Πρωταθλητή. Δεν είχε φτάσει ακόμη η ώρα της παράδοσης της σκυτάλης.
Η ανατριχίλα, όταν πάτησαν το clay ο Τζίμι Κούριερ και ο Μπγιορν Μποργκ, έγινε συγκίνηση, όταν ανάμεσά τους βρέθηκε ο Έλληνας φιναλίστ.
Ο Στέφανος πόνεσε, κάλυψε με την πετσέτα το κεφάλι του, ξέσπασε για τη χαμένη ευκαιρία, στο podium είχε την απογοήτευση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, έμοιαζε θυμωμένος. Οι παλμοί ήταν πολύ ψηλά, για να αντιληφθεί ότι στον 125o Τελικό του Roland Garros, τον 90ο από την εποχή των Grand Slam, πέρασε από το «αν», στο «όταν». Γιατί το μόνο που τον χωρίζει πλέον από έναν τίτλο σε Grand Slam, είναι ο χρόνος.
Phenomenal run, @steftsitsipas 👏#RolandGarros pic.twitter.com/VATJ2sTdIS
— Roland-Garros (@rolandgarros) June 13, 2021
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Κώστας Περγαντής: Παίζοντας το παιχνίδι
Νίκος Σισμανίδης: Ο λιγομίλητος Τσιτσιπάς