Στα μέρη του, το αθλητικό «παραμύθι» μοιάζει συνηθισμένο. Μία παραλία, μία ασπρόμαυρη μπάλα, μερικές δεκάδες παιδιά που άφησαν τα παπούτσια τους στη άκρη και μία κοινή φιλοδοξία.
Σε μία επαρχιακή περιοχή της Κολατίνα, μίας πόλης 120.000 κατοίκων στα βορειοανατολικά της Βραζιλίας, ένα πιτσιρίκι με φουντωτό μαλλί δεν συμμεριζόταν το 1986 την αδημονία των συμπατριωτών του για το Μουντιάλ του Μεξικού.
Ήταν δεν ήταν τεσσάρων ετών. Ήταν αναπτυγμένος για την ηλικία του αλλά δεν έδειχνε διάθεση να στριμωχτεί στις παρέες των παιδιών για να κλωτσήσει το αντικείμενο του πόθου και των ονείρων.
Ο μικρός Άντερσον προτιμούσε να παρατηρεί τον πατέρα του να φυτεύει καλαμπόκι στην οικογενειακή φάρμα. Το μυαλό του, άλλωστε, «έτρεχε» και προς μία άλλη σπορ κατεύθυνση. Δεν είχε γοητευτεί, πάντως, τόσο από το ταλέντο, τη χάρη, την αρμονία και την αποτελεσματικότητα του κορυφαίου Βραζιλιάνου καλαθοσφαιριστή, του Όσκαρ Σμιντ. Είχε «μαγευτεί» από τον τρόπο παιχνιδιού του κατά δέκα ετών μεγαλύτερου αδερφού του, Σάντρο Βαρεζάο, ο οποίος έπαιζε ήδη μπάσκετμπολ.
Αυτός ήταν το είδωλό του τόσο όταν έβλεπε το παιχνίδι απλώς ως διασκέδαση όσο και τότε που, στα 11 του, αποφάσισε να ακολουθήσει τα βήματά του.
Τότε που άρχισε να φαντάζεται τη νέα ζωή του και μία καριέρα γεμάτη διακρίσεις, δυσκολίες, προκλήσεις, αντιφατικές συμπεριφορές, αλλά πάντα διάθεση να δώσει τα πάντα, έστω κι αν συχνά ξεπέρασε τα όρια…
Ο Άντερσον Φράνκα Βαρεζάο γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1982 και το μπάσκετμπολ ήταν απλώς ένα χόμπι στην αυλή του σπιτιού, με τον πατέρα και τους αδερφούς του.
Ο Σάντρο, ο οποίος στη μετέπειτα καριέρα του κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα Βραζιλίας -τα τρία με τη Βάσκο ντα Γκάμα και το τελευταίο με την Τελεμάρ Ρίο ντε Τζανέιρο– και αγωνίστηκε και στην Εθνική, ήταν εκείνος που «έσπρωξε» τον ντροπαλό Άντερσον στα ανοιχτά γηπεδάκια και τα παρκέ.
Ο μικρός, ένα ψηλόλιγνο παιδί με μεγάλα αυτιά και πεταχτά δόντια, χαμογελούσε πάντα όταν φίλοι και άλλοι συνομήλικοι τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά ή ειρωνικά «χοντροκέφαλο» ή «παγωτό-ξυλάκι», από την κατασκευή του σώματός του. Το παιχνίδι τού χάρισε αυτοπεποίθηση, πριν φορέσει τη φανέλα της Σαλντάνια ντα Γκάμα και αγαπήσει ολοκληρωτικά την πορτοκαλί μπάλα. Η οικογένεια, συνέχισε να παίζει σημαντικό ρόλο στη διαδρομή του και εντός και εκτός της πατρίδας του.
Στην εφηβεία του μετεγγράφηκε στη Φράνκα ντα Γκάμα, στης οποίας τα τμήματα υποδομής αγωνίστηκε παρέα με τον άλλο αδερφό του, Άντζελο. Μαζί κατέκτησαν κάθε τίτλο σε εφηβικά πρωταθλήματα και εμφανίστηκε έτοιμος όταν, σε ηλικία 17 ετών, πραγματοποίησε το επαγγελματικό ντεμπούτο του.
Αναδείχθηκε κορυφαίος ρούκι της σεζόν το 2000 και την επόμενη σεζόν ήταν ο πολυτιμότερος παίκτης της λίγκας! Με μ.ό. 17,7 πόντων, εννέα ριμπάουντ και τριών μπλοκ στο πρώτο μισό του 2001-2002, η Μπαρτσελόνα έτρεξε να προλάβει και τον απέκτησε τον Ιανουάριο του 2002.
Η μετάβαση από τη Βραζιλία στην ACB και την Ευρωλίγκα συνοδευόταν από μία διπλή πρόκληση. Αφενός από την ανάγκη να αφήσει για πρώτη φορά τη φαμίλια του και να προσαρμοστεί σε μία νέα ζωή στην Ισπανία.
Αφετέρου, από την αναπόφευκτη μετάβαση από τον ρόλο του ηγέτη σε εκείνο του ρολίστα, πλάι αρχικά στον Ευθύμη Ρεντζιά και τον Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και από το καλοκαίρι του 2002 στον Ντέγιαν Μποντίρογκα.
Η μετακόμιση στην Καταλονία δεν ήταν δύσκολη. Με τη γλώσσα δεν αντιμετώπισε πρόβλημα, ενώ στο πρώτο τρίμηνο της παραμονής του εκεί είχε μαζί του τον πατέρα του.
Όπως, άλλωστε, είχε αστειευτεί, «ο πατέρας μου έγινε η μητέρα μου, ο γιατρός μου, ο φίλος μου». Μάλιστα, αποκάλυψε πως «μου έφερνε το πρωινό στο κρεβάτι και έκανε τα πάντα για μένα».
Το σημαντικό για τον Βαρεζάο, στην παρθενική επαγγελματική εμπειρία του εκτός Βραζιλίας, ήταν να μάθει να φροντίζει μόνος του τον εαυτό του. Η μαγειρική της μαμάς τού έλειπε, όμως θέλησε κάποια στιγμή να απαγκιστρωθεί και από τον πατέρα του. Λέγοντάς του, πάλι με μπόλικη δόση χιούμορ, πως «δεν χρειάζεται να μου κόβεις και το φαγητό! Προέρχομαι από μία φάρμα, φύτευα καλαμπόκι από μικρός κι εσύ φοβάσαι μήπως κοπώ με το μαχαίρι;»!
Στη Βαρκελώνη κατέκτησε το 2003 την Ευρωλίγκα και το πρωτάθλημα, μαζί με το νταμπλ του 2004, πριν δελεαστεί κι εκείνος από το «αμερικανικό όνειρο».
Οι σκάουτερ από το ΝΒΑ είχαν ήδη αρχίσει να καταφθάνουν στην Ευρώπη για αυτόν τον ελαφρώς «ατσούμπαλο» νεαρό με την περίεργη κόμμωση.
Ήταν μία εποχή που οι ομάδες στις Η.Π.Α. είχαν επιβεβαιώσει πως η εμπιστοσύνη τους σε μη Αμερικανούς μεγάλωνε διαρκώς. Ο Άντερσον Βαρεζάο δεν έγινε στη Μπαρτσελόνα σταρ επιπέδου «Σάρας» ή Μποντίρογκα. Όμως προπονητές και τζένεραλ μάνατζερ είδαν σε εκείνον έναν παίκτη με αστείρευτη ενέργεια.
Η εμπειρία του ντραφτ έγινε για τον Βραζιλιάνο ένα αρχικό «κρύο ντους». Τη στιγμή που οι Λέικερς επέλεγαν στο Νο27, η κάμερα τον «σημάδεψε». Ο Βαρεζάο πετάχτηκε από τη θέση του, τα μαλλιά του ανέμισαν ανέμελα στον χώρο, άρχισε να αγκαλιάζει τους πάντες και ο ατζέντης του χαμογελούσε. Μέχρι που ο αείμνηστος κομισάριος, Ντέιβιντ Στερν, ξεστόμισε το όνομα του Σλοβένου Σάσα Βούγιατσιτς, ο οποίος καθόταν ακριβώς πίσω του.
Ο Βραζιλιάνος χαμογέλασε αμήχανα, ωστόσο δεν χρειάστηκε πολύ να περιμένει να ακούσει και το δικό του όνομα. Η Λίγκα αναζητούσε ακόμη καλούς ψηλούς. Πριν από τον σέντερ της «Μπάρτσα» επιλέχθηκαν οι Ντουάιτ Χάουαρντ (Νο1), Εμέκα Οκαφόρ (Νο2), ο επίσης Βραζιλιάνος Ράφαελ Αραούζο (Νο8), οι Άντρις Μπιέντρινς (Νο11), Ρόμπερτ Σουίφτ (Νο12), Πάβελ Ποντκόλζιν (Νο21) και Ντέιβιντ Χάρισον (Νο29).
Στο Νο30, στην αρχή του δεύτερου γύρου της διαδικασίας, τον διάλεξαν οι Ορλάντο Μάτζικ..
Η ηλιόλουστη Φλόριντα έδειχνε ιδανική τοποθεσία, όμως λίγο αργότερα οι Μάτζικ τον παραχώρησαν στο Κλίβελαντ. Κι αν η «μουντή» πόλη του Οχάιο είναι λιγότερο δελεαστική, η συνύπαρξη με τον τότε νέο μεγάλο σταρ της Λίγκας, ΛεΜπρον Τζέιμς, ήταν φιλόδοξη.
Ο Βαρεζάο έχει εξιστορήσει ότι «στη ρούκι σεζόν μου δεν πήρα χαμπάρι τι γινόταν!». Το ότι δεν μιλούσε καλά αγγλικά δεν βοηθούσε…
Εκείνος που στάθηκε δίπλα του ήταν ο Λιθουανός σέντερ των Καβς, Ζιντρούνας Ιλγκάουσκας. «Με πήρε κάτω από τα φτερά του, έγινε ο μέντοράς μου», θυμάται ο Βραζιλιάνος, ο οποίος είχε τον ίδιο ατζέντη (Χερμπ Ροντόι) με τον νέο συμπαίκτη του.
Ο «Big-Z», ο οποίος είχε ακούσει καλά λόγια για τον «Andy» από τον συμπατριώτη του, Σαρούνας Γιασικεβίτσιους, τον πήγαινε για φαγητό σε κάθε ταξίδι εκτός έδρας. Συνήθως έκανε και την παραγγελία, καθώς ο Βαρεζάο έχει αποκαλύψει πως όταν δεν μιλούσε καλά τη γλώσσα, είχε ζητήσει κοτόπουλο από έναν σερβιτόρο… κακαρίζοντας, ώστε να τον καταλάβει!!!
Σε μία από τις πρώτες κοινές εξόδους τους, ο ένας μιλούσε αγγλικά και ο άλλος ισπανικά. Ο Ιλγκάουσκας κουράστηκε προσπαθώντας να τον καταλάβει και κάποια στιγμή είπε απλώς: «Ας παραγγείλουμε μία μπύρα». Ο ζύθος έγινε κοινός κώδικας επικοινωνίας και έφτασαν να έχουν πιει σχεδόν από μισή ντουζίνα ο καθένας.
Ο Βαρεζάο έχει αφηγηθεί την ιστορία, λέγοντας πως όταν ο συμπαίκτης του πήγε καθυστερημένα στο σπίτι του και η σύζυγός του τον ρώτησε «πώς είναι ο μικρός;», εκείνος αποκρίθηκε: «Δεν καταλάβαμε πολλά μεταξύ μας, αλλά αυτός ο κ……ς μπορεί να πιει πολύ!».
Δεν χρειάστηκε αρκετός χρόνος ώστε ο νεαρός φόργουορντ/σέντερ να γίνει αγαπητός στο νέο περιβάλλον του.
Εξαρχής δημιούργησε τη φήμη του σκληροτράχηλου παίκτη γεμάτου αυταπάρνηση, ο οποίος κατά το κοινώς λεγόμενο έριχνε το σώμα του «στη φωτιά». Πρόσφερε άφθονη ενέργεια και ασταμάτητη «βαβούρα» με τη συμπεριφορά του.
Το κοινό του Κλίβελαντ, το οποίο τότε ζούσε στους ρυθμούς και λάτρευε την αύρα του τοπικού ήρωα, ΛεΜπρον Τζέιμς, «βάφτισε» τον Βαρεζάο «The Wild Thing». Δεν ήταν άγριος με την ετυμολογική έννοια του όρου. Τουλάχιστον τότε…
Ο ΛεΜπρον ήταν ήδη μία σεζόν στην ομάδα της γενέτειράς του και ο Βαρεζάο έχει αφηγηθεί πως «όπου κι αν πηγαίναμε επικρατούσε τρέλα! Στα ξενοδοχεία μάς περίμενε κόσμος, για τον “LBJ”».
Ο Βραζιλιάνος εξηγούσε ότι «στην πατρίδα μου και στην Ευρώπη το κοινό είναι ενθουσιώδες στην εξέδρα, όμως αυτό με τον Τζέιμς δεν το είχα συναντήσει ποτέ μου. Και εκείνος δεν ήταν τότε ούτε 21 ετών».
Η διάθεση του Άντερσον για τη λεγόμενη «βρώμικη δουλειά» τον έκανε αγαπητό και στον μεγάλο σταρ των Καβς. Ο πρώτος εξηγούσε ότι «σε κάθε ομάδα επιχειρούσα να διαπιστώσω τι μπορώ να κάνω για να βοηθήσω. Γνώριζα πως δεν θα κάνω ό,τι και στην Φράνκα ή την Εθνική Βραζιλίας. Κατάλαβα πως αν παίρνω τα ριμπάουντ, παίζω άμυνα και κάνω καλά σκριν, θα έχω τον χρόνο μου στο παρκέ».
Η συμπεριφορά του βοήθησε να «κολλήσει» εύκολα με την ομάδα. Στο Κλίβελαντ γελούν ακόμη με εκείνη τη φωτογραφία στην οποία στέκεται πλάι στον ΛεΜπρον, φορώντας ένα μπλουζάκι που ανέγραφε «είμαι με έναν ηλίθιο» και είχε ένα βελάκι που έδειχνε προς τον ηγέτη των Καβαλίερς!
Οι Καβς ηττήθηκαν εύκολα (4-0) στους Τελικούς του 2007 από τους Σπερς του κόουτς Πόποβιτς και του Τιμ Ντάνκαν και δεν κατάφεραν να εκπληρώσουν αρχικά την «προφητεία» του ΛεΜπρον Τζέιμς.
Το 2009 ο Βαρεζάο, ο οποίος είχε γίνει ο πρώτος Βραζιλιάνος που αγωνίστηκε σε Τελικούς ΝΒΑ, επιβραβεύτηκε για τη σκληρή δουλειά του με ένα νέο εξαετές συμβόλαιο αντί 48 εκατομμυρίων δολαρίων. Το 2010, ωστόσο, ο ΛεΜπρον αποχώρησε για το Μαϊάμι.
Ο ρόλος του αναβαθμίστηκε. Από μονοψήφιες παραγωγικότητες έφτασε το 2011-2012 στους μ.ό. 10.8 πόντους και την επόμενη χρονιά, κορυφαία σεζόν της καριέρας του, κατέγραφε 14,1 πόντους και 14,4 ριμπάουντ ανά αγώνα.
Ενδιάμεσα, ο Βραζιλιάνος είχε γίνει γνωστός τόσο για το σκληρό παιχνίδι του όσο, κυρίως, και για τους «θεατρινισμούς» στο παρκέ. Πολλοί αντίπαλοι τον κατηγορούσαν για «flopping». Δεν τον ένοιαζε. Έλεγε χαμογελώντας πως το ίδιο έλεγαν και για τον Βλάντε Ντίβατς.
Το ίδιο είχε κάνει και πει το 2006, στο Μουντομπάσκετ της Σαϊτάμα, και ο Νίκος Ζήσης, στο ματς Ελλάδας-Βραζιλίας…
Ο παλαίμαχος διεθνής γκαρντ τον ρώτησε στο πρώτο ημίχρονο γιατί πέφτει διαρκώς και ο Βαρεζάο του απάντησε κάτι σαν «αν με πλησιάσεις θα σου δείξω…». Ο πρώην αρχηγός της ΑΕΚ δεν πήρε στα σοβαρά την απειλή.
Στο δεύτερο ημίχρονο, με την Ελλάδα μπροστά με 14 πόντους διαφορά, ένα ντράιβ του Ζήση τού κόστισε τη συμμετοχή στο υπόλοιπο τουρνουά. Ο Βαρεζάο τον χτυπά με τον αριστερό αγκώνα του και τον στέλνει στο νοσοκομείο με κάταγμα στο ζυγωματικό. Παραλίγο να έχανε το μάτι του…
Η ελληνική ομοσπονδία ζήτησε από τη FIBA την τιμωρία του Βραζιλιάνου, καθώς το φάουλ δεν χρεώθηκε καν αντιαθλητικό.
Ο άλλοτε παίκτης του Σπόρτιγκ, Γεράσιμος Μποζίκης, πρόεδρος της βραζιλιάνικης ομοσπονδίας μπάσκετμπολ, δεν επισκέφθηκε καν τον Ζήση στην κλινική… Σύμφωνα με αποκάλυψη του ίδιου του παίκτη, ο μοναδικός που βρέθηκε εκεί ήταν ο Λεάντρο Μπαρμπόσα, ώστε να ζητήσει συγγνώμη εκ μέρους όλης της ομάδας του.
Ο Βαρεζάο δεν το έκανε, τουλάχιστον αμέσως. Μάλιστα, τόνισε στον Ζήση ότι «δεν με σεβάστηκες» και συνέχισε να προκαλεί λέγοντας πως «όλοι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ασχολούμαστε με ένα άθλημα επαφής. Είναι παράλογο να μιλά για χτύπημα με σκοπό, ώστε να γεμίζουν οι σελίδες των εφημερίδων με δηλώσεις».
Μόνο όταν ενημερώθηκε για τη σοβαρότητα της κατάστασης της υγείας του Έλληνα γκαρντ, επιχείρησε να τον προσεγγίσει για να απολογηθεί. Ο Νίκος Ζήσης αρνήθηκε…
Έξι χρόνια αργότερα, στην προετοιμασία της Εθνικής για το Προ-Ολυμπιακό τουρνουά στο Καράκας, προγραμματίστηκε ένα φιλικό με τη Βραζιλία. Ο Βαρεζάο ενημέρωσε μέσω των δύο ομοσπονδιών ότι θέλει να συναντήσει τον Ζήση και να του ζητήσει συγγνώμη.
Ο τελευταίος αρνείται και πάλι, ωστόσο όταν διαβάζει δηλώσεις του Βραζιλιάνου, που επισημαίνει ότι «έχω καταλάβει το λάθος μου και θέλω να το βγάλω από μέσα μου και να συνεχίσω», δέχεται να τον ακούσει.
Στην ανταλλαγή λαβάρων πριν από το τζάμπολ, ο Βαρεζάο τρέχει προς τον Ζήση. Έχουν μία μικρή στιχομυθία, σε καλό κλίμα. Λίγες ώρες αργότερα, μέσω Twitter, ο Ζήσης αναφέρει πως «Πιστεύω είναι πάντα σωστό να αποδέχεσαι μία ειλικρινή συγγνώμη, έστω μετά από έξι χρόνια.
»Ο Βαρεζάο ήταν ειλικρινής. Η ζωή συνεχίζεται».
Ο σέντερ από την Κολάτινα είχε ανακουφιστεί. Για λίγο, ωστόσο.
Μερικούς μήνες μετά την «ανακωχή» με τον Ζήση και την 5η θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, βίωσε την πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του.
Το 2011 και το 2012 οι σεζόν στο ΝΒΑ είχαν πρόωρο τέλος, λόγω τραυματισμών σε καρπό και αχίλλειο. Μετά την πρωτοχρονιά του 2013 υποβλήθηκε σε επέμβαση στο γόνατο, όμως τα μαντάτα έγιναν και χειρότερα στη συνέχεια.
Στις 20 Ιανουαρίου 2013 άκουσε από τους γιατρούς ότι υπέστη πνευμονική εμβολή και ο θρόμβος στους πνεύμονες, που έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του, απαιτούσε τρίμηνη αντιπηκτική αγωγή στο νοσοκομείο… «Η συμπαράσταση της οικογένειάς μου και της μνηστής μου ήταν εκείνη που με κράτησε όρθιο», έλεγε και ξαναέλεγε. Το μπάσκετμπολ, ακόμη και για έναν άνθρωπο με τόση ενέργεια, πέρασε εύλογα σε δεύτερη μοίρα.
Ακόμη και όταν ξεπέρασε το πρόβλημα, η καριέρα του άρχισε να φθίνει. Κατά την απουσία του οι Καβς εμπιστεύθηκαν τους Άντριου Μπάινουμ και Σπένσερ Χόους και στην επιστροφή του τα λεπτά αναμένονταν μειωμένα.
Μονάχα που δεν είχε καν φτάσει στα 31 και μία νέα εξέλιξη χάρισε στην πορεία του στο ΝΒΑ «νέα ζωή»… Το καλοκαίρι του 2014 ο ΛεΜπρον είπε το περιβόητο «I am back» στο Κλίβελαντ!
Οι Καβς απέκτησαν και τον Κέβιν Λαβ, προκάλεσαν προσδοκίες τίτλου αλλά έδειξαν την αγάπη και την εμπιστοσύνη τους στον «Andy», προσφέροντάς του επέκταση συμβολαίου αντί 30 εκατομμυρίων.
Την «προφητεία» του τίτλου, πάντως, ο Άντερσον Βαρεζάο την έζησε από την ανάποδη.
Οι Καβαλίερς ηττήθηκαν στους Τελικούς του 2015 από τους Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς του κόουτς Στιβ Κερ και του Στεφ Κάρι, όμως όταν το 2016 τους αντιμετώπισαν ξανά, βρήκαν απέναντί τους ένα γνώριμο πρόσωπο με φουντωτά μαλλιά…
Τον Φεβρουάριο του 2016 το Κλίβελαντ έστειλε τον Βαρεζάο στο Πόρτλαντ, προκειμένου να κάνει χώρο στο σάλαρι καπ και να αποκτήσει τον Τσάνινγκ Φράι. Ο Βραζιλιάνος αποδεσμεύθηκε άμεσα από τους Μπλέιζερς και υπέγραψε στους Ουόριορς!
Στο Οχάιο, οι άλλοτε «υπήκοοί» του θεώρησαν την επιλογή του κάτι σαν «προδοσία». Οι Ουόριορς ολοκλήρωσαν το 2015-2016 με το ιστορικό ρεκόρ των 73 νικών στην κανονική περίοδο και ο Βαρεζάο ετοιμαζόταν για το παρθενικό δαχτυλίδι του.
Συνάντησε την πρώην ομάδα του στους Τελικούς, με μικρό πάντως ρόλο και χρόνο συμμετοχής. Όταν τραυματίστηκε στον πέμπτο αγώνα ο βασικός σέντερ, Άντριου Μπόγκατ, όμως, πάτησε παρκέ.
Οι Καβς «χτύπησαν» στα αργά πλέον πόδια του, στην κακή άμυνά του και σε συνδυασμό με την αποβολή του Ντρέιμοντ Γκριν, κατόρθωσαν να γίνουν η πρώτη ομάδα που «επιστρέφει» από το 1-3 σε Τελικούς και κατέκτησαν τον τίτλο!!!
Ο Βαρεζάο, ως παίκτης του Κλίβελαντ στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, δικαιούνταν δαχτυλίδι πρωταθλητή. Μονάχα που, προφανώς πολύ σεμνά, το αρνήθηκε ευγενικά.
Ο Βραζιλιάνος δεν αποτέλεσε μέρος της «υπόσχεσης» του ΛεΜπρον, λυπήθηκε για την ήττα, αλλά χάρηκε για τους άλλοτε συμπαίκτες του και για την αγαπημένη πόλη του στις Η.Π.Α..
Αν και το ίδιο καλοκαίρι ανανέωσε το συμβόλαιό του με το Γκόλντεν Στέιτ, αποδεσμεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2017 έπειτα από μόλις 14 παρουσίες και μ.ό. 1,3π.-1,9ριμπ. σε μόνο 6,2 λεπτά συμμετοχής.
Έναν χρόνο αργότερα, επέστρεψε στην πατρίδα του με ένα διετές συμβόλαιο με τη Φλαμένγκο. Tον Φεβρουάριο του 2019 ηττήθηκε από την ΑΕΚ στον τελικό του Διηπειρωτικού Κυπέλλου.
Το ΝΒΑ, πάντως, δεν το είχε ξεχάσει. Και όχι μόνο γιατί ακόμη και τότε… πληρωνόταν από το Πόρτλαντ.
Η επιμονή του επιβραβεύτηκε και μάλιστα στο μέρος όπου επιθυμούσε περισσότερο. «Είμαι Clevelander», δήλωνε όπου στεκόταν και όπου βρισκόταν και τον Μάιο του 2021 υπέγραψε δύο δεκαήμερα συμβόλαια με το Κλίβελαντ.
Όταν πάτησε και πάλι το ίδιο παρκέ, στις 6 Μαΐου εναντίον των Μπλέιζερς, δεν θυμήθηκε απλώς τα παλιά. Σκέφτηκε περισσότερο το παρών και το μέλλον, αν και πλησίαζε στα 39 του.
Την ίδια βραδιά, πραγματοποίησε ένα ακόμη όνειρό του, καθώς ενώ δήλωσε εύλογα ότι «ήταν σαν να μην έφυγα ποτέ», χαμογέλασε για ένα πρόσωπο που τον κοιτούσε από την εξέδρα, χωρίς να καταλαβαίνει πολλά. Ο ίδιος ήταν εκεί, το Νο17 στη φανέλα του και η κορδέλα στο κάτω μέρος της αφάνας του. Ο ΛεΜπρον απουσίαζε, όμως τον «The Wild Thing» δεν αποθέωσαν μόνο οι φαν των Καβς, αλλά και η μερικών μηνών κόρη του!
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη μέρα. Θα είναι κάτι που θα θυμάμαι σε όλη τη ζωή μου», παραδέχθηκε.
— Cleveland Cavaliers (@cavs) May 6, 2021
Το παιχνίδι του δεν ήταν ποτέ πηγή έμπνευσης. Δεν ήταν «λαμπερό» και συχνά ήταν και σκληρό, με στόχο να παραπλανήσει.
Ακόμη και όσοι έβλεπαν -με μπόλικη δόση υπερβολής και ειρωνείας- τον Άντερσον Βαρεζάο ως κάτι σαν «ανέκδοτο», όμως, δεν μπορούσαν παρά να αποδεχθούν και να τονίσουν ότι εκείνο το ψηλόλιγνο παιδί από τη Βραζιλία με τα πεταχτά αυτιά και τα ατημέλητα μαλλιά υπήρξε η καρδιά και η ψυχή των περισσότερων εκ των ομάδων που αγωνίστηκε.
Παραδέχονταν τον μόχθο του να «θυσιάσει» το κορμί του σε ένα ριμπάουντ ή σε μία βουτιά στο παρκέ. Για το κοινό του Κλίβελαντ, άλλωστε, τα παραμείνει ο «The Wild Thing».
Οι περούκες που συχνά εμφανίζονταν στις εξέδρες για χάρη του δεν θα χαθούν.
Όχι απλώς ως τιμή σε ένα παιδί που κάποτε «ξεχείλιζε» από δυνατότητες και προοπτική, αλλά στην πορεία δέχθηκε να προσαρμοστεί στις συνθήκες που συναντούσε. Αλλά ως απλή παραδοχή ενός αγαπημένου προσώπου.
Ενός προσώπου που συχνά προκαλούσε, χτυπούσε. Κάποιες φορές κόμπαζε κιόλας από ικανοποίηση για τα «κατορθώματά» του.
Κι ενός ανθρώπου, επίσης, που δέχθηκε τα λάθη του, απολογήθηκε και ζήτησε συγχώρεση ακόμη και όταν δεν έδειχνε αναγκαία ή, τουλάχιστον, έμοιαζε αχρείαστη για ένα θύμα από την Ελλάδα.
Ενός τύπου που «αγκάλιασε» τη διαπίστωση πως είτε τον λάτρευες είτε τον μισούσες και δεν δεχόταν ο ίδιος, πρώτα απ’ όλα και όλους, κάτι ενδιάμεσο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ανδρέας Γλυνιαδάκης: «Κυνήγησε το όνειρό σου» / Κέντρικ Ρέι: «Μπάσκετ σημαίνει οικογένεια»
Ευθύμης Ρεντζιάς: «Διαφορετική Κουλτούρα» / Νίκος Χατζηβρέττας: «Μάθημα Νοοτροπίας»
Adios Muchacho / Ο υπέροχος Μανού / Φορμίγκα: Brazilian Soul
Ο Βλάντε Ντίβατς έμαθε να πιστεύει στους ανθρώπους
ΛεΜπρον Τζέιμς και Πατ Ράιλι έχουν κοινό «ευαγγέλιο» τη «νίκη με κάθε κόστος»