Είμαι βέρος Αθηναίος και οι γονείς μου επίσης μεγαλωμένοι στην Αθήνα. Η γειτονιά μου είναι στο Αιγάλεω, χρόνια τώρα…
Από μικρός έπαιζα ποδόσφαιρο και στα 16 μου ξεκίνησα να αγωνίζομαι στους ερασιτέχνες του Αιγάλεω και ακολούθως σε ομάδες της Δ’ Εθνικής, όπως το Κερατσίνι, ο Ασπρόπυργος, ο Ατρόμητος Πειραιά κ.α., αλλά και στη Γ’ Εθνική στο Χαϊδάρι.
Αγωνιζόμουν μέχρι και τα 25 μου, οπότε και σταμάτησα και ασχολήθηκα με αυτό που κάνω τώρα, το fitness, την φυσική κατάσταση στο ποδόσφαιρο.
Είχα ήδη τελειώσει το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, με ειδίκευση στο ποδόσφαιρο, και στη συνέχεια έκανα μεταπτυχιακές σπουδές στην Μεγιστοποίηση Ατομικής Απόδοσης, πήρα Msc Uefa Football Fitness Specialist-Fifa και μεταξύ άλλων δίπλωμα Uefa A, Uefa Fifa 11+ .
Ουσιαστικά, ο πρώτος σταθμός της πορείας μου ως συνεργάτης προπονητή φυσικής κατάστασης ήταν στον Πανιώνιο με τον Τάκη Λεμονή στον πάγκο το 2011, ο οποίος μου έδωσε την ευκαιρία να δουλέψω επαγγελματικά και τον ευχαριστώ, και εν συνεχεία ανέλαβα στην Γ’ Εθνική τον Αστέρα Μαγούλας για μια διετία, όπου εκεί καταφέραμε πολλά.
Είχαμε πολύ καλή πορεία στο Πρωτάθλημα, καθώς βγήκαμε στη Β’ Εθνική, αλλά και στο Κύπελλο την επόμενη χρονιά, όπου αποκλείσαμε τον Λεβαδειακό, κάτι που αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη!
Παράλληλα, είχα γνωρίσει τον Τραϊανό Δέλλα στη σχολή Προπονητικής UEFA A, ενώ σε τέτοιες σχολές είχα γνωρίσει και τον κύριο Μπουρουτζήκα, καθώς είχαμε πάει για ανανεώσεις, σεμινάρια κτλ.
Δημιουργήθηκε μια θέση στην ΑΕΚ και έγινε η πρόταση από τον κύριο Δέλλα. Πήγα στην αρχή ως συνεργάτης του Δημήτρη Μπουρουτζήκα και στη συνέχεια παρέμεινα εγώ.
Αυτό συνέβη το 2014, όταν η ΑΕΚ έπαιζε ακόμα στη Β’ Εθνική, και έμεινα στην Ένωση για τρία χρόνια, μέχρι που έφυγα για το εξωτερικό και την Κινεζική Σανγκάη Σενχούα.
Η ΑΕΚ είναι μια ομάδα που με χάραξε, με καθόρισε πολύ και της οφείλω πολλά, γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να δουλέψω σε ένα τέτοιο μεγάλο club.
Γνώρισα και συνεργάστηκα με σημαντικούς ανθρώπους, τεράστιες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες, με γνώση για το ποδόσφαιρο, με ονόματα όπως ο Τραϊανός Δέλλας, ο Γκουστάβο Πογέτ, ο Στέλιος Μανωλάς, ο Βασίλης Μπορμπόκης, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο Δημήτρης Μπουρουτζήκας, ο Tιμούρ Κετσπάγια κ.α.
Καταφέραμε και πήραμε έναν τίτλο το 2016 με τον κύριο Μανωλά στο τιμόνι, στεφθήκαμε Κυπελλούχοι Ελλάδος και επιστρέψαμε στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις μετά από χρόνια.
Η ΑΕΚ είναι και η ομάδα που μου έδωσε το πάτημα για να εργαστώ στο εξωτερικό.
Οφείλω πολλά στον κύριο Δέλλα, ο οποίος μου έδωσε την ευκαιρία να δουλέψω στην ΑΕΚ, είναι μια μεγάλη προσωπικότητα, ένας πάρα πολύ καλός και χαρισματικός προπονητής, με πολλές γνώσεις για το ποδόσφαιρο, μια ηγετική φυσιογνωμία.
Ωστόσο, ο προπονητής που με έχει σημαδέψει, με τον οποίον έχω δουλέψει πέντε χρόνια περίπου σε Ελλάδα και εξωτερικό και έχουμε περάσει πάρα πολλά πράγματα μαζί, μέχρι και την τελευταία μας δουλειά που ήταν στην Χιλή τον Σεπτέμβριο του 2021, είναι ο Γκουστάβο Πογέτ.
Ο κύριος Πογέτ είναι ένας εξαιρετικός προπονητής, υψηλού επιπέδου, η πορεία του στο ποδόσφαιρο εξάλλου τα λέει όλα. Πρόκειται για έναν πάρα πολύ απαιτητικό τεχνικό αλλά και έναν καλό συνεργάτη, μια ηγετική μορφή.
Είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό που έχει καταφέρει στο ξεκίνημά του στην Εθνική μας ομάδα και είμαι σίγουρος και αισιόδοξος πως θα συνεχίσει το ίδιο, οδηγώντας την ξανά σε μια μεγάλη διοργάνωση.
Ο Πογέτ μαζί με τον Δέλλα είναι οι δύο προπονητές με τους οποίους έχω έρθει πιο κοντά και είχαμε φοβερή συνεργασία.
Γενικά πάντως στην συνεργασία που είχα με όλους τους προπονητές ως τώρα δεν αντιμετώπισα ποτέ κανένα πρόβλημα, είχα πάντα καλές σχέσεις με όλους, γιατί θεωρώ ότι ο επαγγελματισμός και η ειλικρίνεια παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο και μέσα από αυτά έρχεται και η “παραπάνω” σχέση.
Πρέπει να είσαι καλός επαγγελματίας και να έχεις καλή συνεργασία με τον προπονητή, ώστε να τον βοηθήσεις στο έργο του, είναι σημαντικό να σεβόμαστε τον θεσμό του προπονητή, εξάλλου εμείς ενημερώνουμε και προτείνουμε, εκείνοι όμως πάντα παίρνουν τις αποφάσεις.
Βέβαια, όλοι οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικοί, με κάποιους προπονητές είχα παραπάνω ανθρώπινες σχέσεις, με κάποιους άλλους όχι, αλλά το σημαντικό είναι να είσαι επαγγελματίας, η δουλειά είναι δουλειά.
Ταυτόχρονα, για να επιτευχθεί μια σωστή συνεργασία, πρέπει να είσαι αληθινός, πρέπει αυτοί που είναι πάνω από εσένα να καταλάβουν ότι δουλεύεις γι’ αυτούς, ότι είσαι δίπλα τους.
Και με τον Αργύρη Γιαννίκη επίσης είχα μια πολύ καλή και ειλικρινή εμπειρία.
Μπορώ να πω λοιπόν πως ως τώρα στην πορεία μου δεν είχα ποτέ πρόβλημα είτε με προπονητές, είτε με στελέχη, είτε με διοικήσεις, είτε σε Ελλάδα, είτε σε εξωτερικό.
Μεγάλη εμπειρία ήταν και η συνεργασία μου με την Σανγκάη Σενχούα!
Εκτός των άλλων, είχα υπό την καθοδήγησή μου παίκτες όπως ο Ντεμπά Μπα, ο Μάρτινς, ο Γκουαρίν, ο Ιγκάλο, ο Μορένο, ο Κάρλος Τέβες, τον οποίον φυσικά τον θαύμαζα ως ποδοσφαιριστή και ως προσωπικότητα και ο οποίος μάλιστα μίλησε θετικά για τη δουλειά μου.
Είναι πολύ τιμητικό, ειδικά από τέτοιους παίκτες που έχουν τρομερούς χαρακτήρες, και είναι χαρά μου να δουλεύω με τέτοιο επίπεδο ποδοσφαιριστών.
Όπως βέβαια και πάρα πολλοί Έλληνες παίκτες ή ξένοι που αγωνίζονται σε δικές μας ομάδες, με τους οποίους έχω συνεργασθεί, έχουν σπουδαία προσωπικότητα και είναι φοβεροί επαγγελματίες υψηλού επιπέδου, όπως ο Μάνταλος, τον οποίο και εκτιμώ πάρα πολύ, ο Τζαβέλλας, ένας εξαιρετικός επαγγελματίας, ο Μπακάκης, παλιότερα ο Λαμπρόπουλος, ο Μπακασέτας, ο Αραβίδης, ο Γιακουμάκης, ο Τσιγκρίνσκι, ο Αραούχο, ο Λιβάγια και ο Σιμόες, με τον οποίον δούλεψα πολλά χρόνια, και άλλοι πολλοί. Αδικώ ήδη πολλούς που δεν αναφέρω!
Είναι πολλοί οι παίκτες που δείχνουν ιδιαίτερο επαγγελματισμό, είναι υψηλού επιπέδου έχουν μεγάλη αντίληψη και δεν έχεις κανένα πρόβλημα μαζί τους, μόνο να δουλέψεις έχεις. Βέβαια, είτε είναι μεγάλα ονόματα είτε όχι, όταν μπαίνουν στο γήπεδο, για εμένα είναι οι ίδιοι.
Ουσιαστικά η δική μου δουλειά είναι να τους βοηθάω να εξελίσσονται και να μεγιστοποιούν την απόδοσή τους.
Πάντα ήμουν ειλικρινής με όλους τους παίκτες, είτε λέγεται Τέβες, είτε Μήτογλου, είτε Γκουτιέρες, είτε Γκάτο Σίλβα, είτε Γιόχανσον, είτε Μπάρκας, τονίζοντάς τους πάντα ότι όλα γίνονται για καλό τους, για τον εαυτό τους!
Εξηγώ στον παίκτη τι θέλω και τι στόχο έχουμε και μέσα από την ομάδα ή μέσα από τα ειδικά ατομικά προγράμματα προσπαθώ να τους βοηθάω να μεγιστοποιήσουν την απόδοσή τους.
Παλεύω εξίσου να είμαι πάντα δίπλα στον ποδοσφαιριστή, ό,τι ώρα με χρειαστεί, και χτίζω πολύ τις σχέσεις μου μαζί του. Ο παίκτης δεν είναι ένα ρομπότ, να πατάς ένα κουμπί και να κάνει αυτό που του επισημαίνεις.
Χτίζω προσωπικές σχέσεις, αλλά πάντα υπάρχει μια γραμμή νοητή που δεν μπορούμε να την ξεπεράσουμε ούτε οι παίκτες ούτε εγώ.
Το fitness και η φυσική κατάσταση δεν αφορούν αποκλειστικά στο να κάνουν οι παίκτες “πέντε ασκήσεις”, είναι πάρα πολλά πράγματα, είναι πολυπαραγοντικό. η ψυχολογία, η προσέγγιση του ποδοσφαιριστή, το να ελέγχεις καθημερινά τις εντάσεις και τις επιβαρύνσεις τους και, φυσικά, είναι η συζήτηση με τους ποδοσφαιριστές, να τους ακούς, να ξέρεις πώς νιώθουν.
Και μετά, μαζί με τον προπονητή πάντα και με ολόκληρο το επιτελείο, θα καθορίσουμε τα προγράμματα και θα τους βοηθήσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα.
Η θέση μου είναι τέτοια που οι ποδοσφαιριστές μού εμπιστεύονται πράγματα και ζητούν τη συμβουλή μου. Από κάποιους που δεν παίζουν θα ακούσω παραπάνω γκρίνια, θα έχουν στενοχώρια, είναι λογικό, όλοι θέλουν να παίζουν. Η δουλειά μας είναι να τους ηρεμήσουμε, να τους πείσουμε να συνεχίσουν να δουλεύουν ακόμα πιο πολύ και να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να αποδώσουν 100%, όταν τους χρειαστεί ο προπονητής.
Ακούω και πράγματα που δεν μπορώ με τίποτα να τα μεταφέρω στον προπονητή. Αν μετέφερα τα πάντα, θα ερχόταν ένα… τσουνάμι. Και οι ποδοσφαιριστές άνθρωποι είναι και υπάρχει μεγάλη πίεση στο πρόσωπό τους για το αποτέλεσμα.
Για εμένα, μεγάλος δάσκαλος, μέντορας, είναι ο Δημήτρης Μπουρουτζήκας. Ένας απίστευτα καλός άνθρωπος και επιστήμονας.
Ο «Μπούρου» με δίδαξε πώς να δουλέψω πάνω στις βασικές αρχές της προπονητικής όσον αφορά στο fitness, να έχω σωστή προσέγγιση, ενώ ταυτόχρονα με βοήθησε να λέω την άποψή μου χωρίς φόβο, να είμαι αληθινός, γιατί η δουλειά στο υψηλό επίπεδο θέλει ρεαλισμό.
Και βασική αρχή είναι την Κυριακή ο παίκτης να είναι καλά.
Κάποιες φορές μάλιστα πρέπει να επιμένεις σε πράγματα ξανά και ξανά, γιατί μόνο έτσι θα έρθει η μεγιστοποίηση.
Αυτά είναι μερικά στοιχεία που μπορεί κάποιος να πάρει από τον «Μπούρου» και όσοι δουλέψαμε δίπλα του πήραμε σίγουρα πολλά και είμαστε πάρα πολύ τυχεροί.
Μιλάμε για έναν άνθρωπο με δουλειά 30 ετών σε κορυφαίο επίπεδο, με επιτυχίες και συνεργασίες με μεγάλες προσωπικότητες. Ο κύριος Μπάγεβιτς, για παράδειγμα, είναι μια τεράστια προσωπικότητα και ήταν μεγάλη μου χαρά που δούλεψα δίπλα του, όταν ήταν εκτελεστικός Διευθυντής της ΑΕΚ.
Σχετικά με την απόφασή μου να εργαστώ στην Σανγκάη Σενχούα αλλά και την Χιλιανή Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα, και στις δύο υπό την καθοδήγηση του Γκουστάβο Πογέτ, έπαιξαν σημαντικό ρόλο τόσο η εξαιρετική συνεργασία που έχω μαζί του όσο και -σε δεύτερη μοίρα- το οικονομικό, όπως είναι λογικό. Αυτά τα δυο μαζί είναι ένας συνδυασμός που σε παρακινεί να πας, να ξεσηκώσεις την οικογένειά σου.
Όπως ξέρουμε, σε όλες τις δουλειές αυτήν την περίοδο τα χρήματα του εξωτερικού είναι πολύ καλυτέρα από ό,τι στην Ελλάδα για αντίστοιχες θέσεις.
Έτσι λοιπόν και για τους Έλληνες γυμναστές ισχύει το ίδιο πράγμα, κακώς για εμένα φυσικά, καθώς έχουμε πάρα πολύ καλούς, ικανούς και υψηλού επιπέδου προπονητές φυσικής κατάστασης ποδοσφαίρου, επαγγελματίες που αποδίδουν πολύ καλά, είτε σε Ελληνικές ομάδες είτε σε ομάδες του εξωτερικού.
Ο Έλληνας γυμναστής είναι από τους καλυτέρους στην Ευρώπη, γι’ αυτό πιστεύω ότι όλες οι ελληνικές ομάδες πρέπει να τον στηρίξουν, όπως και τον Έλληνα βοηθό, τον Έλληνα προπονητή τερματοφυλάκων, τον Έλληνα εργοφυσιολόγο και αναλυτή. Γενικότερα δηλαδή έχουμε ικανά στελέχη που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους ξένους.
Για παράδειγμα, ο Γιάννης Αντωνόπουλος, ο αναλυτής της ΑΕΚ, είναι από τους κορυφαίους στον χώρο αυτήν την στιγμή.
Στη δική μου απόφασή μου να εργαστώ σε Κίνα και Χιλή μεγάλο ρόλο έπαιξαν επίσης και η πρόκληση της εμπειρίας αλλά και οι διάφορες πόρτες που ανοίγονται μέσα από τέτοιες επιλογές.
Στην Κίνα με τον κύριο Πογέτ πήραμε τίτλο μετά από 17 χρόνια και βγήκαμε στους Ομίλους του Champions League Ασίας.
Η Σανγκάη Σενχούα ήταν μια ομάδα που χάλαγε πολλά χρήματα, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν κάποια επιτυχία, διάκριση σε αυτούς τους θεσμούς, κάτι που το ήθελαν πολύ. Τα καταφέραμε τη δεύτερη χρονιά, οπότε και δούλεψα με τον Γερμανό προπονητή, Μίχαελ Χένκε, ο οποίος εργαζόταν πολλά χρόνια στην Μπάγερν, την Ντόρτμουντ και σε άλλες μεγάλες ομάδες της Bundesliga. Mια τρομερή εμπειρία η συνεργασία μαζί του.
Στη Χιλή, ξανά με τον κύριο Πογέτ, τα ίδια. Πήραμε Super Cup, φτάσαμε στους «8» του Copa Libertadores μετά από 15 χρόνια και αποκλειστήκαμε από την Παλμέιρας, η οποία ήταν η τροπαιούχος του 2021 και το κατέκτησε ξανά δυο μήνες μετά.
Στο εξωτερικό βλέπεις πράγματα, εξελίσσεσαι, ενημερώνεσαι, βελτιώνεσαι, γνωρίζεις νέους ανθρώπους, νέους συνεργάτες, νέες κουλτούρες, νέες συνθήκες δουλειάς.
Σε χώρες με διαφορετική κουλτούρα, όπως εκείνες της Λατινικής Αμερικής ή της Ασίας, βλέποντας εντελώς άλλα πράγματα, μαθαίνεις και να σκέφτεσαι διαφορετικά.
Στη Χιλή με την Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα πήγαμε Βραζιλία, Ουρουγουάη, Αργεντινή, Κολομβία, χώρες πολύ διαφορετικές από τις Ευρωπαϊκές.
Με την Σανγκάη Σενχούα γυρίσαμε σχεδόν όλη την Ασία για να παίξουμε στο Champions League, Ιαπωνία, Κορέα, Αυστραλία.
Όλες αυτές οι εμπειρίες σε κάνουν να σκέφτεσαι με άλλον τρόπο, να κρίνεις, να διαμορφώνεις άλλη άποψη, γιατί κάθε χώρα και κάθε παίκτης έχουν πολύ διαφορετικές συνήθειες από τις δικές μας.
Στο είδος φαγητού, τις θερμοκρασίες, τις αποστάσεις. Κάναμε μεγάλα ταξίδια, τέσσερεις και έξι ώρες αεροπορικώς.
Αναγκάζεσαι λοιπόν να έχεις διαφορετική προσέγγιση των πραγμάτων απ’ ό,τι με τις ελληνικές ή ευρωπαϊκές ομάδες.
Και στη δική μου δουλειά γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει καθημερινή εξέλιξη, εξειδίκευση και ενημέρωση για καινούργια πράγματα. Μόνο έτσι μπορείς να αναπτυχθείς και να ανταπεξέλθεις σε διαφορετικές χώρες, με διαφορετικές κουλτούρες, με διαφορετικούς ποδοσφαιριστές, είτε είναι μεγάλα είτε μικρά ονόματα, και με μεγάλες ή μικρές ομάδες που όλες αξίζουν σεβασμό.
Το οικονομικό λοιπόν μετρά πάρα πολύ, αλλά δεν είναι μόνο αυτό, προσωπικά θέλω να εξελίσσομαι και να ενημερώνομαι καθημερινά, γι’ αυτό εξάλλου, όταν μπορώ, προσπαθώ να κάνω κάποια επιμορφωτικά ταξίδια.
Για παράδειγμα, πήγα στην Μαδρίτη για να παρακολουθήσω προπονήσεις της Ρεάλ και να ανταλλάξω απόψεις με τον γυμναστή της, Αντόνιο Πίντους, που για μένα είναι ένα φαινόμενο στον χώρο μας παγκοσμίως.
Επίσης, παρακολούθησα και στην Ρόμα, την περίοδο που ήταν προπονητής ο κύριος Ρανιέρι.
Και στις αποφάσεις μου με υποστήριξαν οι δικοί μου άνθρωποι, η Ιωάννα, η σύντροφός μου, που είναι πάντα δίπλα μου, πράγμα πολύ σημαντικό, αλλά και οι γονείς μου.
Με στηρίζουν και δεν θα μπορούσα να γυρίζω όλον τον κόσμο, αν δεν είχα την στήριξη όλων τους.
Τους ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου.
Δεν είναι εύκολο να φεύγεις για την άλλη άκρη του κόσμου και να αφήνεις πίσω τους δικούς σου ανθρώπους…
Χωρίς αυτούς δεν θα ήταν δυνατό να είχα αυτήν την πορεία.
Ο Παναγιώτης Βούλγαρης είναι προπονητής φυσικής κατάστασης.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Δημήτρης Μπουρουτζήκας: 33 χρόνια, μία ανάσα
Κώστας Χατζηχρήστος: Στον πλανήτη των γυμναστών
Νίκος Σισμανίδης: Στον (βιο)ρυθμό του 1987!
Αλέξανδρος Αλεξιάδης: Στο μυαλό του Τσέσι Λίνγκαρντ
Κώστας Περγαντής: Παίζοντας το παιχνίδι